_Ηρώ_
Δραστήριο μέλος
Η _Ηρώ_ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών, επαγγέλεται Σκηνοθέτης και μας γράφει απο Τσεχία (Ευρώπη). Έχει γράψει 501 μηνύματα.
17-09-11
14:00
Σαν πεθάνω-Μαρία Πολυδούρη
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη,
όταν αντίκρυ θ' ανοίγει μέσ' στη γάστρα μου δειλά
ένα ρόδο-μια ζωούλα.Και θα μου κλειστούν τα χείλη
και θα μου κλειστούν τα μάτια μοναχά τους,σιωπηλά.
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα θλιβερή σαν τη ζωή μου,
που η δροσιά της,κόμποι δάκρυ θα κυλάει πονετικό
στο άγιο χώμα που με ρόδα θα στολίζει τη γιορτή μου,
στο άγιο χώμα θα μου είναι κρεβατάκι νεκρικό.
Όσα αγάπησα στα χρόνια της ζωής μου θα σκορπιστούν
και θ' αφανιστούν μακριά μου,σύννεφα καλοκαιριού.
Όσα μ' αγάπησαν μόνο θα 'ρθουν να με χαιρετίσουν
και χλομά θα με φιλούνε σαν αχτίδες φεγγαριού.
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη.
Η στερνή πνοή μου θα 'ρθει να στο πει και τότε πια,
όση σου απομένει αγάπη,θα 'ναι σα θαμπό κοντύλι
- Φτωχή θύμηση στου τάφου μου την απολησμονιά.
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη,
όταν αντίκρυ θ' ανοίγει μέσ' στη γάστρα μου δειλά
ένα ρόδο-μια ζωούλα.Και θα μου κλειστούν τα χείλη
και θα μου κλειστούν τα μάτια μοναχά τους,σιωπηλά.
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα θλιβερή σαν τη ζωή μου,
που η δροσιά της,κόμποι δάκρυ θα κυλάει πονετικό
στο άγιο χώμα που με ρόδα θα στολίζει τη γιορτή μου,
στο άγιο χώμα θα μου είναι κρεβατάκι νεκρικό.
Όσα αγάπησα στα χρόνια της ζωής μου θα σκορπιστούν
και θ' αφανιστούν μακριά μου,σύννεφα καλοκαιριού.
Όσα μ' αγάπησαν μόνο θα 'ρθουν να με χαιρετίσουν
και χλομά θα με φιλούνε σαν αχτίδες φεγγαριού.
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη.
Η στερνή πνοή μου θα 'ρθει να στο πει και τότε πια,
όση σου απομένει αγάπη,θα 'ναι σα θαμπό κοντύλι
- Φτωχή θύμηση στου τάφου μου την απολησμονιά.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
_Ηρώ_
Δραστήριο μέλος
Η _Ηρώ_ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών, επαγγέλεται Σκηνοθέτης και μας γράφει απο Τσεχία (Ευρώπη). Έχει γράψει 501 μηνύματα.
13-07-11
20:47
Κατερίνα Γώγου-Υπερασπίζομαι την αναρχία
Μη με σταματάς.Ονειρεύομαι.
Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας.
Αιώνες μοναξιάς.
Τώρα μη.Μη με σταματάς.
Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού.
Ονειρεύομαι ελευθερία.
Μέσα απ'του καθένα
την πανέμορφη ιδιαιτερότητα
ν'αποκαταστήσουμε
του Σύμπαντος την Αρμονία.
Ας παίξουμε.Η γνώση είναι χαρά.
Δεν είναι επιστράτευση απ'τα σχολεία.
Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Εργάτες με δικά τους εργοστάσια
συμβάλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία.
Ονειρεύομαι γιατί ΞΕΡΩ και ΜΠΟΡΩ.
Οι τράπεζες γεννάνε τους <<ληστές>>.
Οι φυλακές τους <<τρομοκράτες>>.
Η μοναξιά τους <<απροσάρμοστους>>.
Το προιόν την <<ανάγκη>>.
Τα σύνορα τους στρατούς.
Όλα η ιδιοχτησία.
Βία γεννάει Βία.
Μη ρωτάς.Μη με σταματάς.
Είναι τώρα ν'αποκαταστήσουμε
του ηθικού δικαίου την υπέρτατη πράξη.
Να κάνουμε ποιήμα την Ζωή.
Και την Ζωή πράξη.
Είναι ένα όνειρο που μπορώ μπορώ μπορώ.
Σ'ΑΓΑΠΩ.
και δεν με σταματάς δεν ονειρεύομαι.Ζω.
Απλώνω τα χέρια μου
στον Έρωτα,στην αλληλεγγύη,
στην Ελευθερία.
Όσες φορές χρειαστεί κι από την αρχή.
Υπερασπίζομαι την ΑΝΑΡΧΙΑ.
Μη με σταματάς.Ονειρεύομαι.
Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας.
Αιώνες μοναξιάς.
Τώρα μη.Μη με σταματάς.
Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού.
Ονειρεύομαι ελευθερία.
Μέσα απ'του καθένα
την πανέμορφη ιδιαιτερότητα
ν'αποκαταστήσουμε
του Σύμπαντος την Αρμονία.
Ας παίξουμε.Η γνώση είναι χαρά.
Δεν είναι επιστράτευση απ'τα σχολεία.
Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Εργάτες με δικά τους εργοστάσια
συμβάλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία.
Ονειρεύομαι γιατί ΞΕΡΩ και ΜΠΟΡΩ.
Οι τράπεζες γεννάνε τους <<ληστές>>.
Οι φυλακές τους <<τρομοκράτες>>.
Η μοναξιά τους <<απροσάρμοστους>>.
Το προιόν την <<ανάγκη>>.
Τα σύνορα τους στρατούς.
Όλα η ιδιοχτησία.
Βία γεννάει Βία.
Μη ρωτάς.Μη με σταματάς.
Είναι τώρα ν'αποκαταστήσουμε
του ηθικού δικαίου την υπέρτατη πράξη.
Να κάνουμε ποιήμα την Ζωή.
Και την Ζωή πράξη.
Είναι ένα όνειρο που μπορώ μπορώ μπορώ.
Σ'ΑΓΑΠΩ.
και δεν με σταματάς δεν ονειρεύομαι.Ζω.
Απλώνω τα χέρια μου
στον Έρωτα,στην αλληλεγγύη,
στην Ελευθερία.
Όσες φορές χρειαστεί κι από την αρχή.
Υπερασπίζομαι την ΑΝΑΡΧΙΑ.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
_Ηρώ_
Δραστήριο μέλος
Η _Ηρώ_ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών, επαγγέλεται Σκηνοθέτης και μας γράφει απο Τσεχία (Ευρώπη). Έχει γράψει 501 μηνύματα.
30-04-11
23:09
Ήθελα να το γράψω εγώ αλλά δεν πρόλαβα!
Ένα από τα αγαπημένα μου ποιήματα!
Ένα από τα αγαπημένα μου ποιήματα!
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
_Ηρώ_
Δραστήριο μέλος
Η _Ηρώ_ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών, επαγγέλεται Σκηνοθέτης και μας γράφει απο Τσεχία (Ευρώπη). Έχει γράψει 501 μηνύματα.
30-04-11
13:55
Το κοράκι-Έντγκαρ Άλλαν Πόε
Κάποια ζοφερά μεσάνυχτα,στοχαζόμουν,αδύναμος,αποκαμωμένος,
Σε ένα αλλόκοτο,σπάνιο βιβλίο με ξεχασμένη,απόκρυφη γνώση,-
Νύσταζα,μισοκοιμόμουν,χτυπήματα ελαφρά,ακούστηκαν ξαφνικά,
Κάποιος χτυπά,χτυπά του δωματίου μου την πόρτα απαλά.
<<Κάποιος επισκέπτης,>>ψιθύρισα,<<χτυπά του δωματίου μου την πόρτα-
Αυτό είναι μοναχά.>>
Αχ!Θυμάμαι καθαρά,ήταν ανεμόδαρτος Δεκέμβρης,
Κάθε έρημο κάρβουνο που ξεψυχούσε,άφηνε το πνεύμα του στο πάτωμα.
Ανυπόμονα λαχταρούσα την αυγή-Μάταια στα βιβλία
Παρηγοριά αναζητούσα,για τον πόνο-τον πόνο για το χαμό της Λεονόρας-
Για το έξοχο λαμπερό κορίτσι που οι άγγελοι λένε Λεονόρα-
Ανείπωτο είναι εδώ πια.
Κάθε πορφυρής κουρτίνας το μεταξένιο,περίλυπτο,απρόσμενο θρόισμα,
Με ανατρίχιαζε-με γέμιζε φανταστικούς φόβους που δεν είχα ξανανιώσει.
Για να ηρεμήσω τους χτύπους της καρδιάς μου,στεκόμουν και ξανάλεγα:
<<Κάποιος επισκέπτης να 'μπει εκλιπαρεί,απ' του δωματίου μου την πόρτα--
Επισκέπτης αργινός να 'μπει εκλιπαρεί,απ' του δωματίου μου την πόρτα.
Αυτό είναι μοναχά.>>
Γρήγορα αναθάρρεψε η ψυχή μου,χωρίς δισταγμό,
<<Κύριε,>>είπα,<<ή Κυρία,τη συγχώρεσή σας ειλικρινά παρακαλώ,
Μα αλήθεια ήμουν μισοκοιμισμένος και χτυπήσατε απαλά,τόσο απαλά
Τόσο δειλά χτυπήσατε,χτυπήσατε στου δωματίου μου την πόρτα,
Που δεν ήμουν σίγουρος πως σας άκουσα>>-άνοιξα διάπλατα την πόρτα-
Σκοτάδι είναι μοναχά.
Μέσα στο σκοτάδι κοιτούσα,για ώρα στεκόμουν,αναρωτιόμουν,φοβόμουν,
Αμφέβαλα,ονειρευόμουν όνειρα που θνητοί ποτέ πριν δεν τόλμησαν να ονειρευτούν.
Μα ήταν η σιωπή αδιατάρακτη,η γαλήνη τίποτα δεν μαρτυρούσε,
Η μόνη λέξη που ειπώθηκε ήταν η ψιθυριστή λέξη,<<Λεονόρα!>>
Αυτό ψιθύρισα,ο αντίλαλος μουρμούρισε απατώντας τη λέξη,<<Λεονόρα!>>-
Αυτό είπε μοναχά.
Γύρισα πίσω στο δωμάτιο,μέσα μου φλεγόταν η ψυχή μου,
Σύντομα ξανάκουσα χτύπημα πιο δυνατό από πριν.
<<Σίγουρα,>>είπα,<<σίγουρα είναι κάτι στου παραθύρου μου τις γρίλιες.
Ας δω,λοιπόν,τι βρίσκεται εκεί,το μυστήριο να λύσω-
Ας ηρεμήσω την καρδιά μου μια στιγμή,το μυστήριο να λύσω-
Αέρας είναι μοναχά.>>
Άνοιξα το παραθυρόφυλλο,με ένα πέταγμα,φτερούγισμα,
Μπήκε Κοράκι επιβλητικό,σεβάσμιων περασμένων χρόνων.
Δεν υποκλίθηκε βαθιά,δεν σταμάτησε λεπτό,ούτε στάθηκε,
Μα,με ύφος άρχοντα ή αρχόντισσας,κούρνιασε πάνω απ' του δωματίου μου την πόρτα-
Κούρνιασε στην προτομή Παλλάδος ακριβώς πάνω απ' του δωματίου μου την πόρτα-
Κούρνιασε,κάθισε μοναχά.
Ύστερα το εβένινο πουλί ξεγέλασε τη λυπημένη μου ψευδαίσθηση χαμογελώντας,
Με τη σοβαρή αυστηρή κοσμιότητα της έκφρασης που είχε,
<<Παρότι το λοφίο σου είναι κουρεμένο,γυμνό,εσύ,>>είπα,<<σίγουρα δεν είσαι δειλό,
Τρομακτικά βλοσυρό αρχαίο Κοράκι που γυρνάς από το Νυχτερινό ακρογιάλι-
Πες μου ποιο είναι το αρχοντικό σου όνομα στης Νυκτός το Πλουτώνιο ακρογιάλι!>>
Το Κοράκι είπε,<<Ποτέ πια>>
Πολύ θαύμασα ακούγοντας τόσο ξεκάθαρο λόγο απ' το άχαρο πουλί,
Αν και οι αποκρίσεις του λίγη σημασία-λίγη αξία είχαν.
Γιατί δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε πως κανείς ζωντανός άνθρωπος
Δεν ευτύχησε να δει πουλί πάνω απ' του δωματίου του την πόρτα-
Πουλί ή τέρας σε λαξευτή προτομή πάνω απ' του δωματίου του την πόρτα,
Με το όνομα <<Ποτέ πια.>>
Μα το Κοράκι,καθόταν μονάχοστη γαλήνια προτομή,έλεγε μόνο
Αυτή τη λέξη,με αυτή τη λέξη σαν να ξεχείλιζε η ψυχή του.
Τίποτα άλλο δεν ξεστόμισε,ούτε τα φτερά του σάλεψαν-
Ώσπου να μουρμουρίσω σχεδόν.<<Και άλλοι φίλοι έφυγαν στο παρελθόν-
Το πρωί θα με αφήσει εκείνο όπως οι Ελπίδες μου με εγκατέλειψαν στο παρελθόν.>>
Το πουλί είπε,<<Ποτέ πια.>>
Ξαφνιάστηκα από την τόσο ταιριαστή απάντηση που τάραξε τη γαλήνη,
<<Αναμφίβολα,>>είπα,<<αυτό που ξεστομίζει είναι το μόνο που ξέρει,
Παρμένο από κάποιον δυστυχισμένο αφέντη που ανήλεη Συμφορά
Πιστά,τόσο πιστά τον ακολούθησε που τα τραγούδια του επωδό αποκτήσανε-
Που της Ελπίδας του οι θρήνοι θλιμμένη επωδό αποκτήσανε
Το <<Ποτέ-ποτέ πια>>
Μα το Κοράκι ακόμα ξεγελούσε τη λυπημένη μου ψυχή χαμογελώντας,
Αμέσως έσπρωξα κάθισμα βελούδινο μπροστά στο πουλί,στην προτομή,στην πόρτα.
Βυθισμένος στο βελούδινο κάθισμα,άρχισα να βάζω σε σειρά
Ψευδαίσθηση την ψευδαίσθηση,σκεφτόμουν τι το δυσοίωνο πουλί των περασμένων-
Τι το αγριωπό,άχαρο,τρομακτικό,πένθιμο,δυσοίωνο πουλί των περασμένων
Εννοούσε με το κράξιμο <<Ποτέ πια>>
Αυτό προσπαθούσα να μαντέψω,μα καμιά λέξη δεν έλεγα
Στο πουλί που τα διάπυρα μάτια του φλόγιζαν τώρα την καρδιά του.
Αυτό και άλλα φανταζόμουν,με το κεφάλι μου ήσυχο να στηρίζεται
Στα βελούδινα μαξιλάρια που το φως της λάμπας έλουζε,
Μα αυτό το μενεξεδένιο βελούδο με το φως της λάμπας να το λούζει
Αχ,Εκείνη δεν θα το αγγίξει,ποτέ πια!
Τότε,νόμισα πως ο αέρας βάρυνε,με θυμιατού αόρατου άρωμα
Που Σεραφείμ το περιέφεραν με βήμα που ηχούσε στο στρωμένο πάτωμα.
<<Δύστυχε,>> φώναξα, <<ο Θεός σου,σου πρόσφερε-με αγγέλους σου έστειλε-
Ανακούφιση-ανακούφιση και νηπενθές για τη λησμονιά της Λεονόρας!
Δέξου,ω δέξου αυτό το νηπενθές και ξέχνα τη χαμένη Λεονόρα!
Είπε το Κοράκι,<<Ποτέ πια.>>
<<Προφήτη!>> είπα,<<πνεύμα κακό!>>- Όμως προφήτη,πουλί ή δαίμονα!-
Ο Πειρασμός σε έστειλε,ή η θύελλα σε έριξε εδώ στο ακρογιάλι,
Απελπισμένος όμως ατρόμητος,σε τούτη τη μαγεμένη στεριά-
Σε τούτο το στοιχειωμένο από Τρόμο σπίτι,-Πες μου αληθινά,σε ικετεύω-
Υπάρχει-υπάρχει βάλσαμο παρηγοριάς στη Γαλαάδ;-Πες μου-Πες μου,σε ικετεύω!>>
Είπε το Κοράκι,<<Ποτέ πια.>>
<<Προφήτη!>> είπα,<<πνεύμα κακό!-Όμως προφήτη,πουλί ή δαίμονα!-
Στον ουρανό που κύπτει επάνω μας- στο Θεό που και οι δυο λατρεύουμε-
Πες στην περίλυπτη ψυχή αν,η μακρινή Εδέμ,
Αγκάλιασε ένα αγιασμένο κορίτσι που οι άγγελοι λένε Λεονόρα-
Αγκάλιασε ένα έξοχο λαμπερό κορίτσι που οι άγγελοι λένε Λεονόρα.>>
Είπε το Κοράκι,<<Ποτέ πια.>>
<<Ας είναι αυτή η λέξη χωρισμού σημάδι,πουλί ή δαίμονα!>> Φώναξα και σηκώθηκα-
<<Γύρνα πίσω στη θύελλα στης Νυκτός το Πλουτώνιο ακρογιάλι!
Μην αφήσεις μαύρο φτερό για ενθύμιο από το ψέμα που είπε η ψυχή σου!
Άσε ατάραχη τη μοναξιά μου!-Φύγε από την προτομή πάνω από την πόρτα μου!
Βγάλε το ράμφος σου από την καρδιά μου,πάρε μακριά τη μορφή σου από την πόρτα μου!>>
Είπε το Κοράκι,<<Ποτέ πια.>>
Και το Κοράκι,δεν πέταξε,κάθεται ακίνητο,κάθεται ακίνητο
Στην ωχρή προτομή της Παλλάδος πάνω απ' του δωματίου μου την πόρτα.
Και τα μάτια του μοιάζουν με μάτια δαίμονα που ονειρεύεται,
Και το φως της λάμπας που πέφτει πάνω του ρίχνει τη σκιά του στο πάτωμα
Και η ψυχή μου από τούτη τη σκιά που τρεμάμενη κείτεται στο πάτωμα
Δεν θα σηκωθεί-Ποτέ πια!
Κάποια ζοφερά μεσάνυχτα,στοχαζόμουν,αδύναμος,αποκαμωμένος,
Σε ένα αλλόκοτο,σπάνιο βιβλίο με ξεχασμένη,απόκρυφη γνώση,-
Νύσταζα,μισοκοιμόμουν,χτυπήματα ελαφρά,ακούστηκαν ξαφνικά,
Κάποιος χτυπά,χτυπά του δωματίου μου την πόρτα απαλά.
<<Κάποιος επισκέπτης,>>ψιθύρισα,<<χτυπά του δωματίου μου την πόρτα-
Αυτό είναι μοναχά.>>
Αχ!Θυμάμαι καθαρά,ήταν ανεμόδαρτος Δεκέμβρης,
Κάθε έρημο κάρβουνο που ξεψυχούσε,άφηνε το πνεύμα του στο πάτωμα.
Ανυπόμονα λαχταρούσα την αυγή-Μάταια στα βιβλία
Παρηγοριά αναζητούσα,για τον πόνο-τον πόνο για το χαμό της Λεονόρας-
Για το έξοχο λαμπερό κορίτσι που οι άγγελοι λένε Λεονόρα-
Ανείπωτο είναι εδώ πια.
Κάθε πορφυρής κουρτίνας το μεταξένιο,περίλυπτο,απρόσμενο θρόισμα,
Με ανατρίχιαζε-με γέμιζε φανταστικούς φόβους που δεν είχα ξανανιώσει.
Για να ηρεμήσω τους χτύπους της καρδιάς μου,στεκόμουν και ξανάλεγα:
<<Κάποιος επισκέπτης να 'μπει εκλιπαρεί,απ' του δωματίου μου την πόρτα--
Επισκέπτης αργινός να 'μπει εκλιπαρεί,απ' του δωματίου μου την πόρτα.
Αυτό είναι μοναχά.>>
Γρήγορα αναθάρρεψε η ψυχή μου,χωρίς δισταγμό,
<<Κύριε,>>είπα,<<ή Κυρία,τη συγχώρεσή σας ειλικρινά παρακαλώ,
Μα αλήθεια ήμουν μισοκοιμισμένος και χτυπήσατε απαλά,τόσο απαλά
Τόσο δειλά χτυπήσατε,χτυπήσατε στου δωματίου μου την πόρτα,
Που δεν ήμουν σίγουρος πως σας άκουσα>>-άνοιξα διάπλατα την πόρτα-
Σκοτάδι είναι μοναχά.
Μέσα στο σκοτάδι κοιτούσα,για ώρα στεκόμουν,αναρωτιόμουν,φοβόμουν,
Αμφέβαλα,ονειρευόμουν όνειρα που θνητοί ποτέ πριν δεν τόλμησαν να ονειρευτούν.
Μα ήταν η σιωπή αδιατάρακτη,η γαλήνη τίποτα δεν μαρτυρούσε,
Η μόνη λέξη που ειπώθηκε ήταν η ψιθυριστή λέξη,<<Λεονόρα!>>
Αυτό ψιθύρισα,ο αντίλαλος μουρμούρισε απατώντας τη λέξη,<<Λεονόρα!>>-
Αυτό είπε μοναχά.
Γύρισα πίσω στο δωμάτιο,μέσα μου φλεγόταν η ψυχή μου,
Σύντομα ξανάκουσα χτύπημα πιο δυνατό από πριν.
<<Σίγουρα,>>είπα,<<σίγουρα είναι κάτι στου παραθύρου μου τις γρίλιες.
Ας δω,λοιπόν,τι βρίσκεται εκεί,το μυστήριο να λύσω-
Ας ηρεμήσω την καρδιά μου μια στιγμή,το μυστήριο να λύσω-
Αέρας είναι μοναχά.>>
Άνοιξα το παραθυρόφυλλο,με ένα πέταγμα,φτερούγισμα,
Μπήκε Κοράκι επιβλητικό,σεβάσμιων περασμένων χρόνων.
Δεν υποκλίθηκε βαθιά,δεν σταμάτησε λεπτό,ούτε στάθηκε,
Μα,με ύφος άρχοντα ή αρχόντισσας,κούρνιασε πάνω απ' του δωματίου μου την πόρτα-
Κούρνιασε στην προτομή Παλλάδος ακριβώς πάνω απ' του δωματίου μου την πόρτα-
Κούρνιασε,κάθισε μοναχά.
Ύστερα το εβένινο πουλί ξεγέλασε τη λυπημένη μου ψευδαίσθηση χαμογελώντας,
Με τη σοβαρή αυστηρή κοσμιότητα της έκφρασης που είχε,
<<Παρότι το λοφίο σου είναι κουρεμένο,γυμνό,εσύ,>>είπα,<<σίγουρα δεν είσαι δειλό,
Τρομακτικά βλοσυρό αρχαίο Κοράκι που γυρνάς από το Νυχτερινό ακρογιάλι-
Πες μου ποιο είναι το αρχοντικό σου όνομα στης Νυκτός το Πλουτώνιο ακρογιάλι!>>
Το Κοράκι είπε,<<Ποτέ πια>>
Πολύ θαύμασα ακούγοντας τόσο ξεκάθαρο λόγο απ' το άχαρο πουλί,
Αν και οι αποκρίσεις του λίγη σημασία-λίγη αξία είχαν.
Γιατί δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε πως κανείς ζωντανός άνθρωπος
Δεν ευτύχησε να δει πουλί πάνω απ' του δωματίου του την πόρτα-
Πουλί ή τέρας σε λαξευτή προτομή πάνω απ' του δωματίου του την πόρτα,
Με το όνομα <<Ποτέ πια.>>
Μα το Κοράκι,καθόταν μονάχοστη γαλήνια προτομή,έλεγε μόνο
Αυτή τη λέξη,με αυτή τη λέξη σαν να ξεχείλιζε η ψυχή του.
Τίποτα άλλο δεν ξεστόμισε,ούτε τα φτερά του σάλεψαν-
Ώσπου να μουρμουρίσω σχεδόν.<<Και άλλοι φίλοι έφυγαν στο παρελθόν-
Το πρωί θα με αφήσει εκείνο όπως οι Ελπίδες μου με εγκατέλειψαν στο παρελθόν.>>
Το πουλί είπε,<<Ποτέ πια.>>
Ξαφνιάστηκα από την τόσο ταιριαστή απάντηση που τάραξε τη γαλήνη,
<<Αναμφίβολα,>>είπα,<<αυτό που ξεστομίζει είναι το μόνο που ξέρει,
Παρμένο από κάποιον δυστυχισμένο αφέντη που ανήλεη Συμφορά
Πιστά,τόσο πιστά τον ακολούθησε που τα τραγούδια του επωδό αποκτήσανε-
Που της Ελπίδας του οι θρήνοι θλιμμένη επωδό αποκτήσανε
Το <<Ποτέ-ποτέ πια>>
Μα το Κοράκι ακόμα ξεγελούσε τη λυπημένη μου ψυχή χαμογελώντας,
Αμέσως έσπρωξα κάθισμα βελούδινο μπροστά στο πουλί,στην προτομή,στην πόρτα.
Βυθισμένος στο βελούδινο κάθισμα,άρχισα να βάζω σε σειρά
Ψευδαίσθηση την ψευδαίσθηση,σκεφτόμουν τι το δυσοίωνο πουλί των περασμένων-
Τι το αγριωπό,άχαρο,τρομακτικό,πένθιμο,δυσοίωνο πουλί των περασμένων
Εννοούσε με το κράξιμο <<Ποτέ πια>>
Αυτό προσπαθούσα να μαντέψω,μα καμιά λέξη δεν έλεγα
Στο πουλί που τα διάπυρα μάτια του φλόγιζαν τώρα την καρδιά του.
Αυτό και άλλα φανταζόμουν,με το κεφάλι μου ήσυχο να στηρίζεται
Στα βελούδινα μαξιλάρια που το φως της λάμπας έλουζε,
Μα αυτό το μενεξεδένιο βελούδο με το φως της λάμπας να το λούζει
Αχ,Εκείνη δεν θα το αγγίξει,ποτέ πια!
Τότε,νόμισα πως ο αέρας βάρυνε,με θυμιατού αόρατου άρωμα
Που Σεραφείμ το περιέφεραν με βήμα που ηχούσε στο στρωμένο πάτωμα.
<<Δύστυχε,>> φώναξα, <<ο Θεός σου,σου πρόσφερε-με αγγέλους σου έστειλε-
Ανακούφιση-ανακούφιση και νηπενθές για τη λησμονιά της Λεονόρας!
Δέξου,ω δέξου αυτό το νηπενθές και ξέχνα τη χαμένη Λεονόρα!
Είπε το Κοράκι,<<Ποτέ πια.>>
<<Προφήτη!>> είπα,<<πνεύμα κακό!>>- Όμως προφήτη,πουλί ή δαίμονα!-
Ο Πειρασμός σε έστειλε,ή η θύελλα σε έριξε εδώ στο ακρογιάλι,
Απελπισμένος όμως ατρόμητος,σε τούτη τη μαγεμένη στεριά-
Σε τούτο το στοιχειωμένο από Τρόμο σπίτι,-Πες μου αληθινά,σε ικετεύω-
Υπάρχει-υπάρχει βάλσαμο παρηγοριάς στη Γαλαάδ;-Πες μου-Πες μου,σε ικετεύω!>>
Είπε το Κοράκι,<<Ποτέ πια.>>
<<Προφήτη!>> είπα,<<πνεύμα κακό!-Όμως προφήτη,πουλί ή δαίμονα!-
Στον ουρανό που κύπτει επάνω μας- στο Θεό που και οι δυο λατρεύουμε-
Πες στην περίλυπτη ψυχή αν,η μακρινή Εδέμ,
Αγκάλιασε ένα αγιασμένο κορίτσι που οι άγγελοι λένε Λεονόρα-
Αγκάλιασε ένα έξοχο λαμπερό κορίτσι που οι άγγελοι λένε Λεονόρα.>>
Είπε το Κοράκι,<<Ποτέ πια.>>
<<Ας είναι αυτή η λέξη χωρισμού σημάδι,πουλί ή δαίμονα!>> Φώναξα και σηκώθηκα-
<<Γύρνα πίσω στη θύελλα στης Νυκτός το Πλουτώνιο ακρογιάλι!
Μην αφήσεις μαύρο φτερό για ενθύμιο από το ψέμα που είπε η ψυχή σου!
Άσε ατάραχη τη μοναξιά μου!-Φύγε από την προτομή πάνω από την πόρτα μου!
Βγάλε το ράμφος σου από την καρδιά μου,πάρε μακριά τη μορφή σου από την πόρτα μου!>>
Είπε το Κοράκι,<<Ποτέ πια.>>
Και το Κοράκι,δεν πέταξε,κάθεται ακίνητο,κάθεται ακίνητο
Στην ωχρή προτομή της Παλλάδος πάνω απ' του δωματίου μου την πόρτα.
Και τα μάτια του μοιάζουν με μάτια δαίμονα που ονειρεύεται,
Και το φως της λάμπας που πέφτει πάνω του ρίχνει τη σκιά του στο πάτωμα
Και η ψυχή μου από τούτη τη σκιά που τρεμάμενη κείτεται στο πάτωμα
Δεν θα σηκωθεί-Ποτέ πια!
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
_Ηρώ_
Δραστήριο μέλος
Η _Ηρώ_ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών, επαγγέλεται Σκηνοθέτης και μας γράφει απο Τσεχία (Ευρώπη). Έχει γράψει 501 μηνύματα.
18-02-11
20:29
Κων/νος Καβάφης-Ιθάκη
Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες,γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μην φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μεν' η σκέψις σου υψηλή,αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.
Να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστηση,με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοϊδωμένους,
να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια,κεχριμπάρια κι έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά,
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους.
Πάντα στον νου σου να 'χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν' ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλύτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει
και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ' έδωσε τ' ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα 'βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις,η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες,με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.
Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες,γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μην φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μεν' η σκέψις σου υψηλή,αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.
Να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστηση,με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοϊδωμένους,
να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια,κεχριμπάρια κι έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά,
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους.
Πάντα στον νου σου να 'χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν' ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλύτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει
και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ' έδωσε τ' ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα 'βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις,η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες,με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.