Νεογέννητος
Πολύ δραστήριο μέλος
Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
01-08-12
13:30
αν δεν ημουν εγω να απαντω στα θεματα σου, θα ενοιωθες μια αφορητη μοναξια... ...
Χαχαχαχ, και τι είναι το φόρουμ ρε φίλε για να νοιώθω μοναξιά; Μάλλον η ονομασία "e-steki" σε έκανε να μπερδέψεις κάποια πράγματα. Τα πραγματικά στέκια έχουν καρέκλες, πραγματικό κόσμο και σερβίρουν. Εδώ ανοίγω θέματα προς συζήτηση, τώρα αν κανείς δεν ενδιαφέρεται ή μπαίνουν μόνο τρολάκια, big deal. Έχω και φίλους να τα λέω, απλώς στο φόρουμ έχω τη δυνατότητα να βρω κι άλλους, από τους οποίους θα ακούσω και μια διαφορετική γνώμη.
Πάντως, η αλήθεια είναι ότι με εσένα σπάει λίγο η μονοτονία.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Νεογέννητος
Πολύ δραστήριο μέλος
Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
01-08-12
13:06
Δεν ξέρω αν "κσεκινάο" θέματα - εγγύηση, αλλά σίγουρα δεν είναι θέματα που σε ενδιαφέρουν.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Νεογέννητος
Πολύ δραστήριο μέλος
Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
01-08-12
12:40
Α' Μέρος
Δημήτρης Ι. Παπαδής, Πανεπιστήμιο Κύπρου
Εκδόσεις Α. Καρδαμίτσα
Σημαντικό για τον χαρακτήρα της πολιτικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλη είναι να τονισθεί ότι η έσχατη νομιμοποιητική αρχή ύπαρξης της πολιτείας είναι η διασφάλιση των προϋποθέσεων για την κατάκτηση της ευδαιμονίας εκ μέρους όλων των πολιτών, και εμμέσως όλων των ανθρώπων που ζουν στην επικράτεια της πόλεως – πολιτείας. “Η πόλις – πολιτεία που αποτελεί συμβιωτική κοινότητα γενών (οικογενειών) και κωμών υπάρχει χάριν της τέλειας και αυτάρκους ζωής. Αυτή δε είναι, όπως επανειλημμένως τονίζουμε, η ευτυχισμένη και πολιτισμένη ζωή”. Και είναι αυτή η ευδαιμονία της πόλεως αυτό που ο Αριστοτέλης ονομάζει κοινόν αγαθόν ή κοινόν συμφέρον, και θεωρεί ο Αριστοτέλης το κοινόν αγαθόν, την ευδαιμονία του ατόμου. Αυτό όμως δεν σημαίνει καθόλου ότι ο Αριστοτέλης (το ίδιο ισχύει και για τον Πλάτωνα) θεωρεί την πόλιν – πολιτεία αυτοσκοπό, χάριν του οποίου υπάρχει ο πολίτης. Αντιθέτως αυτοσκοπός είναι ο πολίτης, το κάθε άτομο – μέλος της πολιτείας, χάριν του οποίου συστήθηκε και υπάρχει η πολιτεία, το κράτος. Η σχέση πολιτείας – πολίτη είναι για τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα σχέση μέσου – σκοπού. Καταξιωτική αρχή ύπαρξης της πολιτείας είναι η ευδαιμονία όλων των ατόμων – μελών της, του κάθε μέλους ξεχωριστά και όλων μαζί στο σύνολό τους. Γι’ αυτό δεν έχει δίκιο ο Hegel όταν λέει: “Στον Αριστοτέλη το ουσιαστικό, κύριο στοιχείο είναι το κράτος… Όπως και στον Πλάτωνα το πολιτικό είναι, επομένως το πρότερον”. Διότι, όταν λέει ο Αριστοτέλης ότι το αγαθό της πόλεως είναι υπέρτερο από το αγαθό του ατόμου, δεν εννοεί τίποτε άλλο παρά ότι το αγαθό περισσοτέρων ατόμων είναι υπέρτερο από το αγαθό ενός ατόμου!
Μονάδα μέτρησης είναι πάντοτε το αγαθό του ατόμου ως ανθρώπου. Και όταν επίσης λέει “σύμφωνα με τη φυσική τάξη των πραγμάτων η πόλις – πολιτεία προηγείται της οικογένειας και του ατόμου”, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ότι η πόλις ως εγγενής σκοπός του ανθρώπου ως ζώου πολιτικού προηγείται του ατόμου και της οικογένειας και φυσικά κάθε άλλης συμβιωτικής κοινωνίας ανθρώπων, καθότι η αιτία του σκοπού προηγείται λογικά όλων των άλλων αιτιών: της υλικής, της ειδολογικής και της κινητικής. Η ερμηνεία της επίμαχης αυτής θέσης του Αριστοτέλη από τον Hegel, σύμφωνα με την οποία η πόλις, δηλαδή το κράτος προηγείται της οικογενείας και του ατόμου “κατά την ουσία και την υπόσταση, κατά την έννοια, τον ορθό λόγο και την αλήθεια” είναι εντελώς αυθαίρετη και οπωσδήποτε αντιαριστοτελική. Για τον Αριστοτέλη ο δρόμος και το κύριο μέσο κατάκτησης της ευδαιμονίας είναι η κατάκτηση της αρετής, γιατί αυτή συνιστά την ουσία της, “την ευδαιμονίαν ότι χωρίς αρετής αδύνατον υπάρχειν είρηται”.
Γι’ αυτό κύριο μέλημα των άξιων πολιτικών πρέπει να είναι πώς θα βοηθήσουν τους πολίτες να γίνουν δίκαιοι και να σέβονται τους νόμους:
“δοκεί δε ο κατ’ αλήθειαν πολιτικός περί ταύτην (την ευδαιμονίαν) μάλιστα πεπονήσθαι, βούλεται γαρ τους πολίτας αγαθούς ποιείν και των νόμων υπηκόους”
και πως θα τους οδηγήσουν στον κατ’ αρετήν βίον, αφού το μέγεθος της ευδαιμονίας είναι ανάλογο με εκείνο της αρετής, της φρονήσεως και των σύμφωνων μ’ αυτές πράξεως. Η καταξίωση της πολιτικώς της πολιτικής κοινωνίας για τον Αριστοτέλη έρχεται μέσα από τις καλές πράξεις των πολιτών της. Αντίθετα στα σύγχρονα κράτη που έχουν εγκαταλείψει την επιδίωξη του κοινού αγαθού στη βάση της αρετής και της εσωτερικής καταξίωσης, γιατί η Πολιτική έχει πάρει διαζύγιο από την Ηθική, η καταξίωση έρχεται, ή έστω επιδιώκεται, μέσα από την στρατιωτική ή οικονομική ισχύ, μέσα από τον ασύδοτο ατομικισμό (που σημαίνει διεκδίκηση δικαιωμάτων ευδαιμονιστικού χαρακτήρα με παράλληλη απεμπόληση των υποχρεώσεων). Έτσι είναι φυσικό να κατηγορούν τους αρχαίους Έλληνες “ότι οι θεσμοί της πολιτείας είχαν απορροφήσει το άτομο” (J. Anton).
Ηθική και Πολιτική
Το χαρακτηριστικότερο και νευραλγικότερο σημείο διαφορότητας της πολιτικής σκέψης και πραγματικότητας της ελληνικής αρχαιότητας από τις αντίστοιχες των νεότερων χρόνων και της εποχής μας είναι ίσως η σχέση της Πολιτικής με την Ηθική. Διότι, ενώ στην ελληνική αρχαιότητα, και πιο συγκεκριμένα κατά τους κλασικούς χρόνους έχουμε, σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο, σχέση ενότητας με μικρότερη ή μεγαλύτερη απόκλιση, στους νεότερους χρόνους, και πιο συγκεκριμένα από τον Machiavelli (Μακιαβέλι) και εντεύθεν, η Πολιτική διαχωρίζεται πλήρως από την Ηθική. Από την ενότητα περνάμε στον χωρισμό.
Την μεγαλύτερη ενότητα Ηθικής και Πολιτικής έχουμε στον Πλάτωνα, όπου οι αρετές του ατόμου ταυτίζονται με εκείνες της πόλεως, αυτό ισχύει και για την άριστη – ιδανική πολιτεία του Αριστοτέλη. “Σκοπός του Πλάτωνος ήταν να δημιουργήσει μία πολιτική επιστήμη, η οποία θα βρισκόταν σε αδιάσπαστη ενότητα με την διδασκαλία περί της αρετής και της ευδαιμονίας, και γενικά την ηθική στάση και συμπεριφορά του ατόμου, ανεξάρτητα από τη ζωή και την ευδαιμονία της πόλεως ως οργανικής ενότητας, ανεξάρτητα δηλαδή από την Πολιτική. Πολύ ενδεικτική στο σημείο αυτό είναι η περί αντιστοιχίας των μερών της ψυχής του ανθρώπου προς τα μέρη της πόλεως διδασκαλία του. Γι’ αυτό βρίσκω πολύ εύστοχη την παρατήρηση του Fr. Dirlmeier, σύμφωνα με την οποία τα “δέκα βιβλία της Πολιτείας (ενν.: του Πλάτωνος) θα μπορούσαν να ονομασθούν τόσο Ηθική όσο και Πολιτική.
Αντίθετα μία τέτοια εναλλαξιμότητα δεν είναι δυνατή στον Αριστοτέλη. Γι’ αυτόν Ηθική και Πολιτική είναι δύο αυτόνομες περιοχές της πρακτικής φιλοσοφίας με χωριστή εννοιολογική ταυτότητα και ιδιαίτερο περιεχόμενο, οι οποίες βεβαίως όχι μόνο μπορούν αλλά πρέπει να συνυπάρχουν σε μία αρμονική ενότητα, η οποία μπορεί να ονομασθεί Πολιτική με την ευρύτερη έννοια του όρου. Η ενότητά τους απορρέει από τον κοινό σκοπό τους που είναι πάντοτε η ευδαιμονία, το κυρίαρχο στοιχείο τόσο της Ηθικής όσο και της Πολιτικής. Γι’ αυτό και η διάκρισή τους δεν μπορεί να είναι ριζική και απόλυτη.
Δημήτρης Ι. Παπαδής, Πανεπιστήμιο Κύπρου
Εκδόσεις Α. Καρδαμίτσα
Σημαντικό για τον χαρακτήρα της πολιτικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλη είναι να τονισθεί ότι η έσχατη νομιμοποιητική αρχή ύπαρξης της πολιτείας είναι η διασφάλιση των προϋποθέσεων για την κατάκτηση της ευδαιμονίας εκ μέρους όλων των πολιτών, και εμμέσως όλων των ανθρώπων που ζουν στην επικράτεια της πόλεως – πολιτείας. “Η πόλις – πολιτεία που αποτελεί συμβιωτική κοινότητα γενών (οικογενειών) και κωμών υπάρχει χάριν της τέλειας και αυτάρκους ζωής. Αυτή δε είναι, όπως επανειλημμένως τονίζουμε, η ευτυχισμένη και πολιτισμένη ζωή”. Και είναι αυτή η ευδαιμονία της πόλεως αυτό που ο Αριστοτέλης ονομάζει κοινόν αγαθόν ή κοινόν συμφέρον, και θεωρεί ο Αριστοτέλης το κοινόν αγαθόν, την ευδαιμονία του ατόμου. Αυτό όμως δεν σημαίνει καθόλου ότι ο Αριστοτέλης (το ίδιο ισχύει και για τον Πλάτωνα) θεωρεί την πόλιν – πολιτεία αυτοσκοπό, χάριν του οποίου υπάρχει ο πολίτης. Αντιθέτως αυτοσκοπός είναι ο πολίτης, το κάθε άτομο – μέλος της πολιτείας, χάριν του οποίου συστήθηκε και υπάρχει η πολιτεία, το κράτος. Η σχέση πολιτείας – πολίτη είναι για τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα σχέση μέσου – σκοπού. Καταξιωτική αρχή ύπαρξης της πολιτείας είναι η ευδαιμονία όλων των ατόμων – μελών της, του κάθε μέλους ξεχωριστά και όλων μαζί στο σύνολό τους. Γι’ αυτό δεν έχει δίκιο ο Hegel όταν λέει: “Στον Αριστοτέλη το ουσιαστικό, κύριο στοιχείο είναι το κράτος… Όπως και στον Πλάτωνα το πολιτικό είναι, επομένως το πρότερον”. Διότι, όταν λέει ο Αριστοτέλης ότι το αγαθό της πόλεως είναι υπέρτερο από το αγαθό του ατόμου, δεν εννοεί τίποτε άλλο παρά ότι το αγαθό περισσοτέρων ατόμων είναι υπέρτερο από το αγαθό ενός ατόμου!
Μονάδα μέτρησης είναι πάντοτε το αγαθό του ατόμου ως ανθρώπου. Και όταν επίσης λέει “σύμφωνα με τη φυσική τάξη των πραγμάτων η πόλις – πολιτεία προηγείται της οικογένειας και του ατόμου”, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ότι η πόλις ως εγγενής σκοπός του ανθρώπου ως ζώου πολιτικού προηγείται του ατόμου και της οικογένειας και φυσικά κάθε άλλης συμβιωτικής κοινωνίας ανθρώπων, καθότι η αιτία του σκοπού προηγείται λογικά όλων των άλλων αιτιών: της υλικής, της ειδολογικής και της κινητικής. Η ερμηνεία της επίμαχης αυτής θέσης του Αριστοτέλη από τον Hegel, σύμφωνα με την οποία η πόλις, δηλαδή το κράτος προηγείται της οικογενείας και του ατόμου “κατά την ουσία και την υπόσταση, κατά την έννοια, τον ορθό λόγο και την αλήθεια” είναι εντελώς αυθαίρετη και οπωσδήποτε αντιαριστοτελική. Για τον Αριστοτέλη ο δρόμος και το κύριο μέσο κατάκτησης της ευδαιμονίας είναι η κατάκτηση της αρετής, γιατί αυτή συνιστά την ουσία της, “την ευδαιμονίαν ότι χωρίς αρετής αδύνατον υπάρχειν είρηται”.
Γι’ αυτό κύριο μέλημα των άξιων πολιτικών πρέπει να είναι πώς θα βοηθήσουν τους πολίτες να γίνουν δίκαιοι και να σέβονται τους νόμους:
“δοκεί δε ο κατ’ αλήθειαν πολιτικός περί ταύτην (την ευδαιμονίαν) μάλιστα πεπονήσθαι, βούλεται γαρ τους πολίτας αγαθούς ποιείν και των νόμων υπηκόους”
και πως θα τους οδηγήσουν στον κατ’ αρετήν βίον, αφού το μέγεθος της ευδαιμονίας είναι ανάλογο με εκείνο της αρετής, της φρονήσεως και των σύμφωνων μ’ αυτές πράξεως. Η καταξίωση της πολιτικώς της πολιτικής κοινωνίας για τον Αριστοτέλη έρχεται μέσα από τις καλές πράξεις των πολιτών της. Αντίθετα στα σύγχρονα κράτη που έχουν εγκαταλείψει την επιδίωξη του κοινού αγαθού στη βάση της αρετής και της εσωτερικής καταξίωσης, γιατί η Πολιτική έχει πάρει διαζύγιο από την Ηθική, η καταξίωση έρχεται, ή έστω επιδιώκεται, μέσα από την στρατιωτική ή οικονομική ισχύ, μέσα από τον ασύδοτο ατομικισμό (που σημαίνει διεκδίκηση δικαιωμάτων ευδαιμονιστικού χαρακτήρα με παράλληλη απεμπόληση των υποχρεώσεων). Έτσι είναι φυσικό να κατηγορούν τους αρχαίους Έλληνες “ότι οι θεσμοί της πολιτείας είχαν απορροφήσει το άτομο” (J. Anton).
Ηθική και Πολιτική
Το χαρακτηριστικότερο και νευραλγικότερο σημείο διαφορότητας της πολιτικής σκέψης και πραγματικότητας της ελληνικής αρχαιότητας από τις αντίστοιχες των νεότερων χρόνων και της εποχής μας είναι ίσως η σχέση της Πολιτικής με την Ηθική. Διότι, ενώ στην ελληνική αρχαιότητα, και πιο συγκεκριμένα κατά τους κλασικούς χρόνους έχουμε, σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο, σχέση ενότητας με μικρότερη ή μεγαλύτερη απόκλιση, στους νεότερους χρόνους, και πιο συγκεκριμένα από τον Machiavelli (Μακιαβέλι) και εντεύθεν, η Πολιτική διαχωρίζεται πλήρως από την Ηθική. Από την ενότητα περνάμε στον χωρισμό.
Την μεγαλύτερη ενότητα Ηθικής και Πολιτικής έχουμε στον Πλάτωνα, όπου οι αρετές του ατόμου ταυτίζονται με εκείνες της πόλεως, αυτό ισχύει και για την άριστη – ιδανική πολιτεία του Αριστοτέλη. “Σκοπός του Πλάτωνος ήταν να δημιουργήσει μία πολιτική επιστήμη, η οποία θα βρισκόταν σε αδιάσπαστη ενότητα με την διδασκαλία περί της αρετής και της ευδαιμονίας, και γενικά την ηθική στάση και συμπεριφορά του ατόμου, ανεξάρτητα από τη ζωή και την ευδαιμονία της πόλεως ως οργανικής ενότητας, ανεξάρτητα δηλαδή από την Πολιτική. Πολύ ενδεικτική στο σημείο αυτό είναι η περί αντιστοιχίας των μερών της ψυχής του ανθρώπου προς τα μέρη της πόλεως διδασκαλία του. Γι’ αυτό βρίσκω πολύ εύστοχη την παρατήρηση του Fr. Dirlmeier, σύμφωνα με την οποία τα “δέκα βιβλία της Πολιτείας (ενν.: του Πλάτωνος) θα μπορούσαν να ονομασθούν τόσο Ηθική όσο και Πολιτική.
Αντίθετα μία τέτοια εναλλαξιμότητα δεν είναι δυνατή στον Αριστοτέλη. Γι’ αυτόν Ηθική και Πολιτική είναι δύο αυτόνομες περιοχές της πρακτικής φιλοσοφίας με χωριστή εννοιολογική ταυτότητα και ιδιαίτερο περιεχόμενο, οι οποίες βεβαίως όχι μόνο μπορούν αλλά πρέπει να συνυπάρχουν σε μία αρμονική ενότητα, η οποία μπορεί να ονομασθεί Πολιτική με την ευρύτερη έννοια του όρου. Η ενότητά τους απορρέει από τον κοινό σκοπό τους που είναι πάντοτε η ευδαιμονία, το κυρίαρχο στοιχείο τόσο της Ηθικής όσο και της Πολιτικής. Γι’ αυτό και η διάκρισή τους δεν μπορεί να είναι ριζική και απόλυτη.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.