Νεογέννητος
Πολύ δραστήριο μέλος
Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
21-08-12
23:42
Η ευημερία του Κράτους είναι η αθλιότητα του πραγματικού Έθνους, του Λαού. Το μεγαλείο και η ισχύς του Κράτους είναι η σκλαβιά του Λαού. Ο Λαός είναι ο φυσικό και νόμιμος εχθρός του Κράτους. Και αν ακόμη ο Λαός υποκύπτει - πολύ συχνά αλίμονο - στις αρχές, κάθε αρχή του είναι μισητή. To Κράτος δεν είναι η Πατρίδα. Είναι η αφαίρεση, ο μεταφυσικός, μυστικιστικός, πολιτικός, νομικός μύθος της Πατρίδας. Οι λαϊκές μάζες όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την Πατρίδα τους. Αλλ' αυτό είναι μια φυσική πραγματική αγάπη. Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα, αλλά γεγονός και ο πολιτικός πατριωτισμός, η αγάπη του Κράτους δεν είναι η ακριβής έκφραση αυτού του γεγονότος, αλλά μια εκφυλισμένη έκφραση μέσω μιας απατηλής αφαίρεσης και πάντα προς όφελος μιας εκμεταλλεύτριας μειοψηφίας. Η Πατρίδα, η εθνικότητα όπως και η ατομικότητα, είναι ένα γεγονός φυσικό και κοινωνικό, ψυχολογικό και ιστορικό ταυτόχρονα. Δεν είναι μια θεωρητική αρχή. Δεν μπορούμε να ονομάσουμε ανθρώπινη αρχή, παρά μόνο ό,τι είναι καθολικό, κοινό σε όλους τους ανθρώπους. Η εθνικότητα τους χωρίζει. Δεν είναι λοιπόν αρχή. Αλλά αυτό που είναι αρχή, είναι ο σεβασμός που ο καθένας πρέπει να έχει για τα φυσικά, πραγματικά ή κοινωνικά γεγονότα. Η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα από αυτά τα γεγονότα. Οφείλουμε λοιπόν να τη σεβόμαστε. Η καταπίεσή της είναι έγκλημα, και για να μιλήσουμε με τη γλώσσα του Μαντσίνι, αυτή γίνεται ιερή αρχή κάθε φορά που απειλείται ή καταπιέζεται. Γι αυτό λοιπόν αισθάνομαι ειλικρινά και πάντα τον πατριώτη κάθε καταπιεσμένης Πατρίδας.
Η Πατρίδα αντιπροσωπεύει το ιερό και αδιαφιλονίκητο δικαίωμα κάθε ανθρώπου, κάθε ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, εθνών, περιοχών, να αισθάνονται, να σκέπτονται, να θέλουν και να δρουν κατά τον τρόπο τους και ο τρόπος αυτός είναι πάντα το αναμφισβήτητο αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας ιστορικής εξέλιξης. Υποκλινόμαστε λοιπόν, μπροστά στην παράδοση, μπροστά στην Ιστορία. Ή καλύτερα, τις αναγνωρίζουμε, όχι γιατί μας παρουσιάζονται σαν αφηρημένα εμπόδια, που σχηματίστηκαν μεταφυσικά, νομικά και πολιτικά από τους σοφούς δάσκαλους και ερμηνευτές του παρελθόντος, αλλά μόνο γιατί έχουν περάσει πραγματικά μέσα στο αίμα και στη σάρκα, μέσα στις αληθινές σκέψεις και τη θέληση των σημερινών Λαών.
Μιχαήλ Μπακούνιν
Η Πατρίδα αντιπροσωπεύει το ιερό και αδιαφιλονίκητο δικαίωμα κάθε ανθρώπου, κάθε ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, εθνών, περιοχών, να αισθάνονται, να σκέπτονται, να θέλουν και να δρουν κατά τον τρόπο τους και ο τρόπος αυτός είναι πάντα το αναμφισβήτητο αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας ιστορικής εξέλιξης. Υποκλινόμαστε λοιπόν, μπροστά στην παράδοση, μπροστά στην Ιστορία. Ή καλύτερα, τις αναγνωρίζουμε, όχι γιατί μας παρουσιάζονται σαν αφηρημένα εμπόδια, που σχηματίστηκαν μεταφυσικά, νομικά και πολιτικά από τους σοφούς δάσκαλους και ερμηνευτές του παρελθόντος, αλλά μόνο γιατί έχουν περάσει πραγματικά μέσα στο αίμα και στη σάρκα, μέσα στις αληθινές σκέψεις και τη θέληση των σημερινών Λαών.
Μιχαήλ Μπακούνιν
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Νεογέννητος
Πολύ δραστήριο μέλος
Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
21-08-12
02:29
Τι είναι φασισμός
Φασισμός. Μία έννοια ισοδύναμη με το Απόλυτο Κακό. Μία λέξη, η προφορά της οποίας προκαλεί ανατριχίλα και αποτροπιασμό σε κάθε «φιλελεύθερο», «δημοκρατικό» πολίτη.
Είναι η απόλυτη κατηγορία. Είσαι δολοφόνος, παιδεραστής, απατεώνας, κλέφτης, νταβατζής; Ακόμη και η βαρύτατη κατηγορία του εθνοπροδότη ωχριά μπροστά στον χαρακτηρισμό κάποιου ως «φασίστα».
Είναι η απόλυτη ύβρις. Η μετά βδελυγμίας άρνηση-αποστροφή- καταδίκη αυτής της ανήκουστης «ύβρεως» αποτελεί διαπιστευτήριο για την «δημοκρατικότητα» του καλού πολίτη και τεκμήριο για την ένταξή του στο υπέροχο και παραδείσιο «πάνθεον» της τόσο φανταστικής «Δημοκρατίας» μας.
Η έμπρακτη πολεμική εναντίον του «Φασισμού» αποτελεί περγαμηνή για την είσοδο ενός απλού θνητού στον Ιερό Ναό της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Συνεπώς το αξίωμα του «Αντι-φασισμού» ανάγεται πλέον σε θρησκεία. Και όπως κάθε θρησκεία, έχει κι αυτός (ο «αντι-φασισμός») τους αγίους του, τους μάρτυρές του, τους τύπους του και τις λατρείες του. Όπως στις ανατολικές θρησκείες η Κοσμογονική πάλη διεξάγεται ανάμεσα στο «Καλό» και το «Κακό», έτσι και στην θρησκεία του «αντι-φασισμού», η πάλη αυτή λαμβάνει σάρκα και οστά.
Το «Κακό» στις μανιχαϊστικές νοηματικές διαδρομές του «αντι-φασίστα» ενσαρκώνεται από τον Φασισμό. «Φασίστες» κατά περίπτωσιν είναι πολλοί: δεξιοί, ακροδεξιοί, εθνικιστές, νέο-ναζί, εθνικοσοσιαλιστές, πατριώτες, σοσιαλδημοκράτες, ιμπεριαλιστές, χριστιανοί, μουσουλμάνοι, σιωνιστές, εθνικομπολσεβίκοι, σταλινικοί, τροτσκιστές, ρεφορμιστές, ρεβιζιονιστές, χούλιγκανς, οι απλοί τραμπούκοι κ.ο.κ. (στην παραπάνω λίστα μπορείτε να προσθέσετε όσες ακόμη κατηγορίες «φασιστών» θέλετε. Ο κατάλογος είναι ατελείωτος).
Με βάση αυτή τη μανιχαϊστική λογική, μπορούμε να οδηγηθούμε στο εξής συμπέρασμα. Ο Φασισμός βρήκε στο πρόσωπο του «Αντι-φασισμού» το καλύτερό του συμπλήρωμα. Γιατί ο δεύτερος αποστέρησε τον πρώτο από κάθε χρήσιμο προσδιορισμό, υποβιβάζοντάς τον στο επίπεδο μιας φράσης «του συρμού».
Τι είναι τελικά ο Φασισμός;
Αυτό επιχειρώ να εξετάσω, χωρίς καμμία διάθεση «καταδίκης» του ή εξωραϊσμού του.
Ο Φασισμός υπήρξε ο μεγάλος νικημένος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πολύ εύκολα, λοιπόν, και χωρίς ιδεολογική αντίσταση οι νικητές, είτε του καπιταλιστικού, είτε του κομμουνιστικού στρατοπέδου, όρισαν τον φασισμό σαν το ΑΠΟΛΥΤΟ ΚΑΚΟ της μεταπολεμικής εποχής και στον οποιοδήποτε εχθρό τους απέδωσαν τον χαρακτηρισμό του «φασίστα».
Παρ' όλα αυτά, η ιδέα που κυριάρχησε στην Ευρώπη του μεσοπολέμου δεν έκλεισε τον κύκλο της, παρ' όλο το γεγονός ότι οι εποχές είχαν δραματικά αλλάξει καθώς και τα δεδομένα.
Δειλά - δειλά μετά τον πόλεμο, άρχισαν να εμφανίζονται κινήματα εθνικά, που είχαν σαν πρωταγωνιστές τους πρόσωπα του παλαιού εθνικοσοσιαλιστικού ή φασιστικού καθεστώτος. Όμως, χώρος για μια νέα «φασιστική» πολιτική κίνηση δεν υπήρχε πλέον στην Δύση και ήταν αδύνατον λόγω του ολοκληρωτικού δικτατορικού καθεστώτος να υπάρξει στην Ανατολή. Ενέργειες δολιοφθοράς και αντάρτικα υπήρχαν στην Γιουγκοσλαβία μέχρι σχεδόν το 1950, καθώς και στην Γερμανία, ενώ σε δεκάδες χιλιάδες ανέρχονταν οι φυγάδες σε Ισπανία και προς τι χώρες της Λατινικής Αμερικής. Γερμανοί, Ιταλοί, Ούγγροι, Κροάτες, Ρώσοι, Ουκρανοί, κατέφυγαν άλλοι στην Μαδρίτη, άλλοι στην Αργεντινή, άλλοι στην Βραζιλία και την Παραγουάη. Πολύ εύστοχα για την κατάσταση που επικρατούσε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και την δημιουργία ενός νέου φασιστικού κινήματος γράφει στο έργο του «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ» ο καθηγητής Στάνλεϋ Πέιν:
«Η κατάπνιξη των πολιτικών ελευθεριών στην Ανατολή και η ανάπτυξη μιας σε μεγάλο βαθμό σταθερής δημοκρατίας στη Δύση δεν άφησε πολιτικό χώρο σε ριζοσπαστικές εναλλακτικές λύσεις, ενώ η μακρά και άνευ προηγουμένου ευημερία στη Δυτική Ευρώπη που ξεκίνησε γύρω στο 1950 απεσόβησε σε μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές εντάσεις, στον μεταπολεμικό κόσμο οι μεγαλύτερες ανταγωνιστικές ιδεολογικές δυνάμεις μοιράζονταν έναν κοινό ουμανιστικό υλισμό, αποκλείοντας έτσι τόσο τον παλιό ιδεαλισμό, όσο και το βιταλισμό. Ο θρίαμβος του ηδονιστικού και καταναλωτικού υλισμού αφαιρούσε το έδαφος από υπόγεια καλέσματα για επαναστατικό ασκητισμό και ιδεαλισμό - είτε φασιστικό είτε κομμουνιστικό. Η γενική κρίση της εξουσίας στον δυτικό κόσμο, μαζί με τους ευρέως αποδεκτούς κανόνες ισότητας, τον αυξανόμενο κοινωνικό ατομισμό και την εξατομίκευση, ενέτειναν αυτή την τάση».
Ας σημειωθεί ότι όλα αυτά δεν τα γράφει κάποιος φασίστας, ούτε ένας νοσταλγός του Γ΄ Ράιχ, αλλά ένας συνειδητός αντιφασίστας, που αυτό δεν τον εμποδίζει να βλέπει αντικειμενικά τα πράγματα και αυτό που βλέπει είναι ότι ο θρίαμβος του καταναλωτικού υλισμού ήταν που κυρίως εμπόδισε την δημιουργία νέων εθνικιστικών κινημάτων στην Ευρώπη του μεταπολέμου. Εν τούτοις, στην Δυτική Γερμανία στις εκλογές του 1950 εμφανίζεται το Σοσιαλιστικό κόμμα του Ράιχ και μέσα σε καθεστώς πρωτοφανών διωγμών κερδίζει το 11% των ψήφων!
Κατόπιν εντολής της Αμερικανικής κυβερνήσεως, το 1952 διαλύεται επίσημα, διότι θεωρήθηκε ότι επιχειρεί να ανασυστήσει το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα.
Στην Ελλάδα, πέραν από κάποιες αξιόλογες (αλλά περιορισμένες) κινήσεις εθνικιστικού χαρακτήρα με εξωτερική «φασιστική» φυσιογνωμία δεν επιτεύχθηκε ποτέ η ανόρθωση ενός λαϊκού, μαζικού κινήματος με σαφή εθνικοεπαναστατικά στοιχεία.
Γιατί αυτό; Οι απαντήσεις είναι πολλές και καμία. Αυτό, ωστόσο, που πρέπει να υπογραμμισθεί με την εντονότερη έμφαση (και πρέπει να μας απασχολήσει όλους, ανεξαιρέτως), είναι ότι ποτέ, καμία από τις εθνικιστικές οργανώσεις, από τον Μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα, δεν απέκτησε λαϊκό έρεισμα. Είτε έλειψαν οι προϋποθέσεις, είτε τα κατάλληλα πρόσωπα. Στην Ελλάδα κάθε τέτοια κίνηση ξεκινούσε αρχικά ως ελπιδοφόρα προσπάθεια, για να καταλήξει στα ίδια πρόσωπα και τους ίδιους μηχανισμούς που τη σχημάτιζαν αρχικά. Ίσως βέβαια να φταίει το γεγονός ότι ο χώρος αυτός από την πρώτη στιγμή πρακτορεύθηκε, καθοδηγήθηκε και τέλος κυριεύθηκε από τις εγχώριες υπηρεσίες ασφαλείας, ενώ για πολλά χρόνια υπήρχε στα μέλη η εσφαλμένη αντίληψη ότι ο στρατός και η αστυνομία ήταν «δικοί μας» (αντίληψη που δυστυχώς επικρατεί μέχρι σήμερα), μια εντύπωση που υπήρξε τόσο αφελής όσο και καταστροφική για το Εθνικιστικό Κίνημα.
Το μεγάλο όμως λάθος για τον Ελληνικό Εθνικισμό ήταν ότι στηρίχθηκε σε ξένα ιδεολογικά πρότυπα λαών με διαφορετική νοοτροπία και ψυχοσύνθεση. Όπως έγραψε ένας από τους μέντορες του Ελληνικού εθνικιστικού κινήματος, ο Σπ. Σταυρόπουλος: «το ελληνικόν πρότυπον του ελληνικού εθνικισμού δεν υπηρετήθηκε ουσιαστικώς διότι δεν υπήρξε. Διότι κανείς δεν εσκέφθη ως Έλλην αλλά ως συρόμενος οπαδός των πάσης μορφής δυτικοευρωπαϊκών προτύπων ή σημερινών κινημάτων, κινήσεων, κομμάτων».
Τέλος, τα ελληνικά εθνικιστικά κινήματα των τελευταίων 75-80 χρόνων, δεν κατόρθωσαν να εμφανιστούν ποτέ ενωμένα και δεν κατάφεραν να οργανωθούν σε ένα μαζικό κίνημα αμφισβήτησης της καθεστηκυίας τάξης. Ένας από τους λόγους υπήρξε η ίδια η φύση του κομματικού συστήματος στην Ελλάδα, η λειτουργία των πελατειακών σχέσεων και το διχαστικό κλίμα που διαμόρφωσαν τα δύο μεγάλα αστικά κόμματα. Ταυτόχρονα τα λάθη τακτικής, ο μη συγκροτημένος πολιτικός λόγος, η έλλειψη οικονομικών μέσων, η εσφαλμένη γραμμή προσέγγισης των ψηφοφόρων και η ανυπαρξία ικανής και οργανωτικής ηγεσίας, προδιέγραψαν και το μέλλον των εθνικιστικών κινήσεων στην Ελλάδα.
Και ερχόμαστε τώρα στο βασικό ερώτημα: Υπήρξε η Χρυσή Αυγή φασιστικό κίνημα;
Δεν είναι λίγες οι φορές που η Χ.Α. με επίσημες ανακοινώσεις της έχει εκφράσει την θέση ότι το Κίνημα του Ελληνικού Λαϊκού Εθνικισμού ΔΕΝ είναι Φασιστικό. Αυτό όχι για λόγους πολιτικής τακτικής, αλλά για λόγους ουσιαστικούς. Γιατί πρώτα απ' όλα ο Φασισμός είναι ένα φαινόμενο, που ανήκει σε συγκεκριμένο χρόνο και συγκεκριμένο τόπο. Και η Ελλάδα των δεκαετιών του 1990 και του 2000 δεν είναι ούτε η Γερμανία του '30, ούτε η Ιταλία του '20. Επιπλέον, μεταξύ της ιδεολογίας της Χ.Α. και του Φασισμού, υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές. Κυρίαρχο στοιχείο της Φασιστικής Κοσμοθεωρίας είναι το Κράτος, και όπως χαρακτηριστικά τονίζει στο κλασσικό κείμενο «Το Δόγμα του Φασισμού» ο ίδιος ο Μπενίτο Μουσολίνι, το Κράτος είναι που δημιουργεί το Έθνος και όχι το Έθνος το Κράτος. Αυτό είναι ένα στοιχείο ιδεολογικό που για τους Χρυσαυγίτες, όπως διαπιστώνεται μέσα από τα επίσημα έντυπά τους, δεν είναι αποδεκτό και το στοιχείο αυτό δεν είναι δευτερεύον για τον Φασισμό, για τον οποίο η έννοια ΚΡΑΤΟΣ είναι βασική και ουσιώδης.
Το φαινόμενο του Φασισμού και η άνοδος του νέου αυτού πολιτικού κινήματος στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνος σε δύο μεγάλες χώρες της Ευρώπης, στη Γερμανία και την Ιταλία, ήταν φυσικό να απασχολήσει και τους κομμουνιστές που είχαν αυτοανακηρυχθεί στην πρωτοπορία της εποχής. Έτσι, πολύ απλοϊκά, η ολομέλεια της εκτελεστικής επιτροπής της κομμουνιστικής διεθνούς, το 1933, έβγαλε απόφαση σύμφωνα με την οποία «φασισμός είναι η ανοιχτή τρομοκρατική διχτατορία των πιο αντιδραστικών σοβινιστικών και ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστηριακού κεφαλαίου».
Βεβαίως, η ερμηνεία αυτή πέρα από απλοϊκή, ήταν και βλακώδης και διαψεύστηκε από αυτή την ίδια την Ιστορία μόλις επτά χρόνια αργότερα, όταν το χρηματιστηριακό κεφάλαιο συμμαχούσε με τον μπολσεβικισμό και κήρυττε τον πόλεμο στην εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία και την φασιστική Ιταλία.
Η Χρυσή Αυγή, λοιπόν, δεν υπήρξε, ούτε είναι Κίνημα Φασιστικό και δεν είναι ο Φασισμός η Ιδεολογία της. Τι είναι όμως ο Φασισμός; Ο ορισμός του Φασισμού είναι κάτι που πολλοί επεχείρησαν και ουδείς κατόρθωσε να αποδώσει με ακριβή και αντικειμενικό τρόπο. Ας δούμε τι γράφει σχετικά ένας από τους πλέον έγκριτους (στο θέμα) ιστορικούς της εποχής μας:
«Στα τέλη του εικοστού αιώνα ο όρος ΦΑΣΙΣΜΟΣ παραμένει ίσως ο πιο ασαφής από τους σημαντικούς πολιτικούς όρους. Αυτό ίσως πηγάζει από το γεγονός ότι η λέξη καθεαυτή δεν περιέχει μία σαφή πολιτική αναφορά (ακόμη και αφηρημένη) όπως συμβαίνει με τη δημοκρατία, το φιλελευθερισμό, το σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Το να δηλώνουμε ότι η ιταλική λέξη fascio (λατινικά: Fasces, γαλλικά: faisceau, ισπανικά: haz) σημαίνει «δεσμός» ή «ένωση», δεν μας λέει και πάρα πολλά. Επιπλέον, ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί περισσότερο από τους αντιπάλους του παρά από τους υποστηρικτές του - και οι πρώτοι υπήρξαν υπεύθυνοι για τη γενίκευση του επιθέτου σε διεθνές επίπεδο ήδη από το 1923. Η λέξη φασίστας είναι μια από τις πιο πολυχρησιμοποιημένες υποτιμητικές πολιτικές εκφράσεις, και συνήθως υποδηλώνει «τον βίαιο», «τον κτηνώδη», «τον καταπιεστικό» ή «τον δικτατορικό». Αν όμως φασισμός δεν σημαίνει τίποτε απ' αυτό, τότε τα κομμουνιστικά καθεστώτα, για παράδειγμα, θα έπρεπε πιθανόν να ενταχθούν στην κατηγορία των πιο φασιστικών καθεστώτων, αποστερώντας έτσι τη λέξη από κάθε χρήσιμο προσδιορισμό».
(«Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ», Στάνλευ Πέιν, σελ. 21).
Επιχειρώντας επίσης να δώσει έναν ορισμό του φασισμού ο Άγγλος συγγραφέας Ρότζερ Γκρίφιν στο βιβλίο του "The Nature of Fascism" (Λονδίνο 1991) γράφει τα εξής:
«Φασισμός είναι μία κατηγορία πολιτικών ιδεολογιών, των οποίων ο μυθικός πυρήνας στις πάρα πολλές παραλλαγές του είναι μία μορφή παλιγγενετική ενός υπερεθνικισμού με έντονα λαϊκά στοιχεία».
Τα λάθη του Ιταλικού Φασισμού.
- Ο Φασισμός όπως προαναφέρθηκε προήλθε από την πολιτική ζύμωση κάποιων προσωπικοτήτων εντός Εθνικών Κρατών και κατέληξε να μετατραπεί σε ιταλική ιδιομορφία. Παρότι λοιπόν ξεκίνησε έχοντας σαν αρχή τον Σοσιαλισμό δεν μπόρεσε να μείνει ανεπηρέαστος από τον κοινωνικό φιλελευθερισμό (που ήταν γέννημα της Γαλλικής Επανάστασης) και οικονομικά να στηριχθεί στο «εθνικό» Κεφάλαιο το οποίο σε κάποιες περιπτώσεις ισχυροποίησε έναντι της Εθνικής Εργασίας, πχ επιτρέποντας σε μεγάλο βαθμό την επενδυτική πρωτοβουλία, κάνοντας το Φασιστικό Κράτος να δέχεται εχθρικές προς την Ιδεολογία του, επιρροές από τα καπιταλιστικά Κράτη.
- Όρισε σαν υπέρτατη αρχή το Κράτος κι όχι το Έθνος, διότι αναγκαζόταν προς αυτό από την ιταλική Εθνική πολυμορφία, κι ήλθε σε αντίθεση με την αρχή της αυτοδιάθεσης των Λαών. Τοποθετώντας δε το Κράτος σε αυτή την θέση απέβαλε άμεσα την ίδια την θεώρηση του Εθνικού Κράτους. Οι απαραβίαστες παράμετροι αυτού του Κράτους όπως ο ενιαίος Λαός, η Εθνική Κυριαρχία και ο Χώρος, αλλοιώθηκαν. Σαν Λαός θεωρήθηκαν αυθαίρετα όλοι οι Ιταλοί πολίτες χωρίς καμιά εθνολογική διαφοροποίηση, η Κυριαρχία των ιταλικών Λαών αναθεωρήθηκε στην προσπάθεια εξίσωσής τους (Βορράς-Νότος) και σαν αποτέλεσμα ο Χώρος διευρύνθηκε φθάνοντας στα μέτρα του «εθνικού» Ιμπεριαλισμού. Οι αλλοιώσεις αυτές, ήταν καθοριστικές για την μετέπειτα πορεία του και τον έφεραν τους Ιταλούς σε σύγκρουση με τους γειτονικούς τους Λαούς έστω κι αν κι εκείνοι έρεπαν προς ένα «φασιστικό» μόρφωμα όπως εκείνου του Καθεστώτος της 4ης Αυγούστου στην Ελλάδα.
- Το Ιδανικό του Φασισμού, ξεπέρασε τα Εθνικά όρια και τελικά έφθασε σε εκείνα της Αυτοκρατορίας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι θεωρήθηκε σαν στόχος-όραμα μια αναβίωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτός μάλιστα ο στόχος, ήταν θεμελιώδης για την ουσιαστική επιβίωση της αστικής τάξης στην οικονομική κυριαρχία και σε συνδυασμό με την κρατικοποίηση του εγχωρίου Κεφαλαίου (χωρίς να πλήξει τον έλεγχο των αστών) και των εργατικών συνδικάτων, δεν θα επέφερε την κοινωνική αλλαγή που υποσχόταν (υπέρβαση των τάξεων με αποτέλεσμα παρόμοιο με την αταξική κοινωνία) παρά μόνον όταν αυτή η ουτοπία πραγματοποιούνταν. Ουσιαστικά λοιπόν, ξέφυγε ειδικά στα τελευταία του χρόνια από την ιδεολογική του τοποθέτηση και δεν κατόρθωσε να εκπληρώσει αυτό που υποσχόταν στον Λαό του. Δεν είναι τυχαίο δε ότι ο ίδιος ο Μουσολίνι δεχόταν τις πιέσεις των αστών και προέβαινε σε αντιφάσεις (πχ αγόραζε όπλα από την Γαλλία ενώ βρισκόταν ταυτόχρονα σε πόλεμο μαζί της, δεν παραγκώνισε ποτέ τον ιταλό βασιλιά) κι όταν προσπάθησε να απαλλαγεί από αυτές, οι αστοί προχώρησαν στην συνοπτική καθαίρεσή του και αντικατάσταση του Φασιστικού Καθεστώτος με το παλαιό βασιλικό κοινοβουλευτισμό.
Φασισμός. Μία έννοια ισοδύναμη με το Απόλυτο Κακό. Μία λέξη, η προφορά της οποίας προκαλεί ανατριχίλα και αποτροπιασμό σε κάθε «φιλελεύθερο», «δημοκρατικό» πολίτη.
Είναι η απόλυτη κατηγορία. Είσαι δολοφόνος, παιδεραστής, απατεώνας, κλέφτης, νταβατζής; Ακόμη και η βαρύτατη κατηγορία του εθνοπροδότη ωχριά μπροστά στον χαρακτηρισμό κάποιου ως «φασίστα».
Είναι η απόλυτη ύβρις. Η μετά βδελυγμίας άρνηση-αποστροφή- καταδίκη αυτής της ανήκουστης «ύβρεως» αποτελεί διαπιστευτήριο για την «δημοκρατικότητα» του καλού πολίτη και τεκμήριο για την ένταξή του στο υπέροχο και παραδείσιο «πάνθεον» της τόσο φανταστικής «Δημοκρατίας» μας.
Η έμπρακτη πολεμική εναντίον του «Φασισμού» αποτελεί περγαμηνή για την είσοδο ενός απλού θνητού στον Ιερό Ναό της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Συνεπώς το αξίωμα του «Αντι-φασισμού» ανάγεται πλέον σε θρησκεία. Και όπως κάθε θρησκεία, έχει κι αυτός (ο «αντι-φασισμός») τους αγίους του, τους μάρτυρές του, τους τύπους του και τις λατρείες του. Όπως στις ανατολικές θρησκείες η Κοσμογονική πάλη διεξάγεται ανάμεσα στο «Καλό» και το «Κακό», έτσι και στην θρησκεία του «αντι-φασισμού», η πάλη αυτή λαμβάνει σάρκα και οστά.
Το «Κακό» στις μανιχαϊστικές νοηματικές διαδρομές του «αντι-φασίστα» ενσαρκώνεται από τον Φασισμό. «Φασίστες» κατά περίπτωσιν είναι πολλοί: δεξιοί, ακροδεξιοί, εθνικιστές, νέο-ναζί, εθνικοσοσιαλιστές, πατριώτες, σοσιαλδημοκράτες, ιμπεριαλιστές, χριστιανοί, μουσουλμάνοι, σιωνιστές, εθνικομπολσεβίκοι, σταλινικοί, τροτσκιστές, ρεφορμιστές, ρεβιζιονιστές, χούλιγκανς, οι απλοί τραμπούκοι κ.ο.κ. (στην παραπάνω λίστα μπορείτε να προσθέσετε όσες ακόμη κατηγορίες «φασιστών» θέλετε. Ο κατάλογος είναι ατελείωτος).
Με βάση αυτή τη μανιχαϊστική λογική, μπορούμε να οδηγηθούμε στο εξής συμπέρασμα. Ο Φασισμός βρήκε στο πρόσωπο του «Αντι-φασισμού» το καλύτερό του συμπλήρωμα. Γιατί ο δεύτερος αποστέρησε τον πρώτο από κάθε χρήσιμο προσδιορισμό, υποβιβάζοντάς τον στο επίπεδο μιας φράσης «του συρμού».
Τι είναι τελικά ο Φασισμός;
Αυτό επιχειρώ να εξετάσω, χωρίς καμμία διάθεση «καταδίκης» του ή εξωραϊσμού του.
Ο Φασισμός υπήρξε ο μεγάλος νικημένος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πολύ εύκολα, λοιπόν, και χωρίς ιδεολογική αντίσταση οι νικητές, είτε του καπιταλιστικού, είτε του κομμουνιστικού στρατοπέδου, όρισαν τον φασισμό σαν το ΑΠΟΛΥΤΟ ΚΑΚΟ της μεταπολεμικής εποχής και στον οποιοδήποτε εχθρό τους απέδωσαν τον χαρακτηρισμό του «φασίστα».
Παρ' όλα αυτά, η ιδέα που κυριάρχησε στην Ευρώπη του μεσοπολέμου δεν έκλεισε τον κύκλο της, παρ' όλο το γεγονός ότι οι εποχές είχαν δραματικά αλλάξει καθώς και τα δεδομένα.
Δειλά - δειλά μετά τον πόλεμο, άρχισαν να εμφανίζονται κινήματα εθνικά, που είχαν σαν πρωταγωνιστές τους πρόσωπα του παλαιού εθνικοσοσιαλιστικού ή φασιστικού καθεστώτος. Όμως, χώρος για μια νέα «φασιστική» πολιτική κίνηση δεν υπήρχε πλέον στην Δύση και ήταν αδύνατον λόγω του ολοκληρωτικού δικτατορικού καθεστώτος να υπάρξει στην Ανατολή. Ενέργειες δολιοφθοράς και αντάρτικα υπήρχαν στην Γιουγκοσλαβία μέχρι σχεδόν το 1950, καθώς και στην Γερμανία, ενώ σε δεκάδες χιλιάδες ανέρχονταν οι φυγάδες σε Ισπανία και προς τι χώρες της Λατινικής Αμερικής. Γερμανοί, Ιταλοί, Ούγγροι, Κροάτες, Ρώσοι, Ουκρανοί, κατέφυγαν άλλοι στην Μαδρίτη, άλλοι στην Αργεντινή, άλλοι στην Βραζιλία και την Παραγουάη. Πολύ εύστοχα για την κατάσταση που επικρατούσε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και την δημιουργία ενός νέου φασιστικού κινήματος γράφει στο έργο του «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ» ο καθηγητής Στάνλεϋ Πέιν:
«Η κατάπνιξη των πολιτικών ελευθεριών στην Ανατολή και η ανάπτυξη μιας σε μεγάλο βαθμό σταθερής δημοκρατίας στη Δύση δεν άφησε πολιτικό χώρο σε ριζοσπαστικές εναλλακτικές λύσεις, ενώ η μακρά και άνευ προηγουμένου ευημερία στη Δυτική Ευρώπη που ξεκίνησε γύρω στο 1950 απεσόβησε σε μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές εντάσεις, στον μεταπολεμικό κόσμο οι μεγαλύτερες ανταγωνιστικές ιδεολογικές δυνάμεις μοιράζονταν έναν κοινό ουμανιστικό υλισμό, αποκλείοντας έτσι τόσο τον παλιό ιδεαλισμό, όσο και το βιταλισμό. Ο θρίαμβος του ηδονιστικού και καταναλωτικού υλισμού αφαιρούσε το έδαφος από υπόγεια καλέσματα για επαναστατικό ασκητισμό και ιδεαλισμό - είτε φασιστικό είτε κομμουνιστικό. Η γενική κρίση της εξουσίας στον δυτικό κόσμο, μαζί με τους ευρέως αποδεκτούς κανόνες ισότητας, τον αυξανόμενο κοινωνικό ατομισμό και την εξατομίκευση, ενέτειναν αυτή την τάση».
Ας σημειωθεί ότι όλα αυτά δεν τα γράφει κάποιος φασίστας, ούτε ένας νοσταλγός του Γ΄ Ράιχ, αλλά ένας συνειδητός αντιφασίστας, που αυτό δεν τον εμποδίζει να βλέπει αντικειμενικά τα πράγματα και αυτό που βλέπει είναι ότι ο θρίαμβος του καταναλωτικού υλισμού ήταν που κυρίως εμπόδισε την δημιουργία νέων εθνικιστικών κινημάτων στην Ευρώπη του μεταπολέμου. Εν τούτοις, στην Δυτική Γερμανία στις εκλογές του 1950 εμφανίζεται το Σοσιαλιστικό κόμμα του Ράιχ και μέσα σε καθεστώς πρωτοφανών διωγμών κερδίζει το 11% των ψήφων!
Κατόπιν εντολής της Αμερικανικής κυβερνήσεως, το 1952 διαλύεται επίσημα, διότι θεωρήθηκε ότι επιχειρεί να ανασυστήσει το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα.
Στην Ελλάδα, πέραν από κάποιες αξιόλογες (αλλά περιορισμένες) κινήσεις εθνικιστικού χαρακτήρα με εξωτερική «φασιστική» φυσιογνωμία δεν επιτεύχθηκε ποτέ η ανόρθωση ενός λαϊκού, μαζικού κινήματος με σαφή εθνικοεπαναστατικά στοιχεία.
Γιατί αυτό; Οι απαντήσεις είναι πολλές και καμία. Αυτό, ωστόσο, που πρέπει να υπογραμμισθεί με την εντονότερη έμφαση (και πρέπει να μας απασχολήσει όλους, ανεξαιρέτως), είναι ότι ποτέ, καμία από τις εθνικιστικές οργανώσεις, από τον Μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα, δεν απέκτησε λαϊκό έρεισμα. Είτε έλειψαν οι προϋποθέσεις, είτε τα κατάλληλα πρόσωπα. Στην Ελλάδα κάθε τέτοια κίνηση ξεκινούσε αρχικά ως ελπιδοφόρα προσπάθεια, για να καταλήξει στα ίδια πρόσωπα και τους ίδιους μηχανισμούς που τη σχημάτιζαν αρχικά. Ίσως βέβαια να φταίει το γεγονός ότι ο χώρος αυτός από την πρώτη στιγμή πρακτορεύθηκε, καθοδηγήθηκε και τέλος κυριεύθηκε από τις εγχώριες υπηρεσίες ασφαλείας, ενώ για πολλά χρόνια υπήρχε στα μέλη η εσφαλμένη αντίληψη ότι ο στρατός και η αστυνομία ήταν «δικοί μας» (αντίληψη που δυστυχώς επικρατεί μέχρι σήμερα), μια εντύπωση που υπήρξε τόσο αφελής όσο και καταστροφική για το Εθνικιστικό Κίνημα.
Το μεγάλο όμως λάθος για τον Ελληνικό Εθνικισμό ήταν ότι στηρίχθηκε σε ξένα ιδεολογικά πρότυπα λαών με διαφορετική νοοτροπία και ψυχοσύνθεση. Όπως έγραψε ένας από τους μέντορες του Ελληνικού εθνικιστικού κινήματος, ο Σπ. Σταυρόπουλος: «το ελληνικόν πρότυπον του ελληνικού εθνικισμού δεν υπηρετήθηκε ουσιαστικώς διότι δεν υπήρξε. Διότι κανείς δεν εσκέφθη ως Έλλην αλλά ως συρόμενος οπαδός των πάσης μορφής δυτικοευρωπαϊκών προτύπων ή σημερινών κινημάτων, κινήσεων, κομμάτων».
Τέλος, τα ελληνικά εθνικιστικά κινήματα των τελευταίων 75-80 χρόνων, δεν κατόρθωσαν να εμφανιστούν ποτέ ενωμένα και δεν κατάφεραν να οργανωθούν σε ένα μαζικό κίνημα αμφισβήτησης της καθεστηκυίας τάξης. Ένας από τους λόγους υπήρξε η ίδια η φύση του κομματικού συστήματος στην Ελλάδα, η λειτουργία των πελατειακών σχέσεων και το διχαστικό κλίμα που διαμόρφωσαν τα δύο μεγάλα αστικά κόμματα. Ταυτόχρονα τα λάθη τακτικής, ο μη συγκροτημένος πολιτικός λόγος, η έλλειψη οικονομικών μέσων, η εσφαλμένη γραμμή προσέγγισης των ψηφοφόρων και η ανυπαρξία ικανής και οργανωτικής ηγεσίας, προδιέγραψαν και το μέλλον των εθνικιστικών κινήσεων στην Ελλάδα.
Και ερχόμαστε τώρα στο βασικό ερώτημα: Υπήρξε η Χρυσή Αυγή φασιστικό κίνημα;
Δεν είναι λίγες οι φορές που η Χ.Α. με επίσημες ανακοινώσεις της έχει εκφράσει την θέση ότι το Κίνημα του Ελληνικού Λαϊκού Εθνικισμού ΔΕΝ είναι Φασιστικό. Αυτό όχι για λόγους πολιτικής τακτικής, αλλά για λόγους ουσιαστικούς. Γιατί πρώτα απ' όλα ο Φασισμός είναι ένα φαινόμενο, που ανήκει σε συγκεκριμένο χρόνο και συγκεκριμένο τόπο. Και η Ελλάδα των δεκαετιών του 1990 και του 2000 δεν είναι ούτε η Γερμανία του '30, ούτε η Ιταλία του '20. Επιπλέον, μεταξύ της ιδεολογίας της Χ.Α. και του Φασισμού, υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές. Κυρίαρχο στοιχείο της Φασιστικής Κοσμοθεωρίας είναι το Κράτος, και όπως χαρακτηριστικά τονίζει στο κλασσικό κείμενο «Το Δόγμα του Φασισμού» ο ίδιος ο Μπενίτο Μουσολίνι, το Κράτος είναι που δημιουργεί το Έθνος και όχι το Έθνος το Κράτος. Αυτό είναι ένα στοιχείο ιδεολογικό που για τους Χρυσαυγίτες, όπως διαπιστώνεται μέσα από τα επίσημα έντυπά τους, δεν είναι αποδεκτό και το στοιχείο αυτό δεν είναι δευτερεύον για τον Φασισμό, για τον οποίο η έννοια ΚΡΑΤΟΣ είναι βασική και ουσιώδης.
Το φαινόμενο του Φασισμού και η άνοδος του νέου αυτού πολιτικού κινήματος στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνος σε δύο μεγάλες χώρες της Ευρώπης, στη Γερμανία και την Ιταλία, ήταν φυσικό να απασχολήσει και τους κομμουνιστές που είχαν αυτοανακηρυχθεί στην πρωτοπορία της εποχής. Έτσι, πολύ απλοϊκά, η ολομέλεια της εκτελεστικής επιτροπής της κομμουνιστικής διεθνούς, το 1933, έβγαλε απόφαση σύμφωνα με την οποία «φασισμός είναι η ανοιχτή τρομοκρατική διχτατορία των πιο αντιδραστικών σοβινιστικών και ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστηριακού κεφαλαίου».
Βεβαίως, η ερμηνεία αυτή πέρα από απλοϊκή, ήταν και βλακώδης και διαψεύστηκε από αυτή την ίδια την Ιστορία μόλις επτά χρόνια αργότερα, όταν το χρηματιστηριακό κεφάλαιο συμμαχούσε με τον μπολσεβικισμό και κήρυττε τον πόλεμο στην εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία και την φασιστική Ιταλία.
Η Χρυσή Αυγή, λοιπόν, δεν υπήρξε, ούτε είναι Κίνημα Φασιστικό και δεν είναι ο Φασισμός η Ιδεολογία της. Τι είναι όμως ο Φασισμός; Ο ορισμός του Φασισμού είναι κάτι που πολλοί επεχείρησαν και ουδείς κατόρθωσε να αποδώσει με ακριβή και αντικειμενικό τρόπο. Ας δούμε τι γράφει σχετικά ένας από τους πλέον έγκριτους (στο θέμα) ιστορικούς της εποχής μας:
«Στα τέλη του εικοστού αιώνα ο όρος ΦΑΣΙΣΜΟΣ παραμένει ίσως ο πιο ασαφής από τους σημαντικούς πολιτικούς όρους. Αυτό ίσως πηγάζει από το γεγονός ότι η λέξη καθεαυτή δεν περιέχει μία σαφή πολιτική αναφορά (ακόμη και αφηρημένη) όπως συμβαίνει με τη δημοκρατία, το φιλελευθερισμό, το σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Το να δηλώνουμε ότι η ιταλική λέξη fascio (λατινικά: Fasces, γαλλικά: faisceau, ισπανικά: haz) σημαίνει «δεσμός» ή «ένωση», δεν μας λέει και πάρα πολλά. Επιπλέον, ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί περισσότερο από τους αντιπάλους του παρά από τους υποστηρικτές του - και οι πρώτοι υπήρξαν υπεύθυνοι για τη γενίκευση του επιθέτου σε διεθνές επίπεδο ήδη από το 1923. Η λέξη φασίστας είναι μια από τις πιο πολυχρησιμοποιημένες υποτιμητικές πολιτικές εκφράσεις, και συνήθως υποδηλώνει «τον βίαιο», «τον κτηνώδη», «τον καταπιεστικό» ή «τον δικτατορικό». Αν όμως φασισμός δεν σημαίνει τίποτε απ' αυτό, τότε τα κομμουνιστικά καθεστώτα, για παράδειγμα, θα έπρεπε πιθανόν να ενταχθούν στην κατηγορία των πιο φασιστικών καθεστώτων, αποστερώντας έτσι τη λέξη από κάθε χρήσιμο προσδιορισμό».
(«Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ», Στάνλευ Πέιν, σελ. 21).
Επιχειρώντας επίσης να δώσει έναν ορισμό του φασισμού ο Άγγλος συγγραφέας Ρότζερ Γκρίφιν στο βιβλίο του "The Nature of Fascism" (Λονδίνο 1991) γράφει τα εξής:
«Φασισμός είναι μία κατηγορία πολιτικών ιδεολογιών, των οποίων ο μυθικός πυρήνας στις πάρα πολλές παραλλαγές του είναι μία μορφή παλιγγενετική ενός υπερεθνικισμού με έντονα λαϊκά στοιχεία».
Τα λάθη του Ιταλικού Φασισμού.
- Ο Φασισμός όπως προαναφέρθηκε προήλθε από την πολιτική ζύμωση κάποιων προσωπικοτήτων εντός Εθνικών Κρατών και κατέληξε να μετατραπεί σε ιταλική ιδιομορφία. Παρότι λοιπόν ξεκίνησε έχοντας σαν αρχή τον Σοσιαλισμό δεν μπόρεσε να μείνει ανεπηρέαστος από τον κοινωνικό φιλελευθερισμό (που ήταν γέννημα της Γαλλικής Επανάστασης) και οικονομικά να στηριχθεί στο «εθνικό» Κεφάλαιο το οποίο σε κάποιες περιπτώσεις ισχυροποίησε έναντι της Εθνικής Εργασίας, πχ επιτρέποντας σε μεγάλο βαθμό την επενδυτική πρωτοβουλία, κάνοντας το Φασιστικό Κράτος να δέχεται εχθρικές προς την Ιδεολογία του, επιρροές από τα καπιταλιστικά Κράτη.
- Όρισε σαν υπέρτατη αρχή το Κράτος κι όχι το Έθνος, διότι αναγκαζόταν προς αυτό από την ιταλική Εθνική πολυμορφία, κι ήλθε σε αντίθεση με την αρχή της αυτοδιάθεσης των Λαών. Τοποθετώντας δε το Κράτος σε αυτή την θέση απέβαλε άμεσα την ίδια την θεώρηση του Εθνικού Κράτους. Οι απαραβίαστες παράμετροι αυτού του Κράτους όπως ο ενιαίος Λαός, η Εθνική Κυριαρχία και ο Χώρος, αλλοιώθηκαν. Σαν Λαός θεωρήθηκαν αυθαίρετα όλοι οι Ιταλοί πολίτες χωρίς καμιά εθνολογική διαφοροποίηση, η Κυριαρχία των ιταλικών Λαών αναθεωρήθηκε στην προσπάθεια εξίσωσής τους (Βορράς-Νότος) και σαν αποτέλεσμα ο Χώρος διευρύνθηκε φθάνοντας στα μέτρα του «εθνικού» Ιμπεριαλισμού. Οι αλλοιώσεις αυτές, ήταν καθοριστικές για την μετέπειτα πορεία του και τον έφεραν τους Ιταλούς σε σύγκρουση με τους γειτονικούς τους Λαούς έστω κι αν κι εκείνοι έρεπαν προς ένα «φασιστικό» μόρφωμα όπως εκείνου του Καθεστώτος της 4ης Αυγούστου στην Ελλάδα.
- Το Ιδανικό του Φασισμού, ξεπέρασε τα Εθνικά όρια και τελικά έφθασε σε εκείνα της Αυτοκρατορίας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι θεωρήθηκε σαν στόχος-όραμα μια αναβίωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτός μάλιστα ο στόχος, ήταν θεμελιώδης για την ουσιαστική επιβίωση της αστικής τάξης στην οικονομική κυριαρχία και σε συνδυασμό με την κρατικοποίηση του εγχωρίου Κεφαλαίου (χωρίς να πλήξει τον έλεγχο των αστών) και των εργατικών συνδικάτων, δεν θα επέφερε την κοινωνική αλλαγή που υποσχόταν (υπέρβαση των τάξεων με αποτέλεσμα παρόμοιο με την αταξική κοινωνία) παρά μόνον όταν αυτή η ουτοπία πραγματοποιούνταν. Ουσιαστικά λοιπόν, ξέφυγε ειδικά στα τελευταία του χρόνια από την ιδεολογική του τοποθέτηση και δεν κατόρθωσε να εκπληρώσει αυτό που υποσχόταν στον Λαό του. Δεν είναι τυχαίο δε ότι ο ίδιος ο Μουσολίνι δεχόταν τις πιέσεις των αστών και προέβαινε σε αντιφάσεις (πχ αγόραζε όπλα από την Γαλλία ενώ βρισκόταν ταυτόχρονα σε πόλεμο μαζί της, δεν παραγκώνισε ποτέ τον ιταλό βασιλιά) κι όταν προσπάθησε να απαλλαγεί από αυτές, οι αστοί προχώρησαν στην συνοπτική καθαίρεσή του και αντικατάσταση του Φασιστικού Καθεστώτος με το παλαιό βασιλικό κοινοβουλευτισμό.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.