Great Chaos
Περιβόητο μέλος
Ο Όττο αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 56 ετών, επαγγέλεται Συγγραφέας και μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 4,911 μηνύματα.
30-08-11
19:30
Πραγματικά μένω έκθαμβος και άναυδος από το βάθος της "αριστερής" σκέψης την οποία αναπτύσσει εδώ ο αρθρογράφος. Έχω εδώ και τρεις ημέρες που τη διάβασα κι ακόμη δεν μπορώ να συνέλθω είναι η αλήθεια.
Κατ' αρχήν, η επιχειρηματολογία του αρθρογράφου στηρίζεται σε μια βασική αριστερή αρχή, την "βαθιά αντιεθνικιστική" θέαση των πραγμάτων. Έτσι, πατάσσεται ο ελληνικός εθνικισμός με κάθε τρόπο, πράγμα που εκ πρώτης όψεως φαίνεται θεάρεστο, στον επιφανειακό αναγνώστη. Ωστόσο, εδώ εγείρονται κάποια θέματα, τα οποία προσωπικά με προβληματίζουν έντονα. Συγκεκριμένα, στο συγκεκριμένο άρθρο αποσιωπείται παντελώς η άλλη πλευρά των πραγμάτων, δηλαδή ο τουρκικός εθνικισμός. Ο αρθρογράφος καμώνεται σάμπως τάχα αυτός ο εθνικισμός να μην υπάρχει, σάμπως η Ελλάδα να είναι μια χώρα επιθετική και βίαιη και η Τουρκία μια φιλειρηνική και καταπιεσμένη χώρα, η οποία βρίσκεται συνεχώς υπό την απειλή της εθνικιστικής κυβέρνησης της Ελλάδας. Άξαφνα, το κεμαλικό καθεστώς της "χούντας με δημοκρατικό μανδύα" καθαγιάζεται, απενοχοποιιείται και εν ολίγοις υποστηρίζεται κατάφωρα. Είναι άραγε αυτή στάση ενός "αντικειμενικού" και μάλιστα "αριστερού" αρθρογράφου, ή πρόκειται για κλασική περίπτωση μονομερούς ανάλυσης και συστηματικής αποσιώπησης των επιχειρημάτων της άλλης πλευράς;
Κατόπιν, ο αρθρογράφος επιχειρεί να κινητοποιήσει τα ταξικά αντανακλαστικά των αναγνωστών του, επικαλούμενος την εγχώρια αστική τάξη, μολονότι το γεγονός ότι οι προτάσεις του προωθούν τα συμφέροντά της, όπως αναγνωρίζει κι ο ίδιος, περνάει ξώφαλτσα και δεν επεξηγείται επαρκώς, εάν πράγματι πρόκειται για μια πολιτική ανάλυση κι όχι για κάποιου είδους σοφιστεία. Το επιχείρημά του μάλιστα, ότι η συνεκμετάλλευση "θα αλλάξει τον συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ άρχουσας τάξης και εργαζομένων", δεν υποστηρίζεται από κανένα στοιχείο και ο αρθρογράφος μοιάζει να προσπαθεί αμήχανος να προσπεράσει αυτό το ζήτημα όσο μπορεί αβρόχοις ποσίν. Αυτό που μένει τελικά στον αναγνώστη, είναι πως από το μεγάλο φαγοπότι όλο και κάποιο ψίχουλο θα περισσέψει και για τον λαουτζίκο. Καμμία αναφορά σε δίκαιη κατανομή του εγχώριου πλούτου, καμμία νύξη για το -παρωχημένο καθώς φαίνεται για τους σύγχρονους "αριστερούς"- αίτημα της λαϊκής κυριαρχίας επί των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, καμμία διάθεση αμφισβήτησης της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, η οποία υποστηρίζει ότι τα πάντα ανήκουν στο κεφάλαιο, παρά μόνο μια αναιμική αναφορά στο γεγονός ότι η συνεκμετάλλευση "θα αφαιρέσει κάθε σημερινό «επιχείρημα» των εκατέρωθεν νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων για υπερφορολόγηση χαμηλών και μεσαίων τάξεων προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση". Αυτό φυσικά δεν συνεπάγεται ότι αυτή η υπερφορολόγηση θα πάψει, ωστόσο κανείς ποτέ δεν έχασε πουλώντας φτηνά ελπίδα στο πόπολο.
Περαιτέρω, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο αρθρογράφος ολοφύρεται μετ' επιτάσεως πως η εθνική κυριαρχία της Ελλάδας επί των νησιών του Αιγαίου "δεν δίνει κάποιο ιδιαίτερο προνόμιο στην ελληνική πλευρά να κυριαρχεί εξ ορισμού και επί των υπόλοιπων στοιχείων της Φύσης, δηλαδή επί νερού, θάλασσας και υπεδάφους", λησμονώντας φυσικά ότι κάθε νησί κατέχει αυτοδικαίως και βάσει του διεθνούς δικαίου δική του υφαλοκρηπίδα και ότι τα χωρικά ύδατα προσμετρώνται από τις ακτές κάθε νησιού ενός αρχιπελάγους, ενώ απεναντίας θεωρεί ότι το διεθνές κεφάλαιο (για να μην είμαστε επιτέλους εθνικιστές) κατέχει αυτό το προνόμιο αυτοδικαίως και το μόνο όφελος που αναγνωρίζει στον ελληνικό λαό από τον πλούτο του υπεδάφους του είναι μια οιονεί μείωση της άδικης και μονόπλευρης φορολόγησης. Με εκπλήσσει ειλικρινά το πόσο πίσω έχω μείνει όσον αφορά την αριστερή σκέψη στις μέρες μας, μιας και είχα την ανόητη πεποίθηση ότι η αριστερά εξ ορισμού προασπίζεται τα συμφέροντα των πολλών έναντι της ισχύος των λίγων.
Εκτός αυτού, το ίδιο "χουβαρνταλίκι" (για να χρησιμοποιήσουμε μια κοινή λέξη με τους "αδελφούς" μας Τούρκους), δεν φαίνεται να διακατέχει τον γράφοντα σε ό,τι αφορά την Τουρκική εξωτερική πολιτική. Δεν εγείρει για παράδειγμα την ίδια απαίτηση προς την Τουρκία να πάψει να εκμεταλλεύεται δικαιωματικά τα στενά των Δαρδανελίων, αφού κι εκείνης δεν της ανήκει ο αέρας, το νερό ή το υπέδαφος. Απεναντίας, τέτοιου είδους "αντιεθνικισμοί" αποτελούν κατά πώς φαίνεται αποκλειστικό καθήκον της Ελλάδας, η οποία θα πρέπει να απεμπολήσει κάθε συγκριτικό της πλεονέκτημα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, το οποίο μάλιστα κατέκτησε στο πεδίο της μάχης. Ίσως βέβαια αυτό που γράφω εδώ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως "μιλιταριστική θέση" από τους "προοδευτικούς αριστερούς αντιεθνικιστές", ωστόσο απορία προκαλεί το γεγονός ότι τούτο χρησιμοποιείται ως επιχείρημα από τους ίδιους ακριβώς, όταν η συζήτηση έρχεται στο Κυπριακό και τότε φυσικά το πολεμικό κεκτημένο ευνοεί την γείτονα. Δύο μέτρα και δύο σταθμά, ή αριστερή προσέγγιση και φρασεολογία κατά το δοκούν και μόνο εις ό,τι αφορά τις ελληνικές θέσεις;
Το επόμενο που θα είχα να παρατηρήσω είναι ότι ο αρθρογράφος επιχειρηματολογεί πως η ειρήνη (μάλιστα το γράφει με κεφαλαίο το Ε, σάμπως να ήταν η αγαπημένη κόρη του), αποτελεί υπέρτατο αγαθό για κάθε λαό, πράγμα που θεωρώ ότι εκ πρώτης όψεως θα έβρισκε σύμφωνους άπαντες. Το πλήρες νόημα όμως του κειμένου του, αποκαλύπτει ότι η ειρήνη αυτή θα πρέπει να διατηρηθεί με κάθε μέσον, ακόμη και με εθελόδουλη υποχωρητικότητα έναντι κάθε γείτονα που μας απειλεί με πόλεμο, ώστε να πετύχει τους στόχους του. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, η απαίτηση για "πάση θυσία" διατήρηση της ειρήνης, προφανώς μονομερώς από την ελληνική πλευρά, περιλαμβάνει την άτακτη διπλωματική υποχώρηση έναντι οιασδήποτε απαίτησης συνοδεύεται από απειλή πολέμου. Τι θα εμπόδιζε λοιπόν, με βάση αυτήν τη λογική, κάθε γειτονική χώρα να ζητήσει με τη σειρά της την εκμετάλλευση περιοχών της ελληνικής επικράτειας, απειλώντας με πόλεμο, αφού θα γνώριζε εκ των προτέρων ότι η "φιλειρηνική" ελληνική πλευρά θα υποχωρούσε άνευ όρων; Μήπως μια τέτοια "φιλειρηνική" ελληνική στάση θα αποθράσυνε κάθε γείτονα και τελικά θα οδηγούσε σε συνεχείς πολεμικές απειλές; Θα ήταν τότε αυτό υπέρ ή κατά της "πάση θυσία" ειρήνης; Θα υποστήριζε άραγε ο αρθρογράφος με την ίδια θέρμη, τυχόν ελληνική απαίτηση για συνεκμετάλλευση πόρων της Τουρκίας, της Αλβανίας, των Σκοπίων ή της Βουλγαρίας ή μήπως σε τέτοια περίπτωση θα διερρήγνυε τα ιμάτιά του στηλιτεύοντας τον ελληνικό εθνικισμό; Μήπως κατά τη γνώμη του αρθρογράφου η εθνική αντίσταση κατά των Γερμανών κατά τον Β' ΠΠ δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί, αφού η κατάκτηση άπασας της Ευρώπης από τα ναζιστικά στρατεύματα θα εξασφάλιζε την ειρήνη (Pax Germanica) εις το διηνεκές; Παράξενο, γιατί ακριβώς αυτό ισχυρίζονταν εκείνη την εποχή και οι φυλλάδες (όπως πχ το Βήμα) που εκδίδονταν κατ' εντολή της Γκεστάπο. Ο Άρης Βελουχιώτης ήταν λοιπόν απλά ένας ξεροκέφαλος κι ανερμάτιστος εθνικιστής φασιστοειδούς ιδεολογίας κι όχι ένας αριστερός αγωνιστής της αντίστασης, όπως τον γνωρίζαμε έως τώρα. Θερμά συγχαρητήρια στον κύριο Θεοδωρίδη, ο οποίος ανέλαβε να ξαναγράψει την ιστορία...
Την ιστορία επιχειρεί επίσης να ξαναγράψει ο αρθρογράφος, μιλώντας για το "παραμύθι του τουρκικού κινδύνου". Έτσι, αυτός δεν υπάρχει κατά τη γνώμη του, αλλά αποτελεί φαντασιακό αποτέλεσμα την ελληνικής προπαγάνδας, ενώ η άψογη προς όλους της τους γείτονες Τουρκία, η οποία δεν έχει δώσει το παραμικρό δικαίωμα να την κατηγορούν ως απειλητική χώρα, αποτελεί υπόδειγμα φιλίας, συνεργασίας, ανεξικακίας, φιλειρηνικότητας και είναι θύμα αισχρής ψευδολογίας, ιταμής προκλητικότητας και ανυπόφορης καταπίεσης. Δεν θα ήθελα ειλικρινά να σχολιάσω περαιτέρω τούτο το σημείο, αφού τότε θα κινδύνευα να ρίξω στον βόρβορο το επίπεδο της συζήτησης.
Τέλος, με έναν παράδοξο ελιγμό, ο αρθρογράφος αναγνωρίζει μεν το δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα δώδεκα μίλια στο Ιόνιο (την Ιταλία τη ρώτησε άραγε; ), δεν της το αναγνωρίζει στο Αιγαίο, με μόνο επιχείρημα επ' αυτού ότι απλά δεν το θέλει η Τουρκία και ότι το Αιγαίο είναι "περίκλειστο" (μην τη στριμώξουμε την καημένη μιας και δεν έχει κατά τ' άλλα σημαντική γεωπολιτική θέση) σάμπως η εξωτερική πολιτική μιας χώρας πρέπει να καθορίζεται από το θέλημα του αντιπάλου της. Πραγματικά τούτο το κείμενο δεν θα ήταν περισσότερο φιλοτουρκικό εάν αντί της Αυγής το φιλοξενούσε η Χουριέτ ή εάν αποτελούσε πληρωμένη διαφημιστική καταχώρηση της Τουρκικής Πρεσβείας. Το κείμενο αποτελεί μνημείο αριστερού ταρτουφισμού και ψευδεπίγραφης ιδεολογίας και προσωπικά αρνούμαι την καπηλεία της έννοιας της Αριστεράς από προπαγανδιστές αλλοτρίων συμφερόντων, κατά συνέπεια θα ήθελα να καταγγείλω το παραπάνω άρθρο ως αντιδραστικό, οπορτουνιστικό και εθνικά μειοδοτικό. Το γεγονός μάλιστα ότι το κατάπτυστο αυτό άρθρο φιγουράρει σε μια εφημερίδα-όργανο ενός "αριστερού" κόμματος, καθιστά το όνειδος ακόμη πιο σοβαρό, αφού προφανώς εκφράζει την επίσημη θέση αυτού.
Αιδώς σ' αυτήν τη χώρα δεν υπάρχει πλέον καμμία;
Κατ' αρχήν, η επιχειρηματολογία του αρθρογράφου στηρίζεται σε μια βασική αριστερή αρχή, την "βαθιά αντιεθνικιστική" θέαση των πραγμάτων. Έτσι, πατάσσεται ο ελληνικός εθνικισμός με κάθε τρόπο, πράγμα που εκ πρώτης όψεως φαίνεται θεάρεστο, στον επιφανειακό αναγνώστη. Ωστόσο, εδώ εγείρονται κάποια θέματα, τα οποία προσωπικά με προβληματίζουν έντονα. Συγκεκριμένα, στο συγκεκριμένο άρθρο αποσιωπείται παντελώς η άλλη πλευρά των πραγμάτων, δηλαδή ο τουρκικός εθνικισμός. Ο αρθρογράφος καμώνεται σάμπως τάχα αυτός ο εθνικισμός να μην υπάρχει, σάμπως η Ελλάδα να είναι μια χώρα επιθετική και βίαιη και η Τουρκία μια φιλειρηνική και καταπιεσμένη χώρα, η οποία βρίσκεται συνεχώς υπό την απειλή της εθνικιστικής κυβέρνησης της Ελλάδας. Άξαφνα, το κεμαλικό καθεστώς της "χούντας με δημοκρατικό μανδύα" καθαγιάζεται, απενοχοποιιείται και εν ολίγοις υποστηρίζεται κατάφωρα. Είναι άραγε αυτή στάση ενός "αντικειμενικού" και μάλιστα "αριστερού" αρθρογράφου, ή πρόκειται για κλασική περίπτωση μονομερούς ανάλυσης και συστηματικής αποσιώπησης των επιχειρημάτων της άλλης πλευράς;
Κατόπιν, ο αρθρογράφος επιχειρεί να κινητοποιήσει τα ταξικά αντανακλαστικά των αναγνωστών του, επικαλούμενος την εγχώρια αστική τάξη, μολονότι το γεγονός ότι οι προτάσεις του προωθούν τα συμφέροντά της, όπως αναγνωρίζει κι ο ίδιος, περνάει ξώφαλτσα και δεν επεξηγείται επαρκώς, εάν πράγματι πρόκειται για μια πολιτική ανάλυση κι όχι για κάποιου είδους σοφιστεία. Το επιχείρημά του μάλιστα, ότι η συνεκμετάλλευση "θα αλλάξει τον συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ άρχουσας τάξης και εργαζομένων", δεν υποστηρίζεται από κανένα στοιχείο και ο αρθρογράφος μοιάζει να προσπαθεί αμήχανος να προσπεράσει αυτό το ζήτημα όσο μπορεί αβρόχοις ποσίν. Αυτό που μένει τελικά στον αναγνώστη, είναι πως από το μεγάλο φαγοπότι όλο και κάποιο ψίχουλο θα περισσέψει και για τον λαουτζίκο. Καμμία αναφορά σε δίκαιη κατανομή του εγχώριου πλούτου, καμμία νύξη για το -παρωχημένο καθώς φαίνεται για τους σύγχρονους "αριστερούς"- αίτημα της λαϊκής κυριαρχίας επί των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, καμμία διάθεση αμφισβήτησης της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, η οποία υποστηρίζει ότι τα πάντα ανήκουν στο κεφάλαιο, παρά μόνο μια αναιμική αναφορά στο γεγονός ότι η συνεκμετάλλευση "θα αφαιρέσει κάθε σημερινό «επιχείρημα» των εκατέρωθεν νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων για υπερφορολόγηση χαμηλών και μεσαίων τάξεων προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση". Αυτό φυσικά δεν συνεπάγεται ότι αυτή η υπερφορολόγηση θα πάψει, ωστόσο κανείς ποτέ δεν έχασε πουλώντας φτηνά ελπίδα στο πόπολο.
Περαιτέρω, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο αρθρογράφος ολοφύρεται μετ' επιτάσεως πως η εθνική κυριαρχία της Ελλάδας επί των νησιών του Αιγαίου "δεν δίνει κάποιο ιδιαίτερο προνόμιο στην ελληνική πλευρά να κυριαρχεί εξ ορισμού και επί των υπόλοιπων στοιχείων της Φύσης, δηλαδή επί νερού, θάλασσας και υπεδάφους", λησμονώντας φυσικά ότι κάθε νησί κατέχει αυτοδικαίως και βάσει του διεθνούς δικαίου δική του υφαλοκρηπίδα και ότι τα χωρικά ύδατα προσμετρώνται από τις ακτές κάθε νησιού ενός αρχιπελάγους, ενώ απεναντίας θεωρεί ότι το διεθνές κεφάλαιο (για να μην είμαστε επιτέλους εθνικιστές) κατέχει αυτό το προνόμιο αυτοδικαίως και το μόνο όφελος που αναγνωρίζει στον ελληνικό λαό από τον πλούτο του υπεδάφους του είναι μια οιονεί μείωση της άδικης και μονόπλευρης φορολόγησης. Με εκπλήσσει ειλικρινά το πόσο πίσω έχω μείνει όσον αφορά την αριστερή σκέψη στις μέρες μας, μιας και είχα την ανόητη πεποίθηση ότι η αριστερά εξ ορισμού προασπίζεται τα συμφέροντα των πολλών έναντι της ισχύος των λίγων.
Εκτός αυτού, το ίδιο "χουβαρνταλίκι" (για να χρησιμοποιήσουμε μια κοινή λέξη με τους "αδελφούς" μας Τούρκους), δεν φαίνεται να διακατέχει τον γράφοντα σε ό,τι αφορά την Τουρκική εξωτερική πολιτική. Δεν εγείρει για παράδειγμα την ίδια απαίτηση προς την Τουρκία να πάψει να εκμεταλλεύεται δικαιωματικά τα στενά των Δαρδανελίων, αφού κι εκείνης δεν της ανήκει ο αέρας, το νερό ή το υπέδαφος. Απεναντίας, τέτοιου είδους "αντιεθνικισμοί" αποτελούν κατά πώς φαίνεται αποκλειστικό καθήκον της Ελλάδας, η οποία θα πρέπει να απεμπολήσει κάθε συγκριτικό της πλεονέκτημα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, το οποίο μάλιστα κατέκτησε στο πεδίο της μάχης. Ίσως βέβαια αυτό που γράφω εδώ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως "μιλιταριστική θέση" από τους "προοδευτικούς αριστερούς αντιεθνικιστές", ωστόσο απορία προκαλεί το γεγονός ότι τούτο χρησιμοποιείται ως επιχείρημα από τους ίδιους ακριβώς, όταν η συζήτηση έρχεται στο Κυπριακό και τότε φυσικά το πολεμικό κεκτημένο ευνοεί την γείτονα. Δύο μέτρα και δύο σταθμά, ή αριστερή προσέγγιση και φρασεολογία κατά το δοκούν και μόνο εις ό,τι αφορά τις ελληνικές θέσεις;
Το επόμενο που θα είχα να παρατηρήσω είναι ότι ο αρθρογράφος επιχειρηματολογεί πως η ειρήνη (μάλιστα το γράφει με κεφαλαίο το Ε, σάμπως να ήταν η αγαπημένη κόρη του), αποτελεί υπέρτατο αγαθό για κάθε λαό, πράγμα που θεωρώ ότι εκ πρώτης όψεως θα έβρισκε σύμφωνους άπαντες. Το πλήρες νόημα όμως του κειμένου του, αποκαλύπτει ότι η ειρήνη αυτή θα πρέπει να διατηρηθεί με κάθε μέσον, ακόμη και με εθελόδουλη υποχωρητικότητα έναντι κάθε γείτονα που μας απειλεί με πόλεμο, ώστε να πετύχει τους στόχους του. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, η απαίτηση για "πάση θυσία" διατήρηση της ειρήνης, προφανώς μονομερώς από την ελληνική πλευρά, περιλαμβάνει την άτακτη διπλωματική υποχώρηση έναντι οιασδήποτε απαίτησης συνοδεύεται από απειλή πολέμου. Τι θα εμπόδιζε λοιπόν, με βάση αυτήν τη λογική, κάθε γειτονική χώρα να ζητήσει με τη σειρά της την εκμετάλλευση περιοχών της ελληνικής επικράτειας, απειλώντας με πόλεμο, αφού θα γνώριζε εκ των προτέρων ότι η "φιλειρηνική" ελληνική πλευρά θα υποχωρούσε άνευ όρων; Μήπως μια τέτοια "φιλειρηνική" ελληνική στάση θα αποθράσυνε κάθε γείτονα και τελικά θα οδηγούσε σε συνεχείς πολεμικές απειλές; Θα ήταν τότε αυτό υπέρ ή κατά της "πάση θυσία" ειρήνης; Θα υποστήριζε άραγε ο αρθρογράφος με την ίδια θέρμη, τυχόν ελληνική απαίτηση για συνεκμετάλλευση πόρων της Τουρκίας, της Αλβανίας, των Σκοπίων ή της Βουλγαρίας ή μήπως σε τέτοια περίπτωση θα διερρήγνυε τα ιμάτιά του στηλιτεύοντας τον ελληνικό εθνικισμό; Μήπως κατά τη γνώμη του αρθρογράφου η εθνική αντίσταση κατά των Γερμανών κατά τον Β' ΠΠ δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί, αφού η κατάκτηση άπασας της Ευρώπης από τα ναζιστικά στρατεύματα θα εξασφάλιζε την ειρήνη (Pax Germanica) εις το διηνεκές; Παράξενο, γιατί ακριβώς αυτό ισχυρίζονταν εκείνη την εποχή και οι φυλλάδες (όπως πχ το Βήμα) που εκδίδονταν κατ' εντολή της Γκεστάπο. Ο Άρης Βελουχιώτης ήταν λοιπόν απλά ένας ξεροκέφαλος κι ανερμάτιστος εθνικιστής φασιστοειδούς ιδεολογίας κι όχι ένας αριστερός αγωνιστής της αντίστασης, όπως τον γνωρίζαμε έως τώρα. Θερμά συγχαρητήρια στον κύριο Θεοδωρίδη, ο οποίος ανέλαβε να ξαναγράψει την ιστορία...
Την ιστορία επιχειρεί επίσης να ξαναγράψει ο αρθρογράφος, μιλώντας για το "παραμύθι του τουρκικού κινδύνου". Έτσι, αυτός δεν υπάρχει κατά τη γνώμη του, αλλά αποτελεί φαντασιακό αποτέλεσμα την ελληνικής προπαγάνδας, ενώ η άψογη προς όλους της τους γείτονες Τουρκία, η οποία δεν έχει δώσει το παραμικρό δικαίωμα να την κατηγορούν ως απειλητική χώρα, αποτελεί υπόδειγμα φιλίας, συνεργασίας, ανεξικακίας, φιλειρηνικότητας και είναι θύμα αισχρής ψευδολογίας, ιταμής προκλητικότητας και ανυπόφορης καταπίεσης. Δεν θα ήθελα ειλικρινά να σχολιάσω περαιτέρω τούτο το σημείο, αφού τότε θα κινδύνευα να ρίξω στον βόρβορο το επίπεδο της συζήτησης.
Τέλος, με έναν παράδοξο ελιγμό, ο αρθρογράφος αναγνωρίζει μεν το δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα δώδεκα μίλια στο Ιόνιο (την Ιταλία τη ρώτησε άραγε; ), δεν της το αναγνωρίζει στο Αιγαίο, με μόνο επιχείρημα επ' αυτού ότι απλά δεν το θέλει η Τουρκία και ότι το Αιγαίο είναι "περίκλειστο" (μην τη στριμώξουμε την καημένη μιας και δεν έχει κατά τ' άλλα σημαντική γεωπολιτική θέση) σάμπως η εξωτερική πολιτική μιας χώρας πρέπει να καθορίζεται από το θέλημα του αντιπάλου της. Πραγματικά τούτο το κείμενο δεν θα ήταν περισσότερο φιλοτουρκικό εάν αντί της Αυγής το φιλοξενούσε η Χουριέτ ή εάν αποτελούσε πληρωμένη διαφημιστική καταχώρηση της Τουρκικής Πρεσβείας. Το κείμενο αποτελεί μνημείο αριστερού ταρτουφισμού και ψευδεπίγραφης ιδεολογίας και προσωπικά αρνούμαι την καπηλεία της έννοιας της Αριστεράς από προπαγανδιστές αλλοτρίων συμφερόντων, κατά συνέπεια θα ήθελα να καταγγείλω το παραπάνω άρθρο ως αντιδραστικό, οπορτουνιστικό και εθνικά μειοδοτικό. Το γεγονός μάλιστα ότι το κατάπτυστο αυτό άρθρο φιγουράρει σε μια εφημερίδα-όργανο ενός "αριστερού" κόμματος, καθιστά το όνειδος ακόμη πιο σοβαρό, αφού προφανώς εκφράζει την επίσημη θέση αυτού.
Αιδώς σ' αυτήν τη χώρα δεν υπάρχει πλέον καμμία;
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.