14-05-10
13:30
Okay
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η αγγλική έκφραση okay ή ΟΚ / Ο.Κ. (σπανίως οκέι) σημαίνει, κατά κανόνα, «εντάξει» και αποτελεί χαρακτηριστικό αμερικανισμό, που χρησιμοποιείται συνήθως για να δηλώσει αποδοχή ή συμφωνία. Πολλές φορές χρησιμοποιείται απλώς ως συνομιλιακό εκφώνημα ή για να δηλώσει ότι η ποιότητα ενός αντικειμένου είναι ικανοποιητική.
Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στην αγγλική γλώσσα, αλλά έχει πλέον ενσωματωθεί σε διάφορες γλώσσες ως λεξικό δάνειο.
Ετυμολογική προέλευση
Η χρονική στιγμή κατά την οποία εμφανίστηκε η έκφραση προσδιορίστηκε από σχετικώς πρόσφατες έρευνες, αν και δεν είναι ακόμη δυνατόν να εκφραστεί κατηγορηματική γνώμη.
Με βάση τις πηγές το ακρωνύμιο O.K. πρωτοαπαντά στην εφημερίδα Morning Post (Βοστώνη) στο φύλλο τής 23ης Μαρτίου 1839, όπου εξηγείται ως o.k.: all correct «όλα εντάξει»[1].
Τα κείμενα εκείνης της εποχής εμφανίζουν τάση να παρουσιάζονται κοινόλεκτες φράσεις με τη μορφή παρηλλαγμένων ακρωνυμίων. Επί παραδείγματι, η φρ. all right συναντάται ως O.W. (περιπαικτική παραλλαγή: oll wright) και η φρ. no go, συνήθης εκείνη την εποχή, απαντά ως K.G. (περιπαικτική παραλλαγή: know go). Σε αυτό το πλαίσιο ερμηνεύεται ο αμερικανισμός Ο.Κ.
Η παραπάνω εκδοχή υποστηρίζεται από τα στοιχεία τού δημοσιογραφικού λόγου τής εποχής, έχει δε ισχυρότερη βάση από άλλες προτάσεις. Ανεξάρτητα από την αρχική προέλευση, η διάδοση του O.K. οφείλει πολλά στον υποψήφιο πρόεδρο των Η.Π.Α. Martin van Buren, απώτερης ολλανδικής καταγωγής, τον οποίο οι υποστηρικτές του συνήθιζαν να αποκαλούν (το 1840) Old Kinderhook και ίδρυσαν λέσχη οπαδών του με την επωνυμία O.K. Club, ώστε να συμπέσει με την ήδη γνωστή φρ. oll korrect.
Έχουν γίνει επίσης προσπάθειες να αποδοθεί ελληνική καταγωγή στο Ο.Κ. και να ετυμολογηθέι από τη φρ. όλα καλά. Συνιστούν όμως παρετυμολογία, δηλαδή εικασία που βασίζεται σε εξωτερικές ομοιότητες χωρίς αποδείξεις από τη γλωσσική ιστορία. To ίδιο ισχύει και για εκδοχές που αποδίδουν στη φρ. λατινική, γαλλική, φινλανδική, σουηδική, ακόμη και ινδιάνικη αρχή.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η αγγλική έκφραση okay ή ΟΚ / Ο.Κ. (σπανίως οκέι) σημαίνει, κατά κανόνα, «εντάξει» και αποτελεί χαρακτηριστικό αμερικανισμό, που χρησιμοποιείται συνήθως για να δηλώσει αποδοχή ή συμφωνία. Πολλές φορές χρησιμοποιείται απλώς ως συνομιλιακό εκφώνημα ή για να δηλώσει ότι η ποιότητα ενός αντικειμένου είναι ικανοποιητική.
Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στην αγγλική γλώσσα, αλλά έχει πλέον ενσωματωθεί σε διάφορες γλώσσες ως λεξικό δάνειο.
Ετυμολογική προέλευση
Η χρονική στιγμή κατά την οποία εμφανίστηκε η έκφραση προσδιορίστηκε από σχετικώς πρόσφατες έρευνες, αν και δεν είναι ακόμη δυνατόν να εκφραστεί κατηγορηματική γνώμη.
Με βάση τις πηγές το ακρωνύμιο O.K. πρωτοαπαντά στην εφημερίδα Morning Post (Βοστώνη) στο φύλλο τής 23ης Μαρτίου 1839, όπου εξηγείται ως o.k.: all correct «όλα εντάξει»[1].
Τα κείμενα εκείνης της εποχής εμφανίζουν τάση να παρουσιάζονται κοινόλεκτες φράσεις με τη μορφή παρηλλαγμένων ακρωνυμίων. Επί παραδείγματι, η φρ. all right συναντάται ως O.W. (περιπαικτική παραλλαγή: oll wright) και η φρ. no go, συνήθης εκείνη την εποχή, απαντά ως K.G. (περιπαικτική παραλλαγή: know go). Σε αυτό το πλαίσιο ερμηνεύεται ο αμερικανισμός Ο.Κ.
Η παραπάνω εκδοχή υποστηρίζεται από τα στοιχεία τού δημοσιογραφικού λόγου τής εποχής, έχει δε ισχυρότερη βάση από άλλες προτάσεις. Ανεξάρτητα από την αρχική προέλευση, η διάδοση του O.K. οφείλει πολλά στον υποψήφιο πρόεδρο των Η.Π.Α. Martin van Buren, απώτερης ολλανδικής καταγωγής, τον οποίο οι υποστηρικτές του συνήθιζαν να αποκαλούν (το 1840) Old Kinderhook και ίδρυσαν λέσχη οπαδών του με την επωνυμία O.K. Club, ώστε να συμπέσει με την ήδη γνωστή φρ. oll korrect.
Έχουν γίνει επίσης προσπάθειες να αποδοθεί ελληνική καταγωγή στο Ο.Κ. και να ετυμολογηθέι από τη φρ. όλα καλά. Συνιστούν όμως παρετυμολογία, δηλαδή εικασία που βασίζεται σε εξωτερικές ομοιότητες χωρίς αποδείξεις από τη γλωσσική ιστορία. To ίδιο ισχύει και για εκδοχές που αποδίδουν στη φρ. λατινική, γαλλική, φινλανδική, σουηδική, ακόμη και ινδιάνικη αρχή.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
14-05-10
11:57
Ομήρου... Αγγλικά!
*
Μία εργασία βασισμένη σε Μελέτη της ομογενούς καθηγήτριας
Αναστασίας Γονέου
Με τίτλο «Ελληνική Γλώσσα - τροφός όλων των γλωσσών», η Αναστασία Γονέου, μεταξύ άλλων, αναφέρει:
«Η Ομηρική (Ελληνική) Γλώσσα, αποτελεί τη βάση επάνω στην οποία στηρίχτηκαν πλήθος σύγχρονων γλωσσών. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε καμία άλλη αναφορά, ακόμα κι αν δεν
είχε διασωθεί κανένα προκατακλυσμιαίο μνημείο, θα αρκούσε η Ελληνική Γλώσσα ως
απόδειξη της ύπαρξης στο παρελθόν, μιας εποχής μεγάλου πολιτισμού. Στη γλώσσα
μας είναι εμφυτευμένη όλη η γνώση που κατέκτησε ο άνθρωπος, έως την παρούσα
στιγμή. Κάθε ελληνική λέξη-όρος φέρει ένα βαρύ φορτίο νόησης, φορτίο που οι
προγενέστεροι ʽεξόδευσανʼ, για να κατακτήσουν γνωστικά τη συγκεκριμένη έννοια
και να τη ʽβαπτίσουνʼ με το συγκεκριμένο όνομα-λέξη ».
Παράδειγμα:
AFTER = Από το ομηρικό αυτάρ= μετά. Ο Όμηρος λέει: ''θα σας διηγηθώ τι έγινε αυτάρ''.
AMEN = λατινικά: amen. Το γνωστό αμήν προέρχεται από το αρχαιότατο ή μήν = αληθώς, (Ιλιάδα Ομήρου β291-301), ημέν. Η εξέλιξη του ημέν είναι το σημερινό αμέ!
BANK = λατινικά pango από το παγιώ, πήγνυμι. Οι τράπεζες πήραν την ονομασία τους από τα πρώτα 'τραπέζια' (πάγκους) της αγοράς.
BAR = λατινικά: barra από το μάρα = εργαλείο σιδηρουργού.
BOSS = από το πόσσις = ο αφέντης του σπιτιού.
BRAVO = λατινικό, από το βραβείο.
BROTHER = λατινικά frater από το φράτωρ.
CARE = από το καρέζω.
COLONIE από το κολώνεια = αποικιακή πόλη.
DAY = Οι Κρητικοί έλεγαν την ημέρα 'δία'. Και: ευδιάθετος = σε καλή μέρα [ΣΗΜ. Εγώ, τουλάχιστον, εδώ σκέφθηκα την "ευδία" =καλοκαιρία, όχι το "διατίθημι"].
DISASTER = από το δυσοίωνος + αστήρ
DOLLAR = από το τάλλαρον = καλάθι που χρησίμευε ως μονάδα μέτρησης στις ανταλλαγές. π.χ. «δώσε μου 5 τάλλαρα σιτάρι». Παράγωγο είναι το τάλληρο, αλλά και το τελλάρo!
DOUBLE = από το διπλούς - διπλός.
EXIST = λατινικά ex+sisto από το έξ+ίστημι= εξέχω, προέχω.
EXIT = από το έξιτε = εξέλθετε
EYES = από το φάεα = μάτια.
FATHER = από το πάτερ (πατήρ).
FLOWER = λατινικά flos από το φλόος.
FRAPPER = από το φραγκικό hrappan που προέρχεται από το (F)ραπίζω = κτυπώ ( F= δίγαμμα).
GLAMOUR = λατινικό gramo ur από το γραμμάριο. Οι μάγοι παρασκεύαζαν τις συνταγές τους με συστατικά μετρημένα σε γραμμάρια και επειδή η
όλη διαδικασία ήταν γοητευτική και με κύρος, το gramou r - glamou r, πήρε την σημερινή
έννοια.
HEART, CORE = από το κέαρ = καρδιά.
HUMOR = από το χυμόρ = χυμός (Στην ευβοϊκή διάλεκτο, όπως αναφέρεται και στον Κρατύλο του Πλάτωνος, το τελικό 'ς' προφέρεται ως 'ρ'. Π.χ. σκληρότηρ αντί σκληρότης).
I = από το εγώ ή ίω, όπως είναι στην βοιωτική διάλεκτο.
ILLUSION = από το λίζει = παίζει.
ΙS = από το είς.
KARAT = εκ του κεράτιον, (μικρό κέρας για τη στάθμιση βάρους).
KISS ME = εκ του κύσον με = φίλησέ με (...είπε ο Οδυσσέας στην Πηνελόπη).
(Δεν ξέρω αν κολλάει με το θέμα)
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.