Italian dream...
Διάσημο μέλος
Η Italian dream... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Συγγραφέας. Έχει γράψει 2,184 μηνύματα.
08-06-15
23:58
Θα ‘ρθεί καιρός που θ’ αλλάξουν τα πράματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
– μη βλέπεις εμένα – μην κλαις. Εσύ είσ’ η ελπίδα
άκου, θάρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απέξω
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θά `μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι – σκέψου! – θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
Να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές
απροσάρμοστοι καταπίεση μοναξιά τιμή κέρδος εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία – δε θέλω να λέω ψέματα –
δύσκολοι καιροί.
Και θάρθουνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω – μην περιμένεις κι από μένα πολλά –
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
παρ’ όλα αυτά Μαρία.
Αγαπημένη Κατερίνα Γώγου...
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
– μη βλέπεις εμένα – μην κλαις. Εσύ είσ’ η ελπίδα
άκου, θάρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απέξω
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θά `μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι – σκέψου! – θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
Να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές
απροσάρμοστοι καταπίεση μοναξιά τιμή κέρδος εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία – δε θέλω να λέω ψέματα –
δύσκολοι καιροί.
Και θάρθουνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω – μην περιμένεις κι από μένα πολλά –
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
παρ’ όλα αυτά Μαρία.
Αγαπημένη Κατερίνα Γώγου...
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 8 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Italian dream...
Διάσημο μέλος
Η Italian dream... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Συγγραφέας. Έχει γράψει 2,184 μηνύματα.
26-11-14
15:28
Πλάκα πλάκα, από μία ματιά που έριξα, η λογοτεχνία κατεύθυνσης έχει πολύ ωραία ποιήματα...
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 9 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Italian dream...
Διάσημο μέλος
Η Italian dream... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Συγγραφέας. Έχει γράψει 2,184 μηνύματα.
23-06-14
01:03
Θα 'ρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
-μη βλέπεις εμένα- μην κλαις.
Εσύ εισ' η ελπίδα.
Άκου θα 'ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη.
Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές
με γυρμένους απέξω.
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θα 'μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες.
Να φυλάξεις μονάχα
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις και έννοιες σαν και αυτές
απροσάρμοστοι-καταπίεση-μοναξιά-τιμή-κέρδος-εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί.
Και θα 'ρθούνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά-
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο:
"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος".
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ' όλα αυτά Μαρία.
Ποιανού είναι αυτό??
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 9 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Italian dream...
Διάσημο μέλος
Η Italian dream... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Συγγραφέας. Έχει γράψει 2,184 μηνύματα.
13-04-14
19:15
Τάσος Λειβαδίτης - Ερωτικό (απόσπασμα)
Ναι αγαπημένη μου, πολύ πριν να σε συναντήσω εγώ σε περίμενα… πάντοτε σε περίμενα. Σαν ήμουνα παιδί και με έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου, έσκυβε και με ρωτούσε, τι έχεις αγόρι μου ; Δεν μίλαγα… μονάχα κοίταζα πίσω απ’ τον ώμο της έναν κόσμο άδειο από σένα… και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κονδύλι ήταν για να μάθω να σου γράφω τραγούδια… Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής ήταν που αργούσες ακόμα, όταν τη νύχτα κοίταζα τα αστέρια ήταν γιατί μου λείπανε τα μάτια σου, και όταν χτύπαγε η πόρτα μου και άνοιγα δεν ήτανε κανείς. Κάπου όμως μες στον κόσμο, ήταν η καρδιά σου που χτυπούσε. Έτσι έζησα πάντοτε…
Και όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά θυμάσαι; Μου άπλωσες τα χέρια τόσο τρυφερά, σαν να με γνώριζες από χρόνια… μα και βέβαια με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου… αγαπημένη…
Θυμάσαι αλήθεια την πρώτη μεγάλη μέρα μας; Σου πήγαινε αυτό το κίτρινο φόρεμα, ένα απλό φτηνό φόρεμα μα ήταν τόσο όμορφα κίτρινο… οι τσέπες του κεντημένες με μεγάλα καφετιά λουλούδια… σου πήγαινε στο πρόσωπο σου ο ήλιος, σου πήγαινε στην άκρη του δρόμου αυτό το τριανταφυλλένιο σύννεφο, και αυτή η φωνή μακριά ενός πλανόδιου ακονιστή σου πήγαινε… Έβαζα τα χέρια μου στις τσέπες, τα ξανάβγαζα, βαδίζαμε δίχως λέξη… μα και την να πει κανείς όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου, τόσο μεγάλα. Ένα παιδί στη γωνιά τραγούδαγε τις λεμονάδες του, ήπιαμε μια στα δυο, και αυτό το χελιδόνι που πέρασε ξαφνικά πλάι στα μαλλιά σου, τι σου είπε λοιπόν ; Είναι τόσο όμορφα τα μαλλιά σου… δεν μπορεί κάτι θα σου’ πε. Το ξενοδοχείο ήταν μικρό σε μια παλιά συνοικία πλάι στο σταθμό. Μα μες την αντηλιά κοιτάζαμε να μανουβράρουμε τα τρένα. Αλήθεια εκείνη η άνοιξη, εκείνο το πρωινό, εκείνη η απλή κάμαρα της ευτυχίας, αυτό το σώμα σου που κράταγα πρώτη φορά γυμνό, αυτά τα δάκρυα που δεν μπόρεσα στο τέλος να κρατήσω, πόσο σου πήγαιναν…
Κι ύστερα ξαφνικά εκείνο το βράδυ, έβρεχε, ανέβηκα τέσσερα-τέσσερα τα σκαλιά, κανείς στην κάμαρα. Έτρεμε στο ανοιχτό παράθυρο η κουρτίνα. ‘’Φεύγω, μην ζητήσεις να με βρεις’’, έγραφε. Η χτένα της ξεχασμένη πάνω στο τραπέζι ανάμεσα στις χυμένες πούδρες, σαν ένα μικρό, παιδικό φέρετρο, μέσα στη σκόνη. Που είσαι λοιπόν πες μου? Που είσαι, σ’ αναζητάω, σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο τις πόρτας σε ένα σπίτι που πιάσε φωτιά…
Τις νύχτες σηκώνομαι αλαφιασμένος, ντύνομαι και σε περιμένω. Δεν θα χτυπούσες καν την πόρτα. Θα πέταγες με βιάση το παλτό σου στην καρέκλα. Η κάμαρα όλη θα λιποθυμούσε όπως θα’ λυνες ξαφνικά , εκείνα τα ασύγκριτα τυραννικά μαλλιά σου. Η παλιά ντουλάπα, θα’ τρέχε και σαν μια ταπεινή υπηρέτρια θα σου βγάζε τα παπούτσια. Θα γελούσαν οι καθρέφτες , θα ξυπνούσαν οι γείτονες… Όλα έχουν μείνει όπως τα αφίσες θα σου’ λεγα… Και η χτένα σου, να τη εκεί. Η μαύρη μεγάλη χτένα σου , σαν ένας έρημος κατασκότεινος δρόμος που τον περνάω κάθε νύχτα…
Άσε με τώρα να κοιτάζω τα παράθυρα σου ξέροντας πως μέσα ένας άλλος σε παίρνει. Ένας άλλος βυθίζεται μες την μεγάλη σου άνοιξη. Εγώ και ποδοπατημένη από χιλιάδες άντρες σ’ αγαπώ… Άσε με εδώ στη γωνιά, δεν πειράζει ας χιονίζει… Αυτό το μικρό τετράγωνο φως που ρίχνει το παράθυρο σου επάνω στο χιόνι εμένα είναι ο κόσμος μου. Δεν θα σου πω τίποτα μόλις βγεις θα περπατάω δίπλα σου αμίλητος, και αν αυτό σε πειράζει μπορώ να’ ρχομαι πίσω σου σαν το σκυλί… Και όταν πεθάνω, το χώμα που θα με σκεπάζει δεν θα’ ναι για μένα το σκληρό χώμα τον νεκρών, μα η απαλή τρυφερή γη, που κάποτε πλαγιάσαμε γυμνοί πάνω της… ποδοπάτησε με να’ χω τουλάχιστον την ευτυχία να μ’ αγγίζεις…
Ναι αγαπημένη μου, πολύ πριν να σε συναντήσω εγώ σε περίμενα… πάντοτε σε περίμενα. Σαν ήμουνα παιδί και με έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου, έσκυβε και με ρωτούσε, τι έχεις αγόρι μου ; Δεν μίλαγα… μονάχα κοίταζα πίσω απ’ τον ώμο της έναν κόσμο άδειο από σένα… και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κονδύλι ήταν για να μάθω να σου γράφω τραγούδια… Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής ήταν που αργούσες ακόμα, όταν τη νύχτα κοίταζα τα αστέρια ήταν γιατί μου λείπανε τα μάτια σου, και όταν χτύπαγε η πόρτα μου και άνοιγα δεν ήτανε κανείς. Κάπου όμως μες στον κόσμο, ήταν η καρδιά σου που χτυπούσε. Έτσι έζησα πάντοτε…
Και όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά θυμάσαι; Μου άπλωσες τα χέρια τόσο τρυφερά, σαν να με γνώριζες από χρόνια… μα και βέβαια με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου… αγαπημένη…
Θυμάσαι αλήθεια την πρώτη μεγάλη μέρα μας; Σου πήγαινε αυτό το κίτρινο φόρεμα, ένα απλό φτηνό φόρεμα μα ήταν τόσο όμορφα κίτρινο… οι τσέπες του κεντημένες με μεγάλα καφετιά λουλούδια… σου πήγαινε στο πρόσωπο σου ο ήλιος, σου πήγαινε στην άκρη του δρόμου αυτό το τριανταφυλλένιο σύννεφο, και αυτή η φωνή μακριά ενός πλανόδιου ακονιστή σου πήγαινε… Έβαζα τα χέρια μου στις τσέπες, τα ξανάβγαζα, βαδίζαμε δίχως λέξη… μα και την να πει κανείς όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου, τόσο μεγάλα. Ένα παιδί στη γωνιά τραγούδαγε τις λεμονάδες του, ήπιαμε μια στα δυο, και αυτό το χελιδόνι που πέρασε ξαφνικά πλάι στα μαλλιά σου, τι σου είπε λοιπόν ; Είναι τόσο όμορφα τα μαλλιά σου… δεν μπορεί κάτι θα σου’ πε. Το ξενοδοχείο ήταν μικρό σε μια παλιά συνοικία πλάι στο σταθμό. Μα μες την αντηλιά κοιτάζαμε να μανουβράρουμε τα τρένα. Αλήθεια εκείνη η άνοιξη, εκείνο το πρωινό, εκείνη η απλή κάμαρα της ευτυχίας, αυτό το σώμα σου που κράταγα πρώτη φορά γυμνό, αυτά τα δάκρυα που δεν μπόρεσα στο τέλος να κρατήσω, πόσο σου πήγαιναν…
Κι ύστερα ξαφνικά εκείνο το βράδυ, έβρεχε, ανέβηκα τέσσερα-τέσσερα τα σκαλιά, κανείς στην κάμαρα. Έτρεμε στο ανοιχτό παράθυρο η κουρτίνα. ‘’Φεύγω, μην ζητήσεις να με βρεις’’, έγραφε. Η χτένα της ξεχασμένη πάνω στο τραπέζι ανάμεσα στις χυμένες πούδρες, σαν ένα μικρό, παιδικό φέρετρο, μέσα στη σκόνη. Που είσαι λοιπόν πες μου? Που είσαι, σ’ αναζητάω, σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο τις πόρτας σε ένα σπίτι που πιάσε φωτιά…
Τις νύχτες σηκώνομαι αλαφιασμένος, ντύνομαι και σε περιμένω. Δεν θα χτυπούσες καν την πόρτα. Θα πέταγες με βιάση το παλτό σου στην καρέκλα. Η κάμαρα όλη θα λιποθυμούσε όπως θα’ λυνες ξαφνικά , εκείνα τα ασύγκριτα τυραννικά μαλλιά σου. Η παλιά ντουλάπα, θα’ τρέχε και σαν μια ταπεινή υπηρέτρια θα σου βγάζε τα παπούτσια. Θα γελούσαν οι καθρέφτες , θα ξυπνούσαν οι γείτονες… Όλα έχουν μείνει όπως τα αφίσες θα σου’ λεγα… Και η χτένα σου, να τη εκεί. Η μαύρη μεγάλη χτένα σου , σαν ένας έρημος κατασκότεινος δρόμος που τον περνάω κάθε νύχτα…
Άσε με τώρα να κοιτάζω τα παράθυρα σου ξέροντας πως μέσα ένας άλλος σε παίρνει. Ένας άλλος βυθίζεται μες την μεγάλη σου άνοιξη. Εγώ και ποδοπατημένη από χιλιάδες άντρες σ’ αγαπώ… Άσε με εδώ στη γωνιά, δεν πειράζει ας χιονίζει… Αυτό το μικρό τετράγωνο φως που ρίχνει το παράθυρο σου επάνω στο χιόνι εμένα είναι ο κόσμος μου. Δεν θα σου πω τίποτα μόλις βγεις θα περπατάω δίπλα σου αμίλητος, και αν αυτό σε πειράζει μπορώ να’ ρχομαι πίσω σου σαν το σκυλί… Και όταν πεθάνω, το χώμα που θα με σκεπάζει δεν θα’ ναι για μένα το σκληρό χώμα τον νεκρών, μα η απαλή τρυφερή γη, που κάποτε πλαγιάσαμε γυμνοί πάνω της… ποδοπάτησε με να’ χω τουλάχιστον την ευτυχία να μ’ αγγίζεις…
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 10 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Italian dream...
Διάσημο μέλος
Η Italian dream... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Συγγραφέας. Έχει γράψει 2,184 μηνύματα.
21-03-13
16:46
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Όσο μπορείς
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου
όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς:
μην την εξευτελιζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσες κι ομιλίες.
Μην την εξευτελίζεις πιαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κι εκθέτοντάς την,
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινή ανοησία,
ως που να γίνει σαν μία ξένη φορτική.
Όσο μπορείς
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου
όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς:
μην την εξευτελιζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσες κι ομιλίες.
Μην την εξευτελίζεις πιαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κι εκθέτοντάς την,
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινή ανοησία,
ως που να γίνει σαν μία ξένη φορτική.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Italian dream...
Διάσημο μέλος
Η Italian dream... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Συγγραφέας. Έχει γράψει 2,184 μηνύματα.
10-03-13
22:03
εγω πειραζει να γραψω κατι που δεν ειναι δικο μου αλλα που με εκφραζει απολυτα;
- ΔΕΝ ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΕΙ ΠΟΤΕ;
- Ποτέ.
- Τι θα πει ποτέ;
Κοιτάζω μακριά. Προσπαθώ να περιγράψω την αιωνιότητα.
- Ποτέ θα πει: ούτε αύριο, ούτε μεθαύριο. Ούτε σε ένα μήνα, ούτε σε τρεις. Ούτε σε ένα χρόνο, ούτε σε δέκα.
- Ίσως όμως αργότερα…
- Δεν υπάρχει αργότερα από το ποτέ.
Καρφώνω το βλέμμα μηχανικά σε ένα μεγάλο αγκάθι. Κατάλαβε; Δεν κατάλαβε. Βλέπω το επόμενο ερώτημα να αγωνιά στα μάτια του.
Κάθομαι στον κήπο με τον εαυτό μου – και προσπαθώ να του εξηγήσω. Ο εαυτός μου είναι ένα μικρό παιδάκι όλο απορίες. Εγώ είμαι γέρος. Αλλά δεν μπορώ να απαντήσω.
- Ποιο είναι πιο δυνατό; Το ποτέ ή το ποτέ-ποτέ;
- Είναι το ίδιο.
- Δεν είναι! Το ποτέ-ποτέ είναι πιο δυνατό. Κι εσύ δεν είπες ποτέ-ποτέ. Είπες ποτέ. Μπορεί να ξαναγυρίσει.
Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο μηδέ και το μηδέν; Παίρνω τον εαυτό μου τον μικρό από το χέρι και περπατάμε στον κήπο. Αυτός κρατάει μέσα του μία ερώτηση κι εγώ ένα κενό.
- Και τώρα που είναι;
- Πουθενά.
- Τι θα πει πουθενά;
- Πουθενά θα πει: ούτε εδώ, ούτε εκεί, ούτε αλλού.
- Δηλαδή που είναι;
Το πουθενά είναι το ποτέ του χώρου. (Το ποτέ είναι το πουθενά του χρόνου).
Τα μάτια του έχουν πλημμυρίσει αγωνία. Κάπου ετοιμάζεται δάκρυ και πίσω από αυτό κραυγή.
- Πού είναι;
Δεν έχω άλλη σωτηρία από το ψέμα. Θα ξαναπώ το μύθο της ψυχής που δεν αντέχει το ποτέ και το πουθενά.
- Είναι στον παράδεισο.
- Τι είναι ο παράδεισος;
- Ένας κήπος.
- Σαν κι αυτόν;
- Πιο μεγάλος. Και πιο ωραίος.
- Πάμε!
- Δεν γίνεται.
- Γιατί;
- Κανείς δεν μπορεί να πάει στον παράδεισο αν δεν περάσει από το ποτέ και το πουθενά.
- Μου λες ψέματα!
Ξέρει – και ξέρω – πως λεω ψέματα. Είναι όμως ο εαυτός μου, ο μικρός. Ένα παιδί που δεν καταλαβαίνει και δεν εγκαταλείπει. Το πείσμα του ζωντανού.
- Αν είναι αλήθεια, πάμε!
- Που;
- Στο ποτέ, το πουθενά και τον παράδεισο! Βλέπεις; Σκύβεις το κεφάλι. Είπες ψέματα!
Ένας ψεύτικος κήπος. Γεωμετρικός τόπος στη συμβολή του ποτέ και του πουθενά. Ανύπαρκτες οι συντεταγμένες του.
Κλαιει.
- Δεν θα τoν ξαναδώ! Ποτέ!
Τώρα τραντάζεται από τους λυγμούς. Α! να μπορούσα και εγώ να κλάψω… Μα το κενό δεν έχει μάτια. Βλέπω τον εαυτό μου τον μικρό να κλαιει και να που εγώ δεν καταλαβαίνω.
- Εσύ (λυγμός) δεν λυπάσαι;
- Λυπάμαι.
- Δεν κλαις;
- Δεν μπορώ να κλάψω.
- Μέχρι χθες έκλαιγες.
- Τώρα δεν μπορώ
- Μα τώρα έφυγε!
- Γι αυτό δεν μπορώ.
Το ποτέ και το πουθενά είναι δύο λουλούδια στον ίδιο κήπο. Τα βλέπω. Ο άνεμος τα λικνίζει συνέχεια – και δεν είναι ποτέ πουθενά. Ο εαυτός μου ο μικρός, με κοιτάει στα μάτια. Δεν κλαιει πια. Στο βλέμμα του έχει σκιές φόβου.
- Γιατί δεν κλαις;
- Δεν μπορώ.
Στα μάτια του έχει σκιές τρόμου. Κάνει ένα βήμα μπροστά. Η φωνή του ανατριχιάζει. Κατάλαβε.
- Δεν είσαι εγώ. Είσαι το ποτέ…
- Είμαι.
- Είσαι το πουθενά.
- Είμαι.
- Πότε έφυγες;
- Μαζί τoυ.
- Γι αυτό δεν κλαις;
- Γι αυτό.
Τώρα νιώθει ξαφνικά το ψύχος του κόσμου.
- Επειδή δεν άντεξες…
- ναι
- Επειδή δεν μπόρεσες να καταλάβεις…
- ναι
- Έγινες ένα με το ποτέ και το πουθενά.
Ψιθυρίζουμε. Τα πουλιά είναι πιο μεγαλόφωνα. Βραδιάζει.
- Τον αγαπούσες τόσο πολύ;
- ναι
- Δεν θα ξανακλάψεις ποτέ;
- Ποτέ.
Υπάρχει ποτέ και σ’ αυτή τη ζωή. Το φέρνει ένας κρύος αέρας από την άλλη. Νυχτώνει.
- Τώρα πρέπει να φύγω;
- Ναι.
Ο εαυτός μου, ο μικρός, έχει ρυτίδες στην φωνή του. Η γάτα που ήρθε να τριφτεί στα πόδια του, είναι ξένη. Η νύχτα είναι ξένη. Ο εαυτός του είναι ξένος.
Έφυγε όπως περπατούσαμε παιδιά στις πλάκες – προσπαθώντας να μην πατήσει ούτε στο ποτέ, ούτε στο πουθενά. Μες το σκοτάδι.
Απο που είναι αυτο?????? Όποιος ξερει ας μου πει plz plz plz
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.