05-06-16
22:44
Ένα ενδιαφέρον κείμενο του οικονομολόγου Αρίστου Δοξιάδη. [FONT="]
[FONT="][FONT="][FONT="][FONT="][FONT="]Καθώς είναι [/FONT][/FONT][/FONT]μακροσκελές έχω επισημ[FONT="]άνει [/FONT][/FONT][/FONT](με bold κλπ) [/FONT][FONT="]αποσπάσματ[FONT="]ά του[/FONT] [FONT="]κυρίως για να π[FONT="]άρει[/FONT] [/FONT][/FONT][FONT="][FONT="]στα γρήγορα μια καλή γεύση [/FONT]όποιος/α δεν έχει όρεξη για κατεβατά[FONT="], κι [FONT="]α[/FONT][/FONT][FONT="][FONT="]ργότερα [/FONT][/FONT]αποφασί[FONT="]σ[/FONT]ει αν αξίζει ή όχι να τ[FONT="]ο[/FONT] διαβάσει [FONT="]ολόκληρ[FONT="]ο[/FONT][FONT="].[/FONT][/FONT]
[/FONT] [FONT="]Νοικοκυραίοι, ραντιέρηδες, καιροσκόποι[/FONT]
[FONT="]Θεσμοί και νοοτροπίες στην ελληνική οικονομία
[/FONT][FONT="][FONT="]του Αρίστου Δοξιάδη[/FONT][/FONT][FONT="]
[/FONT] [FONT="](Δημοσιεύτηκε στο [/FONT][FONT="]Athens Review of Books[/FONT][FONT="], τεύχος 8, Ιούνιος 2010.[/FONT][FONT="])
[/FONT]
[FONT="][FONT="][FONT="][FONT="][FONT="]Καθώς είναι [/FONT][/FONT][/FONT]μακροσκελές έχω επισημ[FONT="]άνει [/FONT][/FONT][/FONT](με bold κλπ) [/FONT][FONT="]αποσπάσματ[FONT="]ά του[/FONT] [FONT="]κυρίως για να π[FONT="]άρει[/FONT] [/FONT][/FONT][FONT="][FONT="]στα γρήγορα μια καλή γεύση [/FONT]όποιος/α δεν έχει όρεξη για κατεβατά[FONT="], κι [FONT="]α[/FONT][/FONT][FONT="][FONT="]ργότερα [/FONT][/FONT]αποφασί[FONT="]σ[/FONT]ει αν αξίζει ή όχι να τ[FONT="]ο[/FONT] διαβάσει [FONT="]ολόκληρ[FONT="]ο[/FONT][FONT="].[/FONT][/FONT]
[/FONT] [FONT="]Νοικοκυραίοι, ραντιέρηδες, καιροσκόποι[/FONT]
[FONT="]Θεσμοί και νοοτροπίες στην ελληνική οικονομία
[/FONT][FONT="][FONT="]του Αρίστου Δοξιάδη[/FONT][/FONT][FONT="]
[/FONT] [FONT="](Δημοσιεύτηκε στο [/FONT][FONT="]Athens Review of Books[/FONT][FONT="], τεύχος 8, Ιούνιος 2010.[/FONT][FONT="])
[/FONT]
[FONT="]
ΛΟΓΟΠΛΑΙΣΙΟ [/FONT]
[FONT="]Καθαρεύουσα και δημοτική[/FONT]
[FONT="]
Ο τρόπος που συζητάμε για την οικονομία άλλαξε άρδην, μέσα σε λίγους μήνες. Πριν ξεσπάσει η δική μας κρίση του χρέους ο δημόσιος διάλογος δεν διέφερε πολύ από τον αντίστοιχο στις δυτικές χώρες. Είχαμε τις κλασικές συζητήσεις υπέρ του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, υπέρ της τόνωσης της ζήτησης ή της περικοπής δαπανών, για το φιλελευθερισμό και τη σοσιαλδημοκρατία, κ.ο.κ.
[/FONT] [FONT="]Λίγοι σχολιαστές επέμεναν στις ελληνικές ιδιαιτερότητες.[/FONT][FONT="]2[/FONT][FONT="] Για παράδειγμα ότι το Δημόσιο δεν είναι Δημόσιο όταν το έχουν αλώσει ιδιωτικά και συντεχνιακά συμφέροντα, και το ιδιωτικό δεν είναι ιδιωτικό όταν ζει από το δημόσιο χρήμα. Αλλά αυτές οι φωνές δεν ήταν παρούσες ούτε στο λόγο των κομμάτων, ούτε των καναλιών, ούτε φυσικά στη χάραξη της κυβερνητικής πολιτικής.
[/FONT] [FONT="]Οι τεχνοκράτες ασχολούνταν περισσότερο με το επίσημο, παρά με το πραγματικό. Με το ύψος, π.χ., των φορολογικών συντελεστών, αλλά όχι με τους φόρους που πραγματικά πλήρωναν οι επιχειρήσεις – πολύ ψηλότερους από την επίσημη κλίμακα όταν το ΣΔΟΕ επέδραμε επί δικαίων και αδίκων, πολύ χαμηλότερους όταν ο επιχειρηματίας είχε τον τρόπο του.
[/FONT] [FONT="]Υπήρχε μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον επίσημο λόγο της πολιτείας, της πολιτικής, της τεχνοκρατίας, και σε αυτό που διαισθανόμασταν, που κουβεντιάζαμε στις παρέες, αλλά δεν αρθρώναμε δημόσια. Στον επίσημο λόγο, την καθαρεύουσα, μιλούσαμε για επενδύσεις, προγραμματισμό, ανταγωνισμό, παραγωγικότητα, κίνητρα, ελέγχους, νόμους. Στη δημοτική, για φραπέ, χαβαλέ, και το δαιμόνιο του Έλληνα. Ξέραμε ότι οι δημόσιες διακηρύξεις δεν θα πραγματοποιηθούν, αλλά λέγαμε: ας προσπαθήσουμε, και αν γίνει το ένα δέκατο, πάλι καλά – να μη μείνουμε πολύ πίσω από «την Ευρώπη».
[/FONT] [FONT="]Τώρα η δημόσια συζήτηση άλλαξε, και ξαφνικά μοιάζει με τις κουβέντες της παρέας. Το δίλημμα «δημόσιο ή ιδιωτικό;» μεταλλάχτηκε: «με τον αργόμισθο ή με το φοροφυγά;». Το «συνδικάτα ή εργοδοσία;» μεταλλάχτηκε: «να κόψουμε τη σύνταξη από τα 52 ή τα ιατρικά υλικά που τα πληρώνουμε για χρυσάφι;». Αρχίσαμε να συζητάμε για την πραγματική Ελλάδα, όχι για μια θεωρητική μικτή οικονομία. Οι καθημερινές εμπειρίες του καθενός ταυτίστηκαν με τα μεγάλα ζητήματα. Αυτό είναι υγιές. Είναι η αρχή της αυτογνωσίας.
[/FONT] [FONT="]Αλλά η οικονομία είναι πολύπλοκη, και οι εμπειρίες μας είναι χαοτικές, ποικίλες και αντιφατικές. Είναι εύκολο να καταλήξουμε σε υπερβολές, να μείνουμε σε καταγγελίες και μονόλογους, να χάσουμε τις αιτίες και την προοπτική. Από τη δημώδη εμπειρία πρέπει να ξαναστήσουμε μια λόγια θεωρία για την ελληνική οικονομία, που να εστιάζει στα ουσιώδη, να τα εξηγεί, και να ορίζει επιλογές.[/FONT]
[FONT="]Θεωρίες της ιδιομορφίας
[/FONT] [FONT="]Μια καλή προσέγγιση είναι να εντοπίσουμε σε τι διαφέρουμε από τις αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες, που συνειδητά ή ασυνείδητα τις έχουμε για πρότυπο. Ακόμα και όταν τις επικρίνουμε, αυτές έχουμε ως μέτρο σύγκρισης, τόσο για την ιδιωτική κατανάλωση όσο και για τις κοινωνικές υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτό είναι χρήσιμη μια νεοθεσμική οπτική, που αναλύει τις παραλλαγές του καπιταλισμού και τις σχετίζει με τις ιστορικές καταβολές και τους θεσμούς κάθε χώρας[/FONT][FONT="]3[/FONT][FONT="].
[/FONT] [FONT="]Οι θεσμοί είναι μια ευρεία έννοια, που επιδέχεται διαφορετικούς ορισμούς. Στον πιο γενικό ορισμό ο όρος περιλαμβάνει τους επίσημους θεσμούς(το σχολείο) και τους ανεπίσημους(το φροντιστήριο και το ιδιαίτερο). Περιλαμβάνει τις ρυθμίσεις(ιατρική νομοθεσία), τους οργανισμούς(το νοσοκομείο), αλλά και τις συχνές συμπεριφορές(το φακελάκι). Περιλαμβάνει επίσης, σε μερικές θεωρήσεις, την ιδεολογία(τι είναι πρόοδος) και τη νοοτροπία (εργασιακή ηθική).
[/FONT] [FONT="]Η νεοθεσμική θεώρηση επιδιώκει να φωτίσει και να εξηγήσει τις μικρο-οικονομικές συμπεριφορές που διαμόρφωσαν τα μακρο-μεγέθη. Γιατί αφήσαμε την κοινωνική ασφάλιση να χρεοκοπήσει; Γιατί δεν πληρώνουμε φόρους; Γιατί δεν έχουμε εξαγώγιμα βιομηχανικά προϊόντα; Γιατί κάνουν φροντιστήριο οι μαθητές των λυκείων; Σε τι είμαστε διαφορετικοί σε αυτό το επίπεδο από τους Γερμανούς;
[/FONT] [FONT="]Η πρόχειρη εμπειρική απάντηση είναι ένας πολύ μακρύς κατάλογος: διαφθορά, πελατειακό σύστημα, γραφειοκρατία, οικογενειοκρατία, διαπλοκή, καταναλωτισμός, παπαγαλία στο σχολείο, καχυποψία, αλλά και ευέλικτες επιχειρήσεις, πτυχιούχοι, φιλοδοξία, κινητικότητα, πολιτική άποψη, αντίσταση, πολυγλωσσία, εργατικότητα (υπό όρους), εξωστρέφεια. Δεν βοηθάει όμως πολύ μια τέτοια παράθεση. Πιο διαφωτιστικό είναι, από όλο το πλέγμα των θεσμών που απαρτίζουν την ελληνική μικροοικονομία, να ξεχωρίσουμε λίγα και βασικά, όπου διαφέρουμε από τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες.
Τα ακόλουθα θεωρώ ότι είναι τα κρίσιμα στοιχεία της ελληνικής ιδιομορφίας :
[/FONT][FONT="]Το πλήθος και το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, μαζί με τη μεγάλη διασπορά της ιδιοκτησίας των ακινήτων (νοικοκυραίοι). [/FONT]
[FONT="]Η μεγάλη έκταση και διασπορά των προσόδων (ραντιέρηδες).[/FONT]
[FONT="]Η ελλιπής συνείδηση συνεργασίας και παράλληλα η μεγάλη ανταπόκριση σε κίνητρα και αντικίνητρα (καιροσκόποι).
[/FONT] [FONT="]Η Ελλάδα είναι μια καπιταλιστική οικονομία με κοινωνικό κράτος, όπως πολλές άλλες. Αλλά όπως και κάθε άλλη έχει τη δική της δυναμική, που δημιουργείται από τα ιδιαίτερα στοιχεία της μαζί με τα γενικά στοιχεία του καπιταλισμού.[/FONT]
[FONT="]ΝΟΙΚΟΚΥΡΑΙΟΙ [/FONT]
[FONT="]Ένας θεμελιακός θεσμός[/FONT]
[FONT="]
[/FONT][FONT="]Δεν υπάρχει άλλη χώρα στην Ευρώπη και στον ΟΟΣΑ που να έχει τόσο πολλούς αυτοαπασχολούμενους και τόσα μικροαφεντικά όπως η Ελλάδα σε αναλογία με τον πληθυσμό.[/FONT][FONT="] Στην Ελλάδα το 57% όσων απασχολούνται στη «μη χρηματοοικονομική επιχειρηματική οικονομία» (ΜΧΕΟ) είναι είτε αυτοαπασχολούμενοι είτε σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 απασχολούμενους. Στο σύνολο της ΕΕ των «27» ο δείκτης είναι 30%. Η Ιταλία έρχεται δεύτερη με 47%, η Πορτογαλία τρίτη με 42%. Η Γαλλία είναι στο 27%, η Μ. Βρετανία στο 21%, η Γερμανία στο 18%. Το νέο μας πρότυπο, η Δανία, στο 20%[/FONT][FONT="] 4[/FONT][FONT="].
[/FONT] [FONT="]Εξίσου κατακερματισμένη είναι και η γεωργία, που δεν περιλαμβάνεται στα παραπάνω. Στην αμπελοπαραγωγό Κορινθία ο μέσος εξαγωγικός αμπελώνας είναι κάτω από 30 στρέμματα και ο μεγαλύτερος κάτω από 200. Οι ανταγωνιστές της Κορινθίας στη Μούρθια της Ισπανίας έχουν πάνω από 1.000 στρέμματα ο καθένας. Το ίδιο και στην Καλιφόρνια, στη Νότιο Αφρική, στη Χιλή, στην Αίγυπτο.
[/FONT][FONT="]Στο σύνολο της οικονομίας, οι απασχολούμενοι σε επιχειρήσεις άνω των 250 εργαζομένων δεν ξεπερνούν το 9% του εργατικού δυναμικού – μαζί με τις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες.[/FONT]
[FONT="]Πώς έχει συμβεί να έχουμε τόσο πολλές και μικρές επιχειρήσεις [/FONT][FONT="]– αμπέλια, ελαιοτριβεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, μίνι μάρκετ, ιατρεία, θέατρα, μπουτίκ, βιοτεχνίες ενδυμάτων, εταιρειούλες πληροφορικής –και γιατί πολύ λίγους μεγάλους εργοδότες;[/FONT]
[FONT="]Το οφείλουμε στην ιστορία, που απέτρεψε σε εμάς την πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου των δυτικών οικονομιών, στους θεσμούς του σημερινού κράτους, που βοηθούν να επιβιώσει η μικρή ιδιοκτησία και εμποδίζουν τη μεγέθυνση των επιχειρήσεων, αλλά και στη νοοτροπία που μας αποτρέπει από το να συνεργαζόμαστε.
[/FONT][FONT="]Η Δυτική Ευρώπη μπήκε στη βιομηχανική εποχή με μεγάλες γαιοκτησίες και πλήθος ακτήμονες εργάτες, κληρονομιά της φεουδαρχίας. Το νέο ελληνικό κράτος δημιουργήθηκε μέσα σε μια κοινωνία από μικροϊδιοκτήτες, συνέπεια της οθωμανικής πολιτικής που στήριζε τον μικρό γεωργό και αποθάρρυνε τη μεγάλη γαιοκτησία. [/FONT][FONT="]Η πολιτική γης του νέου κράτους συνέχισε να ευνοεί τον μικρό κλήρο. Ακόμα και τα μεγάλα τσιφλίκια της Θεσσαλίας κατακερματίστηκαν με τα χρόνια. Η μεγάλη πλειονότητα των οικογενειών είχε κάποια ακίνητη περιουσία, αγροτική ή αστική, όπου έστησε μια αγροτική εκμετάλλευση ή ένα μαγαζί ή έχτισε ιδιόκτητο σπίτι. Σε αυτό η Ελλάδα ήταν τελείως διαφορετική από όλη τη μη Οθωμανική Ευρώπη. Οι δε γείτονές μας στα Βαλκάνια, όσοι είχαν εκτεταμένη μικροϊδιοκτησία, την απώλεσαν με τον σοσιαλισμό.
[/FONT] [FONT="]Οι μικροεπιχειρήσεις εξακολουθούν να είναι η κυρίαρχη μορφή οργάνωσης του ιδιωτικού τομέα της οικονομίαςμετά από 180 χρόνια σύγχρονου κράτους, με αστικούς θεσμούς και με περίπου ελεύθερη αγορά. Αυτό είναι αξιοπερίεργο. Σε μια σύγχρονη οικονομία το μέγεθος είναι πλεονέκτημα – αν όχι σε όλες τις δουλειές, πάντως σε πάρα πολλές. Εδώ όμως οι επιχειρήσεις δεν μεγαλώνουν. Ας απαριθμήσουμε τις αιτίες.[/FONT]
[FONT="]Οι οικογένειες με ιδιοκτησία, έστω και μικρή, δεν στέλνουν τα παιδιά τους να γίνουν εργάτες[/FONT][FONT="]. Αν αποφασίσουν να γίνουν χαμηλόμισθοι υπάλληλοι, αυτό γίνεται μόνο σε δουλειές με εργασιακή ασφάλεια και καλή σύνταξη – στο Δημόσιο ή στις τράπεζες. Αλλιώς προτιμάνε το χωράφι ή το μικρομάγαζο των γονιών. Το νοικοκυριό αντιστέκεται στην προλεταριοποίηση.[/FONT]
[FONT="]Οι νόμοι δεν εφαρμόζονται ομοιόμορφα[/FONT][FONT="].[/FONT][FONT="]Η φορολογία, η κοινωνική ασφάλιση, οι κανονισμοί εργασίας κ.ά. επιβαρύνουν περισσότερο τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, επειδή οι μικρές παρανομούν πιο εύκολα[/FONT][FONT="]. Όταν το ταμείο το κρατάει η οικογένεια μπορεί να αποκρύψει πωλήσεις ή να απασχολήσει ανασφάλιστους. Ενώ όταν η τιμολόγηση και οι προσλήψεις καταγράφονται σε οργανωμένο λογιστήριο από υπαλλήλους, η φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή ενέχει μεγαλύτερο ρίσκο. Συνεπώς στην Ελλάδα η ανομία ευνοεί τον κατακερματισμό. Το κράτος γενικά δεν κυνηγάει τους μικρούς.[/FONT]
[FONT="]Οι ξένες άμεσες επενδύσεις αποθαρρύνονται[/FONT][FONT="]. [/FONT][FONT="]Σε άλλες περιφερειακές χώρες δημιουργήθηκε μεγάλη βιομηχανία από το ξένο κεφάλαιο. Εδώ, η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η αντίσταση των τοπικών κοινωνιών, η ρητορική του λαϊκισμού είχαν αποτέλεσμα να έρθουν σχετικά λίγοι ξένοι επενδυτές και να παραμείνουν πολύ λιγότεροι. Σημαντικές εξαιρέσεις, οι κλάδοι των μη εμπορεύσιμων (non-tradable) υπηρεσιών: τράπεζες, τηλεφωνία, [/FONT][FONT="]λιανικό εμπόριο.[/FONT][FONT="][FONT="]5 [/FONT][/FONT][FONT="] Σε [/FONT][FONT="]αυτούς οι ξένοι ήρθαν γιατί το ψηλό κόστος εισόδου και λειτουργίας δεν τους αποτρέπει – το καλύπτουν με ψηλότερες τιμές. Άλλο να έχεις να ανταγωνιστείς στην παγκόσμια αγορά και άλλο μόνο τις ελληνικές επιχειρήσεις στην ελληνική αγορά.
[/FONT] [FONT="]Στα παραπάνω ας προστεθούν οι πάμπολλοι κανονισμοί και απαγορεύσεις που προστατεύουν τον υπάρχοντα τρόπο λειτουργίας σε δεκάδες κλάδους, καθώς και το μικρό μέγεθος των οικοπέδων.
[/FONT] [FONT="]Είναι τόσο ισχυρή η θεσμική προτίμηση προς τη μικρή κλίμακα, ώστε ούτε οι πρόσφυγες του 1922, ούτε οι μετανάστες μετά το 1990 δεν έγιναν μόνιμο προλεταριάτο για μεγάλους εργοδότες, όπως συνέβη αντίστοιχα αλλού. Ενώ οι μικροεργοδότες πλούτισαν στα χωράφια και στις πόλεις στην πλάτη των μεταναστών.
[/FONT] [FONT="]Η αυτοαπασχόληση, η μικροεργοδοσία, η οικογενειακή επιχείρηση είναι σταθερός και θεμελιακός θεσμός της οικονομικής μας οργάνωσης. Ίσως ο πιο θεμελιακός. Η ποσοστιαία συμμετοχή τους στην απασχόληση και στο εισόδημα δεν πρόκειται να συρρικνωθεί υπό κανονικές συνθήκες. Ούτε καν μια βαθιά και μακροχρόνια ύφεση δεν θα το αλλάξει αυτό. Μόνο μια επανάσταση στους θεσμούς θα το άλλαζε.
[/FONT] [FONT="]Είναι σημαντικό το εξής: ο θεσμός ορίζει την εξειδίκευση και όχι το αντίστροφο. Δηλαδή, επειδή είμαστε μια κοινωνία μικροεπιχειρηματιών, δεν μπορούμε να παράγουμε ηλεκτρονικές συσκευές – και όχι, επειδή δεν παράγουμε συσκευές, είμαστε μικροεπιχειρηματίες. Αυτό δεν έχει γίνει συνείδηση στην τεχνοκρατία που σχεδιάζει κατά καιρούς τις πολιτικές της ανάπτυξης. Πιστεύει ότι με κατάλληλες χρηματοδοτήσεις και υποδομές μπορεί να δημιουργηθούν ανταγωνιστικές βιομηχανίες σε κλάδους που απαιτούν μεγαλύτερη κλίμακα. Σε κάθε εποχή οι μικροϊδιοκτήτες θα κάνουν τις εργασίες που τους ταιριάζουν – χτες σφουγγαράδες, σήμερα ενοικιαζόμενα δωμάτια, αύριο τι;[/FONT]
[FONT="]Οικογενειακές στρατηγικές
[/FONT] [FONT="]Μια οικονομία μικρών μονάδων ωθεί τα νοικοκυριά σε άλλες επιλογές από μια οικονομία υπαλλήλων και μεγάλων οργανισμών. Η οικογένεια αναζητά τη σταθερότητα στην πολυέργεια[/FONT][FONT="][FONT="][FONT="]6[/FONT][/FONT], δηλαδή σε πολλαπλές πηγές εισοδήματος, όσες μπορεί να βρει και να προσποριστεί. Υπάρχει οικογενειακή αλληλεγγύη: τα πολλαπλά εισοδήματα απαιτούν πολλαπλά χέρια: ο πατέρας έχει το πρατήριο βενζίνης για τη σιγουριά, ο γιος σπουδάζει πληροφορική για το κάτι παραπάνω, αλλά άμα δεν του βγει δεν θα πεινάσει. Η κόρη, κατά προτίμηση δασκάλα ή υπάλληλος του Δήμου – κάτι σταθερό που αφήνει ελεύθερο χρόνο για να φροντίζει γέροντες γονείς και την επόμενη γενιά. Αν το οικογενειακό μαγαζί πάει καλά, η οικογένεια ολόκληρη το δουλεύει. Αν όχι, μένει να δουλεύει με ένα-δυο μέλη. Το σύστημα έχει θαυμαστή σταθερότητα, ευελιξία και διάρκεια.[/FONT]
[FONT="]Σε οικονομία μικροϊδιοκτητών, οι επενδύσεις των νοικοκυριών διαφέρουν από αυτές στις οικονομίες της μεγάλης κλίμακας. Κατευθύνονται, απόλυτα ορθολογικά, σε ακίνητα και σε εκπαίδευση. Στις δυτικές οικονομίες οι αποταμιεύσεις επενδύονται συλλογικά μέσα από ασφαλιστικά ταμεία, ή από αμοιβαία κεφάλαια, ή από καταθέσεις. Καταλήγουν ως χρηματοδότηση στη βιομηχανία, στην τεχνολογία, σε υποδομές, και γενικά σε μεγάλους οργανισμούς. Στην ελληνική μικρή οικονομία η χρηματική αποταμίευση δεν έχει αξιόπιστες συλλογικές διεξόδους.
[/FONT] [FONT="]Το ανθρώπινο κεφάλαιο έχει άλλη μορφή στη μικροϊδιοκτησία. Στις δυτικές οικονομίες μπορεί να αναπτυχθεί μέσα από καριέρα – δηλαδή χτίζοντας σχέση με μια μεγάλη επιχείρηση ή οργανισμό. Η ανώτατη εκπαίδευση είναι χρήσιμη μόνο ως πρώτο βήμα στην καριέρα – αν η αγορά εργασίας δεν την ζητά ούτε οι νέοι την επιδιώκουν. Στη μικρή ιδιοκτησία, η αξία του ανθρώπου επενδύεται στα ατομικά του στοιχεία. Η αγορά εργασίας δεν δίνει σαφή μηνύματα. Σημασία έχουν τα εφόδια που θα κατέχω σε μια γενικά αβέβαιη πορεία. Σπουδάζω μηχανικός, όχι επειδή προσδοκώ να δουλέψω στη Volkswagen, αλλά επειδή θα έχω επιλογές ως έμπορος, κατασκευαστής, εργολάβος, μελετητής, και ίσως ίσως στέλεχος. Γι’ αυτό τα νοικοκυριά υπερεπενδύουν στην εκπαίδευση των παιδιών:σε φροντιστήρια ξένων γλωσσών και πανελλαδικών εξετάσεων, σε δαπάνες διαβίωσης των φοιτητών. Στους εθνικούς λογαριασμούς αυτές οι δαπάνες φαίνονται ως κατανάλωση. Αλλά είναι επένδυση.[/FONT]
[FONT="]Δυναμική[/FONT]
[FONT="]
Ο θεσμός είναι σταθερός εφόσον μπορεί να παράγει αρκετό εισόδημα για τα μέλη του, έστω με κρίσεις και μεταλλάξεις. Αλλά δεν υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στον κόσμο που οι τοπικές οικονομίες μικροεπιχειρήσεων να είναι διεθνώς ανταγωνιστικές – στη βόρεια Ιταλία βρίσκονται τα λίγα πετυχημένα παραδείγματα. Στην Ελλάδα ήταν ανταγωνιστική κατά καιρούς η μικρής κλίμακας γεωργία και ο τουρισμός, και είχαν μεγάλη συμβολή τα εμβάσματα από προσωπική εργασία – από τους μετανάστες και τους ναυτικούς. Αλλά αυτά δεν έφταναν και τα συμπληρώναμε με δάνεια και επιχορηγήσεις από το εξωτερικό.
[/FONT] [FONT="]Τώρα που στέρεψαν τα δάνεια, η Ελλάδα θα χρειαστεί να γίνει ανταγωνιστική σε περισσότερους κλάδους. [/FONT][FONT="]Μπορούν αυτό να το πετύχουν οι μικροεπιχειρήσεις; Δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερο πρόβλημα η μετάβαση σε νέες δραστηριότητες. Η ελληνική πολυέργεια των οικογενειών αυτό σημαίνει. Δεν πρόκειται για οικογένειες που αφοσιώνονται στην ίδια τέχνη από γενιά σε γενιά. Τα παιδιά σπουδάζουν νέα αντικείμενα και οι γονείς τα στηρίζουν.
[/FONT] [FONT="]Τρία είναι τα μεγάλα μειονεκτήματα της μικρής κλίμακας:[/FONT][FONT="] το κόστος (οικονομίες κλίμακας), ο συντονισμός (κόστος συναλλαγών, οικονομίες φάσματος) και η συνέχεια (καινοτομία, αναβάθμιση, διαδοχή γενεών). Αν το ευρύτερο θεσμικό περιβάλλον αλλάξει για να βοηθήσει τις μικροεπιχειρήσεις να τα αντιμετωπίσουν, τότε ναι, ίσως μπορέσουμε να χτίσουμε μια ανταγωνιστική οικονομία πάνω στη μικρή κλίμακα. Αλλιώς, είτε φτώχεια είτε απότομη συγκέντρωση του κεφαλαίου.[/FONT]
[FONT="]ΡΑΝΤΙΕΡΗΔΕΣ[/FONT]
[FONT="]
Ο όρος πολιτική πρόσοδος δηλώνει τους διάφορους μηχανισμούς με τους οποίους επιχειρήσεις, συντεχνίες και άτομα καρπώνονται εισοδήματα από το κράτος που δεν αντιστοιχούν σε πραγματική προσφορά υπηρεσίας ή προϊόντος. Ο όρος περιλαμβάνει την αργομισθία, τη συνταξιοδότηση με προνομιακούς όρους, τις επιχορηγήσεις χωρίς αναπτυξιακό αποτέλεσμα, τις υπερκοστολογημένες προμήθειες και έργα, και τις μίζες των δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει επίσης τις ρυθμίσεις που επιτρέπουν σε συντεχνίες να υπερτιμολογούν στην αγορά (κλειστά επαγγέλματα, ρυθμιζόμενες αμοιβές, απαγορεύσεις), και, κάτι λιγότερο φανερό, τα οφέλη από την παρανομία όταν οι ανταγωνιστές σου είναι σύννομοι. Δεν περιλαμβάνει εκείνους του μισθούς του Δημοσίου που αμείβουν πραγματικά εργαζόμενους, ούτε τις συντάξεις, τα επιδόματα ανεργίας, κτλ, που δίνονται με γενικά κοινωνικά κριτήρια.
[/FONT] [FONT="]Μερικοί ανάγουν τη διόγκωση της πολιτικής προσόδου στη δεκαετία του 1980 και στον τρόπο με τον οποίο το ΠΑΣΟΚ ενσωμάτωσε νέα στρώματα και νέα τζάκια στην οικονομική ανάπτυξη. Αλλά η φαυλοκρατία και οι πελατειακές σχέσεις ήταν σύμφυτες με το ελληνικό κράτος από την ίδρυσή του [/FONT][FONT="]7[/FONT][FONT="], και το κράτος ήταν πάντα ρυθμιστής στην οικονομία[/FONT][FONT="]. Η διανομή προσόδων ήταν αναγκαίος μηχανισμός για τη νομιμοποίηση των πολιτικών στα μάτια του κόσμου, αλλά και ο προσπορισμός προσόδων ήταν βασικός λόγος για γίνει κάποιος πολιτικός.
[/FONT] [FONT="]Το κράτος συνολικά υπήρξε ραντιέρης εμβασμάτων, ζώντας σε μεγάλο βαθμό από διεθνείς εισροές : δάνεια που μοίρασε και δεν αποπλήρωσε, σχέδια βοήθειας, και πιο πρόσφατα τα ταμεία της ΕΕ. Τούτα τα εμβάσματα έχουν επηρεάσει σε βάθος την κοινωνία: «Ας περάσει το χρήμα τα σύνορα και θα βρούμε τη μοιρασιά» μου έλεγε ένας μικροεργολάβος αγροτικών εγκαταστάσεων κουβεντιάζοντας πώς θα πάρουμε κάποια επιχορήγηση.
[/FONT] [FONT="]Υπήρχαν και υπάρχουν σημαντικές μη πολιτικές πρόσοδοι στην ιδιωτική οικονομία. Τα έσοδα από τουρισμό ενέχουν μεγάλο στοιχείο προσόδου, εφόσον ο επισκέπτης πληρώνει πρώτα για τον τόπο και μετά για τις υπηρεσίες. Τα εμβάσματα από το εξωτερικό (ναυτιλιακά, μεταναστευτικά) παράγονται μεν από εργασία εκτός συνόρων, αλλά για την τοπική κοινωνία που τα υποδέχεται είναι καθαρή πρόσοδος.[/FONT]
[FONT="]Η δημοκρατική πρόσοδος[/FONT]
[FONT="]
Οι μηχανισμοί προσπορισμού προσόδων διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Παράγουν όμως ένα κοινό πολιτισμικό αποτέλεσμα: όλοι σχεδόν οι Έλληνες, από τον μεγάλο επιχειρηματία μέχρι τον μικροοικοπεδούχο στο νησί και τον δημοτικό υπάλληλο στην επαρχία, θεωρούν φυσικό να έχουν κάποια εισοδήματα χωρίς να ρισκάρουν κεφάλαια και χωρίς να εργάζονται παραγωγικά – εισοδήματα σημαντικά για τα μέτρα του καθενός. Αν δεν το πετύχουν αισθάνονται αδικημένοι.[/FONT]
[FONT="]Πώς αναπαραγόταν τόσα χρόνια το σύστημα της προσοδοκρατίας; Η πρώτη αιτία ήταν ότι «λεφτά υπάρχουν» – από τις εισροές από το εξωτερικό, από την απομύζηση της παραγωγής σε μια κοινωνία που μπορούσε κατά καιρούς να παρακολουθεί ικανοποιητικά την τεχνική πρόοδο, αλλά πρόσφατα και από την υπερεκμετάλλευση των μεταναστών.[/FONT]
[FONT="]Η δεύτερη αιτία ήταν ο δημοκρατικός χαρακτήρας του συστήματος. Οι πρόσοδοι είχαν ευρεία διασπορά· ιδίως μετά το 1980 τα περισσότερα νοικοκυριά κάτι τσιμπούσαν από το σύστημα. Η δημοκρατική νομιμοποίηση ενισχύθηκε από νέους μηχανισμούς που προσδίδουν στο σύστημα έναν αντικειμενικό χαρακτήρα: ΑΣΕΠ αντί για ρουσφέτι, πανελλαδικές αντί για το βαθμό του σχολείου. Όταν για να διοριστούν ή να εισαχθούν χρειάζεται να κοπιάσουν και να ανταγωνιστούν τίμια, κανένας δεν αναρωτιέται μήπως η θέση που πήραν είναι άχρηστη. Και θεωρείται άδικο να καταργηθούν τα όποια προνόμια έχει η θέση.[/FONT]
[FONT="]Συμπεριφορές[/FONT]
[FONT="]
Όπως κάθε οικονομικός μηχανισμός που κυριαρχεί (ή συγκυριαρχεί) σε μια κοινωνία έτσι και η προσοδοκρατία επιδρά με πολλούς τρόπους στις συμπεριφορές και στη νοοτροπία. Μπορεί να μην πηγάζει από πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, αλλά σίγουρα τις δημιουργεί.
[/FONT] [FONT="]Μηδενικό άθροισμα[/FONT][FONT="]:[/FONT][FONT="] η πρόσοδος δεν μεγεθύνει την πίτα, τη μοιράζει. Συνεπώς προϋποθέτει μαχητική διεκδίκηση, και δεν προϋποθέτει παραγωγική εργασία. Εκτρέφει το λαϊκισμό[/FONT][FONT="], που βασικό συστατικό του είναι ότι μεταθέτει την ευθύνη για το σύνολο στον άλλο πόλο, στον εχθρό. Στο λαϊκισμό οι πολίτες, ανεξάρτητα από την πραγματική τους θέση στην παραγωγή και στη διανομή, νιώθουν σαν να ανήκουν στο πιο αδύναμο στρώμα, που δικαιούται να διεκδικεί αναδιανομή για λόγους ανθρωπιστικούς, δικαιοσύνης [/FONT][FONT="]8[/FONT][FONT="]. Δεν τους αφορά πώς θα παραχθεί ο πλούτος, ούτε αν πρέπει η αναδιανομή να γίνει πρώτα σε άλλους, πιο αδύναμους. Την ευθύνη για το όλον την έχουν άλλοι. Ο λαϊκισμός διαφέρει ριζικά σε τούτο από μια σοσιαλιστική στρατηγική που θα άρχιζε από τον τρόπο παραγωγής πριν φτάσει στη διανομή. Ή από μια στρατηγική αναδιανομής που θα εστίαζε στους πραγματικά πιο αδύναμους και αποκλεισμένους.
[/FONT] [FONT="]Επιχειρηματικότητα:[/FONT][FONT="] αν οι επιχειρήσεις μπορούν να βγάλουν ψηλά κέρδη από τις κρατικές εργολαβίες ή από άλλα προνόμια, επενδύουν πιο πολύ στο να αποκτήσουν τα προνόμια παρά στο να γίνουν ανταγωνιστικές σε μια ανοιχτή αγορά.[/FONT][FONT="]Με το καιρό αυτό στρεβλώνει όλη τη στρατηγική τους – ο καλός πωλητής είναι αυτός που καλλιεργεί σχέσεις στο Δημόσιο, ο καλός μηχανικός είναι αυτός που ξεχειλώνει το έργο για να κοστίσει περισσότερο, κτλ. Σπάνια μια επιχείρηση κρατικοδίαιτη είναι και ανταγωνιστική. Τα παραδείγματα αρχίζουν από τους εθνικούς προμηθευτές και φτάνουν στις εταιρειούλες πληροφορικής της δεκαετίας του 1990, όπου ευφυέστατοι τεχνικοί έφαγαν τα νιάτα τους σε άκαρπη «έρευνα και ανάπτυξη» για ευρωπαϊκά προγράμματα.
[/FONT] [FONT="]Μετρήσεις και προϋπολογισμοί[/FONT][FONT="]: ο ραντιέρης δεν έχει ανάγκη να μετρήσει τον κόσμο, ο παραγωγός έχει. Ο ραντιέρης θα παζαρέψει. Ο παραγωγός θα σχεδιάσει τις εισροές και τις εκροές του, θα προσπαθήσει να μεγιστοποιήσει το περιθώριο ανάμεσα στις δύο. Ό,τι κάνει ο ραντιέρης κάνει και το κράτος της προσοδοκρατίας. Παζαρεύει συνεχώς με διάφορες ομάδες (αδιόριστους για διορισμούς, αγρότες για παροχές, επιχειρηματίες για έργα), στις οποίες πάντα δίνει κάτι παραπάνω από εκεί που ξεκίνησε. Δεν δεσμεύεται από ένα απόλυτο όριο δαπανών ή φοροαπαλλαγών. Καταλήγει σχεδόν πάντα με έλλειμμα, χωρίς να το έχει προγραμματίσει. Αλλά και πέρα από τα δημοσιονομικά, η κοινωνία δεν ζητά μετρήσεις: ούτε για τους ρύπους, ούτε την ποιότητα των νοσοκομείων, ούτε για την επίδραση της αστυνόμευσης στην εγκληματικότητα. Δεν υπάρχει καμιά πίεση στις δημόσιες υπηρεσίες να μετρήσουν και να αξιολογήσουν. Κάπως έτσι καταλήγουμε στα Greek statistics – πολύ πριν τη σκόπιμη παραποίηση των αριθμών.[/FONT]
[FONT="]ΚΑΙΡΟΣΚΟΠΟΙ[/FONT]
[FONT="]
Ίσως να είμαστε το ίδιο εργατικοί με τους Δυτικούς όταν έχουμε τις ίδιες επιλογές με αυτούς. Είμαστε όμως λιγότερο συνεργατικοί.[/FONT]
[FONT="]Στη θεωρία παιγνίων καιροσκόπος (ή οπορτουνιστής) είναι αυτός που αρπάζει την ευκαιρία να βγάλει ένα καλό κέρδος σήμερα, ακόμα και αν αυτό δυσχεράνει τη θέση του αύριο. Συνήθως, είναι αυτός που παραβαίνει έναν κανόνα ή χαλάει μια συνεργασία για να κάνει την αρπαχτή.
[/FONT] [FONT="]Ο ταβερνιάρης στην Πλάκα που σερβίρει σαβούρα στους τουρίστες αυτό κάνει: παραβαίνει την άτυπη σύμβαση του εστιάτορα με τον πελάτη, για να βγάλει καλό κέρδος στη μερίδα, με κίνδυνο ο πελάτης να μην ξαναέρθει. Πράττει απόλυτα ορθολογικά, γιατί ο τουρίστας είναι περαστικός και δεν θα ξαναερχόταν έτσι κι αλλιώς. Αυτό χαλάει τη γενική εικόνα της Αθήνας, αλλά δεν τον ενδιαφέρει, γιατί η εικόνα διαμορφώνεται από όλες τις ταβέρνες μαζί, όχι από τη δική του.
[/FONT][FONT="]Στον αντίποδα της καιροσκοπίας είναι η συμμόρφωση ή η συνεργασία. Η επιχείρηση που επενδύει στην ποιότητα, ο εργολάβος που αποθέτει τα μπάζα στη μακρινή επίσημη χωματερή αντί για το διπλανό χωράφι, ο συνεργάτης που δουλεύει σκληρά αντί να λουφάρει σε βάρος της ομάδας, ο επαγγελματίας που δεν φοροδιαφεύγει είναι στη γλώσσα της θεωρίας παιγνίων συνεργάσιμος (cooperator). [/FONT]
[FONT="]Οι ρίζες της συνεργασίας[/FONT]
[FONT="]
Οι Έλληνες φέρονται πιο καιροσκοπικά από τους Σουηδούς ή και τους Γάλλους. Η διαφορετική συμπεριφορά δεν έχει μια μόνο αιτία. Υπάρχει πολιτισμική διαφορά νοοτροπίας. Παράλληλα η δομή των κινήτρων και των κυρώσεων συγκριτικά ευνοεί την αρπαχτή. Τα δύο επίπεδα (νοοτροπία – δομή) αλληλεπιδρούν μέσα από την ανοχή (δεν σε καταγγέλλω που φοροδιαφεύγεις) και τη δυσπιστία (σε ρίχνω, γιατί φοβάμαι ότι θα με ρίξεις).[/FONT]
[FONT="]Πού οφείλεται η πολιτισμική διαφορά στην έφεση για συνεργασία, και πόσο βαθιά είναι;[/FONT][FONT="] Σε τέτοια ερωτήματα η συστηματική έρευνα και θεωρία διεθνώς τώρα ξεκινάει, ουσιαστικά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Για την Ελλάδα η πιο ενδιαφέρουσα αφήγηση είναι του Στέλιου Ράμφου, για την «άπρακτη εξατομίκευση». Η ανθρωπολογία του προσώπου διαμορφώθηκε διαφορετικά σε εμάς από ό,τι στη Δύση. Εκεί «σκοπός του ατόμου είναι η εντός του ανακεφαλαίωση, ει δυνατόν, της συνολικής κοινωνικής και πνευματικής εξελίξεως – η εν ευαισθησία καθολικότης του ως ανθρώπου»[/FONT][FONT="]9[/FONT][FONT="]. Ο δυτικός άνθρωπος έχει εσωτερικεύσει τους κανόνες της κοινωνίας – τους έχει εξατομικεύσει. Στους Έλληνες, όταν διασπάστηκαν οι συλλογικές δομές του μεσαίωνα, μείναμε στον ατομισμό χωρίς την εξατομίκευση.
[/FONT] [FONT="]Συναφής αλλά διακριτός παράγοντας ήταν η εξέλιξη των πολιτικών θεσμών και των οικονομικών ιεραρχιών. Στη Δύση η φεουδαρχία, η μοναρχία και η Καθολική Εκκλησία με την αλληλεπίδρασή τους δημιούργησαν το απολυταρχικό κράτος που είχε την ευθύνη να καθοδηγεί την κοινωνία. Το κράτος αυτό το κληρονόμησε η αστική τάξη και ενίσχυσε τον καθοδηγητικό του ρόλο [/FONT][FONT="]10[/FONT][FONT="]. Παράλληλα, στη βιομηχανική επανάσταση αναπτύχθηκαν οι μεγάλες επιχειρήσεις - ιεραρχίες που έδιναν σταθερούς ρόλους σε εργάτες και υπαλλήλους. Αυτά δεν έγιναν στην Ελλάδα, που αποτίναξε το οθωμανικό κράτος, δεν το μετεξέλιξε, και που αντιστάθηκε στις οικονομικές ιεραρχίες.
[/FONT] [FONT="]Με άλλα λόγια, οι αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες δεν στηρίχτηκαν μόνο στην ελεύθερη αγορά και στα ατομικά κίνητρα. Στηρίχτηκαν σε ιεραρχικούς οργανισμούς (κάθετους κανόνες) και σε στρατηγικές συνεργασίας (οριζόντιους κανόνες). Ο πετυχημένος και ιδεολογικά ηγεμονικός καπιταλισμός είναι ελεύθερη αγορά ενσωματωμένη σε κοινωνία κανόνων και ευθύνης. Αλλιώς είναι ή ζούγκλα ή μικρομάγαζα. Εμείς δεν έχουμε αποδεχθεί ούτε τους κάθετους κανόνες ούτε τους οριζόντιους – ούτε πειθαρχούντες ούτε πειθαρχημένοι. Αν έχουμε αποφύγει τη ζούγκλα είναι γιατί έχουμε κρατήσει τα μικρομάγαζα.[/FONT]
[FONT="]Οι θεσμοί των καιροσκόπων[/FONT]
[FONT="]
[/FONT][FONT="]Η καιροσκοπική νοοτροπία εξηγεί γιατί αποτυχαίνουν οι συνεταιρισμοί και πετυχαίνουν οι συντεχνίες[/FONT][FONT="]. Ο συνεταιρισμός διαχειρίζεται ένα συλλογικό αγαθό – για παράδειγμα, ένα συσκευαστήριο για τα αγροτικά προϊόντα των μελών του ή μια κρατική επιχορήγηση που δίνεται για να γίνει το συσκευαστήριο. Χωρίς αμοιβαία εμπιστοσύνη και συμμόρφωση στους κανόνες τα μέλη κοιτάνε πώς θα κερδίσουν ο καθένας ρίχνοντας τη ζημιά στο συλλογικό αγαθό. Θα στείλουν στο συσκευαστήριο τη δεύτερη ποιότητα, αλλά το καλό θα το πουλήσουν ιδιωτικά – ή θα φάνε την επιχορήγηση χωρίς να επενδύσουν, γιατί δεν εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο για συνεταίρο.
[/FONT] [FONT="]Η συντεχνία δεν έχει συλλογικό αγαθό, έχει συλλογική[/FONT][FONT="] διεκδίκηση[/FONT][FONT="]. Τα μέλη αναγνωρίζουν το κοινό συμφέρον στην κοινή επαγγελματική ταμπέλα, και διεκδικούν προνόμια κοινά μεν, αλλά που θα τα καρπωθούν ιδιωτικά. Είναι μια συνεργασία με χαμηλή επένδυση και ρίσκο, όπως αρμόζει σε σύνολα με χαλαρούς δεσμούς συνεργασίας.
[/FONT] [FONT="]Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύξαμε μερικούς αξιοθαύμαστους οικονομικούς θεσμούς, που όμως ξενίζουν τους δυτικής παιδείας τεχνοκράτες. Οι μεταχρονολογημένες επιταγές, με το νομικό πλαίσιο που τις διέπει, ενισχύουν την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους συναλλασσόμενους γιατί επιφέρουν άμεση κύρωση στον εκδότη της ακάλυπτης επιταγής χωρίς να παρεμβάλλεται η γραφειοκρατία μιας τράπεζας. Ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη για τον αντισυμβαλλόμενο που επιλέγει. Το πρόσωπο, η φήμη, μετράει ιδιαίτερα. Είναι εντυπωσιακό ότι κανένας αποδέκτης μεταχρονολογημένης επιταγής δεν την εμφανίζει πρόωρα για πληρωμή, ενώ νομικά το δικαιούται. Αν το κάνει, η αγορά θα τον αποβάλει. Αυτόν τον θεσμό της ίσος-προς-ίσον χρηματοδότησης, με την ατομική και ονομαστική ευθύνη, θα πρέπει να τον διαφυλάξουμε, και όχι να θέλουμε να τον καταργήσουμε. Η ιεραρχική χρηματοδότηση των τραπεζών περιθωριοποιεί τη ατομική ευθύνη και ενισχύει τον καιροσκοπισμό.
[/FONT] [FONT="]Το μέλλον της συνεργασίας
[/FONT] [FONT="]Ο καιροσκόπος δεν είναι φύσει απατεώνας. Είναι «ορθολογικά εγωιστής». Θα συμμορφωθεί στους κανόνες όταν τον συμφέρει. Αν βρεθεί σε περιβάλλον όπου πλειοψηφούν οι συνεργάσιμοι και υπάρχουν κυρώσεις στην καιροσκοπία, τότε μετατρέπεται σε συνεργάσιμο[/FONT][FONT="]11[/FONT][FONT="]. Το πρόβλημα εδώ είναι ο φαύλος κύκλος. Αν το σύνολο ξεκινάει με πλειονότητα καιροσκόπων, πολύ δύσκολα θα συγκλίνει σε ένα καθεστώς συνεργασίας. Για αυτό μετράει τόσο πολύ η ιστορική κληρονομιά.
[/FONT] [FONT="]Στη Δύση η κληρονομιά ήταν υπέρ της συνεργασίας. Υπάρχουν όμως φόβοι ότι τις τελευταίες δεκαετίες φθείρονται οι θεσμοί και διογκώνεται ο ατομισμός.[/FONT][FONT="]Οι αιτίες που αναφέρονται είναι πολλές, από τη διάβρωση της οικογένειας, τον καταναλωτισμό και τα ατομικά δικαιώματα μέχρι τον οικονομικό φιλελευθερισμό, την εισοδηματική ανισότητα και τις προσόδους. Μήπως εκεί που τείνουν οι Δυτικοί είμαστε ήδη εμείς; Μήπως είμαστε εικόνα από το δυστοπικό τους μέλλον;
[/FONT] [FONT="]Μια αντίρροπη τάση έρχεται από την τεχνολογία. Οι πλατφόρμες ενημέρωσης και συνεργασίας που καθιστούν διάφανη τη συνεισφορά του καθενός και άχρηστη την ιεραρχία επιτρέπουν για πρώτη φορά στην ιστορία να δημιουργούνται συλλογικά προϊόντα με καταμερισμό ατομικής ευθύνης. Δίνουν ένα πλαίσιο συνεργασίας για καιροσκόπους· π.χ. δίνουν τη δυνατότητα σε κάθε μοναχικό προγραμματιστή να πουλήσει υπηρεσίες σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα δίνουν μεγάλη δύναμη στην εθελοντική προσφορά του ελεύθερου χρόνου (λ.χ. Wikipedia) και επιτρέπουν τη συντήρηση μερικών συλλογικών αγαθών χωρίς μεγάλες προσωπικές θυσίες. Μήπως ο ελληνικός ατομισμός βρει τώρα μια δημιουργική θέση στην παγκόσμια οικονομία;
[/FONT] [FONT="]ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ[/FONT]
[FONT="]
Κλείνω με λίγα προλεγόμενα σε μια μεγάλη συζήτηση.
[/FONT] [FONT="]Η πολιτική ανάπτυξης θα πετύχει μόνο αν εστιάσει στις οικογενειακές στρατηγικές, στις μικροεπιχειρήσεις, στην προσοδοκρατία και στον καιροσκοπισμό – είτε για να αξιοποιήσει μερικά στοιχεία τους, είτε για να τα αλλάξει.
[/FONT] [FONT="]Ένα νέο ελληνικό αναπτυξιακό μοντέλο δεν θα μοιάζει με τα πετυχημένα διεθνώς. Ξεκινάει από άλλες βάσεις, και θα έχει άλλη τροχιά. Ας αποδεχθούμε την ιδιομορφία.
[/FONT][FONT="]Η κοινωνία έχει αναπτύξει ανεπίσημους θεσμούς ευρείας αποδοχής. Τα φροντιστήρια, για παράδειγμα, που δεν κλείνουν ποτέ όταν γίνονται καταλήψεις στα σχολεία. Ή τις μεταχρονολογημένες επιταγές. Ας σκεφτούμε πώς θα τους αξιοποιήσουμε.
[/FONT] [FONT="]Δεν έχουμε μεγάλες επιχειρήσεις στα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά. Θα ενισχύσουμε τη συγκέντρωση του κεφαλαίου εκεί, και με ποιο τρόπο; Να ένα ερώτημα-αγκάθι για όλο το ιδεολογικό φάσμα. Και αν ναι, πώς θα αποτρέψουμε την προσοδοθηρία και τον καιροσκοπισμό που εισχωρούν σε όλες τις μεγάλης κλίμακας προσπάθειες στη χώρα μας;
[/FONT] [FONT="]Οι μικρές μονάδες θα είναι πάντα κρίσιμες σε εμάς. Χρειάζεται να γίνουν εξωστρεφείς, ανταγωνιστικές, να καινοτομούν, να συντονίζονται, να μην επιβαρύνονται από τη δημόσια διοίκηση. Όλα τα συστήματα του Δημοσίου, εκπαιδευτικό, φορολογικό, ασφαλιστικό, έρευνα, υποδομές, πρέπει να υποστηρίξουν αυτούς τους στόχους. Το αναπτυξιακό λογοπλαίσιο να διαμορφωθεί πάνω στη μικρή κλίμακα.
[/FONT] [FONT="]Ο καθείς και τα όπλα του.
[/FONT]
[FONT="]1. [/FONT][FONT="]Ευχαριστώ τους Σ. Γεωργανά, Γ. Πάνζαρη και Μ. Φραγκιά για τις παρατηρήσεις τους. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
2. [/FONT][FONT="]Παλιότερα, από αριστερή οπτική, οι Κ. Τσουκαλάς, Κ. Βεργόπουλος, Ν. Μουζέλης, Μ. Παπαγιαννάκης. Πιο πρόσφατα, από εκσυγχρονιστική φιλελεύθερη οπτική, οι Χ. Τσούκας, Γ. Παγουλάτος, Θ. Πελαγίδης και Μ. Μητσόπουλος. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
3. [/FONT][FONT="]Douglass C. North, Institutions, Institutional Change and Economic Performance, Cambridge University Press, 1990· David S. Landes, The Wealth and Poverty of Nations: Why Some Are So Rich and Some So Poor, W. W. Norton & Company 1999· Lawrence E. Harrison & Samuel P. Huntington (ed.), Culture Matters: How Values Shape Human Progress, Basic Books 2001· Peter A. Hall, David Soskice (ed.), Varieties of Capitalism: The Institutional Foundations of Comparative Advantage, Oxford University Press 2001· Bruno Amable, The Diversity of Modern Capitalism, Oxford University Press 2004. [/FONT][FONT="][[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
4. [/FONT][FONT="]Manfred Schmiemann, Enterprises by Size Class, Eurostat (200[FONT="]8 )[/FONT]. [/FONT][FONT="]Στοιχεία έτους 2005. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
5. [/FONT][FONT="]Ενώ στους διεθνώς εμπορεύσιμους κλάδους κυριαρχεί η οικονομία του φραπέ, που τη λοιδορεί όλη η τεχνοκρατία και η γραφειοκρατία, αλλά που αυτή ελπίζουμε ότι θα στηρίξει το εξωτερικό ισοζύγιο· βλ. «[/FONT][FONT="]Εσωτερική υποτίμηση[/FONT][FONT="]» στο ιστολόγιο [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
6. [/FONT][FONT="]Ο όρος είναι του Γ. Β. Δερτιλή· βλ. Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920, Bιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2004, Τ.1 σελ. 70 [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
7. [/FONT][FONT="]Για μια γλαφυρή αφήγηση βλ. Ευάγγελος Κοροβίνης, Η νεοελληνική φαυλοκρατία, Αρμός, Αθήνα 2007. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
8. [/FONT][FONT="]Ernesto Laclau, On Populist Reason, Verso 2005. [/FONT][FONT="][[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
9. [/FONT][FONT="]Στέλιος Ράμφος, Ο καημός του ενός. Κεφάλαια της ψυχικής ιστορίας των Ελλήνων, Αρμός, Αθήνα 2000, σ. 14. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
10. [/FONT][FONT="]Gianfranco Poggi, The Development of the Modern State. A Sociological Introduction, Stanford University Press, 1978, [/FONT][FONT="]κεφ[/FONT][FONT="]. 4. [/FONT][FONT="][[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
11. [/FONT][FONT="]Elinor Ostrom, Collective Action and the Evolution of Social Norms, Journal of Economic Perspectives, Vol. 14, No 3, Summer 2000. [/FONT][FONT="][[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
ΛΟΓΟΠΛΑΙΣΙΟ [/FONT]
[FONT="]Καθαρεύουσα και δημοτική[/FONT]
[FONT="]
Ο τρόπος που συζητάμε για την οικονομία άλλαξε άρδην, μέσα σε λίγους μήνες. Πριν ξεσπάσει η δική μας κρίση του χρέους ο δημόσιος διάλογος δεν διέφερε πολύ από τον αντίστοιχο στις δυτικές χώρες. Είχαμε τις κλασικές συζητήσεις υπέρ του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, υπέρ της τόνωσης της ζήτησης ή της περικοπής δαπανών, για το φιλελευθερισμό και τη σοσιαλδημοκρατία, κ.ο.κ.
[/FONT] [FONT="]Λίγοι σχολιαστές επέμεναν στις ελληνικές ιδιαιτερότητες.[/FONT][FONT="]2[/FONT][FONT="] Για παράδειγμα ότι το Δημόσιο δεν είναι Δημόσιο όταν το έχουν αλώσει ιδιωτικά και συντεχνιακά συμφέροντα, και το ιδιωτικό δεν είναι ιδιωτικό όταν ζει από το δημόσιο χρήμα. Αλλά αυτές οι φωνές δεν ήταν παρούσες ούτε στο λόγο των κομμάτων, ούτε των καναλιών, ούτε φυσικά στη χάραξη της κυβερνητικής πολιτικής.
[/FONT] [FONT="]Οι τεχνοκράτες ασχολούνταν περισσότερο με το επίσημο, παρά με το πραγματικό. Με το ύψος, π.χ., των φορολογικών συντελεστών, αλλά όχι με τους φόρους που πραγματικά πλήρωναν οι επιχειρήσεις – πολύ ψηλότερους από την επίσημη κλίμακα όταν το ΣΔΟΕ επέδραμε επί δικαίων και αδίκων, πολύ χαμηλότερους όταν ο επιχειρηματίας είχε τον τρόπο του.
[/FONT] [FONT="]Υπήρχε μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον επίσημο λόγο της πολιτείας, της πολιτικής, της τεχνοκρατίας, και σε αυτό που διαισθανόμασταν, που κουβεντιάζαμε στις παρέες, αλλά δεν αρθρώναμε δημόσια. Στον επίσημο λόγο, την καθαρεύουσα, μιλούσαμε για επενδύσεις, προγραμματισμό, ανταγωνισμό, παραγωγικότητα, κίνητρα, ελέγχους, νόμους. Στη δημοτική, για φραπέ, χαβαλέ, και το δαιμόνιο του Έλληνα. Ξέραμε ότι οι δημόσιες διακηρύξεις δεν θα πραγματοποιηθούν, αλλά λέγαμε: ας προσπαθήσουμε, και αν γίνει το ένα δέκατο, πάλι καλά – να μη μείνουμε πολύ πίσω από «την Ευρώπη».
[/FONT] [FONT="]Τώρα η δημόσια συζήτηση άλλαξε, και ξαφνικά μοιάζει με τις κουβέντες της παρέας. Το δίλημμα «δημόσιο ή ιδιωτικό;» μεταλλάχτηκε: «με τον αργόμισθο ή με το φοροφυγά;». Το «συνδικάτα ή εργοδοσία;» μεταλλάχτηκε: «να κόψουμε τη σύνταξη από τα 52 ή τα ιατρικά υλικά που τα πληρώνουμε για χρυσάφι;». Αρχίσαμε να συζητάμε για την πραγματική Ελλάδα, όχι για μια θεωρητική μικτή οικονομία. Οι καθημερινές εμπειρίες του καθενός ταυτίστηκαν με τα μεγάλα ζητήματα. Αυτό είναι υγιές. Είναι η αρχή της αυτογνωσίας.
[/FONT] [FONT="]Αλλά η οικονομία είναι πολύπλοκη, και οι εμπειρίες μας είναι χαοτικές, ποικίλες και αντιφατικές. Είναι εύκολο να καταλήξουμε σε υπερβολές, να μείνουμε σε καταγγελίες και μονόλογους, να χάσουμε τις αιτίες και την προοπτική. Από τη δημώδη εμπειρία πρέπει να ξαναστήσουμε μια λόγια θεωρία για την ελληνική οικονομία, που να εστιάζει στα ουσιώδη, να τα εξηγεί, και να ορίζει επιλογές.[/FONT]
[FONT="]Θεωρίες της ιδιομορφίας
[/FONT] [FONT="]Μια καλή προσέγγιση είναι να εντοπίσουμε σε τι διαφέρουμε από τις αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες, που συνειδητά ή ασυνείδητα τις έχουμε για πρότυπο. Ακόμα και όταν τις επικρίνουμε, αυτές έχουμε ως μέτρο σύγκρισης, τόσο για την ιδιωτική κατανάλωση όσο και για τις κοινωνικές υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτό είναι χρήσιμη μια νεοθεσμική οπτική, που αναλύει τις παραλλαγές του καπιταλισμού και τις σχετίζει με τις ιστορικές καταβολές και τους θεσμούς κάθε χώρας[/FONT][FONT="]3[/FONT][FONT="].
[/FONT] [FONT="]Οι θεσμοί είναι μια ευρεία έννοια, που επιδέχεται διαφορετικούς ορισμούς. Στον πιο γενικό ορισμό ο όρος περιλαμβάνει τους επίσημους θεσμούς(το σχολείο) και τους ανεπίσημους(το φροντιστήριο και το ιδιαίτερο). Περιλαμβάνει τις ρυθμίσεις(ιατρική νομοθεσία), τους οργανισμούς(το νοσοκομείο), αλλά και τις συχνές συμπεριφορές(το φακελάκι). Περιλαμβάνει επίσης, σε μερικές θεωρήσεις, την ιδεολογία(τι είναι πρόοδος) και τη νοοτροπία (εργασιακή ηθική).
[/FONT] [FONT="]Η νεοθεσμική θεώρηση επιδιώκει να φωτίσει και να εξηγήσει τις μικρο-οικονομικές συμπεριφορές που διαμόρφωσαν τα μακρο-μεγέθη. Γιατί αφήσαμε την κοινωνική ασφάλιση να χρεοκοπήσει; Γιατί δεν πληρώνουμε φόρους; Γιατί δεν έχουμε εξαγώγιμα βιομηχανικά προϊόντα; Γιατί κάνουν φροντιστήριο οι μαθητές των λυκείων; Σε τι είμαστε διαφορετικοί σε αυτό το επίπεδο από τους Γερμανούς;
[/FONT] [FONT="]Η πρόχειρη εμπειρική απάντηση είναι ένας πολύ μακρύς κατάλογος: διαφθορά, πελατειακό σύστημα, γραφειοκρατία, οικογενειοκρατία, διαπλοκή, καταναλωτισμός, παπαγαλία στο σχολείο, καχυποψία, αλλά και ευέλικτες επιχειρήσεις, πτυχιούχοι, φιλοδοξία, κινητικότητα, πολιτική άποψη, αντίσταση, πολυγλωσσία, εργατικότητα (υπό όρους), εξωστρέφεια. Δεν βοηθάει όμως πολύ μια τέτοια παράθεση. Πιο διαφωτιστικό είναι, από όλο το πλέγμα των θεσμών που απαρτίζουν την ελληνική μικροοικονομία, να ξεχωρίσουμε λίγα και βασικά, όπου διαφέρουμε από τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες.
Τα ακόλουθα θεωρώ ότι είναι τα κρίσιμα στοιχεία της ελληνικής ιδιομορφίας :
[/FONT][FONT="]Το πλήθος και το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, μαζί με τη μεγάλη διασπορά της ιδιοκτησίας των ακινήτων (νοικοκυραίοι). [/FONT]
[FONT="]Η μεγάλη έκταση και διασπορά των προσόδων (ραντιέρηδες).[/FONT]
[FONT="]Η ελλιπής συνείδηση συνεργασίας και παράλληλα η μεγάλη ανταπόκριση σε κίνητρα και αντικίνητρα (καιροσκόποι).
[/FONT] [FONT="]Η Ελλάδα είναι μια καπιταλιστική οικονομία με κοινωνικό κράτος, όπως πολλές άλλες. Αλλά όπως και κάθε άλλη έχει τη δική της δυναμική, που δημιουργείται από τα ιδιαίτερα στοιχεία της μαζί με τα γενικά στοιχεία του καπιταλισμού.[/FONT]
[FONT="]ΝΟΙΚΟΚΥΡΑΙΟΙ [/FONT]
[FONT="]Ένας θεμελιακός θεσμός[/FONT]
[FONT="]
[/FONT][FONT="]Δεν υπάρχει άλλη χώρα στην Ευρώπη και στον ΟΟΣΑ που να έχει τόσο πολλούς αυτοαπασχολούμενους και τόσα μικροαφεντικά όπως η Ελλάδα σε αναλογία με τον πληθυσμό.[/FONT][FONT="] Στην Ελλάδα το 57% όσων απασχολούνται στη «μη χρηματοοικονομική επιχειρηματική οικονομία» (ΜΧΕΟ) είναι είτε αυτοαπασχολούμενοι είτε σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 απασχολούμενους. Στο σύνολο της ΕΕ των «27» ο δείκτης είναι 30%. Η Ιταλία έρχεται δεύτερη με 47%, η Πορτογαλία τρίτη με 42%. Η Γαλλία είναι στο 27%, η Μ. Βρετανία στο 21%, η Γερμανία στο 18%. Το νέο μας πρότυπο, η Δανία, στο 20%[/FONT][FONT="] 4[/FONT][FONT="].
[/FONT] [FONT="]Εξίσου κατακερματισμένη είναι και η γεωργία, που δεν περιλαμβάνεται στα παραπάνω. Στην αμπελοπαραγωγό Κορινθία ο μέσος εξαγωγικός αμπελώνας είναι κάτω από 30 στρέμματα και ο μεγαλύτερος κάτω από 200. Οι ανταγωνιστές της Κορινθίας στη Μούρθια της Ισπανίας έχουν πάνω από 1.000 στρέμματα ο καθένας. Το ίδιο και στην Καλιφόρνια, στη Νότιο Αφρική, στη Χιλή, στην Αίγυπτο.
[/FONT][FONT="]Στο σύνολο της οικονομίας, οι απασχολούμενοι σε επιχειρήσεις άνω των 250 εργαζομένων δεν ξεπερνούν το 9% του εργατικού δυναμικού – μαζί με τις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες.[/FONT]
[FONT="]Πώς έχει συμβεί να έχουμε τόσο πολλές και μικρές επιχειρήσεις [/FONT][FONT="]– αμπέλια, ελαιοτριβεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, μίνι μάρκετ, ιατρεία, θέατρα, μπουτίκ, βιοτεχνίες ενδυμάτων, εταιρειούλες πληροφορικής –και γιατί πολύ λίγους μεγάλους εργοδότες;[/FONT]
[FONT="]Το οφείλουμε στην ιστορία, που απέτρεψε σε εμάς την πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου των δυτικών οικονομιών, στους θεσμούς του σημερινού κράτους, που βοηθούν να επιβιώσει η μικρή ιδιοκτησία και εμποδίζουν τη μεγέθυνση των επιχειρήσεων, αλλά και στη νοοτροπία που μας αποτρέπει από το να συνεργαζόμαστε.
[/FONT][FONT="]Η Δυτική Ευρώπη μπήκε στη βιομηχανική εποχή με μεγάλες γαιοκτησίες και πλήθος ακτήμονες εργάτες, κληρονομιά της φεουδαρχίας. Το νέο ελληνικό κράτος δημιουργήθηκε μέσα σε μια κοινωνία από μικροϊδιοκτήτες, συνέπεια της οθωμανικής πολιτικής που στήριζε τον μικρό γεωργό και αποθάρρυνε τη μεγάλη γαιοκτησία. [/FONT][FONT="]Η πολιτική γης του νέου κράτους συνέχισε να ευνοεί τον μικρό κλήρο. Ακόμα και τα μεγάλα τσιφλίκια της Θεσσαλίας κατακερματίστηκαν με τα χρόνια. Η μεγάλη πλειονότητα των οικογενειών είχε κάποια ακίνητη περιουσία, αγροτική ή αστική, όπου έστησε μια αγροτική εκμετάλλευση ή ένα μαγαζί ή έχτισε ιδιόκτητο σπίτι. Σε αυτό η Ελλάδα ήταν τελείως διαφορετική από όλη τη μη Οθωμανική Ευρώπη. Οι δε γείτονές μας στα Βαλκάνια, όσοι είχαν εκτεταμένη μικροϊδιοκτησία, την απώλεσαν με τον σοσιαλισμό.
[/FONT] [FONT="]Οι μικροεπιχειρήσεις εξακολουθούν να είναι η κυρίαρχη μορφή οργάνωσης του ιδιωτικού τομέα της οικονομίαςμετά από 180 χρόνια σύγχρονου κράτους, με αστικούς θεσμούς και με περίπου ελεύθερη αγορά. Αυτό είναι αξιοπερίεργο. Σε μια σύγχρονη οικονομία το μέγεθος είναι πλεονέκτημα – αν όχι σε όλες τις δουλειές, πάντως σε πάρα πολλές. Εδώ όμως οι επιχειρήσεις δεν μεγαλώνουν. Ας απαριθμήσουμε τις αιτίες.[/FONT]
[FONT="]Οι οικογένειες με ιδιοκτησία, έστω και μικρή, δεν στέλνουν τα παιδιά τους να γίνουν εργάτες[/FONT][FONT="]. Αν αποφασίσουν να γίνουν χαμηλόμισθοι υπάλληλοι, αυτό γίνεται μόνο σε δουλειές με εργασιακή ασφάλεια και καλή σύνταξη – στο Δημόσιο ή στις τράπεζες. Αλλιώς προτιμάνε το χωράφι ή το μικρομάγαζο των γονιών. Το νοικοκυριό αντιστέκεται στην προλεταριοποίηση.[/FONT]
[FONT="]Οι νόμοι δεν εφαρμόζονται ομοιόμορφα[/FONT][FONT="].[/FONT][FONT="]Η φορολογία, η κοινωνική ασφάλιση, οι κανονισμοί εργασίας κ.ά. επιβαρύνουν περισσότερο τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, επειδή οι μικρές παρανομούν πιο εύκολα[/FONT][FONT="]. Όταν το ταμείο το κρατάει η οικογένεια μπορεί να αποκρύψει πωλήσεις ή να απασχολήσει ανασφάλιστους. Ενώ όταν η τιμολόγηση και οι προσλήψεις καταγράφονται σε οργανωμένο λογιστήριο από υπαλλήλους, η φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή ενέχει μεγαλύτερο ρίσκο. Συνεπώς στην Ελλάδα η ανομία ευνοεί τον κατακερματισμό. Το κράτος γενικά δεν κυνηγάει τους μικρούς.[/FONT]
[FONT="]Οι ξένες άμεσες επενδύσεις αποθαρρύνονται[/FONT][FONT="]. [/FONT][FONT="]Σε άλλες περιφερειακές χώρες δημιουργήθηκε μεγάλη βιομηχανία από το ξένο κεφάλαιο. Εδώ, η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η αντίσταση των τοπικών κοινωνιών, η ρητορική του λαϊκισμού είχαν αποτέλεσμα να έρθουν σχετικά λίγοι ξένοι επενδυτές και να παραμείνουν πολύ λιγότεροι. Σημαντικές εξαιρέσεις, οι κλάδοι των μη εμπορεύσιμων (non-tradable) υπηρεσιών: τράπεζες, τηλεφωνία, [/FONT][FONT="]λιανικό εμπόριο.[/FONT][FONT="][FONT="]5 [/FONT][/FONT][FONT="] Σε [/FONT][FONT="]αυτούς οι ξένοι ήρθαν γιατί το ψηλό κόστος εισόδου και λειτουργίας δεν τους αποτρέπει – το καλύπτουν με ψηλότερες τιμές. Άλλο να έχεις να ανταγωνιστείς στην παγκόσμια αγορά και άλλο μόνο τις ελληνικές επιχειρήσεις στην ελληνική αγορά.
[/FONT] [FONT="]Στα παραπάνω ας προστεθούν οι πάμπολλοι κανονισμοί και απαγορεύσεις που προστατεύουν τον υπάρχοντα τρόπο λειτουργίας σε δεκάδες κλάδους, καθώς και το μικρό μέγεθος των οικοπέδων.
[/FONT] [FONT="]Είναι τόσο ισχυρή η θεσμική προτίμηση προς τη μικρή κλίμακα, ώστε ούτε οι πρόσφυγες του 1922, ούτε οι μετανάστες μετά το 1990 δεν έγιναν μόνιμο προλεταριάτο για μεγάλους εργοδότες, όπως συνέβη αντίστοιχα αλλού. Ενώ οι μικροεργοδότες πλούτισαν στα χωράφια και στις πόλεις στην πλάτη των μεταναστών.
[/FONT] [FONT="]Η αυτοαπασχόληση, η μικροεργοδοσία, η οικογενειακή επιχείρηση είναι σταθερός και θεμελιακός θεσμός της οικονομικής μας οργάνωσης. Ίσως ο πιο θεμελιακός. Η ποσοστιαία συμμετοχή τους στην απασχόληση και στο εισόδημα δεν πρόκειται να συρρικνωθεί υπό κανονικές συνθήκες. Ούτε καν μια βαθιά και μακροχρόνια ύφεση δεν θα το αλλάξει αυτό. Μόνο μια επανάσταση στους θεσμούς θα το άλλαζε.
[/FONT] [FONT="]Είναι σημαντικό το εξής: ο θεσμός ορίζει την εξειδίκευση και όχι το αντίστροφο. Δηλαδή, επειδή είμαστε μια κοινωνία μικροεπιχειρηματιών, δεν μπορούμε να παράγουμε ηλεκτρονικές συσκευές – και όχι, επειδή δεν παράγουμε συσκευές, είμαστε μικροεπιχειρηματίες. Αυτό δεν έχει γίνει συνείδηση στην τεχνοκρατία που σχεδιάζει κατά καιρούς τις πολιτικές της ανάπτυξης. Πιστεύει ότι με κατάλληλες χρηματοδοτήσεις και υποδομές μπορεί να δημιουργηθούν ανταγωνιστικές βιομηχανίες σε κλάδους που απαιτούν μεγαλύτερη κλίμακα. Σε κάθε εποχή οι μικροϊδιοκτήτες θα κάνουν τις εργασίες που τους ταιριάζουν – χτες σφουγγαράδες, σήμερα ενοικιαζόμενα δωμάτια, αύριο τι;[/FONT]
[FONT="]Οικογενειακές στρατηγικές
[/FONT] [FONT="]Μια οικονομία μικρών μονάδων ωθεί τα νοικοκυριά σε άλλες επιλογές από μια οικονομία υπαλλήλων και μεγάλων οργανισμών. Η οικογένεια αναζητά τη σταθερότητα στην πολυέργεια[/FONT][FONT="][FONT="][FONT="]6[/FONT][/FONT], δηλαδή σε πολλαπλές πηγές εισοδήματος, όσες μπορεί να βρει και να προσποριστεί. Υπάρχει οικογενειακή αλληλεγγύη: τα πολλαπλά εισοδήματα απαιτούν πολλαπλά χέρια: ο πατέρας έχει το πρατήριο βενζίνης για τη σιγουριά, ο γιος σπουδάζει πληροφορική για το κάτι παραπάνω, αλλά άμα δεν του βγει δεν θα πεινάσει. Η κόρη, κατά προτίμηση δασκάλα ή υπάλληλος του Δήμου – κάτι σταθερό που αφήνει ελεύθερο χρόνο για να φροντίζει γέροντες γονείς και την επόμενη γενιά. Αν το οικογενειακό μαγαζί πάει καλά, η οικογένεια ολόκληρη το δουλεύει. Αν όχι, μένει να δουλεύει με ένα-δυο μέλη. Το σύστημα έχει θαυμαστή σταθερότητα, ευελιξία και διάρκεια.[/FONT]
[FONT="]Σε οικονομία μικροϊδιοκτητών, οι επενδύσεις των νοικοκυριών διαφέρουν από αυτές στις οικονομίες της μεγάλης κλίμακας. Κατευθύνονται, απόλυτα ορθολογικά, σε ακίνητα και σε εκπαίδευση. Στις δυτικές οικονομίες οι αποταμιεύσεις επενδύονται συλλογικά μέσα από ασφαλιστικά ταμεία, ή από αμοιβαία κεφάλαια, ή από καταθέσεις. Καταλήγουν ως χρηματοδότηση στη βιομηχανία, στην τεχνολογία, σε υποδομές, και γενικά σε μεγάλους οργανισμούς. Στην ελληνική μικρή οικονομία η χρηματική αποταμίευση δεν έχει αξιόπιστες συλλογικές διεξόδους.
[/FONT] [FONT="]Το ανθρώπινο κεφάλαιο έχει άλλη μορφή στη μικροϊδιοκτησία. Στις δυτικές οικονομίες μπορεί να αναπτυχθεί μέσα από καριέρα – δηλαδή χτίζοντας σχέση με μια μεγάλη επιχείρηση ή οργανισμό. Η ανώτατη εκπαίδευση είναι χρήσιμη μόνο ως πρώτο βήμα στην καριέρα – αν η αγορά εργασίας δεν την ζητά ούτε οι νέοι την επιδιώκουν. Στη μικρή ιδιοκτησία, η αξία του ανθρώπου επενδύεται στα ατομικά του στοιχεία. Η αγορά εργασίας δεν δίνει σαφή μηνύματα. Σημασία έχουν τα εφόδια που θα κατέχω σε μια γενικά αβέβαιη πορεία. Σπουδάζω μηχανικός, όχι επειδή προσδοκώ να δουλέψω στη Volkswagen, αλλά επειδή θα έχω επιλογές ως έμπορος, κατασκευαστής, εργολάβος, μελετητής, και ίσως ίσως στέλεχος. Γι’ αυτό τα νοικοκυριά υπερεπενδύουν στην εκπαίδευση των παιδιών:σε φροντιστήρια ξένων γλωσσών και πανελλαδικών εξετάσεων, σε δαπάνες διαβίωσης των φοιτητών. Στους εθνικούς λογαριασμούς αυτές οι δαπάνες φαίνονται ως κατανάλωση. Αλλά είναι επένδυση.[/FONT]
[FONT="]Δυναμική[/FONT]
[FONT="]
Ο θεσμός είναι σταθερός εφόσον μπορεί να παράγει αρκετό εισόδημα για τα μέλη του, έστω με κρίσεις και μεταλλάξεις. Αλλά δεν υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στον κόσμο που οι τοπικές οικονομίες μικροεπιχειρήσεων να είναι διεθνώς ανταγωνιστικές – στη βόρεια Ιταλία βρίσκονται τα λίγα πετυχημένα παραδείγματα. Στην Ελλάδα ήταν ανταγωνιστική κατά καιρούς η μικρής κλίμακας γεωργία και ο τουρισμός, και είχαν μεγάλη συμβολή τα εμβάσματα από προσωπική εργασία – από τους μετανάστες και τους ναυτικούς. Αλλά αυτά δεν έφταναν και τα συμπληρώναμε με δάνεια και επιχορηγήσεις από το εξωτερικό.
[/FONT] [FONT="]Τώρα που στέρεψαν τα δάνεια, η Ελλάδα θα χρειαστεί να γίνει ανταγωνιστική σε περισσότερους κλάδους. [/FONT][FONT="]Μπορούν αυτό να το πετύχουν οι μικροεπιχειρήσεις; Δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερο πρόβλημα η μετάβαση σε νέες δραστηριότητες. Η ελληνική πολυέργεια των οικογενειών αυτό σημαίνει. Δεν πρόκειται για οικογένειες που αφοσιώνονται στην ίδια τέχνη από γενιά σε γενιά. Τα παιδιά σπουδάζουν νέα αντικείμενα και οι γονείς τα στηρίζουν.
[/FONT] [FONT="]Τρία είναι τα μεγάλα μειονεκτήματα της μικρής κλίμακας:[/FONT][FONT="] το κόστος (οικονομίες κλίμακας), ο συντονισμός (κόστος συναλλαγών, οικονομίες φάσματος) και η συνέχεια (καινοτομία, αναβάθμιση, διαδοχή γενεών). Αν το ευρύτερο θεσμικό περιβάλλον αλλάξει για να βοηθήσει τις μικροεπιχειρήσεις να τα αντιμετωπίσουν, τότε ναι, ίσως μπορέσουμε να χτίσουμε μια ανταγωνιστική οικονομία πάνω στη μικρή κλίμακα. Αλλιώς, είτε φτώχεια είτε απότομη συγκέντρωση του κεφαλαίου.[/FONT]
[FONT="]ΡΑΝΤΙΕΡΗΔΕΣ[/FONT]
[FONT="]
Ο όρος πολιτική πρόσοδος δηλώνει τους διάφορους μηχανισμούς με τους οποίους επιχειρήσεις, συντεχνίες και άτομα καρπώνονται εισοδήματα από το κράτος που δεν αντιστοιχούν σε πραγματική προσφορά υπηρεσίας ή προϊόντος. Ο όρος περιλαμβάνει την αργομισθία, τη συνταξιοδότηση με προνομιακούς όρους, τις επιχορηγήσεις χωρίς αναπτυξιακό αποτέλεσμα, τις υπερκοστολογημένες προμήθειες και έργα, και τις μίζες των δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει επίσης τις ρυθμίσεις που επιτρέπουν σε συντεχνίες να υπερτιμολογούν στην αγορά (κλειστά επαγγέλματα, ρυθμιζόμενες αμοιβές, απαγορεύσεις), και, κάτι λιγότερο φανερό, τα οφέλη από την παρανομία όταν οι ανταγωνιστές σου είναι σύννομοι. Δεν περιλαμβάνει εκείνους του μισθούς του Δημοσίου που αμείβουν πραγματικά εργαζόμενους, ούτε τις συντάξεις, τα επιδόματα ανεργίας, κτλ, που δίνονται με γενικά κοινωνικά κριτήρια.
[/FONT] [FONT="]Μερικοί ανάγουν τη διόγκωση της πολιτικής προσόδου στη δεκαετία του 1980 και στον τρόπο με τον οποίο το ΠΑΣΟΚ ενσωμάτωσε νέα στρώματα και νέα τζάκια στην οικονομική ανάπτυξη. Αλλά η φαυλοκρατία και οι πελατειακές σχέσεις ήταν σύμφυτες με το ελληνικό κράτος από την ίδρυσή του [/FONT][FONT="]7[/FONT][FONT="], και το κράτος ήταν πάντα ρυθμιστής στην οικονομία[/FONT][FONT="]. Η διανομή προσόδων ήταν αναγκαίος μηχανισμός για τη νομιμοποίηση των πολιτικών στα μάτια του κόσμου, αλλά και ο προσπορισμός προσόδων ήταν βασικός λόγος για γίνει κάποιος πολιτικός.
[/FONT] [FONT="]Το κράτος συνολικά υπήρξε ραντιέρης εμβασμάτων, ζώντας σε μεγάλο βαθμό από διεθνείς εισροές : δάνεια που μοίρασε και δεν αποπλήρωσε, σχέδια βοήθειας, και πιο πρόσφατα τα ταμεία της ΕΕ. Τούτα τα εμβάσματα έχουν επηρεάσει σε βάθος την κοινωνία: «Ας περάσει το χρήμα τα σύνορα και θα βρούμε τη μοιρασιά» μου έλεγε ένας μικροεργολάβος αγροτικών εγκαταστάσεων κουβεντιάζοντας πώς θα πάρουμε κάποια επιχορήγηση.
[/FONT] [FONT="]Υπήρχαν και υπάρχουν σημαντικές μη πολιτικές πρόσοδοι στην ιδιωτική οικονομία. Τα έσοδα από τουρισμό ενέχουν μεγάλο στοιχείο προσόδου, εφόσον ο επισκέπτης πληρώνει πρώτα για τον τόπο και μετά για τις υπηρεσίες. Τα εμβάσματα από το εξωτερικό (ναυτιλιακά, μεταναστευτικά) παράγονται μεν από εργασία εκτός συνόρων, αλλά για την τοπική κοινωνία που τα υποδέχεται είναι καθαρή πρόσοδος.[/FONT]
[FONT="]Η δημοκρατική πρόσοδος[/FONT]
[FONT="]
Οι μηχανισμοί προσπορισμού προσόδων διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Παράγουν όμως ένα κοινό πολιτισμικό αποτέλεσμα: όλοι σχεδόν οι Έλληνες, από τον μεγάλο επιχειρηματία μέχρι τον μικροοικοπεδούχο στο νησί και τον δημοτικό υπάλληλο στην επαρχία, θεωρούν φυσικό να έχουν κάποια εισοδήματα χωρίς να ρισκάρουν κεφάλαια και χωρίς να εργάζονται παραγωγικά – εισοδήματα σημαντικά για τα μέτρα του καθενός. Αν δεν το πετύχουν αισθάνονται αδικημένοι.[/FONT]
[FONT="]Πώς αναπαραγόταν τόσα χρόνια το σύστημα της προσοδοκρατίας; Η πρώτη αιτία ήταν ότι «λεφτά υπάρχουν» – από τις εισροές από το εξωτερικό, από την απομύζηση της παραγωγής σε μια κοινωνία που μπορούσε κατά καιρούς να παρακολουθεί ικανοποιητικά την τεχνική πρόοδο, αλλά πρόσφατα και από την υπερεκμετάλλευση των μεταναστών.[/FONT]
[FONT="]Η δεύτερη αιτία ήταν ο δημοκρατικός χαρακτήρας του συστήματος. Οι πρόσοδοι είχαν ευρεία διασπορά· ιδίως μετά το 1980 τα περισσότερα νοικοκυριά κάτι τσιμπούσαν από το σύστημα. Η δημοκρατική νομιμοποίηση ενισχύθηκε από νέους μηχανισμούς που προσδίδουν στο σύστημα έναν αντικειμενικό χαρακτήρα: ΑΣΕΠ αντί για ρουσφέτι, πανελλαδικές αντί για το βαθμό του σχολείου. Όταν για να διοριστούν ή να εισαχθούν χρειάζεται να κοπιάσουν και να ανταγωνιστούν τίμια, κανένας δεν αναρωτιέται μήπως η θέση που πήραν είναι άχρηστη. Και θεωρείται άδικο να καταργηθούν τα όποια προνόμια έχει η θέση.[/FONT]
[FONT="]Συμπεριφορές[/FONT]
[FONT="]
Όπως κάθε οικονομικός μηχανισμός που κυριαρχεί (ή συγκυριαρχεί) σε μια κοινωνία έτσι και η προσοδοκρατία επιδρά με πολλούς τρόπους στις συμπεριφορές και στη νοοτροπία. Μπορεί να μην πηγάζει από πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, αλλά σίγουρα τις δημιουργεί.
[/FONT] [FONT="]Μηδενικό άθροισμα[/FONT][FONT="]:[/FONT][FONT="] η πρόσοδος δεν μεγεθύνει την πίτα, τη μοιράζει. Συνεπώς προϋποθέτει μαχητική διεκδίκηση, και δεν προϋποθέτει παραγωγική εργασία. Εκτρέφει το λαϊκισμό[/FONT][FONT="], που βασικό συστατικό του είναι ότι μεταθέτει την ευθύνη για το σύνολο στον άλλο πόλο, στον εχθρό. Στο λαϊκισμό οι πολίτες, ανεξάρτητα από την πραγματική τους θέση στην παραγωγή και στη διανομή, νιώθουν σαν να ανήκουν στο πιο αδύναμο στρώμα, που δικαιούται να διεκδικεί αναδιανομή για λόγους ανθρωπιστικούς, δικαιοσύνης [/FONT][FONT="]8[/FONT][FONT="]. Δεν τους αφορά πώς θα παραχθεί ο πλούτος, ούτε αν πρέπει η αναδιανομή να γίνει πρώτα σε άλλους, πιο αδύναμους. Την ευθύνη για το όλον την έχουν άλλοι. Ο λαϊκισμός διαφέρει ριζικά σε τούτο από μια σοσιαλιστική στρατηγική που θα άρχιζε από τον τρόπο παραγωγής πριν φτάσει στη διανομή. Ή από μια στρατηγική αναδιανομής που θα εστίαζε στους πραγματικά πιο αδύναμους και αποκλεισμένους.
[/FONT] [FONT="]Επιχειρηματικότητα:[/FONT][FONT="] αν οι επιχειρήσεις μπορούν να βγάλουν ψηλά κέρδη από τις κρατικές εργολαβίες ή από άλλα προνόμια, επενδύουν πιο πολύ στο να αποκτήσουν τα προνόμια παρά στο να γίνουν ανταγωνιστικές σε μια ανοιχτή αγορά.[/FONT][FONT="]Με το καιρό αυτό στρεβλώνει όλη τη στρατηγική τους – ο καλός πωλητής είναι αυτός που καλλιεργεί σχέσεις στο Δημόσιο, ο καλός μηχανικός είναι αυτός που ξεχειλώνει το έργο για να κοστίσει περισσότερο, κτλ. Σπάνια μια επιχείρηση κρατικοδίαιτη είναι και ανταγωνιστική. Τα παραδείγματα αρχίζουν από τους εθνικούς προμηθευτές και φτάνουν στις εταιρειούλες πληροφορικής της δεκαετίας του 1990, όπου ευφυέστατοι τεχνικοί έφαγαν τα νιάτα τους σε άκαρπη «έρευνα και ανάπτυξη» για ευρωπαϊκά προγράμματα.
[/FONT] [FONT="]Μετρήσεις και προϋπολογισμοί[/FONT][FONT="]: ο ραντιέρης δεν έχει ανάγκη να μετρήσει τον κόσμο, ο παραγωγός έχει. Ο ραντιέρης θα παζαρέψει. Ο παραγωγός θα σχεδιάσει τις εισροές και τις εκροές του, θα προσπαθήσει να μεγιστοποιήσει το περιθώριο ανάμεσα στις δύο. Ό,τι κάνει ο ραντιέρης κάνει και το κράτος της προσοδοκρατίας. Παζαρεύει συνεχώς με διάφορες ομάδες (αδιόριστους για διορισμούς, αγρότες για παροχές, επιχειρηματίες για έργα), στις οποίες πάντα δίνει κάτι παραπάνω από εκεί που ξεκίνησε. Δεν δεσμεύεται από ένα απόλυτο όριο δαπανών ή φοροαπαλλαγών. Καταλήγει σχεδόν πάντα με έλλειμμα, χωρίς να το έχει προγραμματίσει. Αλλά και πέρα από τα δημοσιονομικά, η κοινωνία δεν ζητά μετρήσεις: ούτε για τους ρύπους, ούτε την ποιότητα των νοσοκομείων, ούτε για την επίδραση της αστυνόμευσης στην εγκληματικότητα. Δεν υπάρχει καμιά πίεση στις δημόσιες υπηρεσίες να μετρήσουν και να αξιολογήσουν. Κάπως έτσι καταλήγουμε στα Greek statistics – πολύ πριν τη σκόπιμη παραποίηση των αριθμών.[/FONT]
[FONT="]ΚΑΙΡΟΣΚΟΠΟΙ[/FONT]
[FONT="]
Ίσως να είμαστε το ίδιο εργατικοί με τους Δυτικούς όταν έχουμε τις ίδιες επιλογές με αυτούς. Είμαστε όμως λιγότερο συνεργατικοί.[/FONT]
[FONT="]Στη θεωρία παιγνίων καιροσκόπος (ή οπορτουνιστής) είναι αυτός που αρπάζει την ευκαιρία να βγάλει ένα καλό κέρδος σήμερα, ακόμα και αν αυτό δυσχεράνει τη θέση του αύριο. Συνήθως, είναι αυτός που παραβαίνει έναν κανόνα ή χαλάει μια συνεργασία για να κάνει την αρπαχτή.
[/FONT] [FONT="]Ο ταβερνιάρης στην Πλάκα που σερβίρει σαβούρα στους τουρίστες αυτό κάνει: παραβαίνει την άτυπη σύμβαση του εστιάτορα με τον πελάτη, για να βγάλει καλό κέρδος στη μερίδα, με κίνδυνο ο πελάτης να μην ξαναέρθει. Πράττει απόλυτα ορθολογικά, γιατί ο τουρίστας είναι περαστικός και δεν θα ξαναερχόταν έτσι κι αλλιώς. Αυτό χαλάει τη γενική εικόνα της Αθήνας, αλλά δεν τον ενδιαφέρει, γιατί η εικόνα διαμορφώνεται από όλες τις ταβέρνες μαζί, όχι από τη δική του.
[/FONT][FONT="]Στον αντίποδα της καιροσκοπίας είναι η συμμόρφωση ή η συνεργασία. Η επιχείρηση που επενδύει στην ποιότητα, ο εργολάβος που αποθέτει τα μπάζα στη μακρινή επίσημη χωματερή αντί για το διπλανό χωράφι, ο συνεργάτης που δουλεύει σκληρά αντί να λουφάρει σε βάρος της ομάδας, ο επαγγελματίας που δεν φοροδιαφεύγει είναι στη γλώσσα της θεωρίας παιγνίων συνεργάσιμος (cooperator). [/FONT]
[FONT="]Οι ρίζες της συνεργασίας[/FONT]
[FONT="]
Οι Έλληνες φέρονται πιο καιροσκοπικά από τους Σουηδούς ή και τους Γάλλους. Η διαφορετική συμπεριφορά δεν έχει μια μόνο αιτία. Υπάρχει πολιτισμική διαφορά νοοτροπίας. Παράλληλα η δομή των κινήτρων και των κυρώσεων συγκριτικά ευνοεί την αρπαχτή. Τα δύο επίπεδα (νοοτροπία – δομή) αλληλεπιδρούν μέσα από την ανοχή (δεν σε καταγγέλλω που φοροδιαφεύγεις) και τη δυσπιστία (σε ρίχνω, γιατί φοβάμαι ότι θα με ρίξεις).[/FONT]
[FONT="]Πού οφείλεται η πολιτισμική διαφορά στην έφεση για συνεργασία, και πόσο βαθιά είναι;[/FONT][FONT="] Σε τέτοια ερωτήματα η συστηματική έρευνα και θεωρία διεθνώς τώρα ξεκινάει, ουσιαστικά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Για την Ελλάδα η πιο ενδιαφέρουσα αφήγηση είναι του Στέλιου Ράμφου, για την «άπρακτη εξατομίκευση». Η ανθρωπολογία του προσώπου διαμορφώθηκε διαφορετικά σε εμάς από ό,τι στη Δύση. Εκεί «σκοπός του ατόμου είναι η εντός του ανακεφαλαίωση, ει δυνατόν, της συνολικής κοινωνικής και πνευματικής εξελίξεως – η εν ευαισθησία καθολικότης του ως ανθρώπου»[/FONT][FONT="]9[/FONT][FONT="]. Ο δυτικός άνθρωπος έχει εσωτερικεύσει τους κανόνες της κοινωνίας – τους έχει εξατομικεύσει. Στους Έλληνες, όταν διασπάστηκαν οι συλλογικές δομές του μεσαίωνα, μείναμε στον ατομισμό χωρίς την εξατομίκευση.
[/FONT] [FONT="]Συναφής αλλά διακριτός παράγοντας ήταν η εξέλιξη των πολιτικών θεσμών και των οικονομικών ιεραρχιών. Στη Δύση η φεουδαρχία, η μοναρχία και η Καθολική Εκκλησία με την αλληλεπίδρασή τους δημιούργησαν το απολυταρχικό κράτος που είχε την ευθύνη να καθοδηγεί την κοινωνία. Το κράτος αυτό το κληρονόμησε η αστική τάξη και ενίσχυσε τον καθοδηγητικό του ρόλο [/FONT][FONT="]10[/FONT][FONT="]. Παράλληλα, στη βιομηχανική επανάσταση αναπτύχθηκαν οι μεγάλες επιχειρήσεις - ιεραρχίες που έδιναν σταθερούς ρόλους σε εργάτες και υπαλλήλους. Αυτά δεν έγιναν στην Ελλάδα, που αποτίναξε το οθωμανικό κράτος, δεν το μετεξέλιξε, και που αντιστάθηκε στις οικονομικές ιεραρχίες.
[/FONT] [FONT="]Με άλλα λόγια, οι αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες δεν στηρίχτηκαν μόνο στην ελεύθερη αγορά και στα ατομικά κίνητρα. Στηρίχτηκαν σε ιεραρχικούς οργανισμούς (κάθετους κανόνες) και σε στρατηγικές συνεργασίας (οριζόντιους κανόνες). Ο πετυχημένος και ιδεολογικά ηγεμονικός καπιταλισμός είναι ελεύθερη αγορά ενσωματωμένη σε κοινωνία κανόνων και ευθύνης. Αλλιώς είναι ή ζούγκλα ή μικρομάγαζα. Εμείς δεν έχουμε αποδεχθεί ούτε τους κάθετους κανόνες ούτε τους οριζόντιους – ούτε πειθαρχούντες ούτε πειθαρχημένοι. Αν έχουμε αποφύγει τη ζούγκλα είναι γιατί έχουμε κρατήσει τα μικρομάγαζα.[/FONT]
[FONT="]Οι θεσμοί των καιροσκόπων[/FONT]
[FONT="]
[/FONT][FONT="]Η καιροσκοπική νοοτροπία εξηγεί γιατί αποτυχαίνουν οι συνεταιρισμοί και πετυχαίνουν οι συντεχνίες[/FONT][FONT="]. Ο συνεταιρισμός διαχειρίζεται ένα συλλογικό αγαθό – για παράδειγμα, ένα συσκευαστήριο για τα αγροτικά προϊόντα των μελών του ή μια κρατική επιχορήγηση που δίνεται για να γίνει το συσκευαστήριο. Χωρίς αμοιβαία εμπιστοσύνη και συμμόρφωση στους κανόνες τα μέλη κοιτάνε πώς θα κερδίσουν ο καθένας ρίχνοντας τη ζημιά στο συλλογικό αγαθό. Θα στείλουν στο συσκευαστήριο τη δεύτερη ποιότητα, αλλά το καλό θα το πουλήσουν ιδιωτικά – ή θα φάνε την επιχορήγηση χωρίς να επενδύσουν, γιατί δεν εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο για συνεταίρο.
[/FONT] [FONT="]Η συντεχνία δεν έχει συλλογικό αγαθό, έχει συλλογική[/FONT][FONT="] διεκδίκηση[/FONT][FONT="]. Τα μέλη αναγνωρίζουν το κοινό συμφέρον στην κοινή επαγγελματική ταμπέλα, και διεκδικούν προνόμια κοινά μεν, αλλά που θα τα καρπωθούν ιδιωτικά. Είναι μια συνεργασία με χαμηλή επένδυση και ρίσκο, όπως αρμόζει σε σύνολα με χαλαρούς δεσμούς συνεργασίας.
[/FONT] [FONT="]Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύξαμε μερικούς αξιοθαύμαστους οικονομικούς θεσμούς, που όμως ξενίζουν τους δυτικής παιδείας τεχνοκράτες. Οι μεταχρονολογημένες επιταγές, με το νομικό πλαίσιο που τις διέπει, ενισχύουν την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους συναλλασσόμενους γιατί επιφέρουν άμεση κύρωση στον εκδότη της ακάλυπτης επιταγής χωρίς να παρεμβάλλεται η γραφειοκρατία μιας τράπεζας. Ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη για τον αντισυμβαλλόμενο που επιλέγει. Το πρόσωπο, η φήμη, μετράει ιδιαίτερα. Είναι εντυπωσιακό ότι κανένας αποδέκτης μεταχρονολογημένης επιταγής δεν την εμφανίζει πρόωρα για πληρωμή, ενώ νομικά το δικαιούται. Αν το κάνει, η αγορά θα τον αποβάλει. Αυτόν τον θεσμό της ίσος-προς-ίσον χρηματοδότησης, με την ατομική και ονομαστική ευθύνη, θα πρέπει να τον διαφυλάξουμε, και όχι να θέλουμε να τον καταργήσουμε. Η ιεραρχική χρηματοδότηση των τραπεζών περιθωριοποιεί τη ατομική ευθύνη και ενισχύει τον καιροσκοπισμό.
[/FONT] [FONT="]Το μέλλον της συνεργασίας
[/FONT] [FONT="]Ο καιροσκόπος δεν είναι φύσει απατεώνας. Είναι «ορθολογικά εγωιστής». Θα συμμορφωθεί στους κανόνες όταν τον συμφέρει. Αν βρεθεί σε περιβάλλον όπου πλειοψηφούν οι συνεργάσιμοι και υπάρχουν κυρώσεις στην καιροσκοπία, τότε μετατρέπεται σε συνεργάσιμο[/FONT][FONT="]11[/FONT][FONT="]. Το πρόβλημα εδώ είναι ο φαύλος κύκλος. Αν το σύνολο ξεκινάει με πλειονότητα καιροσκόπων, πολύ δύσκολα θα συγκλίνει σε ένα καθεστώς συνεργασίας. Για αυτό μετράει τόσο πολύ η ιστορική κληρονομιά.
[/FONT] [FONT="]Στη Δύση η κληρονομιά ήταν υπέρ της συνεργασίας. Υπάρχουν όμως φόβοι ότι τις τελευταίες δεκαετίες φθείρονται οι θεσμοί και διογκώνεται ο ατομισμός.[/FONT][FONT="]Οι αιτίες που αναφέρονται είναι πολλές, από τη διάβρωση της οικογένειας, τον καταναλωτισμό και τα ατομικά δικαιώματα μέχρι τον οικονομικό φιλελευθερισμό, την εισοδηματική ανισότητα και τις προσόδους. Μήπως εκεί που τείνουν οι Δυτικοί είμαστε ήδη εμείς; Μήπως είμαστε εικόνα από το δυστοπικό τους μέλλον;
[/FONT] [FONT="]Μια αντίρροπη τάση έρχεται από την τεχνολογία. Οι πλατφόρμες ενημέρωσης και συνεργασίας που καθιστούν διάφανη τη συνεισφορά του καθενός και άχρηστη την ιεραρχία επιτρέπουν για πρώτη φορά στην ιστορία να δημιουργούνται συλλογικά προϊόντα με καταμερισμό ατομικής ευθύνης. Δίνουν ένα πλαίσιο συνεργασίας για καιροσκόπους· π.χ. δίνουν τη δυνατότητα σε κάθε μοναχικό προγραμματιστή να πουλήσει υπηρεσίες σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα δίνουν μεγάλη δύναμη στην εθελοντική προσφορά του ελεύθερου χρόνου (λ.χ. Wikipedia) και επιτρέπουν τη συντήρηση μερικών συλλογικών αγαθών χωρίς μεγάλες προσωπικές θυσίες. Μήπως ο ελληνικός ατομισμός βρει τώρα μια δημιουργική θέση στην παγκόσμια οικονομία;
[/FONT] [FONT="]ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ[/FONT]
[FONT="]
Κλείνω με λίγα προλεγόμενα σε μια μεγάλη συζήτηση.
[/FONT] [FONT="]Η πολιτική ανάπτυξης θα πετύχει μόνο αν εστιάσει στις οικογενειακές στρατηγικές, στις μικροεπιχειρήσεις, στην προσοδοκρατία και στον καιροσκοπισμό – είτε για να αξιοποιήσει μερικά στοιχεία τους, είτε για να τα αλλάξει.
[/FONT] [FONT="]Ένα νέο ελληνικό αναπτυξιακό μοντέλο δεν θα μοιάζει με τα πετυχημένα διεθνώς. Ξεκινάει από άλλες βάσεις, και θα έχει άλλη τροχιά. Ας αποδεχθούμε την ιδιομορφία.
[/FONT][FONT="]Η κοινωνία έχει αναπτύξει ανεπίσημους θεσμούς ευρείας αποδοχής. Τα φροντιστήρια, για παράδειγμα, που δεν κλείνουν ποτέ όταν γίνονται καταλήψεις στα σχολεία. Ή τις μεταχρονολογημένες επιταγές. Ας σκεφτούμε πώς θα τους αξιοποιήσουμε.
[/FONT] [FONT="]Δεν έχουμε μεγάλες επιχειρήσεις στα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά. Θα ενισχύσουμε τη συγκέντρωση του κεφαλαίου εκεί, και με ποιο τρόπο; Να ένα ερώτημα-αγκάθι για όλο το ιδεολογικό φάσμα. Και αν ναι, πώς θα αποτρέψουμε την προσοδοθηρία και τον καιροσκοπισμό που εισχωρούν σε όλες τις μεγάλης κλίμακας προσπάθειες στη χώρα μας;
[/FONT] [FONT="]Οι μικρές μονάδες θα είναι πάντα κρίσιμες σε εμάς. Χρειάζεται να γίνουν εξωστρεφείς, ανταγωνιστικές, να καινοτομούν, να συντονίζονται, να μην επιβαρύνονται από τη δημόσια διοίκηση. Όλα τα συστήματα του Δημοσίου, εκπαιδευτικό, φορολογικό, ασφαλιστικό, έρευνα, υποδομές, πρέπει να υποστηρίξουν αυτούς τους στόχους. Το αναπτυξιακό λογοπλαίσιο να διαμορφωθεί πάνω στη μικρή κλίμακα.
[/FONT] [FONT="]Ο καθείς και τα όπλα του.
[/FONT]
[FONT="]1. [/FONT][FONT="]Ευχαριστώ τους Σ. Γεωργανά, Γ. Πάνζαρη και Μ. Φραγκιά για τις παρατηρήσεις τους. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
2. [/FONT][FONT="]Παλιότερα, από αριστερή οπτική, οι Κ. Τσουκαλάς, Κ. Βεργόπουλος, Ν. Μουζέλης, Μ. Παπαγιαννάκης. Πιο πρόσφατα, από εκσυγχρονιστική φιλελεύθερη οπτική, οι Χ. Τσούκας, Γ. Παγουλάτος, Θ. Πελαγίδης και Μ. Μητσόπουλος. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
3. [/FONT][FONT="]Douglass C. North, Institutions, Institutional Change and Economic Performance, Cambridge University Press, 1990· David S. Landes, The Wealth and Poverty of Nations: Why Some Are So Rich and Some So Poor, W. W. Norton & Company 1999· Lawrence E. Harrison & Samuel P. Huntington (ed.), Culture Matters: How Values Shape Human Progress, Basic Books 2001· Peter A. Hall, David Soskice (ed.), Varieties of Capitalism: The Institutional Foundations of Comparative Advantage, Oxford University Press 2001· Bruno Amable, The Diversity of Modern Capitalism, Oxford University Press 2004. [/FONT][FONT="][[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
4. [/FONT][FONT="]Manfred Schmiemann, Enterprises by Size Class, Eurostat (200[FONT="]8 )[/FONT]. [/FONT][FONT="]Στοιχεία έτους 2005. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
5. [/FONT][FONT="]Ενώ στους διεθνώς εμπορεύσιμους κλάδους κυριαρχεί η οικονομία του φραπέ, που τη λοιδορεί όλη η τεχνοκρατία και η γραφειοκρατία, αλλά που αυτή ελπίζουμε ότι θα στηρίξει το εξωτερικό ισοζύγιο· βλ. «[/FONT][FONT="]Εσωτερική υποτίμηση[/FONT][FONT="]» στο ιστολόγιο [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
6. [/FONT][FONT="]Ο όρος είναι του Γ. Β. Δερτιλή· βλ. Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920, Bιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2004, Τ.1 σελ. 70 [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
7. [/FONT][FONT="]Για μια γλαφυρή αφήγηση βλ. Ευάγγελος Κοροβίνης, Η νεοελληνική φαυλοκρατία, Αρμός, Αθήνα 2007. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
8. [/FONT][FONT="]Ernesto Laclau, On Populist Reason, Verso 2005. [/FONT][FONT="][[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
9. [/FONT][FONT="]Στέλιος Ράμφος, Ο καημός του ενός. Κεφάλαια της ψυχικής ιστορίας των Ελλήνων, Αρμός, Αθήνα 2000, σ. 14. [[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
10. [/FONT][FONT="]Gianfranco Poggi, The Development of the Modern State. A Sociological Introduction, Stanford University Press, 1978, [/FONT][FONT="]κεφ[/FONT][FONT="]. 4. [/FONT][FONT="][[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
[FONT="]
11. [/FONT][FONT="]Elinor Ostrom, Collective Action and the Evolution of Social Norms, Journal of Economic Perspectives, Vol. 14, No 3, Summer 2000. [/FONT][FONT="][[/FONT][FONT="]↩[/FONT][FONT="]][/FONT]
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 7 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
28-05-16
20:54
Γιατί θα αποτύχει (και αυτή) η Κυβέρνηση
του [FONT="]Αριστείδη Χατζή
28 Οκτωβριου 2015
[/FONT]
του [FONT="]Αριστείδη Χατζή
28 Οκτωβριου 2015
[/FONT]
[FONT="]Τα στοιχεία που ανακοίνωσε ο ΟΟΣΑ είναι συγκλονιστικά. Η πτώση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα από το 2007 έως το 2015 έφτασε το 27,5%. Η ανεργία παραμένει σε ανεμοδαρμένα ύψη και αναμένεται (μετά την εν εξελίξει φοροκαταιγίδα) να αυξηθεί κι άλλο. Καθώς μπαίνουμε στο 2016, όχι μόνο δεν υπάρχει προοπτική ανάκαμψης αλλά είναι βέβαιο πως η κατηφόρα θα συνεχιστεί, ίσως και πιο απότομα. Στη διάρκεια του επόμενου χρόνου θα φλερτάρουμε με τα δύο τρομακτικά τριαντάρια: σωρευτική πτώση του ΑΕΠ κατά 30% και ανεργία 30%, διπλάσια για τους νέους. Αυτά είναι νούμερα που συναντά κανείς σε χώρες μετά από πόλεμο, ιδίως μετά από πόλεμο που έχουν χάσει.
Πώς θα θυμούνται τα παιδιά μας μετά από δεκαετίες αυτήν την περίοδο; Με ποιον τρόπο θα ερμηνεύουν οι ιστορικοί αυτήν την «ειρηνική καταστροφή»; Ποιοι θα θεωρηθούν υπεύθυνοι γι’ αυτό το έγκλημα;
Όλα αυτά είναι ενδιαφέροντα ερωτήματα αν και τα έχουμε συζητήσει πολλές φορές. Ο βασικός υπεύθυνος είναι το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης. Αυτό δημιούργησε τις πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές, θεσμικές και πολιτισμικές προϋποθέσεις της κρίσης. Με την ενθουσιώδη βεβαίως στήριξη του ελληνικού λαού. Που έδωσε σ’ αυτό το πολιτικό σύστημα απεριόριστη δύναμη, που το προστάτευσε και το νομιμοποίησε. Που όχι μόνο αδιαφόρησε για τις μοναχικές Κασσάνδρες που τον προειδοποιούσαν αλλά φρόντισε και να εξοστρακίσει κάθε φωνή που ενοχλούσε τα συλλογικά αυτιά του. Σ’ αυτό το πολιτικό σύστημα ο ρόλος της Αριστεράς ήταν περιορισμένος μεν, εκκωφαντικός δε. Η Αριστερά ήταν η cheerleader του λαϊκισμού. Άλλοι πρωταγωνιστούσαν στο παιχνίδι αλλά αυτή ζητωκραύγαζε και μοιράζονταν τη δόξα. Και βέβαια οι μυωπικοί εταίροι μας, που επιμένουν μέχρι και σήμερα σε ένα μείγμα λιτότητας που απέτυχε παταγωδώς, ένα μείγμα που εξυπηρετεί και τους εγχώριους εφαρμοστές γιατί έχει το μικρότερο πολιτικό κόστος: αντί της μείωσης του κράτους και των ριζικών μεταρρυθμίσεων, αύξηση της φορολογίας και οριζόντιες (άρα άδικες και αναποτελεσματικές) περικοπές.
Ας τ’ αφήσουμε όμως αυτά κι ας δούμε γιατί το τρίτο μνημόνιο θα έχει την ίδια τύχη με τα άλλα δύο. Ας δούμε δηλαδή γιατί θα αποτύχει.
Σύμφωνα με τον μεγάλο Αμερικανό οικονομολόγο και πολιτικό επιστήμονα Mancur Olson, για να αναπτυχθεί μια χώρα θα πρέπει να ισχύσουν τρεις τουλάχιστον προϋποθέσεις: να έχει ανοικτές αγορές, να πλαισιώνονται αυτές από θεσμούς κατάλληλους για οικονομική ανάπτυξη αλλά και να διαθέτει ελίτ που να κατανοούν τις βασικές οικονομικές έννοιες και ιδίως τον τρόπο που λειτουργούν οι διεθνείς αγορές. Εμείς δεν έχουμε τίποτα από τα τρία.
1. Η Ελλάδα δεν έχει ανοικτή αγορά. Ύστερα από πέντε χρόνια μνημονίων και «μεταρρυθμίσεων» η Ελλάδα παραμένει μια κορπορατιστική κλειστη οικονομία που την ελέγχει μια ανίερη συμμαχία γραφειοκρατών, ολιγαρχών και οργανωμένων συμφερόντων (ισχυρές επαγγελματικές ομάδες και ισχυρά συνδικάτα του δημόσιου τομέα). Πρόκειται κυριολεκτικά για στρατό κατοχής που ελέγχει την εκάστοτε κυβέρνηση, τα «βρίσκει» στο τέλος με τους δανειστές και έχει ως κύριο σκοπό την αυτοσυντήρησή της. Το ότι ακόμα και σήμερα η Ελλάδα παραμένει η λιγότερο ελεύθερη, δηλαδή η περισσότερο κλειστή στον ανταγωνισμό οικονομία μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι η καλύτερη απόδειξη των παραπάνω.
2. Η Ελλάδα δεν διαθέτει θεσμικό πλαίσιο κατάλληλο για οικονομική ανάπτυξη. Η Ελλάδα είναι η κατεξοχήν χώρα με «κλειστούς» ή «αρπακτικούς» (extractive) θεσμούς, για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία των Acemoglu και Robinson, όπου οι ισχυρές πολιτικές και οικονομικές ελίτ «αρπάζουν» τους πόρους από την υπόλοιπη κοινωνία. Πρόκειται δηλαδή για την κλασική περίπτωση παρεοκρατικού καπιταλισμού (crony capitalism): Με ισχυρά κρατικοδίαιτα μονοπώλια και ολιγοπώλια, με εισαγωγή τεχνολογίας και ανύπαρκτη καινοτομία, έμφαση στην εσωτερική αγορά, ελάχιστες εξαγωγές και φυσικά με υψηλούς δείκτες ανισότητας και ένα διογκωμένο αλλά αναποτελεσματικό και άρα ανύπαρκτο κράτος πρόνοιας. Είναι μια χώρα με δυσανεξία στις δομικές μεταρρυθμίσεις, με θεσμοθετημένα εμπόδια στην είσοδο για τις νέες επιχειρήσεις, με αντικίνητρα για την καινοτομία και βέβαια ο παράδεισος της προσοδοθηρίας και της διαφθοράς. Προσθέστε σε όλα αυτά τη διαβόητη αναποτελεσματικότητα της κρατικής μηχανής και τους απελπιστικά αργούς ρυθμούς της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Ποιος θα επενδύσει σε μια χώρα με αρνητικά ρεκόρ στην απονομή δικαιοσύνης: 4,5 χρόνια για να εφαρμοστεί μια σύμβαση και σχεδόν 4 για να ξεμπερδέψεις από μια πτώχευση! Όσο και να μειωθεί λοιπόν το κόστος της εργασίας μην περιμένετε να αυξηθεί πραγματικά η ανταγωνιστικότητα χωρίς ριζικές μεταρρυθμίσεις. Σε μια χώρα που ούτε να γεννηθεί μπορεί μια οικονομική σχέση αλλά ούτε και να πεθάνει μην περιμένετε επενδύσεις!
3. Η Ελλάδα δεν έχει ελίτ που να κατανοούν τον τρόπο που λειτουργεί η παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Αρκεί να παρακολουθήσετε ένα δελτίο ειδήσεων για να φρίξετε από τον οικονομικό αναλφαβητισμό, την παθολογική ιδεοληψία και την άγνοια κινδύνου του πολιτικού συστήματος. Αδυνατεί ακόμα και στοιχειωδώς να συνδέσει την τρομακτική ανεργία και την τραγική φυγή εγκεφάλων (brain drain) με τα δύο προβλήματα που παρουσιάσαμε παραπάνω. Μια χώρα που γηράσκει, με ρεκόρ συνταξιούχων και πρωταθλήτρια στο ποσοστό ατόμων που εξαρτώνται από το κράτος για την επιβίωσή τους, με το χαμηλότερο δείκτη εμπιστοσύνης (trust) και υποτυπώδες κοινωνικό κεφάλαιο, αδυνατεί να καταλάβει τα αίτια, να συνδέσει τα προφανή. Μην εκπλήσσεσθε εάν και η ηγεσία της αντανακλά πιστά το πραγματικό πρόσωπο αυτής της χώρας.
Αυτό είναι, σε πολύ αδρές γραμμές, το πρόβλημα της Ελλάδας (αν θέλετε να διαβάσετε περισσότερα για το θέμα, θα βρείτε ένα πιο εκτεταμένο και εμπεριστατωμένο κείμενό μου εδώ). Προφανώς δεν είναι τα μοναδικά προβλήματα. Είναι όμως τα σημαντικότερα γιατί είναι δομικά. Ας κάνουμε ένα απλό διανοητικό πείραμα. Ας φανταστούμε ότι το χρέος μας εξαφανίζεται με ένα μαγικό τρόπο. Αυτά τα τρία σοβαρά δομικά προβλήματα θα μας ξαναφέρουν ακριβώς στην ίδια (ίσως και χειρότερη) θέση μ’ αυτήν που βρεθήκαμε το 2010. Οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας (παγκόσμια κρίση, προβλήματα της ευρωζώνης, ηθικός κίνδυνος) θα αποτελούν αφορμές για την καταβύθισή μας.
Να λοιπόν γιατί είμαι τόσο απαισιόδοξος. Όχι μόνο γιατί λίγα πράγματα άλλαξαν ουσιαστικά μέσα σ’ αυτά τα χρόνια, από το 2010 μέχρι σήμερα. Όχι μόνο γιατί προφανώς δεν μάθαμε κάτι ούτε εκμεταλλευτήκαμε την κρίση. Αλλά κυρίως γιατί η σημερινή κυβέρνηση συμπυκνώνει με τον πιο θλιβερό και μίζερο τρόπο όλη την κακοδαιμονία της μεταπολίτευσης. Είναι ο τελευταίος σπασμός ενός αποτυχημένου κράτους που θα σπαρταρήσει μια τελευταία φορά πριν μας πάρει μαζί του στο βυθό.
Μην το εκλάβετε σαν προφητεία (θα ήταν γελοίο), ούτε καν σας πρόβλεψη (θα ήταν αμετροεπές). Αλλά τουλάχιστον για μένα η συνέχεια είναι σε μεγάλο βαθμό προδιαγεγραμμένη. Διότι ενώ αυτή η κυβέρνηση έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των προηγουμένων – έχει πολιτικό κεφάλαιο να ξοδέψει και δεν έχει ισχυρή λαϊκιστική αντιπολίτευση απέναντί της – έχει επίσης τρία σημαντικά μειονεκτήματα: απεχθάνεται τις ανοικτές αγορές και τον ανταγωνισμό, δεν έχει καμία διάθεση να διαμορφώσει ένα οικονομικά αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο και βέβαια η ηγεσία της έχει μια τερατωδώς διαστρεβλωμένη εικόνα για το πώς λειτουργεί ο κόσμος.
Τι πιθανότητες έχει μια τέτοια κυβέρνηση να πετύχει; Μηδαμινές.
Τι μπορεί να λειτουργήσει θετικά σε ένα τόσο ζοφερό σενάριο; Η ασφυκτική πίεση που θα της ασκηθεί για να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις και βέβαια το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Αλλά αρκούν αυτά;[/FONT]
Πώς θα θυμούνται τα παιδιά μας μετά από δεκαετίες αυτήν την περίοδο; Με ποιον τρόπο θα ερμηνεύουν οι ιστορικοί αυτήν την «ειρηνική καταστροφή»; Ποιοι θα θεωρηθούν υπεύθυνοι γι’ αυτό το έγκλημα;
Όλα αυτά είναι ενδιαφέροντα ερωτήματα αν και τα έχουμε συζητήσει πολλές φορές. Ο βασικός υπεύθυνος είναι το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης. Αυτό δημιούργησε τις πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές, θεσμικές και πολιτισμικές προϋποθέσεις της κρίσης. Με την ενθουσιώδη βεβαίως στήριξη του ελληνικού λαού. Που έδωσε σ’ αυτό το πολιτικό σύστημα απεριόριστη δύναμη, που το προστάτευσε και το νομιμοποίησε. Που όχι μόνο αδιαφόρησε για τις μοναχικές Κασσάνδρες που τον προειδοποιούσαν αλλά φρόντισε και να εξοστρακίσει κάθε φωνή που ενοχλούσε τα συλλογικά αυτιά του. Σ’ αυτό το πολιτικό σύστημα ο ρόλος της Αριστεράς ήταν περιορισμένος μεν, εκκωφαντικός δε. Η Αριστερά ήταν η cheerleader του λαϊκισμού. Άλλοι πρωταγωνιστούσαν στο παιχνίδι αλλά αυτή ζητωκραύγαζε και μοιράζονταν τη δόξα. Και βέβαια οι μυωπικοί εταίροι μας, που επιμένουν μέχρι και σήμερα σε ένα μείγμα λιτότητας που απέτυχε παταγωδώς, ένα μείγμα που εξυπηρετεί και τους εγχώριους εφαρμοστές γιατί έχει το μικρότερο πολιτικό κόστος: αντί της μείωσης του κράτους και των ριζικών μεταρρυθμίσεων, αύξηση της φορολογίας και οριζόντιες (άρα άδικες και αναποτελεσματικές) περικοπές.
Ας τ’ αφήσουμε όμως αυτά κι ας δούμε γιατί το τρίτο μνημόνιο θα έχει την ίδια τύχη με τα άλλα δύο. Ας δούμε δηλαδή γιατί θα αποτύχει.
Σύμφωνα με τον μεγάλο Αμερικανό οικονομολόγο και πολιτικό επιστήμονα Mancur Olson, για να αναπτυχθεί μια χώρα θα πρέπει να ισχύσουν τρεις τουλάχιστον προϋποθέσεις: να έχει ανοικτές αγορές, να πλαισιώνονται αυτές από θεσμούς κατάλληλους για οικονομική ανάπτυξη αλλά και να διαθέτει ελίτ που να κατανοούν τις βασικές οικονομικές έννοιες και ιδίως τον τρόπο που λειτουργούν οι διεθνείς αγορές. Εμείς δεν έχουμε τίποτα από τα τρία.
1. Η Ελλάδα δεν έχει ανοικτή αγορά. Ύστερα από πέντε χρόνια μνημονίων και «μεταρρυθμίσεων» η Ελλάδα παραμένει μια κορπορατιστική κλειστη οικονομία που την ελέγχει μια ανίερη συμμαχία γραφειοκρατών, ολιγαρχών και οργανωμένων συμφερόντων (ισχυρές επαγγελματικές ομάδες και ισχυρά συνδικάτα του δημόσιου τομέα). Πρόκειται κυριολεκτικά για στρατό κατοχής που ελέγχει την εκάστοτε κυβέρνηση, τα «βρίσκει» στο τέλος με τους δανειστές και έχει ως κύριο σκοπό την αυτοσυντήρησή της. Το ότι ακόμα και σήμερα η Ελλάδα παραμένει η λιγότερο ελεύθερη, δηλαδή η περισσότερο κλειστή στον ανταγωνισμό οικονομία μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι η καλύτερη απόδειξη των παραπάνω.
2. Η Ελλάδα δεν διαθέτει θεσμικό πλαίσιο κατάλληλο για οικονομική ανάπτυξη. Η Ελλάδα είναι η κατεξοχήν χώρα με «κλειστούς» ή «αρπακτικούς» (extractive) θεσμούς, για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία των Acemoglu και Robinson, όπου οι ισχυρές πολιτικές και οικονομικές ελίτ «αρπάζουν» τους πόρους από την υπόλοιπη κοινωνία. Πρόκειται δηλαδή για την κλασική περίπτωση παρεοκρατικού καπιταλισμού (crony capitalism): Με ισχυρά κρατικοδίαιτα μονοπώλια και ολιγοπώλια, με εισαγωγή τεχνολογίας και ανύπαρκτη καινοτομία, έμφαση στην εσωτερική αγορά, ελάχιστες εξαγωγές και φυσικά με υψηλούς δείκτες ανισότητας και ένα διογκωμένο αλλά αναποτελεσματικό και άρα ανύπαρκτο κράτος πρόνοιας. Είναι μια χώρα με δυσανεξία στις δομικές μεταρρυθμίσεις, με θεσμοθετημένα εμπόδια στην είσοδο για τις νέες επιχειρήσεις, με αντικίνητρα για την καινοτομία και βέβαια ο παράδεισος της προσοδοθηρίας και της διαφθοράς. Προσθέστε σε όλα αυτά τη διαβόητη αναποτελεσματικότητα της κρατικής μηχανής και τους απελπιστικά αργούς ρυθμούς της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Ποιος θα επενδύσει σε μια χώρα με αρνητικά ρεκόρ στην απονομή δικαιοσύνης: 4,5 χρόνια για να εφαρμοστεί μια σύμβαση και σχεδόν 4 για να ξεμπερδέψεις από μια πτώχευση! Όσο και να μειωθεί λοιπόν το κόστος της εργασίας μην περιμένετε να αυξηθεί πραγματικά η ανταγωνιστικότητα χωρίς ριζικές μεταρρυθμίσεις. Σε μια χώρα που ούτε να γεννηθεί μπορεί μια οικονομική σχέση αλλά ούτε και να πεθάνει μην περιμένετε επενδύσεις!
3. Η Ελλάδα δεν έχει ελίτ που να κατανοούν τον τρόπο που λειτουργεί η παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Αρκεί να παρακολουθήσετε ένα δελτίο ειδήσεων για να φρίξετε από τον οικονομικό αναλφαβητισμό, την παθολογική ιδεοληψία και την άγνοια κινδύνου του πολιτικού συστήματος. Αδυνατεί ακόμα και στοιχειωδώς να συνδέσει την τρομακτική ανεργία και την τραγική φυγή εγκεφάλων (brain drain) με τα δύο προβλήματα που παρουσιάσαμε παραπάνω. Μια χώρα που γηράσκει, με ρεκόρ συνταξιούχων και πρωταθλήτρια στο ποσοστό ατόμων που εξαρτώνται από το κράτος για την επιβίωσή τους, με το χαμηλότερο δείκτη εμπιστοσύνης (trust) και υποτυπώδες κοινωνικό κεφάλαιο, αδυνατεί να καταλάβει τα αίτια, να συνδέσει τα προφανή. Μην εκπλήσσεσθε εάν και η ηγεσία της αντανακλά πιστά το πραγματικό πρόσωπο αυτής της χώρας.
Αυτό είναι, σε πολύ αδρές γραμμές, το πρόβλημα της Ελλάδας (αν θέλετε να διαβάσετε περισσότερα για το θέμα, θα βρείτε ένα πιο εκτεταμένο και εμπεριστατωμένο κείμενό μου εδώ). Προφανώς δεν είναι τα μοναδικά προβλήματα. Είναι όμως τα σημαντικότερα γιατί είναι δομικά. Ας κάνουμε ένα απλό διανοητικό πείραμα. Ας φανταστούμε ότι το χρέος μας εξαφανίζεται με ένα μαγικό τρόπο. Αυτά τα τρία σοβαρά δομικά προβλήματα θα μας ξαναφέρουν ακριβώς στην ίδια (ίσως και χειρότερη) θέση μ’ αυτήν που βρεθήκαμε το 2010. Οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας (παγκόσμια κρίση, προβλήματα της ευρωζώνης, ηθικός κίνδυνος) θα αποτελούν αφορμές για την καταβύθισή μας.
Να λοιπόν γιατί είμαι τόσο απαισιόδοξος. Όχι μόνο γιατί λίγα πράγματα άλλαξαν ουσιαστικά μέσα σ’ αυτά τα χρόνια, από το 2010 μέχρι σήμερα. Όχι μόνο γιατί προφανώς δεν μάθαμε κάτι ούτε εκμεταλλευτήκαμε την κρίση. Αλλά κυρίως γιατί η σημερινή κυβέρνηση συμπυκνώνει με τον πιο θλιβερό και μίζερο τρόπο όλη την κακοδαιμονία της μεταπολίτευσης. Είναι ο τελευταίος σπασμός ενός αποτυχημένου κράτους που θα σπαρταρήσει μια τελευταία φορά πριν μας πάρει μαζί του στο βυθό.
Μην το εκλάβετε σαν προφητεία (θα ήταν γελοίο), ούτε καν σας πρόβλεψη (θα ήταν αμετροεπές). Αλλά τουλάχιστον για μένα η συνέχεια είναι σε μεγάλο βαθμό προδιαγεγραμμένη. Διότι ενώ αυτή η κυβέρνηση έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των προηγουμένων – έχει πολιτικό κεφάλαιο να ξοδέψει και δεν έχει ισχυρή λαϊκιστική αντιπολίτευση απέναντί της – έχει επίσης τρία σημαντικά μειονεκτήματα: απεχθάνεται τις ανοικτές αγορές και τον ανταγωνισμό, δεν έχει καμία διάθεση να διαμορφώσει ένα οικονομικά αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο και βέβαια η ηγεσία της έχει μια τερατωδώς διαστρεβλωμένη εικόνα για το πώς λειτουργεί ο κόσμος.
Τι πιθανότητες έχει μια τέτοια κυβέρνηση να πετύχει; Μηδαμινές.
Τι μπορεί να λειτουργήσει θετικά σε ένα τόσο ζοφερό σενάριο; Η ασφυκτική πίεση που θα της ασκηθεί για να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις και βέβαια το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Αλλά αρκούν αυτά;[/FONT]
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 7 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
02-01-15
23:38
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 9 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
24-11-13
19:48
Ποιά Ελλάδα καταρρέει;
19/12/2011
Την Κυριακή 18 Δεκεμβρίου, στην εφημερίδα Καθημερινή δημοσιεύτηκε το παρακάτω κείμενο, στο οποίο τελείως σχηματικά, διατυπώνονται ευρύτεροι προβληματισμοί. Για το σχήμα αυτό που παρουσιάζω -εκτός από τις δικές μου αυτόνομες παρατηρήσεις που προήλθαν από την παρακολούθηση του μικρασιατικού, αλλά και σοβιετικού ελληνισμού- χρησιμοποίησα δύο βασικά κείμενα, τα οποία μ’ έναν έξοχο τρόπο μου έδωσαν το πρώτο τη καθαρή γνώση για την αστική ανάπτυξη των Ελλήνων στη Μικρά Ασία και το δεύτερο μια ανάλυση των δυσπλασιών της ελλαδικής κρατικής και κοινωνικής συγκρότησης: D. Gontikas, Ch. Issawi, Ottoman Greeks in the age of nationalism και Π.Κονδύλης, Η παρακμή του αστικού πολιτισμού…
Ποιες όμως είναι εκείνες οι παράμετροι που οδήγησαν την Ελλάδα σε μια τόσο δυσμενή θέση; Είναι μόνο η μεταπολιτευτική διαχείριση που μετέτρεψε το κράτος σε θεραπαινίδα των κομματικών μηχανισμών; Μήπως υπάρχουν βαθύτερες αιτίες, που ανάγονται στον τρόπο που συγκροτήθηκε η Ελλάδα ως έθνος–κράτος και απλώς επιδεινώθηκαν από την πρόσφατη διαχείριση;
Η ελληνική παλιγγενεσία, η δεύτερη μεγάλη αντιαπολυταρχική ευρωπαϊκή επανάσταση μετα τη Γαλλική, οδήγησε στη δημιουργία του νεαρού ελληνικού κράτους το 1830. Ομως, τα γεωγραφικά όρια του νεαρού εθνικού κράτους απείχαν πολύ από τα όνειρα των προοδευτικών διαφωτιστών που ονειρεύτηκαν και σχεδίασαν την Επανάσταση.
Το έθνος–κράτος ήταν μια νέα πολιτειακή μορφή που εμφανίστηκε μετά τη Γαλλική Επανάσταση και εξέφραζε την άνοδο των αστικών στρωμάτων στην εξουσία, ενάντια στους παλιούς φεουδάρχες και αριστοκράτες. Στην ελληνική, όμως, περίπτωση, το έθνος–κράτος δημιουργήθηκε σε μια περιοχή απ’ όπου απουσίαζαν πλήρως τα αστικά στρώματα. Δηλαδή, οι κοινωνικές εκείνες δυνάμεις που αντιστοιχούσαν στη νέα πολιτειακή μορφή. Τα εδάφη που αποτέλεσαν το έδαφος του ελεύθερου κράτους βρίσκονταν στην καθυστερημένη περιφέρεια της αυτοκρατορίας από την οποία αποσχίστηκαν. Τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου ζούσε και αναπτυσσόταν δημιουργικά ο ελληνισμός, βρέθηκαν εκτός των συνόρων.
Εντός των συνόρων, οι παραγωγικές δυνάμεις ήταν ελάχιστα ανεπτυγμένες, όπως και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις που ήταν απαραίτητες για τη λειτουργία ενός έθνους–κράτους. Βασικό χαρακτηριστικό στην εξέλιξη της ελλαδικής κοινωνίας θα είναι η απουσία σημαντικών αστικών στρωμάτων. Ετσι το κράτος θα συγκροτηθεί στη βάση προαστικών, πατριαρχικών σχέσεων. Οι πραγματικές δομικές αδυναμίες θα οδηγήσουν σε μια ιδεολογική «υπερ–αναπλήρωση» βασισμένη στην αρχαιοελληνική ανάκληση, στην αναβίωση ενός νεκρού παρελθόντος ως αντιστάθμισμα στην υπαρκτή πολιτισμική ταυτότητα των εξωελλαδικών ελληνικών κέντρων. Παράλληλα, θα εδραιωθεί μέσω της αυτοαναγνώρισης η ιδεολογία της «μητρόπολης» ως συναίσθημα υπεροχής.
Ειδικά μετά την καθιέρωση του Συντάγματος του 1844, τα ισχυρά από την προεπαναστατική εποχή τοπικά συμφέροντα των προεστών και των φεουδαρχών θα καταλάβουν πλήρως και ολοκληρωτικά την εξουσία στο βασίλειο, θα επηρεάσουν αποφασιστικά τη μοναρχία, θα εδραιώσουν έναν πελατειακό κοινοβουλευτισμό και θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη ενός παλαιοελλαδικού τοπικισμού, που στις κρίσιμες εποχές της Ιστορίας θα έχει μοιραία συμβολή στις εξελίξεις. Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει σε υπερ–λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ισχυρών δεσμών μεταξύ ελεύθερης αγοράς και κρατικής–κομματικής λειτουργίας. Η πολιτισμική ενοποίηση του πληθυσμού και η δημιουργία μηχανισμών λειτουργίας που αντιστοιχούσαν στη νέα πολιτειακή μορφή απορρόφησαν τις δραστηριότητες των νέων ελίτ, κρατικοδίαιτων σε μεγάλο βαθμό, που αναπτύχθηκαν.
Σε αντίθεση με την κοινωνική εξέλιξη εντός του ελληνικού βασιλείου, ως απόρροια του Τανζιμάτ και του Χάτι Χουμαγιούν –δηλαδή της οθωμανικής περεστρόικα–, οι Ελληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα αναπτυχθούν ραγδαία καθ’ όλο το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Θα αναπτύξουν αξιοσημείωτα αστικά στρώματα, που μαζί με τους Αρμένιους και, λιγότερο, τους Εβραίους θα αποτελέσουν την οθωμανική αστική τάξη, την οποία θα επιχειρήσουν επιτυχημένα, από το 1908, να εξοντώσουν οι νεότουρκοι εθνικιστές. Ετσι, η μοναδική ελληνική αστική τάξη που διαμορφώθηκε ιστορικά και είχε χαρακτηριστικά που αντιστοιχούσαν στην ευρωπαϊκή τυπολογία, βρισκόταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα και η πολιτική που θα επιλεγεί στις αρχές του 20ού αι. θα καθοριστούν από τις ενδοοθωμανικές εξελίξεις, την εμφάνιση ενός μιλιταριστικού εξτρεμιστικού τουρκικού εθνικισμού και την ήττα των μεταρρυθμιστικών οθωμανικών δυνάμεων. Η άνοδος στην εξουσία των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων που ήταν συσπειρωμένες γύρω από τον Βενιζέλο εγγυόταν εν μέρει τη συμμετοχή του ελληνισμού στις κοσμογονικές αλλαγές που σύντομα επρόκειτο να έρθουν.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι μεταπολεμικές διευθετήσεις με τη Μικρασιατική Εκστρατεία υπήρξαν η μοναδική ευκαιρία αναίρεσης της αρχικής γενετικής αντινομίας. Η ενσωμάτωση των περιοχών όπου ζούσε και δρούσε η ακμαία ελληνική αστική τάξη και βρισκόταν στον άξονα Κωνσταντινούπολης–Σμύρνης, θα οδηγούσε στην αποκατάσταση μιας φυσιολογικής κοινωνικής δομής στο ελληνικό έθνος–κράτος.
Η αποτυχία του εγχειρήματος, που επί της ουσίας υπονομεύτηκε συνειδητά από τις κυρίαρχες ελίτ, σφράγισε αμετάκλητα τη μορφή της ελληνικής κοινωνίας.
19/12/2011
Την Κυριακή 18 Δεκεμβρίου, στην εφημερίδα Καθημερινή δημοσιεύτηκε το παρακάτω κείμενο, στο οποίο τελείως σχηματικά, διατυπώνονται ευρύτεροι προβληματισμοί. Για το σχήμα αυτό που παρουσιάζω -εκτός από τις δικές μου αυτόνομες παρατηρήσεις που προήλθαν από την παρακολούθηση του μικρασιατικού, αλλά και σοβιετικού ελληνισμού- χρησιμοποίησα δύο βασικά κείμενα, τα οποία μ’ έναν έξοχο τρόπο μου έδωσαν το πρώτο τη καθαρή γνώση για την αστική ανάπτυξη των Ελλήνων στη Μικρά Ασία και το δεύτερο μια ανάλυση των δυσπλασιών της ελλαδικής κρατικής και κοινωνικής συγκρότησης: D. Gontikas, Ch. Issawi, Ottoman Greeks in the age of nationalism και Π.Κονδύλης, Η παρακμή του αστικού πολιτισμού…
Αναζητώντας τις γενετικές αντινομίες του ελληνικού κράτους
Λίγα μόλις χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, οπότε οι Ελληνες –τουλάχιστον οι ελίτ αυτής της χώρας– έζησαν με πάθος το παραμύθι της Σταχτοπούτας, η σκληρή πραγματικότητα έστρεψε τη δημόσια συζήτηση στην ακριβώς αντίθετη φορά.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση, παράλληλα με την κρίση του ενιαίου νομίσματος, οδήγησε την ελλαδική κοινωνία σε μια πρωτοφανή κρίση και δυσανεξία. Εφερε παράλληλα στην επιφάνεια όλες τις δομικές δυσπλασίες του νεοελληνικού κρατικού εγχειρήματος. Ετσι η Ελλάδα αναδείχθηκε σε ιδιαίτερο και μοναδικό φαινόμενο στην Ευρώπη, καταλύτη μεγάλων αρνητικών αλλαγών.Λίγα μόλις χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, οπότε οι Ελληνες –τουλάχιστον οι ελίτ αυτής της χώρας– έζησαν με πάθος το παραμύθι της Σταχτοπούτας, η σκληρή πραγματικότητα έστρεψε τη δημόσια συζήτηση στην ακριβώς αντίθετη φορά.
Ποιες όμως είναι εκείνες οι παράμετροι που οδήγησαν την Ελλάδα σε μια τόσο δυσμενή θέση; Είναι μόνο η μεταπολιτευτική διαχείριση που μετέτρεψε το κράτος σε θεραπαινίδα των κομματικών μηχανισμών; Μήπως υπάρχουν βαθύτερες αιτίες, που ανάγονται στον τρόπο που συγκροτήθηκε η Ελλάδα ως έθνος–κράτος και απλώς επιδεινώθηκαν από την πρόσφατη διαχείριση;
Η ελληνική παλιγγενεσία, η δεύτερη μεγάλη αντιαπολυταρχική ευρωπαϊκή επανάσταση μετα τη Γαλλική, οδήγησε στη δημιουργία του νεαρού ελληνικού κράτους το 1830. Ομως, τα γεωγραφικά όρια του νεαρού εθνικού κράτους απείχαν πολύ από τα όνειρα των προοδευτικών διαφωτιστών που ονειρεύτηκαν και σχεδίασαν την Επανάσταση.
Το έθνος–κράτος ήταν μια νέα πολιτειακή μορφή που εμφανίστηκε μετά τη Γαλλική Επανάσταση και εξέφραζε την άνοδο των αστικών στρωμάτων στην εξουσία, ενάντια στους παλιούς φεουδάρχες και αριστοκράτες. Στην ελληνική, όμως, περίπτωση, το έθνος–κράτος δημιουργήθηκε σε μια περιοχή απ’ όπου απουσίαζαν πλήρως τα αστικά στρώματα. Δηλαδή, οι κοινωνικές εκείνες δυνάμεις που αντιστοιχούσαν στη νέα πολιτειακή μορφή. Τα εδάφη που αποτέλεσαν το έδαφος του ελεύθερου κράτους βρίσκονταν στην καθυστερημένη περιφέρεια της αυτοκρατορίας από την οποία αποσχίστηκαν. Τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου ζούσε και αναπτυσσόταν δημιουργικά ο ελληνισμός, βρέθηκαν εκτός των συνόρων.
Εντός των συνόρων, οι παραγωγικές δυνάμεις ήταν ελάχιστα ανεπτυγμένες, όπως και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις που ήταν απαραίτητες για τη λειτουργία ενός έθνους–κράτους. Βασικό χαρακτηριστικό στην εξέλιξη της ελλαδικής κοινωνίας θα είναι η απουσία σημαντικών αστικών στρωμάτων. Ετσι το κράτος θα συγκροτηθεί στη βάση προαστικών, πατριαρχικών σχέσεων. Οι πραγματικές δομικές αδυναμίες θα οδηγήσουν σε μια ιδεολογική «υπερ–αναπλήρωση» βασισμένη στην αρχαιοελληνική ανάκληση, στην αναβίωση ενός νεκρού παρελθόντος ως αντιστάθμισμα στην υπαρκτή πολιτισμική ταυτότητα των εξωελλαδικών ελληνικών κέντρων. Παράλληλα, θα εδραιωθεί μέσω της αυτοαναγνώρισης η ιδεολογία της «μητρόπολης» ως συναίσθημα υπεροχής.
Ειδικά μετά την καθιέρωση του Συντάγματος του 1844, τα ισχυρά από την προεπαναστατική εποχή τοπικά συμφέροντα των προεστών και των φεουδαρχών θα καταλάβουν πλήρως και ολοκληρωτικά την εξουσία στο βασίλειο, θα επηρεάσουν αποφασιστικά τη μοναρχία, θα εδραιώσουν έναν πελατειακό κοινοβουλευτισμό και θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη ενός παλαιοελλαδικού τοπικισμού, που στις κρίσιμες εποχές της Ιστορίας θα έχει μοιραία συμβολή στις εξελίξεις. Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει σε υπερ–λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ισχυρών δεσμών μεταξύ ελεύθερης αγοράς και κρατικής–κομματικής λειτουργίας. Η πολιτισμική ενοποίηση του πληθυσμού και η δημιουργία μηχανισμών λειτουργίας που αντιστοιχούσαν στη νέα πολιτειακή μορφή απορρόφησαν τις δραστηριότητες των νέων ελίτ, κρατικοδίαιτων σε μεγάλο βαθμό, που αναπτύχθηκαν.
Σε αντίθεση με την κοινωνική εξέλιξη εντός του ελληνικού βασιλείου, ως απόρροια του Τανζιμάτ και του Χάτι Χουμαγιούν –δηλαδή της οθωμανικής περεστρόικα–, οι Ελληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα αναπτυχθούν ραγδαία καθ’ όλο το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Θα αναπτύξουν αξιοσημείωτα αστικά στρώματα, που μαζί με τους Αρμένιους και, λιγότερο, τους Εβραίους θα αποτελέσουν την οθωμανική αστική τάξη, την οποία θα επιχειρήσουν επιτυχημένα, από το 1908, να εξοντώσουν οι νεότουρκοι εθνικιστές. Ετσι, η μοναδική ελληνική αστική τάξη που διαμορφώθηκε ιστορικά και είχε χαρακτηριστικά που αντιστοιχούσαν στην ευρωπαϊκή τυπολογία, βρισκόταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα και η πολιτική που θα επιλεγεί στις αρχές του 20ού αι. θα καθοριστούν από τις ενδοοθωμανικές εξελίξεις, την εμφάνιση ενός μιλιταριστικού εξτρεμιστικού τουρκικού εθνικισμού και την ήττα των μεταρρυθμιστικών οθωμανικών δυνάμεων. Η άνοδος στην εξουσία των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων που ήταν συσπειρωμένες γύρω από τον Βενιζέλο εγγυόταν εν μέρει τη συμμετοχή του ελληνισμού στις κοσμογονικές αλλαγές που σύντομα επρόκειτο να έρθουν.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι μεταπολεμικές διευθετήσεις με τη Μικρασιατική Εκστρατεία υπήρξαν η μοναδική ευκαιρία αναίρεσης της αρχικής γενετικής αντινομίας. Η ενσωμάτωση των περιοχών όπου ζούσε και δρούσε η ακμαία ελληνική αστική τάξη και βρισκόταν στον άξονα Κωνσταντινούπολης–Σμύρνης, θα οδηγούσε στην αποκατάσταση μιας φυσιολογικής κοινωνικής δομής στο ελληνικό έθνος–κράτος.
Η αποτυχία του εγχειρήματος, που επί της ουσίας υπονομεύτηκε συνειδητά από τις κυρίαρχες ελίτ, σφράγισε αμετάκλητα τη μορφή της ελληνικής κοινωνίας.
————————————————————————————-
[FONT="]
[/FONT]
O άτυχος 20ος αιώνας
Ο 20ος αιώνας, παρότι φάνηκε ότι ξεκινά καλά για τους Έλληνες, τελικά δεν ήταν τόσο καλός μαζί τους. Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 κόστισε περί το ένα εκατομμύριο θύματα από ένα έθνος που ήταν συνολικά επτά εκατομμύρια και κατοικούσε έως τότε στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία. Δεκαοχτώ χρόνια μετά από την πρωτοφανή Καταστροφή, η Ελλάδα θα δεχτεί την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας αρχικά και της ναζιστικής Γερμανίας στη συνέχεια.
Η Ελλάδα λεηλατήθηκε και ερειπώθηκε από τους Γερμανούς. Η παραγωγική της βάση καταστράφηκε. Τουλάχιστον 600.000 Έλληνες, δηλαδή το 13% του πληθυσμού, έχασαν τη ζωή της είτε εξαιτίας της κλοπής των αποθεμάτων της χώρας, είτε από δολοφονίες αμάχων και μάχες με το αντιστασιακό κίνημα. Οι Γερμανοί δολοφόνησαν κατοίκους 89 πόλεων και χωριών, έκαψαν περισσότερους από 1700 οικισμούς στην ύπαιθρο και εκτέλεσαν πολλούς από τους κατοίκους αυτών των χωριών. Μετέτρεψαν την χώρα σε ερείπια, λεηλάτησαν τους αρχαιολογικούς της θησαυρούς και οικειοποιήθηκαν το εθνικό της κεφάλαιο με υποχρεωτικό δανεισμό. Το οικονομικό κόστος αυτής της νέας Καταστροφής ανέρχεται σε 60 δισ. δολάρια για πολεμικές αποζημιώσεις και σε 18 δις. δολάρια για το υποχρεωτικό δάνειο.
Οι αποζημιώσεις δεν δόθηκαν ποτέ.
Η ναζιστική κατοχή της Ελλάδας είχε και άλλες συνέπειες. Καθώς διέλυσε τους κοινωνικούς και πολιτειακούς θεσμούς, δημιούργησε τις προϋποθέσεις ενός σκληρού Εμφυλίου πολέμου μεταξύ της Δεξιάς και της Αριστεράς για την πολιτική κυριαρχία, μετά το τέλος της Γερμανικής Κατοχής. Ενός Εμφυλίου που ευνοήθηκε από τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ανταγωνιστών του Ψυχρού Πολέμου. Στην πραγματικότητα, ο Πόλεμος στην Ελλάδα δεν τελείωσε το 1945, όως στηνυπόλοιπη Ευρωπη, αλλά το 1949.
Στη συνέχεια, η Ελλάδα θα μετατραπεί σε αντικομμουνιστικό προτεκτοράτο της Δύσης, έχοντας ως επίφαση τη Δημοκρατία. Η φιλοαμερικανική δικτατορία της ακροδεξιάς που θα διαρκέσει 7 χρόνια (1967-1974) θα υποθηκεύσει οριστικά το μέλλον των Ελλήνων καταστρέφοντας με τις ευλογίες Αμερικάνων και Βρετανών την αδέσμευτη Κυπριακή Δημοκρατία και βάζοντας για πρώτη φορά στο “παιχνίδι” τη στρατοκρατική Τουρκία.
Με δυο λόγια, ανεξάρτητα από τις εσωτερικές αντινομίες και την ανικανότητα των κατά καιρούς πολιτικών ηγεσιών, οι Έλληνες πλήρωσαν πανάκριβα τις πολιτικές των μεγάλων δυνάμεων στο χώρο της Εγγύς Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου.
————————————————————————————-
Ίσως με το παρακάτω να ολοκληρώνεται το σχήμα :
Πως το κράτος υποθήκευσε το έθνος.
Η εκδίκηση του ‘22
Η σφοδρή οικονομική κρίση και η εν μέρει κατάρρευση του ελληνικού κράτους μπορεί να ερμηνευθεί από το γεγονός ότι για δεκαετίες χρησιμοποιήθηκε για εξυπηρέτηση ιδιοτελών στόχων διάφορων κοινωνικών ομάδων που κατάφεραν να το αλώσουν. Οι ομάδες που βαθμιαία κυριάρχησαν μετά το 1974 ήταν κυρίως οι συγκροτημένες κομματικές γραφειοκρατίες, αλλά και ομάδες με ισχύ όπως για παράδειγμα οι δικαστές. Παλαιότερα ήταν οι αξιωματικοί και οι αστυνομικοί. Όσο ξετυλίγουμε το κουβάρι της κοινωνικής ισχύος και φτάνουμε στις απαρχές τις κρατικής συγκρότησης, συναντούμε συνεχώς αντίστοιχες ομάδες συμφερόντων. Η ομάδα που δεν εμφανίζεται στον κατάλογο αυτό, στο βαθμό που θα περίμενε ο ερευνητής, είναι η ομάδα που αποκαλείται «αστική τάξη» με την αυστηρή έννοια του όρου και όχι με την ελαφρότητα και την ευκολία που χρησιμοποιείται από τη νεοελληνική κοινωνιολογία και τους νεοέλληνες πολιτικούς για να χαρακτηρίσει κάθε εύπορη ομάδα πολιτών.
Μια ώριμη ελληνική αστική τάξη
Σε αντίθεση με την προβληματική δομή που υπήρχε στο ελεύθερο ελληνικό Βασίλειο των 4,5 εκατομμυρίων πολιτών -και βασιζόταν στην κατίσχυση των κρατικοδίαιτων στρωμάτων- στην άλλη πλευρά του Αιγαίου αναπτύχθηκε από τα μέσα του 19ου αιώνα μια ώριμη ελληνική αστική τάξη.
Οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν το 1914 φαίνεται ότι ήταν περί τα 2.2 εκατομμύρια (1.8 στη Μικρά Ασία και 400 χιλιάδες στην Ανατολική Θράκη με την Κωσταντινούπολη) σ’ ένα συνολικό πληθυσμό 10 περίπου εκατομμυρίων. Η οικονομική τους ισχύ ήταν πολύ μεγαλύτερη της πληθυσμιακής τους αναλογίας. Το 50% του επενδεδυμένου κεφαλαίου στη βιομηχανία, καθώς και το 60% σε κλάδους μεταποίησης ανήκαν σε πολίτες που προέρχονταν από τις ελληνικές οθωμανικές κοινότητες. Το 1912, από τις 18.063 εμπορικές επιχειρήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε Έλληνες ανήκε το 46%, το 23% σε Αρμένιους, το 15% σε μουσουλμάνους.
Υπολογίζεται ότι το 1914 από τις 6.507 βιομηχανίες και βιοτεχνίες, το 49% ανήκε σε Οθωμανούς Έλληνες, ενώ Έλληνες ήταν και το 46% των τραπεζιτών. Την ίδια χρονιά, υπολογίζεται ότι Έλληνες ήταν το 52% των γιατρών, το 49% των φαρμακοποιών, το 52% των αρχιτεκτόνων το 37% των μηχανικών και το 29% των δικηγόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1921, στην Κωσταντινούπολη, τα 171 από τα 257 εστιατόρια ανήκαν σε Έλληνες, όπως και οι 444 από 471 ποτοποιίες και οι 528 από τις 654 επιχειρήσεις χονδρικού εμπορίου. Παράλληλα διέθεταν μια πλήρη εκπαιδευτική δομή με εκατοντάδες σχολεία αλλά και υψηλού επιπέδου ιδρύματα, όπως η Μεγάλη του Γένους Σχολή (Κωσταντινούπολη), η Ευαγγελική Σχολή (Σμύρνη), το Φροντιστήριο Τραπεζούντας, την Ιερατική Σχολή στο Ζιντζίντερε (Καππαδοκία) κ.ά. Εντυπωσιακός είναι κι ο αριθμός των εφημερίδων και περιοδικών που κυκλοφόρησαν.
Σε ιδεολογικό επίπεδο οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χαρακτηρίζονται από μια ώριμη εθνική συνείδηση, απόρροια κυρίως του ρεύματος του νεοελληνικού διαφωτισμού που από την προεπαναστατική περίοδο είχε τα μεγάλα του κέντρα στην Κωσταντινούπολη, το Αϊβαλί, τη Σμύρνη κ.ά. και της συνεχούς ύπαρξης λόγιας τάξης. Παρ’όλη όμως την εδραιωμένη εθνική ταυτότητα, οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επέλεξαν να υποστηρίξουν με κάθε τρόπο τις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες. Μόνο όταν η προοπτική της δημοκρατικής μετεξέλιξης ακυρώθηκε από το εθνικιστικό κίνημα των Νεότουρκων και υπέστησαν την προαποφασισμένη Γενοκτονία από το 1914, αποφάσισαν να υποστηρίξουν την πολιτική τους αυτοδιάθεση.
Εξοντώνοντας τους αστούς
Η επιλογή θα εκφραστεί μετά το τέλος του Α’ παγκοσμίου Πολέμου με το αίτημα για Ένωση με την Ελλάδα, ή την αυτονόμηση, της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης, καθώς και για δημιουργία δεύτερου ελληνικού κράτους στο μικρασιατικό Βορρά, στον Πόντο. Μόνο που η Μικρασιατική Καταστροφή –η οποία φαίνεται ότι υπήρξε αποτέλεσμα των επιλογών των κρατικοδίαιτων ομάδων εξουσίας που ήταν συσπειρωμένες γύρω από τη μοναρχία- σταμάτησε τη διαδικασία εθνικής ολοκλήρωσης, επέτρεψε τη διαιώνιση της κυριαρχίας των παλαιοελλαδικών ελίτ και οδήγησε στην εξόντωση της ελληνικής αστικής τάξης, μετατρέποντάς την -μαζί με χιλιάδες άλλους αγρότες και εργάτες της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης- σε «απόβλητους τουρκόσπορους πρόσφυγες».
Τελικά, η μοιραία ιστορική στιγμή που καθόρισε την πορεία του σύγχρονου ελληνισμού υπήρξε το ’22.Τότε θα γίνει η εθνική ολοκλήρωση έστω και με τον αντίστροφο και τραγικό τρόπο που επέβαλε η Ήττα. Τότε θα κλείσει η ιστορική διαδικασία που άνοιξε με την ανολοκλήρωτη Επάνασταση του 1821. Τότε θα καταστραφεί η μοναδική ελληνική τάξη που αναδείχθηκε κατά τον 19ο έως και τις αρχές του 20ου αιώνα. Έως τότε το έθνος ήταν μέγεθος που ξεπερνούσε το κράτος. Από εκεί και πέρα το κράτος και οι ομάδες που το ήλεγχαν, θα κυριαρχήσουν επί του ελληνικού έθνους.
-------------------
ΠΗΓΗ
[FONT="]
[/FONT]
O άτυχος 20ος αιώνας
Ο 20ος αιώνας, παρότι φάνηκε ότι ξεκινά καλά για τους Έλληνες, τελικά δεν ήταν τόσο καλός μαζί τους. Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 κόστισε περί το ένα εκατομμύριο θύματα από ένα έθνος που ήταν συνολικά επτά εκατομμύρια και κατοικούσε έως τότε στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία. Δεκαοχτώ χρόνια μετά από την πρωτοφανή Καταστροφή, η Ελλάδα θα δεχτεί την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας αρχικά και της ναζιστικής Γερμανίας στη συνέχεια.
Η Ελλάδα λεηλατήθηκε και ερειπώθηκε από τους Γερμανούς. Η παραγωγική της βάση καταστράφηκε. Τουλάχιστον 600.000 Έλληνες, δηλαδή το 13% του πληθυσμού, έχασαν τη ζωή της είτε εξαιτίας της κλοπής των αποθεμάτων της χώρας, είτε από δολοφονίες αμάχων και μάχες με το αντιστασιακό κίνημα. Οι Γερμανοί δολοφόνησαν κατοίκους 89 πόλεων και χωριών, έκαψαν περισσότερους από 1700 οικισμούς στην ύπαιθρο και εκτέλεσαν πολλούς από τους κατοίκους αυτών των χωριών. Μετέτρεψαν την χώρα σε ερείπια, λεηλάτησαν τους αρχαιολογικούς της θησαυρούς και οικειοποιήθηκαν το εθνικό της κεφάλαιο με υποχρεωτικό δανεισμό. Το οικονομικό κόστος αυτής της νέας Καταστροφής ανέρχεται σε 60 δισ. δολάρια για πολεμικές αποζημιώσεις και σε 18 δις. δολάρια για το υποχρεωτικό δάνειο.
Οι αποζημιώσεις δεν δόθηκαν ποτέ.
Η ναζιστική κατοχή της Ελλάδας είχε και άλλες συνέπειες. Καθώς διέλυσε τους κοινωνικούς και πολιτειακούς θεσμούς, δημιούργησε τις προϋποθέσεις ενός σκληρού Εμφυλίου πολέμου μεταξύ της Δεξιάς και της Αριστεράς για την πολιτική κυριαρχία, μετά το τέλος της Γερμανικής Κατοχής. Ενός Εμφυλίου που ευνοήθηκε από τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ανταγωνιστών του Ψυχρού Πολέμου. Στην πραγματικότητα, ο Πόλεμος στην Ελλάδα δεν τελείωσε το 1945, όως στηνυπόλοιπη Ευρωπη, αλλά το 1949.
Στη συνέχεια, η Ελλάδα θα μετατραπεί σε αντικομμουνιστικό προτεκτοράτο της Δύσης, έχοντας ως επίφαση τη Δημοκρατία. Η φιλοαμερικανική δικτατορία της ακροδεξιάς που θα διαρκέσει 7 χρόνια (1967-1974) θα υποθηκεύσει οριστικά το μέλλον των Ελλήνων καταστρέφοντας με τις ευλογίες Αμερικάνων και Βρετανών την αδέσμευτη Κυπριακή Δημοκρατία και βάζοντας για πρώτη φορά στο “παιχνίδι” τη στρατοκρατική Τουρκία.
Με δυο λόγια, ανεξάρτητα από τις εσωτερικές αντινομίες και την ανικανότητα των κατά καιρούς πολιτικών ηγεσιών, οι Έλληνες πλήρωσαν πανάκριβα τις πολιτικές των μεγάλων δυνάμεων στο χώρο της Εγγύς Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου.
————————————————————————————-
Ίσως με το παρακάτω να ολοκληρώνεται το σχήμα :
Πως το κράτος υποθήκευσε το έθνος.
Η εκδίκηση του ‘22
Η σφοδρή οικονομική κρίση και η εν μέρει κατάρρευση του ελληνικού κράτους μπορεί να ερμηνευθεί από το γεγονός ότι για δεκαετίες χρησιμοποιήθηκε για εξυπηρέτηση ιδιοτελών στόχων διάφορων κοινωνικών ομάδων που κατάφεραν να το αλώσουν. Οι ομάδες που βαθμιαία κυριάρχησαν μετά το 1974 ήταν κυρίως οι συγκροτημένες κομματικές γραφειοκρατίες, αλλά και ομάδες με ισχύ όπως για παράδειγμα οι δικαστές. Παλαιότερα ήταν οι αξιωματικοί και οι αστυνομικοί. Όσο ξετυλίγουμε το κουβάρι της κοινωνικής ισχύος και φτάνουμε στις απαρχές τις κρατικής συγκρότησης, συναντούμε συνεχώς αντίστοιχες ομάδες συμφερόντων. Η ομάδα που δεν εμφανίζεται στον κατάλογο αυτό, στο βαθμό που θα περίμενε ο ερευνητής, είναι η ομάδα που αποκαλείται «αστική τάξη» με την αυστηρή έννοια του όρου και όχι με την ελαφρότητα και την ευκολία που χρησιμοποιείται από τη νεοελληνική κοινωνιολογία και τους νεοέλληνες πολιτικούς για να χαρακτηρίσει κάθε εύπορη ομάδα πολιτών.
Μια ώριμη ελληνική αστική τάξη
Σε αντίθεση με την προβληματική δομή που υπήρχε στο ελεύθερο ελληνικό Βασίλειο των 4,5 εκατομμυρίων πολιτών -και βασιζόταν στην κατίσχυση των κρατικοδίαιτων στρωμάτων- στην άλλη πλευρά του Αιγαίου αναπτύχθηκε από τα μέσα του 19ου αιώνα μια ώριμη ελληνική αστική τάξη.
Οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν το 1914 φαίνεται ότι ήταν περί τα 2.2 εκατομμύρια (1.8 στη Μικρά Ασία και 400 χιλιάδες στην Ανατολική Θράκη με την Κωσταντινούπολη) σ’ ένα συνολικό πληθυσμό 10 περίπου εκατομμυρίων. Η οικονομική τους ισχύ ήταν πολύ μεγαλύτερη της πληθυσμιακής τους αναλογίας. Το 50% του επενδεδυμένου κεφαλαίου στη βιομηχανία, καθώς και το 60% σε κλάδους μεταποίησης ανήκαν σε πολίτες που προέρχονταν από τις ελληνικές οθωμανικές κοινότητες. Το 1912, από τις 18.063 εμπορικές επιχειρήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε Έλληνες ανήκε το 46%, το 23% σε Αρμένιους, το 15% σε μουσουλμάνους.
Υπολογίζεται ότι το 1914 από τις 6.507 βιομηχανίες και βιοτεχνίες, το 49% ανήκε σε Οθωμανούς Έλληνες, ενώ Έλληνες ήταν και το 46% των τραπεζιτών. Την ίδια χρονιά, υπολογίζεται ότι Έλληνες ήταν το 52% των γιατρών, το 49% των φαρμακοποιών, το 52% των αρχιτεκτόνων το 37% των μηχανικών και το 29% των δικηγόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1921, στην Κωσταντινούπολη, τα 171 από τα 257 εστιατόρια ανήκαν σε Έλληνες, όπως και οι 444 από 471 ποτοποιίες και οι 528 από τις 654 επιχειρήσεις χονδρικού εμπορίου. Παράλληλα διέθεταν μια πλήρη εκπαιδευτική δομή με εκατοντάδες σχολεία αλλά και υψηλού επιπέδου ιδρύματα, όπως η Μεγάλη του Γένους Σχολή (Κωσταντινούπολη), η Ευαγγελική Σχολή (Σμύρνη), το Φροντιστήριο Τραπεζούντας, την Ιερατική Σχολή στο Ζιντζίντερε (Καππαδοκία) κ.ά. Εντυπωσιακός είναι κι ο αριθμός των εφημερίδων και περιοδικών που κυκλοφόρησαν.
Σε ιδεολογικό επίπεδο οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χαρακτηρίζονται από μια ώριμη εθνική συνείδηση, απόρροια κυρίως του ρεύματος του νεοελληνικού διαφωτισμού που από την προεπαναστατική περίοδο είχε τα μεγάλα του κέντρα στην Κωσταντινούπολη, το Αϊβαλί, τη Σμύρνη κ.ά. και της συνεχούς ύπαρξης λόγιας τάξης. Παρ’όλη όμως την εδραιωμένη εθνική ταυτότητα, οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επέλεξαν να υποστηρίξουν με κάθε τρόπο τις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες. Μόνο όταν η προοπτική της δημοκρατικής μετεξέλιξης ακυρώθηκε από το εθνικιστικό κίνημα των Νεότουρκων και υπέστησαν την προαποφασισμένη Γενοκτονία από το 1914, αποφάσισαν να υποστηρίξουν την πολιτική τους αυτοδιάθεση.
Εξοντώνοντας τους αστούς
Η επιλογή θα εκφραστεί μετά το τέλος του Α’ παγκοσμίου Πολέμου με το αίτημα για Ένωση με την Ελλάδα, ή την αυτονόμηση, της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης, καθώς και για δημιουργία δεύτερου ελληνικού κράτους στο μικρασιατικό Βορρά, στον Πόντο. Μόνο που η Μικρασιατική Καταστροφή –η οποία φαίνεται ότι υπήρξε αποτέλεσμα των επιλογών των κρατικοδίαιτων ομάδων εξουσίας που ήταν συσπειρωμένες γύρω από τη μοναρχία- σταμάτησε τη διαδικασία εθνικής ολοκλήρωσης, επέτρεψε τη διαιώνιση της κυριαρχίας των παλαιοελλαδικών ελίτ και οδήγησε στην εξόντωση της ελληνικής αστικής τάξης, μετατρέποντάς την -μαζί με χιλιάδες άλλους αγρότες και εργάτες της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης- σε «απόβλητους τουρκόσπορους πρόσφυγες».
Τελικά, η μοιραία ιστορική στιγμή που καθόρισε την πορεία του σύγχρονου ελληνισμού υπήρξε το ’22.Τότε θα γίνει η εθνική ολοκλήρωση έστω και με τον αντίστροφο και τραγικό τρόπο που επέβαλε η Ήττα. Τότε θα κλείσει η ιστορική διαδικασία που άνοιξε με την ανολοκλήρωτη Επάνασταση του 1821. Τότε θα καταστραφεί η μοναδική ελληνική τάξη που αναδείχθηκε κατά τον 19ο έως και τις αρχές του 20ου αιώνα. Έως τότε το έθνος ήταν μέγεθος που ξεπερνούσε το κράτος. Από εκεί και πέρα το κράτος και οι ομάδες που το ήλεγχαν, θα κυριαρχήσουν επί του ελληνικού έθνους.
-------------------
ΠΗΓΗ
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 10 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.