Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
23-11-08
06:04
Όπως κάποιοι εργάζονται από πλήξη, μερικές φορές γράφω γιατί δεν έχω τι να πω.
Στην ονειροπόληση, στην οποία χάνεται με τρόπο εντελώς φυσικό όποιος δεν σκέφτεται, εγώ χάνομαι γραπτώς.
Υπάρχουν στιγμές που η κενότητα του να νιώθεις πως ζεις αγγίζει την πυκνότητα κάποιου πράγματος θετικού.
Στους μεγάλους τς δράσης, που είναι οι άγιοι (εξαιρουμένων των Εφραιμιστών και αναλόγου ύφους αγιογδυτών που πιστεύουν στην εν αγροτεμαχίω ελευθερία), οι οποίοι δρουν με ολόκληρη τη συγκίνηση και όχι μ'ένα μέρος της, αυτό το αίσθημα ότι η ζωή δεν είναι τίποτα οδηγεί στο άπειρο.
Στολίζονται με γιρλάντες από νύχτα και άστρα, χρίονται με σιωπή και μοναξιά. (άντε και ένα προαιρετικό κομποσχοίνι)
Στους μεγάλους της απραξίας, στο πλήθος των οποίων ταπεινά ανήκω, το ίδιο συναίσθημα οδηγεί στο απειροελάχιστο. Τραβάμε τις συγκινήσεις σαν να επρόκειτο για λάστιχα, για να δούμε τους πόρους της ψεύτικης και μαλθακής συνέχειάς τους.
Και οι μεν και οι δε, ενώνονται από ένα κοινό.
Αγαπούν τον ύπνο, όπως ο κοινός άνθρωπος που ούτε δρα ούτε δεν δρα, απλό αντανακλαστικό της κοινής ύπαρξης του ανθρώπινου είδους.
Ύπνος είναι η ένωση με τον Θεό ή τη Νιρβάνα, όποιος κι αν είναι ο ορισμός του. Είναι η αργή ανάλυση των αισθήσεων, είτε αυτή χρησιμοποιείται ως ατομική επιστήμη της ψυχής είτε σαν μουσική της βούλησης, αργή κατάληξη της μονοτονίας.
Γράφω καθυστερώντας στις λέξεις όπως μπροστά σε βιτρίνες που δεν βλέπω, κι αυτό που μου μένει είναι μισοαισθήσεις, σχεδόν-εκφράσεις, σαν χρώματα από υφάσματα που δεν είδα τι είναι, αρμονίες που εκτίθενται καμωμένες από δεν ξέρω τι είδους αντικείμενα.
Γράφω νανουρίζοντας με σαν ένας τρελός πατέρας που νανουρίζει το πεθαμένο παιδί του.
Βρέθηκα σ'αυτό τον κόσμο μια μέρα που δεν ξέρω ποια ήταν.
Σαν ρώτησα που βρισκόμουν, όλοι τους με εξαπάτησαν και όλοι τους αντέφασκαν μεταξύ τους.
Σαν ζήτησα να μου πουν τι έπρεπε να κάνω, όλοι τους με ξεγέλασαν, κι ο καθένας τους μου είπε τα δικά του.
Σαν, μη ξέροντας, σταμάτησα στο δρόμο, όλοι τους ξαφνιάστηκαν που δεν προχώρησα προς τα εκεί όπου κανείς δεν ήξερε τι υπήρχε, ή που δεν γύρισα πίσω -εγώ που ξύπνησα στη διασταύρωση, δεν ήξερα από που ερχόμουν.
Είδα ότι βρισκόμουν στη σκηνή και δεν ήξερα το ρόλο που οι άλλοι άρχισαν αμέσως να παίζουν, χωρίς κι αυτοί να τον ξέρουν.
Είδα πως ήμουν ντυμένος ακόλουθος, και δεν μου έδωσαν καμιά βασίλισσα, ενοχοποιώντας με γι'αυτό.
Είδα ότι κρατούσα στα χέρια το μήνυμα που έπρεπε να δώσω, κι όταν τους είπα πως το χαρτί ήταν λευκό, γέλασαν μαζί μου.
Εξακολουθώ να μην ξέρω αν γέλαγαν γιατί όλα τα χαρτιά είναι λευκά ή γιατί όλα τα μηνύματα είναι ήδη γνωστά.
Τελικά κάθισα στην μοναχική πέτρα της διασταύρωσης σαν να ήταν το τζάκι που μου έλειπε. Και άρχισα, μόνος με τον εαυτό μου, να κάνω καραβάκια από χαρτί με το ψέμα που μου είχαν δώσει. Κανείς δεν θέλησε να με πιστέψει, ούτε καν σαν ψεύτη, και δεν είχα λίμνη για να αποδίξω την αθωότητα μου.
Λέξεις μάταιες, χαμένες, μεταφορές ασύνδετες, που μια ακαθόριστη αγωνία αλυσοδένει σε σκιές..Λείψανα καλύτερων στιγμών, βιωμένα στο βάθος κάποιων δεντροστοιχιών....Λάμπα σβησμένη που ο χρυσός της λάμπει στο σκοτάδι χάρη στη μνήμη του φωτόςπου χάθηκε...Λέξεις που αφέθηκαν, όχι στον άνεμο, αλλά στο έδαφος, από τα δάχτυλα που δεν τις έσφιγγαν, σαν φύλλα ξερά που είχαν πέσει από κάποιο δέντρο...Νοσταλγία για τόσα πράγματα...Τρυφερότητα γι'αυτό που ποτέ δεν συνέβη..
Να ζήσω! Να ζήσω! Αναρωτιέμαι ωστόσο αν στην κλίνη της Περσεφόνης θα μπορούσα να κοιμηθώ καλά.
...ακόμη κι όταν γράφουμε πάνω στα φέρετρα των σωπασμένων πιστεύουμε ότι απαλύνουμε τη μοναξιά after death και την εν ζωή θλίψη που είναι δυο μοναξιές.
Παίζει η μοναξιά και το δέλεαρ, στίχοι ψυχής.
We can't help it. Είναι κάτι σαν καταρρακτώδης βροχή.
Άπαξ κι αρχίσει δε τη σταματάς. Θα αδειάσουν τα σύννεφα και θα πάψει μόνη της. Μπορείς μονάχα να καλυφθείς κάτω από ένα περβάζι ή μια ομπρέλα αν είσαι έξω. Μπορείς να μετράς (1..2..3...) από τη στιγμή της έκλαμψης μέχρι το μπουμπουνητό, αν είσαι σπίτι...
με μια εξόχως σημαντική διαφοροποίηση:
Η μοναξιά είναι συχνότερη των βροχοπτώσεων...
...και...
...βρέχει εντός μας, πράγμα που διαφοροποιεί την ένταση των σταγόνων στους πυθμένες μας...
Στην ονειροπόληση, στην οποία χάνεται με τρόπο εντελώς φυσικό όποιος δεν σκέφτεται, εγώ χάνομαι γραπτώς.
Υπάρχουν στιγμές που η κενότητα του να νιώθεις πως ζεις αγγίζει την πυκνότητα κάποιου πράγματος θετικού.
Στους μεγάλους τς δράσης, που είναι οι άγιοι (εξαιρουμένων των Εφραιμιστών και αναλόγου ύφους αγιογδυτών που πιστεύουν στην εν αγροτεμαχίω ελευθερία), οι οποίοι δρουν με ολόκληρη τη συγκίνηση και όχι μ'ένα μέρος της, αυτό το αίσθημα ότι η ζωή δεν είναι τίποτα οδηγεί στο άπειρο.
Στολίζονται με γιρλάντες από νύχτα και άστρα, χρίονται με σιωπή και μοναξιά. (άντε και ένα προαιρετικό κομποσχοίνι)
Στους μεγάλους της απραξίας, στο πλήθος των οποίων ταπεινά ανήκω, το ίδιο συναίσθημα οδηγεί στο απειροελάχιστο. Τραβάμε τις συγκινήσεις σαν να επρόκειτο για λάστιχα, για να δούμε τους πόρους της ψεύτικης και μαλθακής συνέχειάς τους.
Και οι μεν και οι δε, ενώνονται από ένα κοινό.
Αγαπούν τον ύπνο, όπως ο κοινός άνθρωπος που ούτε δρα ούτε δεν δρα, απλό αντανακλαστικό της κοινής ύπαρξης του ανθρώπινου είδους.
Ύπνος είναι η ένωση με τον Θεό ή τη Νιρβάνα, όποιος κι αν είναι ο ορισμός του. Είναι η αργή ανάλυση των αισθήσεων, είτε αυτή χρησιμοποιείται ως ατομική επιστήμη της ψυχής είτε σαν μουσική της βούλησης, αργή κατάληξη της μονοτονίας.
Γράφω καθυστερώντας στις λέξεις όπως μπροστά σε βιτρίνες που δεν βλέπω, κι αυτό που μου μένει είναι μισοαισθήσεις, σχεδόν-εκφράσεις, σαν χρώματα από υφάσματα που δεν είδα τι είναι, αρμονίες που εκτίθενται καμωμένες από δεν ξέρω τι είδους αντικείμενα.
Γράφω νανουρίζοντας με σαν ένας τρελός πατέρας που νανουρίζει το πεθαμένο παιδί του.
Βρέθηκα σ'αυτό τον κόσμο μια μέρα που δεν ξέρω ποια ήταν.
Σαν ρώτησα που βρισκόμουν, όλοι τους με εξαπάτησαν και όλοι τους αντέφασκαν μεταξύ τους.
Σαν ζήτησα να μου πουν τι έπρεπε να κάνω, όλοι τους με ξεγέλασαν, κι ο καθένας τους μου είπε τα δικά του.
Σαν, μη ξέροντας, σταμάτησα στο δρόμο, όλοι τους ξαφνιάστηκαν που δεν προχώρησα προς τα εκεί όπου κανείς δεν ήξερε τι υπήρχε, ή που δεν γύρισα πίσω -εγώ που ξύπνησα στη διασταύρωση, δεν ήξερα από που ερχόμουν.
Είδα ότι βρισκόμουν στη σκηνή και δεν ήξερα το ρόλο που οι άλλοι άρχισαν αμέσως να παίζουν, χωρίς κι αυτοί να τον ξέρουν.
Είδα πως ήμουν ντυμένος ακόλουθος, και δεν μου έδωσαν καμιά βασίλισσα, ενοχοποιώντας με γι'αυτό.
Είδα ότι κρατούσα στα χέρια το μήνυμα που έπρεπε να δώσω, κι όταν τους είπα πως το χαρτί ήταν λευκό, γέλασαν μαζί μου.
Εξακολουθώ να μην ξέρω αν γέλαγαν γιατί όλα τα χαρτιά είναι λευκά ή γιατί όλα τα μηνύματα είναι ήδη γνωστά.
Τελικά κάθισα στην μοναχική πέτρα της διασταύρωσης σαν να ήταν το τζάκι που μου έλειπε. Και άρχισα, μόνος με τον εαυτό μου, να κάνω καραβάκια από χαρτί με το ψέμα που μου είχαν δώσει. Κανείς δεν θέλησε να με πιστέψει, ούτε καν σαν ψεύτη, και δεν είχα λίμνη για να αποδίξω την αθωότητα μου.
Λέξεις μάταιες, χαμένες, μεταφορές ασύνδετες, που μια ακαθόριστη αγωνία αλυσοδένει σε σκιές..Λείψανα καλύτερων στιγμών, βιωμένα στο βάθος κάποιων δεντροστοιχιών....Λάμπα σβησμένη που ο χρυσός της λάμπει στο σκοτάδι χάρη στη μνήμη του φωτόςπου χάθηκε...Λέξεις που αφέθηκαν, όχι στον άνεμο, αλλά στο έδαφος, από τα δάχτυλα που δεν τις έσφιγγαν, σαν φύλλα ξερά που είχαν πέσει από κάποιο δέντρο...Νοσταλγία για τόσα πράγματα...Τρυφερότητα γι'αυτό που ποτέ δεν συνέβη..
Να ζήσω! Να ζήσω! Αναρωτιέμαι ωστόσο αν στην κλίνη της Περσεφόνης θα μπορούσα να κοιμηθώ καλά.
...ακόμη κι όταν γράφουμε πάνω στα φέρετρα των σωπασμένων πιστεύουμε ότι απαλύνουμε τη μοναξιά after death και την εν ζωή θλίψη που είναι δυο μοναξιές.
Παίζει η μοναξιά και το δέλεαρ, στίχοι ψυχής.
We can't help it. Είναι κάτι σαν καταρρακτώδης βροχή.
Άπαξ κι αρχίσει δε τη σταματάς. Θα αδειάσουν τα σύννεφα και θα πάψει μόνη της. Μπορείς μονάχα να καλυφθείς κάτω από ένα περβάζι ή μια ομπρέλα αν είσαι έξω. Μπορείς να μετράς (1..2..3...) από τη στιγμή της έκλαμψης μέχρι το μπουμπουνητό, αν είσαι σπίτι...
με μια εξόχως σημαντική διαφοροποίηση:
Η μοναξιά είναι συχνότερη των βροχοπτώσεων...
...και...
...βρέχει εντός μας, πράγμα που διαφοροποιεί την ένταση των σταγόνων στους πυθμένες μας...
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.