Ο Ματωμένος Γάμος & Η Σαλώμη

ασκητήριον

Verified Account

Η ασκητήριον αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει μόλις ένα μήνυμα.
«Στην θεατρική oμάδα του ασκητηρίου, ασκούμαστε να κατανοούμε και να μπαίνουμε μέσα σ ένα ρόλο, χωρίς να χάνουμε την ταυτότητά μας, αλλά αντίθετα, να αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας περισσότερο σαν ολότητα (δηλ. σε σχέση με το Όλο) και λιγότερο σαν αποκομμένο μέρος του όλου…»

«Ο Ματωμένος Γάμος» του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα – «Η Σαλώμη» του Όσκαρ Ουάιλντ
Οι σκηνές που θα σας παρουσιάζονται απόψε, επιλέχθηκαν με κριτήριο τα κομμάτια ή τις πλευρές του εαυτού μας που θέλησε ο καθένας να αγγίξει και να δουλέψει μέσα του. Πειραματιστήκαμε, λοιπόν, πάνω σε συγκεκριμένους χαρακτήρες -αρχέτυπα και πάνω σε συγκεκριμένα διλήμματα. Κι όπως κάθε σε κάθε αυθόρμητη επιλογή, έτσι και εδώ, διαπιστώσαμε - εκ των υστέρων, πάντα - ένα βαθύτερο νόημα, ανακαλύψαμε ένα διαφορετικό περιεχόμενο και κάποιες πολύ ενδιαφέρουσες σχέσεις, μεταξύ ασύνδετων και –φαινομενικά- αντιφατικών ρόλων.

Ποια σχέση θα μπορούσε να υπάρχει μεταξύ της νύφης, του «Ματωμένου γάμου», του Λόρκα, που εγκαταλείπει τον επίσημο σύζυγο για να φύγει με κάποιον άλλο και του Γιωχανάν, του Πρόδρομου του Κυρίου, που έρχεται για να αναγγείλει πάνω την γη την βασιλεία των ουρανών, και να θυσιαστεί, τελικά, από τον «έρωτα» της Σαλώμης, όπως την φαντάστηκε ο Oscar Wild;

Η νύφη έρχεται αντιμέτωπη με μια ξαφνική μοίρα που δεν την ρώτησε, αφού όπως μονολογεί η ίδια: «…δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς!». Χωρίς συνείδηση για το πού θα οδηγούν τα πράγματα, εγκαταλείπει στην εκκλησία τον άντρα που σε λίγα λεπτά θα παντρευτεί και τιμωρείται σκληρά γι αυτό, αφού βλέπει τις αγάπες της να σφάζονται μεταξύ τους. Μέσα σ αυτή την σκληρή μοίρα δεν φαίνεται να είναι μόνη. Μοιάζει κανένας απ’ όλους –μέσα στο δράμα- να μην μπορούσε να κάνει αλλιώς… Δεν συμβολίζει λοιπόν μήπως αυτή η γυναίκα το αρχέτυπο του ανθρώπου που σέρνεται από την μοίρα του; Ένα γνωστό σε όλους μας αρχέτυπο που επαναλαμβάνεται εδώ και αιώνες πάνω στη γη με από διαφορετικές παραλλαγές;

Η προσέγγισή μας, δεν μας άφησε να μείνουμε στην απλοϊκή και συνηθισμένη –αλλά τόσο τραγική- ερμηνεία πως: «μια γυναίκα την ώρα του γάμου της αφήνει τον άντρα της για έναν άλλο». Μας έφερε μπροστά σε κάτι πολύ βαθύτερο και πιο ουσιαστικό. Αυτός ο κάποιος «άλλος» δεν έχει και τόσο σημασία πια. Η νύφη δεν φεύγει «από αυτόν» ή «για τον άλλο», μα φεύγει γιατί -όσο περίεργο και να ακούγεται- δεν μπορεί παρά να ακολουθήσει τον Έρωτα, δηλ. τον Θεό μέσα της, την «φωνή» του Οποίου της «θύμισε» ο Λεονάρντο. Η νύφη γίνεται ξαφνικά ελεύθερος άνθρωπος που δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τίποτα λιγότερο από αυτό που μέσα της τόσο καθαρά έχει αποκαλυφθεί.

Φεύγει γιατί αν έκανε αλλιώς θα πρόδιδε όχι τον μέλλοντα άντρα της , μα τον εαυτό της τον ίδιο και για αυτήν δεν υπάρχει μεγαλύτερη προδοσία από την προδοσία του εαυτού της. Οποιαδήποτε άλλη επιλογή θα την έκανε άτιμη και ανήθικη απέναντι στον ίδιο της τον εαυτό. Φεύγει λοιπόν, παρ’ όλο που ξέρει πως θα πληρώσει ακριβά αυτή «την φωνή που την σέρνει»…

Το επιχείρημα «δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς» είναι τόσο συνηθισμένο, όταν προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τις πράξεις που δεν αναγνωρίζουμε ως δικές μας, και απορούμε: πώς είναι δυνατόν αυτό να το κάναμε εμείς! Κι όμως αυτό ακριβώς συμβαίνει όταν βγαίνει από μέσα μας η θεϊκή αυτή πλευρά , αυτό που πραγματικά είμαστε και το έχουμε ξεχάσει. Όσο άφωνη και αν μένει μια κοινή γνώμη, ένα στενό ή ευρύ οικογενειακό περιβάλλον, οι παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα που θέλουν και σκέπτονται για τους ανθρώπους αλλιώς από αυτό που πραγματικά είναι. Όταν αυτό το τόσο ιερό μέσα στον καθένα αναδειχθεί, όσο μικρό ή μεγάλο είναι, είναι πάντα τόσο καθηλωτικά αξιοσέβαστο και κανείς δεν μπορεί να πει τίποτα μπροστά σε αυτό το θαύμα.

Αλλά και γι αυτό ακριβώς προκαλεί την αποπομπή , τον εξευτελισμό και κάποιες φορές τον λιθοβολισμό, από έναν κόσμο που ούτε κατανοεί ούτε αναγνωρίζει… Η φράση λοιπόν αυτή , «δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς» δεν είναι πια μια φτηνή δικαιολογία, ούτε ένας αξεπέραστος εξαναγκασμός μιας κατώτερης φύσης αλλά μια επιβολή μιας κυρίαρχης ανώτερης κατάστασης μέσα στον άνθρωπο –που εξωτερικά εκδηλώνεται ως μία «απλή» προσωπική επανάσταση. Πάντα διαλέγουμε ανάμεσα στην υποταγή και στην σύγκρουση με τον τύραννο. Και ο τύραννος δεν είναι ποτέ έξω από μας, αλλά μέσα μας. Η κοινωνική πραγματικότητα, βυθισμένη στα δικές της ενοχές και σκοτάδια, αντιδρά και θα αντιδρά , τιμωρούσε και απέβαλλε πάντα από μέσα της ότι δεν αναγνώριζε πλέον ως δικό της…

Η Νύφη και ο Γιωχανάν…
Από την άλλη, στην «Σαλώμη» του Wild, ο Γιωχανάν, δεν συμβολίζει απλά , αλλά είναι ο Άνθρωπος της Ελευθερίας, γι αυτό και αγιοποιείται στην συνείδησή μας –σε αντίθεση με την νύφη, που αντιπροσωπεύει -στην συνείδηση της κοινή γνώμης πάντοτε- το αρχέτυπο της αποδιοπομπαίας γυναίκας, την πόρνη του λιθοβολισμού. Αλλά παρότι αυτοί οι δύο είναι σε εκ διαμετρικά αντίθετες θέσεις, εντούτοις και αυτός τιμωρείται γι’ αυτήν του την επιλογή, την επιλογή να αναγγείλει την Ζωή. Εδώ, ο άνθρωπος δεν είναι έρμαιο της μοίρας του καθώς την κυβερνά, διαλέγοντας την Αποστολή του, είναι το αρχέτυπο του ανθρώπου που γνωρίζει και κατευθύνει την ζωή του, βλέποντας πιο μακριά, βλέποντας πέραν από το στενά προσωπικό. Όπως όμως η νύφη του Λόρκα «δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς», έτσι και ο Γιωχανάν «δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς»!

Μπορούσε άραγε η νύφη να αντισταθεί στον Έρωτα που την κατέλαβε;
Η μήπως μπορούσε άραγε ο Γιωχανάν να αρνηθεί την θυσία;
Μήπως, όμως, κατά βάθος, και οι δύο, επέλεξαν ελεύθερα την τραγική τους μοίρα;
Μήπως απλά και οι δύο απλά οδηγήθηκαν σε αυτό που λέμε προορισμός;
..

Δεν ήταν η φωνή του Έρωτα που έσερνε εκείνη; Δεν ήταν η φωνή του Θεού που τον οδηγούσε εκείνον; Δεν ήταν τα «δικά της χέρια που βάλανε τα γκέμια στο άλογό του για να φύγουνε μαζί» ,και δεν ήταν αυτός που έβαλε «στα μάτια του τον ματοδέτη του ανθρώπου που θέλει να βλέπει τον Θεό του;» ή μήπως… μπορούσαν να κάνουν αλλιώς... Και δεν τιμωρήθηκαν και οι δύο από την κατεστημένη νοοτροπία και τάξη των ανθρώπινων πραγμάτων; Αυτή την φορά η υλική πραγματικότητα που και πάλι «τιμωρεί» τον Ελεύθερο Άνθρωπο, εκδηλώνεται μέσα από ένα άλλο τραγικό πρόσωπο: την Σαλώμη.

…Σαλώμη
Και τι καλό θα μπορούσε να βρει κανείς να πει για να ελαφρύνει την πράξη της; Η Σαλώμη σκοτώνει τον Θεό που βλέπει μπροστά της, γιατί εκείνος δεν της υποτάσσεται, δίνει διαταγή να τον αποκεφαλίσουν, γιατί στην ουσία τον διεκδικεί για τον εαυτό της και, επομένως, δεν τον αναγνωρίζει. Ο Θεός δε μπορεί ποτέ να μας ανήκει, εμείς είμαστε που του ανήκουμε… Η Σαλώμη, δεν ξέρει τι κάνει. Αισθάνεται έρωτα, για αυτό και έλκεται από τον Γιωχανάν, μα δεν είναι ακόμα έτοιμη να δει πέραν από την δική της στενή προσωπική επιθυμία. Υπάρχουν δύο στοιχεία μέσα της που παλεύουν, μια ανώτερη και μία κατώτερη συνείδηση Τελικά κερδίζει η κατώτερή της φύση. Και αυτή η νίκη του κατωτέρου , την οδηγεί στην τρέλα γιατί… κανένας άνθρωπος δεν ζει σκοτώνοντας τον Θεό μέσα του Και όταν το βλέπει, είναι πια πολύ αργά, όχι για τον Γιωχανάν, μα για εκείνη!

Ο Γιωχανάν παραμένει ακέραιος, «ο πιο μεγάλος ανάμεσα στους ανθρώπους που γεννήθηκαν από γυναίκα πάνω στη γη». Η Σαλώμη σαφώς δεν αναπαριστά το αρχέτυπο της γυναίκας, αλλά τα βαριά, ανεπεξέργαστα πάθη του ανθρώπου, μια χαμηλή κατάσταση συνειδητότητας, μια παθητικότητα, που γεμίζει την ψυχή τρόμο, φόβο, ζήλεια και εκδίκηση. Η Σαλώμη εκδικείται τον Θεό που δεν γνώρισε και έτσι εκδικείται τον ίδιο της τον εαυτό. Πώς; Προσπαθώντας να εξαφανίσει το θαύμα που βλέπει μέσα της, τον Θεό που βλέπει μπροστά της. Ναι, το πνεύμα, που συμβολίζεται με την κεφαλή, πολλές φορές φεύγει αποδιωγμένο από τον κόσμο των παθών , γιατί ο κόσμος αυτός δεν το αντέχει. Εκείνο όμως επανέρχεται ξανά και ξανά γιατί …δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Κι αυτό σίγουρα όχι από εξαναγκασμό, αλλά από Αγάπη!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 10 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

  • Τα παρακάτω 0 μέλη και 1 επισκέπτες διαβάζουν μαζί με εσάς αυτό το θέμα:
    Tα παρακάτω 0 μέλη διάβασαν αυτό το θέμα:
  • Φορτώνει...
Top