Διδακτικές Ιστορίες

Great Chaos

Περιβόητο μέλος

Ο Όττο αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 56 ετών, επαγγέλεται Συγγραφέας και μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 4,911 μηνύματα.
Ο γέροντας Παΐσιος και ο γέροντας Πορφύριος όταν τους ρωτούσαν πώς να προσεύχονται, τους έλεγαν να λένε τις προσευχές της Εκκλησίας. Και όταν τους έλεγαν ότι δεν τις καταλαβαίνουν αυτοί τους εξηγούσαν ότι ακόμα και να μην τα καταλαβαίνουν όλα, αυτά όταν τα λες με φόβο Θεού, έχουν αποτέλεσμα γιατί όπως είπα μετρά η πρόθεση της καρδιάς.

Δεν θα κάνω το ατόπημα ν' αμφισβητήσω το λόγο των γερόντων, τους οποίους έχω ξαναπεί ότι ακόμη κι όταν δεν τους κατανοώ απολύτως, ακόμη κι όταν δεν είμαι αντάξιός τους, μελετώ με μεγάλη προσοχή αυτά που λένε. Για να το είπαν αυτοί λοιπόν, κάτι καλό θα έχει!

Πράγματι, οι ευχές, έτσι όπως είναι διατυπωμένες, στ' Αρχαία Ελληνικά, έχουν συγκεκριμένη δόνηση και βοηθούν στην πόλωση που είναι απαραίτητη για το συντονισμό με το Θείον, εκεί που οι προσευχές βγαίνουν αληθινές.

Πρόσεξε όμως, ότι αυτό που γράφεις, εμπεριέχει την προσευχή της εκκλησίας, υπό την προϋπόθεση να τα λες με φόβο Θεού και με καλή πρόθεση καρδιάς. Όταν απλά τα λες, χωρίς να βάζεις μέσα τους την καρδιά σου, τότε δεν έχουν πια κανένα νόημα. Τότε τα βαριά λόγια είναι φτώχεια.

"Με φόβο Θεού" από την άλλη σημαίνει, να δέχεσαι ότι δεν είναι το σύμπαν υποχρεωμένο ν' αλλάξει την πορεία του για σένα, το ζητάς ταπεινός ικέτης, χωρίς ίχνος εγωισμού. Μόνο αν κριθεί από το Θεό ότι το αξίζεις, τότε ίσως σου κάνει την τιμή να γυρίσει ένα του χαοτικό γραναζάκι για να πραγματοποιηθεί το Θέλημά σου.

Η δική μου γνώμη είναι αυτή που δείχνει η διδακτική ιστορία που δημοσίευσα. Όταν υπάρχει φόβος Θεού και αγνή καρδιά, αθώα ψυχή, τότε και αυτή η προσευχή, με τα γίδια και τα γιαούρτια, μπορεί να κάνει θαύματα, αρκεί να έχει κανείς πίστη, εκεί που οι προσευχές βγαίνουν και πάλι αληθινές.

Τα υπόλοιπα, όσα δεν παρέθεσα, θα ήταν σωστότερο να ειπωθούν στο θέμα των Πολυπολιτισμικών Σχολείων.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Άγγελος

Επιφανές μέλος

Ο Άγγελος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Ελεύθερος επαγγελματίας και μας γράφει απο Πάτρα (Αχαΐα). Έχει γράψει 10,408 μηνύματα.
φόβος Θεού


δεν μου αρεσει αυτη η φραση,γιατι δεν νιωθω το θεο σαν εχθρο,ως κατι που φοβαμαι...
προτιμω τη λεξη Ταπεινοτητα....
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

@nt¤wnis|~|¤e

Δραστήριο μέλος

Ο Αντώνης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 787 μηνύματα.
...Έτσι, ο Σωκράτης δεν έμαθε ποτέ,
πως ο Πλάτωνας του πηδούσε την γυναίκα...
~ the end ~
:P

Πάντως απ' ό, τι ξέρω η γυναίκα του, δε διέθετε κάλλος, μα κάλο στα μυαλά!:P

Ρώτησαν τον Σώκρατες γιατί δεν αλλάζει με τη διδασκαλία του τη συμπεριφορά της στρίγγλας γυνάκας του... κι εκείνος απάντησε πως το κάνει λέει για να εξασκείται στην υπομονή και την εγκαρτέρηση. :clapup:

Για να πάει κανείς με την Ξανθίππη, σίγουρα πρέπει να ήταν ή μαζόχα ή μεγάλο κορόιδο :P
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Τελευταία επεξεργασία:

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Ο άνδρας και η τίγρης


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας άντρας που περπατούσε σʼ ένα χωράφι. Μια πεινασμένη τίγρη τον είδε και άρχισε να τον κυνηγάει.


Ο άνθρωπος, για καλή του τύχη, είδε έγκαιρα την τίγρη και άρχισε κι αυτός να τρέχει, αλλά, για κακή του τύχη, η τίγρη έτρεχε πιο γρήγορα απʼ αυτόν.

Ενώ τον πλησίαζε όλο και περισσότερο, έτοιμη να του επιτεθεί, ο άνθρωπος έφτασε στην άκρη ενός γκρεμού, και μη έχοντας άλλη επιλογή, πήδηξε στον γκρεμό. Καθώς έπεφτε, αρπάχτηκε από ένα κλαδί που, για καλή του τύχη, προεξείχε από το βράχο.

Όταν κοίταξε προς τα πάνω είδε, και πάλι για καλή του τύχη, ότι η τίγρη δεν μπορούσε να τον φτάσει και ανακουφίστηκε.



Τότε κοίταξε προς τα κάτω και είδε δυο πεινασμένες τίγρεις που έγλειφαν τα χείλη τους. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, το κλαδί άρχισε να υποχωρεί και ήταν πια σίγουρο ότι ο καλός άνθρωπος, που δεν είχε από πουθενά να κρατηθεί, θα έπεφτε στο κενό.



Δίπλα στο κλαδί, από το οποίο ήταν ακόμα για λίγο πιασμένος, παρατήρησε, σε μια ρωγμή του βράχου, μια άγρια φραουλιά που είχε μια μικρή, ώριμη φράουλα. «Και τι έκανε ο άνθρωπος αυτός;» Άπλωσε το χέρι του, έκοψε και έφαγε τη φράουλα – που ήταν μάλιστα νοστιμότατη.


Στην ιστορία αυτή η τίγρη στην κορυφή του γκρεμού συμβολίζει τα προβλήματα του παρελθόντος, που, όμως, όσο πραγματικά και απειλητικά και αν είναι, δεν παύουν να ανήκουν στο παρελθόν.

Οι τίγρεις στο βάθος του γκρεμού συμβολίζουν τα προβλήματα του μέλλοντος, ανάμεσα στα οποία είναι και ο θάνατός μας.

Το δε παρόν είναι ακριβώς η στιγμή που ο άνθρωπος κρέμεται από το εύθραυστο κλαδί.



"Αξίζει να δίνουμε στον εαυτό μας χρόνο για τις πολλές αγριοφράουλες που βρίσκονται μπροστά μας.
Αλλά πώς να τις γευτούμε όταν, κοιτάζοντας πίσω στο παρελθόν ή μακριά στο μέλλον, ολοένα τις χάνουμε από τα μάτια μας ;"

https://www.phigita.net/~marios/blog/88
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Υπήρχε ένα σπουργιτάκι που, όταν άκουγε τη βροντή της θύελλας, ξάπλωνε στη γη και σήκωνε τα μικροσκοπικά πόδια του προς τον ουρανό.

– Γιατί το κάνεις αυτό; το ρώτησε μια αλεπού.

Για να προστατέψω τη γη, που έχει τόσα ζωντανά πλάσματα! απάντησε το σπουργιτάκι. Σηκώνω τα πόδια μου για να συγκρατήσω τον ουρανό, σε περίπτωση που φανούμε άτυχοι και ο ουρανός πέσει πάνω μας.

– Τα καχεκτικά ποδαράκια σου να συγκρατήσουν τον απέραντο ουρανό;! με απορία και ειρωνεία ρώτησε η αλεπού.

Ο καθένας εδώ κάτω στη γη έχει το δικό του κομμάτι ουρανού να συγκρατήσει, απάντησε το σπουργίτι.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Άγγελος

Επιφανές μέλος

Ο Άγγελος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Ελεύθερος επαγγελματίας και μας γράφει απο Πάτρα (Αχαΐα). Έχει γράψει 10,408 μηνύματα.
σωστο...αν ολοι βαλουμε τα ποδια μας ολα γινονται..:)
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

@nt¤wnis|~|¤e

Δραστήριο μέλος

Ο Αντώνης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 787 μηνύματα.
Παραθέτω ένα απόσπασμα από μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι.
Δεν πρόκειται λοιπόν για κάποια μεμονωμένη διδακτική ιστορία, αλλά για την αφήγηση ενός μυθιστορηματικού ήρωα, ο οποίος διακατέχεται από ενθουσιασμό, αφού προς το τέλος μοιάζει να παρασύρεται από την συγκίνησή του όταν μιλάει για την επιδράση που μπορεί να έχει η έμπρακτη αγάπη ενός ανθρώπου προς τους άλλους.


Ο γέρο - στρατηγός

Στη Μόσχα ζούσε ένας γέρος, ένας «στρατηγός», δηλαδή ένας σύμβουλος του Κράτους που είχε ένα επίθετο γερμανικό! Όλη του τη ζωή γύριζε τις φυλακές και επισκεπτόταν τους εγκληματίες. Κάθε αποστολή για τα κάτεργα της Σιβηρίας ήξερε από πριν πως στα βουνά Βορομπιόβι θα ερχόταν να τους βρει ο «γέρο- στρατηγός». Έκανε τη δουλειά του υπερβολικά σοβαρά και με πολλή ευλάβεια. Ερχόταν, περνούσε εμπρός από τις γραμμές των εξορίστων που τον περιτριγύριζαν, σταματούσε μπροστά σʼ όλους, ρωτούσε τον καθένα για τις ανάγκες του, ποτέ σχεδόν δεν έκανε συστάσεις σε κανέναν, τους έλεγε όλους «περιστεράκια». Τους έδινε λεφτά, τους έστελνε τα απαραίτητα πράγματα – κάλτσες, γκέτες και καμπότο, τους έφερνε καμιά φορά κιόλας βιβλιαράκια για τη σωτηρία της ψυχής και τα έδινα σʼ όλους τους γραμματιζούμενους σίγουρος πως θα τα διάβαζαν στο δρόμο και ότι εκείνοι που ήξεραν γράμματα, θα τα διάβαζαν στους αγράμματους. Σπάνια ρωτούσε για το έγκλημα, άκουγε μόνο αν ο εγκληματίας άρχιζε να μιλάει ο ίδιος. Όλους τους εγκληματίες τους είχε για ίδιους, δεν έκανε καμιά διάκριση. Τους μιλούσε σαν να ήταν αδέλφια του, μα κι αυτοί τελικά τον έβλεπαν σαν πατέρα. Αν αντιλαμβανόταν και εξόριστη γυναίκα με παιδί στην αγκαλιά, την πλησίαζε, χάιδευε το παιδί και έκανε στράκες τα δάκτυλά του για να το κάνει να γελάσει.

Έτσι έκανε για πολλά χρόνια, μέχρι που πέθανε. Στο τέλος τον ήξεραν όλοι στη Ρωσία κι όλοι στη Σιβηρία, δηλαδή τον ήξεραν όλοι οι εγκληματίες. Μου διηγόταν κάποιος που είχε κάνει στη Σιβηρία, ότι ήταν μάρτυρας πως ακόμη κι οι πιο πωρωμένοι εγκληματίες θυμόντουσαν το στρατηγό παρʼ όλο που εκείνος σπάνια μπορούσε να δώσει περισσότερα από είκοσι καπίκια στον καθένα. Η αλήθεια είναι πως δεν τον θυμόντουσαν πολύ θερμά ή και πολύ στα σοβαρά. Κανένας από τους «δυστυχισμένους», που είχε σκοτώσει καμιά ντουζίνα ανθρώπους ή που είχε σφάξει μισή ντουζίνα παιδιά, μόνο και μόνο γιατί έτσι γουστάρισε (λένε πως υπήρχαν και τέτοιοι), στα ξαφνικά και χωρίς κανένα λόγο, ίσως μια φορά στα είκοσι χρόνια, θα αναστέναζε και έλεγε: «Τι να γίνεται άραγε ο γέρο – στρατηγός, ζει ακόμη;» Και λέγοντας αυτά, ίσως και να χασκογελούσε ειρωνικά – κι αυτό ήταν όλο.

[FONT=&quot] Και πού μπορείτε όμως να ξέρετε τι σπόρο έσπειρε για πάντα στην ψυχή του αυτός ο «γέρο – στρατηγός», που δεν τον ξέχασε στα είκοσι αυτά χρόνια; Που ξέρετε, Μπαχμούτωφ, ποια σημασία μπορεί να έχει αυτή η συσχέτιση της μιας προσωπικότητας με την άλλη, μέσα στο πεπρωμένο της συσχετισμένης προσωπικότητας;…Εδώ πρόκειται για μια ζωή ολόκληρη με αμέτρητες διακλαδώσεις που παραμένουν κρυφές για μας. Ο καλύτερος σκακιστής, ο πιο φίνος από τους σκακιστές, μπορεί να προβλέψει μόνο μερικές κινήσεις. Για ένα Γάλλο σκακιστή, που μπορούσε να προβλέψει δέκα κινήσεις, γράψανε οι εφημερίδες ότι τον θεωρούσαν θαύμα. Πόσες κινήσεις υπάρχουν εδώ λοιπόν και πόσες απʼαυτές μας είναι άγνωστες; Όταν ρίχνετε το σπόρο σας, όταν ρίχνετε τη «φιλανθρωπία σας, την καλή σας πράξη υπό οποιαδήποτε μορφή, δίνετε ένα κομμάτι από την προσωπικότητά σας και δέχεστε ένα κομμάτι από μιαν άλλη. Συσχετίζεστε ο ένας με τον άλλο αμοιβαία. Αν προσέξετε λίγο θα αμειφθείτε με γνώσεις, με εντελώς αναπάντεχες ανακαλύψεις. Εσείς ο ίδιος θʼ αρχίσετε να βλέπετε τελικά τη δουλειά σας σαν επιστήμη. Θα περικλείσει μέσα της όλη σας τη ζωή και μπορεί να γεμίσει τη ζωή σας. Από την άλλη μεριά, όλες οι σκέψεις σας, όλοι οι σπόροι που σπείρατε, που ίσως τους έχετε κιόλας ξεχάσει, θα φυτρώσουν και θα μεγαλώσουν. Αυτός που πήρε από σας, θα μεταδώσει σε άλλον. [/FONT] [FONT=&quot]Και που ξέρετε ποια θα είναι η συμμετοχή σας στις μελλοντικές τύχες της ανθρωπότητας; Αν η γνώση και μια ολόκληρη ζωή εργασίας θα σας ανυψώσουν τόσο, ώστε τελικά να είστε σε θέση να ρίξετε ένα γιγάντιο σπόρο, νʼ αφήσετε στον κόσμο για κληρονομιά μια τεράστια σκέψη.[/FONT]
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

@nt¤wnis|~|¤e

Δραστήριο μέλος

Ο Αντώνης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 787 μηνύματα.
«Μισώ τα φίδια που χαρίζουν τα χάδια τους μεροληπτικά, από προσωπικό συμφέρον ή κάνοντας ιδιότροπες διακρίσεις», καυχήθηκε ένας βόας σφιγκτήρας. «Η δική μου φιλοστοργία είναι απεριόριστη. Αγκαλιάζει όλα τα έμψυχα όντα. Είμαι οικουμενικό ερπετό. Στις σπείρες μου υπάρχει χώρος για όλα τα πλάσματα. Φιλοξενία για όλους: ανθρώπους και ζώα».
«Ένα χάδι σου θα μου έδινε μεγάλη χαρά», είπε μειλίχια ένας σκαντζόχοιρος. «Πάει πολύς καιρός που δεν έχω νιώσει τη ζεστή αγκαλιά».
Καθώς έλεγε αυτά τα λόγια, φώλιασε αναπαυτικά και με εμπιστοσύνη στην αγκαλιά αυτού του μεγαλόκαρδου φιλόξενου ερπετού, που έσπευσε αμέσως να το βάλει στα... πόδια!

Η απεριόριστη φιλανθρωπία μπορεί να είναι απαλλαγμένη από προκαταλήψεις. Όπως κι να είναι όμως, πάντα έχει τις προτιμήσεις της.


[FONT=&quot]ΑΜΠΡΟΟΥΖ ΜΠΗΡ: [/FONT][FONT=&quot]"Ιστορίες για αραχνιασμένα κρανία", [/FONT][FONT=&quot]Εκδόσεις "Ηλέκτρα"[/FONT]
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Εμμονή

Δύο μοναχοί ταξίδευαν μαζί. Όταν έφτασαν σε ένα ποτάμι, είδαν μια νέα γυναίκα ανήσυχη να κοιτά το ποτάμι. Όταν τους είδε, τους ρώτησε εάν μπορούν να την κουβαλήσουν στην απέναντι όχθη, διότι φοβόταν ότι θα πνιγεί. Ο ένας μοναχός δίστασε, μιας και απαγορεύεται σε μοναχούς να αγγίζουν γυναίκες.
Ο άλλος όμως χωρίς δισταγμό, ανέβασε την γυναίκα στους ώμους του και την πέρασε απέναντι.

Καθώς συνέχιζαν το ταξίδι τους, ο πρώτος μοναχός δεν σταματούσε να επιπλήττει τον δεύτερο που κουβάλησε την γυναίκα.
Μέχρι που τέλος ο δεύτερος δεν άντεξε άλλο και του αποκρίθηκε «αδελφέ μου, εγώ την κουβάλησα για λίγα λεπτά, μα εσύ ακόμα την κουβαλάς»
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Ο παράδεισος

Δύο άνθρωποι είχαν χαθεί μέσα στην έρημο για μέρες και κινδύνευαν να πεθάνουν από την δίψα και την ασιτία. Κάποια στιγμή όμως, βρέθηκαν μπροστά σʼ έναν ψηλό τοίχο. Πίσω από τον τοίχο έρχονταν ήχοι νερού που κυλά, πουλιών να τραγουδούν και πάνω από τον τοίχο ξεπρόβαλαν κλωνάρια δέντρων, φορτωμένα με καρπούς.
Ο ένας κατάφερε με δυσκολία να σκαρφαλώσει και να περάσει πάνω από τον τοίχο, μέσα στον κήπο.
Ο άλλος, έκανε μεταβολή και ξαναμπήκε στην έρημο, ψάχνοντας γι άλλους χαμένους ταξιδιώτες, για να τους βοηθήσει να βρουν τον δρόμο τους στον κήπο.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Ίσως...

Μια Ταοϊστική ιστορία αφηγείται έναν γέρο αγρότη που δούλευε στα χωράφια του πολλά χρόνια. Μια μέρα, το άλογό του τό ΄σκασε. Όταν το έμαθαν οι γείτονες, πήγαν να τον επισκεφτούν.
«Τι ατυχία...» έλεγαν με συμπάθεια.
«Ίσως...» απαντούσε ο αγρότης.
Την επόμενη μέρα, το άλογο επέστρεψε, φέρνοντας μαζί του 3 ακόμα άγρια άλογα.
«Τι καλή τύχη!» θαύμασαν οι γείτονες.
«Ίσως...» απαντούσε ο αγρότης.
Την επόμενη μέρα, ο γιός του αγρότη προσπάθησε να καβαλήσει ένα από τα άγρια άλογα. Μα έπεσε και έσπασε το πόδι του. Γι άλλη μια φορά οι γείτονες ήρθαν να συμπαρασταθούν.
«Τι ατυχία...» έλεγαν με συμπάθεια.
«Ίσως...» απαντούσε ο αγρότης.
Την επόμενη μέρα, στρατιωτικοί ήρθαν στο χωριό και επιστράτευσαν όλους τους νέους, εκτός από τον γιό του αγρότη, επειδή είχε σπασμένο πόδι.
«Τι καλή τύχη!» θαύμασαν οι γείτονες.
«Ίσως...» απαντούσε ο αγρότης...
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Εγωισμός

Υπήρχε πριν από αιώνες ένας σπουδαίος Υπουργός και Αξιωματούχος της Κίνας. Όμως, παρά την φήμη, τα πλούτη και την δύναμή του στην εξουσία, έτρεφε βαθύ σεβασμό στον πνευματικό του δάσκαλο, που επισκεπτότανε συχνά και στον οποίο πάντα συμπεριφερότανε με ευγένεια και ταπεινότητα.

Σε μια από τις επισκέψεις του, ρώτησε τον δάσκαλό του «σεβασμιότατε, τι είναι ο εγωισμός κατά την γνώμη σου;»
Αμέσως ο δάσκαλος κοκκίνισε από θυμό και είπε άγρια στον μαθητή του «τι ανόητη ερώτηση είναι αυτή;;!»

Ο Υπουργός αμέσως πετάχτηκε πάνω ξαφνιασμένος από την αντίδραση του δασκάλου του και φανερά εκνευρισμένος, έτοιμος να βάλει τις φωνές στον δάσκαλο.

Τότε ο δάσκαλος τον πρόλαβε χαμογελώντας ήρεμα και του είπε «ΑΥΤΟ, εξοχότατε, είναι εγωισμός».
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Η Συζήτηση των Κυμάτων

[SIZE=-1] Ήταν ένα μικρό κύμα, πολύ λυπημένο και που μονολογούσε: «πόσο δυστυχισμένο είμαι… τα άλλα κύματα είναι τόσο μεγάλα και δυνατά και εγώ είμαι τόσο μικρό και ασήμαντο… γιατί να είναι η ζωή τόσο σκληρή;»

Ένα μεγάλο κύμα που βρισκόταν εκεί κοντά, το άκουσε και αποφάσισε να του απαντήσει: «Τα λες αυτά διότι δεν έχεις κατανοήσει την πραγματική σου φύση. Νομίζεις ότι είσαι ένα κύμα και νομίζεις ότι είσαι μικρό και ασήμαντο, ενώ στην πραγματικότητα δεν είσαι τίποτα από τα δύο»

Ξαφνιασμένο το μικρό κύμα απαντά: «Πως;! Δεν είμαι κύμα;! Μα, δεν βλέπεις τον κυματισμό μου; Δεν βλέπεις τα απόνερά μου; Αν και μικρό, είναι κύμα! Τι εννοείς λέγοντας ότι δεν είμαι κύμα;»
Ήρεμα το μεγάλο κύμα αποκρίνεται: «Αυτό που καλείς ʽκύμαʼ δεν είναι τίποτε άλλο από μια προσωρινή μορφή σου.
Στην πραγματικότητα, δεν είσαι τίποτε άλλο παρά νερό!

Όταν κατανοήσεις την βάση της φύσης σου, θα απαλλαχθείς από την μιζέρια σου και θα δεις ότι εγώ είμαι εσύ, εσύ είσαι εγώ, και οι δύο είμαστε κομμάτι του ιδίου Όλου»

[/SIZE]
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Η φύση των πραγμάτων

Δύο μοναχοί έπλεναν τις κούπες τους στο ποτάμι, όταν είδαν έναν σκορπιό να πνίγεται. Ο ένας μοναχός, αμέσως τον άρπαξε και τον άφησε δίπλα στην όχθη. Κατά την διάρκεια, ο σκορπιός τον τσίμπησε.

Καθώς συνέχισε να πλένει την κούπα του, ο σκορπιός και πάλι έπεσε στο νερό. Ο μοναχός και πάλι τον έσωσε, ενώ ο σκορπιός και πάλι τον τσίμπησε.

Ο άλλος μοναχός τον ρώτησε «αδελφέ μου, γιατί συνεχίζεις να τον σώζεις, αφού το γνωρίζεις ότι είναι στην φύση του σκορπιού να τσιμπάει

«Διότι είναι στην δική μου φύση να σώζω» απάντησε ο μοναχός.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

rascal_gd

Περιβόητο μέλος

Ο Call me Joe!! αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 38 ετών και μας γράφει απο Αφρική. Έχει γράψει 4,194 μηνύματα.
Alphonse Daudet - Το χρυσό μυαλό


"Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα παιδί που είχε χρυσό μυαλό. Οι γονείς του το ανακάλυψαν τυχαία όταν τραυματίστηκε στο κεφάλι και άρχισε να τρέχει χρυσάφι αντί για αίμα. Μετά απ' αυτό άρχισαν να το προσέχουν πολύ και δεν το άφηναν να παίζει με τα άλλα παιδιά γιατί φοβούνταν μην το ληστέψουν. Όταν το παιδί μεγάλωσε και ήθελε να βγει στον κόσμο, η μητέρα του του είπε: "Έχουμε κάνει τόσο πολλά για σένα που θα πρέπει να μας αφήσεις να μοιραστούμε τα πλούτη σου". Ο γιος της τότε έβγαλε ένα μεγάλλο κομμάτι χρυσού από το μυαλό του και το έδωσε στη μητέρα του. Μετά άρχισσε να ζει πλουσιοπάροχα μαζί με ένα φίλο του, ο οποίος όμως μια νύχτα τον λήστεψε κι έφυγε. Μετά απ' αυτό ο άνδρας αποφάσισε να κρύβει το μυστικό του και να ψάξει να βρει μια δουλειά, γιατί τα αποθέματα χρυσού είχαν αρχίσει να λιγοστεύουν. Μια μέρα ερωτεύτηκε ένα πανέμορφο κορίτσι. Τον αγαπούσε κι εκείνη, αλλά όχι περισσότερο από τα πανέμορφα ρούχα που της χάριζε τόσο απλόχερα. Την παντρεύτηκε και ήταν πολύ ευτυχισμένος, αλλά δυο χρόνια αργότερα αυτή πέθανε κι εκείνος ξόδεψε όλα τα υπόλοιπα πλούτη του για την κηδεία της, που ήθελε να είναι μεγαλοπρεπής. Κάποια μέρα, ενώ σερνόταν στους δρόμους, αδύναμος, φτωχός και δυστυχισμένος, είδε ένα υπέροχο ζευγάρι μπότες που θα ήταν τέλειο για τη γυναίκα του. Ξέχασε ότι αυτή είχε πεθάνει -ίσως γιατί το άδειο πλέον μυαλό του δε λειτουργούσε πια- και μπήκε στο κατάστημα για ν' αγοράσει τις μπότες. Όμως, εκείνη ακριβώς τη στιγμή έπεσε κάτω και ο καταστηματάρχης είδε ένα νεκρό άνδρα να κείτεται στο δάπεδο."

Περίληψη της ιστορίας του Alphonse Daudet από την Alice Miller



Ο Ντωντέ έγραψε γι' αυτήν την ιστορία:​
"Η ιστορία αυτή μοιάζει να είναι δημιούργημα της φαντασίας, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινή. Υπάρχουν άνθρωποι που πρέπει να πληρώνουν και για τα πιο μικρά πράγματα στη ζωή τους με όλη την ψυχή και το μυαλό τους. Αυτός είναι ένας σταθερά επαναλαμβανόμενος πόνος και αργότερα, όταν κουράζονται πια να υποφέρουν... "
κείτονται νεκροί στο δάπεδο κάποιου καταστήματος.

...
...
...







..κειτονται νεκροι στο δαπεδο καποιου καταστηματος!!!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Phoebe

Διακεκριμένο μέλος

Η Κομπάρσα α αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 36 ετών, επαγγέλεται Αεροσυνοδός και μας γράφει απο Νότιος Αμερική (Αμερική). Έχει γράψει 7,312 μηνύματα.
«Μια άνοιξη ένας αγρότης διασκέδαζε καθημερινά με ένα ζευγάρι αετών που τους έβλεπε να πετούν, νʼ ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν κοντά στο κτήμα του. Όταν μερικές μέρες τούς έχασε, πήγε στον τόπο όπου είχε εντοπίσει ότι κατέβαιναν, για να δει τι υπάρχει εκεί. Βρήκε μια εγκαταλειμμένη φωλιά μʼ ένα αυγό μέσα. Πήρε το αυγό, το πήγε στο κοτέτσι και το έβαλε μαζί με τα αυγά μιας κότας, με την ελπίδα να το κλωσήσει εκείνη, να γεννηθεί το αετόπουλο, να μεγαλώσει και να πετάξει. Σε δυο βδομάδες το αυγό άνοιξε και ένα υγιέστατο αετόπουλο γεννήθηκε. Ζώντας ανάμεσα στα κοτόπουλα, άρχισε σιγά σιγά να μαθαίνει και να συνηθίζει τους τρόπους τους και να θρέφεται με το καλαμπόκι που ο αγρότης τα τάιζε. Ξαφνικά ένα ηλιόλουστο πρωινό βλέπει από πάνω του πουλιά να πετάνε. “Τι θαυμάσιο είναι να πετάς έτσι! Θα ήθελα πολύ να μπορέσω να πετάξω κι εγώ” σκέφτηκε. Μόλις είπε την ιδέα του στα κοτόπουλα, εκείνα γέλασαν και του απάντησαν: “Τι ηλίθια ιδέα! Εσύ είσαι κοτόπουλο. Τα κοτόπουλα δεν πετούν. Ποτέ δεν θα μπορέσεις να πετάξεις. ό,τι και να κάνεις”. Η μητέρα του φοβισμένη του είπε: “Αν προσπαθήσεις να πετάξεις. θα πέσεις πάνω στα σύρματα του κοτετσιού και θα σπάσεις τα φτερά σου”. Ο κόκορας πατέρας του συμπλήρωσε με το λογικό επιχείρημα: “Ακόμη και αν πετάξεις, θα είναι πολύ δύσκολο να βρεις τροφή, θα πεινάσεις και θα πεθάνεις”. Όλα τα κοτόπουλα συμφώνησαν ότι το μικρό αετόπουλο δεν έπρεπε να προσπαθήσει να πετάξει.
» “Είναι ονειρεμένα να πετάς ψηλά όπως τα πουλιά” έλεγε και ξαναέλεγε στον ευατό του. “Επιθυμώ τόσο πολύ να το καταφέρω”. Κοίταζε και ξανακοίταζε τα πουλιά που πετούσαν στον αέρα και άρχιζε να μελαγχολεί. Αλλά ποτέ δεν προσπάθησε. Πίστεψε τα κοτόπουλα. Όσο οι μέρες περνούσαν, το αετόπουλο όλο και λιγότερο σκεφτόταν και μίλαγε για το πέταγμα. Δεν μπορούσε όμως να βγάλει από την καρδιά του την μεγάλη του επιθυμία να πετάξει. Η θλίψη του και ο καημός του άρχισαν σιγά σιγά να κατασπαράζουν το σώμα του. Η τροφή και η επιθυμία για ζωή έχασαν κάθε νόημα για εκείνο. Πέρναγε όλο και περισσότερες ώρες μόνο του, συχνά μέσα στο πέτρινο κοτέτσι. Κάποια μέρα ο αγρότης παρατήρησε ότι έλειπε από την αυλή του κοτετσιού. Πίστεψε ότι το αετόπουλο μεγάλωσε και πέταξε, αλλά πήγε να το επαληθεύσει. Το κοτέτσι ήταν σκοτεινό, αλλά όταν άναψε το φως, σε μια γωνία είδε ένα σωρό από μαύρα φτερά. Τα σήκωσε και ήταν το αετόπουλο. Είχε πεθάνει από την θλίψη του.»


“Όλα σού τα ʼμαθα, μα ξέχασα μια λέξη”
Δημήτρης Μπουραντάς
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Αυτοσυγκέντρωση

Ένας αλαζόνας πρωταθλητής τοξοβολίας, προκάλεσε σε αγώνα έναν δάσκαλο Ζεν, που ήταν γνωστός για τις ικανότητές του στην τοξοβολία.

Ο νεαρός πρωταθλητής, έκανε αρχικά επίδειξη ικανοτήτων, χτυπώντας από μεγάλη απόσταση το κέντρο ενός στόχου και μετά χωρίζοντας στα δύο το πρώτο βέλος με ένα δεύτερο. «Ορίστε!» είπε μετά στον δάσκαλο «για να δούμε εάν μπορείς να συναγωνιστείς κάτι τέτοιο!».

Ατάραχος ο δάσκαλος, δεν τράβηξε το τόξο του, παρά ζήτησε από τον νεαρό να τον ακολουθήσει στο βουνό. Περίεργος ο νεαρός, ακολούθησε τον δάσκαλο, μέχρι που έφτασαν μπροστά από ένα βαθύ χάσμα και που τις δύο του πλευρές συνέδεε μια αμφιβόλου ασφάλειας παλιά σχοινένια γέφυρα.

Ήρεμα ο δάσκαλος ανέβηκε στην γέφυρα και προχώρησε μέχρι τα μισά της διαδρομής, έχοντας ακριβώς από κάτω του το τεράστιο χάσμα. Εκεί σταμάτησε, τράβηξε το τόξο του, στόχευσε ένα μακρινό δέντρο και έριξε το βέλος, πετυχαίνοντας τον στόχο. Ήρεμα πάλι επέστρεψε εκεί που στεκότανε ο νεαρός και του είπε «σειρά σου».

Τρομαγμένος ο νεαρός, αφού κοίταξε πρώτα την άβυσσο από κάτω τους και μετά την ετοιμόρροπη γέφυρα, αρνήθηκε να προσπαθήσει.

«Είσαι πολύ ικανός με το τόξο» του είπε ο δάσκαλος «μα δεν ελέγχεις τον νου, που ελευθερώνει την βολή».
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Κυνηγώντας δύο λαγούς

Ένας μαθητής των πολεμικών τεχνών, πλησίασε τον δάσκαλό του λέγοντάς του «θα ήθελα να βελτιώσω τις γνώσεις μου στις πολεμικές τέχνες. Γι αυτό, παράλληλα με την μαθητεία μου μαζί σου, θα ήθελα να μαθητεύσω και με άλλον έναν δάσκαλο, διαφορετικού στυλ. Πως σου φαίνεται αυτή η ιδέα;»
Ο δάσκαλος απάντησε «ο κυνηγός που κυνηγά δύο λαγούς, τελικά δεν θα πιάσει κανέναν»
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

mindcircus

Περιβόητο μέλος

Η mindcircus αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Μηχανικός αεροσκαφών και μας γράφει απο Σουηδία (Ευρώπη). Έχει γράψει 5,956 μηνύματα.
Deaf frog

Κάποτε έγινε ένας αγώνας βατράχων. Στόχος να ανέβουν στην ψηλότερη κορυφή ενός πύργου. Πολλοί άνθρωποι μαζεύτηκαν να τους υποστηρίξουν. Ο αγώνας άρχισε. Στην πραγματικότητα, ο κόσμος δεν πίστευε ότι ήταν εφικτό να ανέβουν οι βάτραχοι στην κορυφή του πύργου και το μόνο που άκουγες ήταν: «Τι κόπος! Ποτέ δεν θα τα καταφέρουν…». Οι βάτραχοι άρχισαν να αμφιβάλλουν για τους εαυτούς τους. Ο κόσμος συνέχιζε: «Τι κόπος! Ποτέ δεν θα τα καταφέρουν…». Και οι βάτραχοι, ο ένας μετά τον άλλο, παραδέχονταν την ήττα τους, εκτός από έναν, που συνέχισε να σκαρφαλώνει. Στο τέλος, μόνο αυτός, και μετά από τρομερή προσπάθεια, κατόρθωσε να φθάσει στην κορυφή. Ένας από τους χαμένους βατράχους, πλησίασε να τον ρωτήσει πώς τα κατάφερε να ανέβει στην κορυφή. Τότε συνειδητοποίησε ότι… ήταν κουφός!!! Ποτέ μην ακούτε ανθρώπους που έχουν την κακή συνήθεια να είναι αρνητικοί, γιατί σας κλέβουν τις μεγαλύτερες λαχτάρες και πόθους της καρδιάς σας. Πάντοτε να υπενθυμίζεις στον εαυτό σου την δύναμη της φράσης: «Σκέψου θετικά!».
Συμπέρασμα: Be always a deaf frog!

ή απλώς προσπάθησε..
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

mania

Επιφανές μέλος

Η mania αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Ρόδος (Δωδεκάνησα). Έχει γράψει 12,949 μηνύματα.
ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ​

Μία φορά κι έναν καιρό ήταν μία μηλιά... και αγαπούσε ένα Αγοράκι.

Και κάθε μέρα το αγοράκι πήγαινε και μάζευε τα φύλλα της και τα έπλεκε στεφάνι κι έπαιζε το βασιλιά του δάσους. Σκαρφάλωνε στον κορμό της κι έκανε κούνια στα κλαδιά της κι έτρωγε μήλα. Παίζανε και κρυφτό...
Κι όταν το αγόρι κουραζόταν, αποκοιμιόταν στον ίσκιο της.
Και το αγόρι αγαπούσε τη μηλιά... πάρα πολύ.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.

Μα πέρασαν τα χρόνια. Και το αγόρι μεγάλωσε. Και πολλές φορές η μηλιά έμενε μοναχή.
Τότε μια μέρα το αγόρι πήγε στη μηλιά κι η μηλιά είπε:
«Έλα αγόρι, έλα να σκαρφαλώσεις στον κορμό μου και να κάνεις κούνια στα κλαδιά μου, να φας μήλα και να παίξεις στον ίσκιο μου από κάτω και να ‘σαι ευτυχισμένο».
«Είμαι μεγάλος πια για να σκαρφαλώνω και να παίζω», είπε το αγόρι. «Θέλω ν’ αγοράσω πράγματα και να καλοπεράσω. Θέλω λεφτά. Μπορείς να μου δώσεις λεφτά;»
«Λυπάμαι», είπε η μηλιά, «μα έχω εγώ δεν έχω λεφτά. Έχω μονάχα φύλλα και μήλα. Πάρε τα μήλα μου, Αγόρι, και πούλησέ τα στην πόλη. Έτσι θα ‘χεις λεφτά και θα ‘σαι ευτυχισμένο».
Και τότε το αγόρι σκαρφάλωσε στη μηλιά, μάζεψε τα μήλα της και τα πήρε μαζί του.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.

Μα το αγόρι έκανε πολύ καιρό να ξαναφανεί... και η μηλιά ήταν λυπημένη.
Ώσπου μια μέρα το αγόρι ξαναγύρισε κι η μηλιά τρεμούλιασε απ’ τη χαρά της κι είπε:
«Έλα αγόρι, έλα να σκαρφαλώσεις στον κορμό μου και να κάνεις κούνια στα κλαδιά μου και να ‘σαι ευτυχισμένο».
«Δεν έχω πια χρόνο να σκαρφαλώνω», είπε το αγόρι. «Θέλω ένα σπίτι που να δίνει ζεστασιά», είπε. «Θέλω γυναίκα και παιδιά, και γι’αυτό χρειάζομαι ένα σπίτι. Μπορείς να μου δώσεις ένα σπίτι;»
«Εγώ δεν έχω σπίτι», είπε η μηλιά. «Σπίτι μου είναι το δάσος, μα μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να χτίσεις ένα σπίτι. Τότε θα ‘σαι ευτυχισμένο».
Κι έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά της και τα πήρε μαζί του για να χτίσει το σπίτι του.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.

Μα το αγόρι έκανε πολύ καιρό να ξαναφανεί. Κι όταν γύρισε η μηλιά ήταν τόσο ευτυχισμένη που ούτε να μιλήσει καλά - καλά δεν μπορούσε.
«Έλα, Αγόρι», ψιθύρισε, «έλα να παίξεις»
«Είμαι πια πολύ γέρος και πολύ λυπημένος για να παίζω» είπε το αγόρι. «Θέλω μια βάρκα να με πάρει μακριά. Μπορείς να μου δώσεις μια βάρκα;»
«Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μια βάρκα», είπε η μηλιά. «Έτσι θα μπορέσεις να φύγεις μακριά...και να ‘σαι ευτυχισμένο».
Και τότε το αγόρι έκοψε τον κορμό της έφτιαξε μια βάρκα κι έφυγε μακριά.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη... μα όχι πραγματικά.

Κι ύστερα από πολύ καιρό το αγόρι ξαναγύρισε.
«Λυπάμαι, Αγόρι», είπε η μηλιά, «μα δε μου απόμεινε τίποτα πια για να σου δώσω... Δεν έχω μήλα».
«Τα δόντια μου δεν είναι πια για μήλα», είπε το αγόρι.
«Δεν έχω κλαδιά», είπε η μηλιά. «Δεν μπορείς να κάνεις κούνια...»
«Είμαι πολύ γέρος πια για να κάνω κούνια», είπε το αγόρι.
«Δεν έχω κορμό», είπε η μηλιά. «Δεν μπορείς να σκαρφαλώσεις..»
«Είμαι πολύ κουρασμένος πια για να σκαρφαλώνω», είπε το αγόρι.
«Λυπάμαι», αναστέναξε η μηλιά. «Μακάρι να μπορούσα να σου δώσω κάτι... μα δε μου απόμεινε τίποτα πια. Δεν είμαι παρά ένα γέρικο κούτσουρο. Λυπάμαι...»
«Δε θέλω και πολλά τώρα πια», είπε το αγόρι, «μονάχα ένα ήσυχο μέρος να κάτσω και να ξαποστάσω. Είμαι πολύ κουρασμένος».
«Τότε», είπε η μηλιά, κι ίσιωσε τον κορμό της, «τότε, ένα γέρικο κούτσουρο είναι ό,τι πρέπει να κάτσεις και να ξαποστάσεις. Έλα, Αγόρι, κάτσε. Κάτσε και ξεκουράσου».
Και το αγόρι έκατσε και ξεκουράστηκε.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.


Πηγή
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

Top