Ερασιτεχνική συγγραφή (Για μια χούφτα σαλιγκάρια)

giogiz

Νεοφερμένος

Ο giogiz αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Μας γράφει απο Άλιμος (Αττική). Έχει γράψει 7 μηνύματα.
Φανταστικό μέρος, υποθετικοί διάλογοι, το 2008 μ.χ.

-Άντε, πέρασε και αυτή η ημέρα. Τους άντεξα, με τις φωνάρες τους και τα συμπλέγματά τους. Πληρωθήκαμε, κιόλας. Λίγη οικονομία και τον βγάλαμε και αυτόν τον μήνα. Μέχρι τις 23, τουλάχιστον...Τι να πρωτοπρολάβεις με τα 700 ευρώ τους....Τουλάχιστον έχουμε σαλιγκάρια και τυρόπιτα της πεθεράς μου. Γλέντι θα κάνω!
Βήματα, ασανσέρ, υπομονή διάρκειας δύο ορόφων. Κλειδί στην πόρτα. Αναστεναγμός και οπλισμός κουράγιου.
-Αγαπούλα μου !
Πάτημα τηλεχειριστηρίου με αποτέλεσμα την αλλαγή της τηλεαποχαυνωτικής ακτινοβολίας συγκεκριμένου τηλεοπτικού σταθμού και συνέχεια της αποχαύνωσης με τον επόμενο, ταξινομημένο στην μνήμη της τηλεόρασης, κυτταρικό καταστροφέα.
-Ήρθες..;
-Ενθουσιάστηκες, ε ;
-Τον πήρες ;
-Ορίστε ;
-Τον μισθό σου, λέω, τον εισέπραξες ;
-Όλα για το μωρό μου.
-Άστα αυτά και πες μου μήπως σταμάτησες πουθενά, μέχρι να φτάσεις στο σπίτι.
-Μας πήρα ένα γαλακτομπούρεκο, κοριτσάρα μου.
-Ωραία. Να περάσουμε δεν θα έχουμε, τα γλυκά μας μάραναν.
-Η φτώχια θέλει καλοπέραση....
-Για να την έχουμε καιρό. Ξέρω, ξέρω.
-Τα νευράκια σου έχεις, λουλούδι μου ;
-Για τα νεύρα μου, έχω πάρει ασπιρίνες και γυναικεία προϊόντα. Για την κατσαρόλα μας, δεν ξέρω.
-Δεν μαγείρεψες, λιακάδα μου; ( κρίμα τα σαλιγκάρια και την τυρόπιττα που ονειρευόμουν ). Δεν πειράζει, θα παραγγείλουμε κάτι.
-Ναι. Να διασκεδάσουμε και εμείς λίγο... (στο χρώμα της λεπτής, γυναικείας ειρωνείας).
-Νόμιζα πως σου ήταν διασκεδαστικό να με βλέπεις να πεινάω και να ψάχνω τα φυλλάδια των ντελιβεράδικων..( μην πω καμιά κουβέντα ).
-Το ήξερες πως δεν πεθαίνω για το μαγείρεμα. Έχω άλλες χάρες εγώ.
-Είχες, ( χαμηλόφωνα).
-Είπες κάτι ;
-Όχι, φως μου. Τι θα φας, ρώτησα.
-Δεν πεινάω....Από που θα παραγγείλεις ;
-Μάλλον κανά σουβλάκι, λέω. Φτηνό, γευστικό και οικονομικό.
-Πάλι....;
-Ας πάρω από το ιταλικό..Έχω λαχταρήσει μία πίτσα σπέσιαλ.
-Αυτά θα σε φάνε. Τίγκα στην χοληστερίνη.
-Και τι να πάρω ;
-Γιατί δεν παραγγέλνεις από το εστιατόριο που έχει και μαγειρευτά ;
-Μπράβο ζουζουνάκι μου. Με νοιάζεσαι, ε ; Δεν θα σκεφτώ τα χρήματα ( έχει πιάσει το νόημα ο ιδιοκτήτης πως καμία δεν μαγειρεύει και κοπανάει τις τιμές κανονικά ). Θα το ρίξω έξω, βρε αδερφέ. Μήπως το μετάνιωσες και θέλεις και εσύ κάτι να τσιμπήσεις ;
-Σου είπα όχι. Παράγγειλε να τελειώνουμε, γιατί θα περάσουν από εδώ και οι κουμπάροι για να βγούμε έξω.
-Καλά, καλά..
Ένα ντριν, του σταθερού τους τηλεφώνου, είναι ο λόγος που διατηρείται η απόσταση ανάμεσα στον πεινασμένο και τα μαγειρευτά φαγητά του συγκεκριμένου εστιατορίου.
-Παρακαλώ ;
-Είναι η κόρη μου εκεί ;
-Ναι, μητέρα. Εσείς, καλά...;
Η εφεύρεση του κ. Μπελ ( ελληνιστί Καμπάνας ) μεταφέρει τον ήχο προσποιητού βήχα, πράγμα που αποδεικνύει πως μέσω της συσκευής αυτής, μεταφέρονται, εκτός από τον λόγο, και συναισθήματα. Απαξίωσης, αυτή την φορά. Λέει στην γυναίκα του :
- Η συμπάθεια μου..
- Δώσε μου την. Θα αργήσω. Πάρε από το κινητό σου, να παραγγείλεις.
- Ναι, λατρεία μου. ( ανεβαίνει το κόστος της παραγγελίας...)
Βγαίνει στο μπαλκόνι να πάρει τηλέφωνο, γιατί δεν έχει καλό σήμα μέσα στο σπίτι.
-Εστιατόριο « Οι Θεϊκές γεύσεις », παρακαλώ...
-Ναι, γεια σας, μία παραγγελία να κάνω ( γρήγορα και με μία αναπνοή )
-Μάλιστα, σας ακούω....Μισό λεπτό, παρακαλώ.
-Εεε, μάλιστα.
Από το βάθος ακούγεται ο ήχος τηλεφώνου και η τηλεφωνήτρια επαναλαμβάνει τα στοιχεία του εστιατορίου, με την διαφορά πως αυτή την φορά λέει αμέσως στον δεύτερο να περιμένει.
-Σας ακούω, πείτε μου.
-Τι πράγμα ;
-Τι θέλετε....
-Α, μάλιστα. Να παραγγείλω.
-Ναι, τι θέλετε.
-Ναι, θα ήθελα...
-Μισό λεπτό, παρακαλώ.
-( τι μισό λεπτό, τουλάχιστον ένα ευρώ θα μου κοστίσει το τηλεφώνημα )
Φωνή μέσα από το κατάστημα, που έχει την τιμή να φιλοξενεί, κατά αποκλειστικότητα, τις γεύσεις των Θεών...
-Ποιος άφησε την κατσαρόλα με τα γιουβαρλάκια έξω από το ψυγείο ;
-Ο γιός σας πέρασε και έφαγε κάτι στο πόδι.
-Θα του το κόψω εγώ το πόδι.
-( καλά θα του κάνετε ). Δεσποινίς, με ακούτε ;
-Μάλιστα, πείτε μου.
-Από πιάτα ημέρας, τι έχετε παρακαλώ ;
-Έχουμε μοσχαράκι, στο φούρνο, με πατάτες, έχουμε....
-Αυτό, αυτό θέλω. ( Να τελειώνουμε, πεινάω )
-Μάλιστα. Κάτι άλλο ;
-Όχι.
-Σαλάτα ;
-Όχι.
-Αναψυκτικό ;
-Όχι.
-Έχουμε πολύ ωραίο μπακλαβά.
-Όχι, ευχαριστώ. Η διεύθυνση είναι Κακομοιροπούλου 8. Το κουδούνι γράφει Γλυφιτζουρίδης, δεύτερος όροφος.
-Ξέρετε, το παιδί που θα τα φέρει, είναι σήμερα μόνο του. Ο άλλος έχει ρεπό, και αυτός δεν βλέπει καλά τα κουδούνια. Είναι συνταξιούχος αλλά το λέει η καρδούλα του...
-Το παιδί, ε ;
-Ναι, για αυτό αν μπορείτε να κατέβετε στην είσοδο της πολυκατοικίας, για να μην ψάχνει.
-Καλά, σε κανά εικοσάλεπτο ;
-Όχι, σε καμιά ωρίτσα. Δεν οδηγάει μηχανάκι γιατί κρυώνει και θα έρθει με αυτοκίνητο.
-Το παιδί ;!
-Ναι. Ευχαριστώ πολύ.
Κλείνει το τηλέφωνο χωρίς να χαιρετήσει. Το κόστος των δευτερολέπτων που γλύτωσε θα το προσθέσει στο φιλοδώρημα του « παιδιού ».
Την στιγμή που μπήκε στο σαλόνι η γυναίκα του είχε κλείσει, ήδη, το τηλέφωνο.
-Τα είπατε τόσο γρήγορα ;
-Όχι, κλείσαμε γιατί ήθελε ο πατέρας μου να παραγγείλουν κανά σουβλάκι.
-Μάλιστα...
-Να σου πω...Τι παράγγειλες ;
-Μία μερίδα μοσχαράκι, με πατάτες φούρνου.
-Αααα...Ωραίο ! Μωρέ δεν μου παραγγέλνεις και μένα ένα ;
-Καλά, αστέρι μου. ( θα πάρω από το σταθερό, τουλάχιστον )
Σχηματίζει τον αριθμό του εστιατορίου και ετοιμάζεται να μιλήσει πιο άνετα, αυτή την φορά.
-Εστιατόριο « Οι θεϊκές γεύσεις », παρακαλώ...
-( Εδώ στομάχι « Οι τεράστιες λόρδες » ). Ναι, μία παραγγελία να κάνω.
Ένα μοσχαράκι με πατάτες φούρνου, θέλω, στην Κακομοιροπούλου 8.
-Τι σύμπτωση ! Έχω και άλλη μία παραγγελία, από την πολυκατοικία σας. Πάλι, μοσχάρι με πατάτες φούρνου !
-Ναι, εγώ είμαι.
-Το μοσχάρι ;
-Ορίστε ;!
-Λέω, εσείς που παραγγείλατε το μοσχάρι...
-Ναι, είμαστε δύο, τελικά. Θέλω να πω, θέλουμε δύο μερίδες μοσχάρι.
-Εντάξει, αλλά θα αργήσει λίγο.
-Είναι πιο βαρύ, τώρα, για το παιδί...;
-Όχι, καλέ, πλάκα έχετε. Απλώς πέσανε πολλές παραγγελίες και...
-Εντάξει, καλό σας βράδυ.
-Επίσης.
Κλείνει το τηλέφωνο και πάει να την αράξει στον καναπέ του, δίπλα στην γυναικούλα του.
-Μου παράγγειλες ;
-Ναι, γιουβαρλάκι μου.
-Αχ, που τα θυμήθηκες...Λες να έχει το εστιατόριο ;
-Που να ξέρω. Ο μάγειρας αποφασίζει την τελευταία στιγμή και δεν μας λέει. ( ζέστη κάνει ή μου φαίνεται ; )
-Γιατί τον ξέρεις ;
-Όχι, αλλά μου φαίνεται πως πρέπει να τον γνωρίσω ( ζεσταίνομαι..! )
-Σώπα και πάρε να δεις αν έχει γιουβαρλάκια, και για να δεις τι γυναικάρα έχεις, θα σου φτιάξω αύριο μια μακαρονάδα, να γλύφεις τα δάχτυλά σου !
-( Πάλι ξεμείναμε από χαρτοπετσέτες...)
-Θα σου βάλω και γαριδούλες, που σου αρέσουν.
-( Θα μου άρεσαν περισσότερο αν μπορούσα και να τις έβλεπα, έτσι μικρές σαν τον τραπεζικό μου λογαριασμό, που είναι ).
Εντάξει, μωράκλα μου. Μόνο μπορείς, λίγο, να βάλεις τις ειδήσεις, γιατί θα αρχίσουν τα αθλητικά ;
-Κάτσε τώρα, παρακολουθώ αυτό.
-Μα είναι εκπομπή τηλεπώλησης για κατσαρόλες. Τι να τις κάνεις ;
-Όχι, βρε για μένα. Παντρεύεται η κομμώτρια μου και θέλω να της τις πάρω για δώρο.
-( άντε μην πάρω και εγώ δώρο, στον εαυτό μου, την κομμώτρια ). Καλά, φατσουλάκι μου.
Τηλέφωνο, εστιατόριο, παραγγελία, ναι και έχουμε, εντάξει και φέρτε.

-Μήπως μου πέσουνε βαριά, σκέφτομαι.
-( άμα σκεφτόσουν δεν θα είχαμε πρόβλημα ). Μην ανησυχείς κοριτσάρα μου. Ότι μείνει ( σιγά μην αφήσεις τίποτα ) θα το φάω εγώ. Έχω μια πείνα..!
-Καλά λες, αχ τι θα έκανα χωρίς εσένα...
-( εγώ να δεις τι θαʼ κανα που πήγα και σε φορτώθηκα ) Ζέστη κάνει ή η ιδέα μου είναι ;
-Καλά είναι. Η ιδέα σου είναι. Ή μήπως η τσιγγουνίτσα σου σε έπιασε και θέλεις κάτι να υπονοήσεις για τα καλοριφέρ ;
-Γυναίκα, ξέρεις τι είναι τσιγγουνιά ;
-Τι ;
-Να έχεις λεφτά και να μην θες να τα χαλάσεις. Εμείς δεν έχουμε λεφτά για να χαλάσουμε. ( αν ήμουν μόνος, κάτι θα είχα μαζέψει )
-Σταμάτα την γκρίνια. Ορίστε, τελείωσε και η εκπομπή. Βάλε τα αθλητικά σου. Όλο αθλητικά είμαστε εδώ μέσα. Δεν γράφεις τουλάχιστον σε καμιά αθλητική εφημερίδα να βγάλουμε κανά φράγκο ;...
-( να το βγάλουμε μαζί, να το φας μόνη σου. Δεν σφάξανε ) Πατάς το κουμπί, καρδούλα μου, να τα δούμε τα ρημαδοαθλητικά τέλος πάντων. ( ζε !-σταί !-νο !-μαι ! ).
-Ορίστε.
Πατάει το κουμπί και βγαίνει μια....φωνή :
-Και τώρα ο καιρός !
-Φτου, την τύχη μου !
-Σου έχω πει χίλιες φορές, σταμάτα να βρίζεις. Δεν είναι σωστό.
-( σωστό δεν είναι που κάθεσαι δίπλα μου και με ακούς ) Καλά, κορίτσι μου, συγνώμη. Πεινάω και έχω τα νεύρα μου.
Μετά από καμιά ώρα χτυπάει το τηλέφωνο :
-Παρακαλώ ;
-Τι παρακαλώ, ρε, που μας έχει πρήξει στα κουδούνια αυτός με την παραγγελία σου. Μία ώρα του ανοίγω και του φωνάζω στον δεύτερο όροφο και αυτός επιμένει να χτυπάει το κουδούνι μου.
-Συγνώμη, κύριε Θεοτοκόπουλε.
Φωνή από τον δρόμο :
-Εεεε, Γλυφιτζουρίδης. Έφερα τα μοσχάρια, ρεεεε...
-Ζωντανά, από το χωριό του ταʼ φερε ο χριστιανός ;..
-Κατεβαίνω, φωνάζει από το μπαλκόνι.
-Σήμερα όμως. Δεν θέλω και να αργώ τις παραγγελίες μου.
-( Που να σε αργήσουν και να είναι και τέσσερεις, ρεζίλι με έκανες στην γειτονιά ). Έρχομαι !
Κατεβαίνει, ανοίγει, ρωτάει :
-Πόσο κάνουν ;
-Μισό λεπτό, να δω ;
-( Μπορείς ακόμη ; ) Πόσο λέει, τελικά ;
-Θα σε γελάσω. Ή 32 και 10 ή 3210 ευρώ...
-Σιγά, μην λέει και κανά εκατομμύριο. Τριάντα δύο ευρώ είναι. Πιάσε 35 και κράτα και τα ρέστα.
-Α, ευχαριστώ, και τα μαζεύω κιόλας.
-( για τάφο...; Μπράβο.
-Παντρεύομαι τον άλλο μήνα και θέλουμε να πάμε ταξίδι του μέλιτος.
-( του χαμομηλιού εννοείς ) Ωραία, ωραία. Καληνύχτα.
-Κάτσε μια στιγμή. Να σου δείξω την αρραβωνιάρα μου στο κινητό.
-Έχεις και κινητό ; Μπράάβο ! ( μην σε ψάχνει ο Άγιος Πέτρος και δεν σε βρίσκει )
-Άντε να την καμαρώσουμε, λοιπόν, έτσι και αλλιώς από τον φούρνο μικροκυμάτων θα κάνει πρώτα μια βόλτα το μοσχάρι.
-Ορίστε ;
-...και καθίστε! Άντε λέω, πουʼ ναι η αρραβωνιάρα..
-Νάτη !
-Πατριώτη, τα μπέρδεψες. Η βαφτιστήρα σου είναι αυτή.
-Τι λες εκεί..! Και μεγάλη είναι.
-Αυτή είναι η αρραβωνιάρα σου ;
-Ναι, με αγαπάάάειει! Ξέρεις πως μʼ αγαπάει ; !
-Από αρχαιολογικής άποψης...σαν την Ακρόπολη, φαντάζομαι.
-Άντε βρε ζηλιάρη. Και θα πάμε και στους γονείς της, μετά το ταξίδι του μέλιτος.
-Α, δεν την έχουν πάρει την χαρά ακόμη, οι γονείς.
-Όχι, ήθελα να τακτοποιήσω πρώτα το διαβατήριο μου.
-Γιατί, που μένουν ;
-Στην Ουκρανία ! Άντε καληνύχτα, παλικάρι.

Χτύπημα στο μέτωπο με το εσωτερικό της παλάμης και ασανσέρ με προορισμό τον δεύτερο όροφο και το διαμέρισμα της γαλήνης του. Το αρχηγείο του !
-Έλα, γυναίκα, και πεινάω σαν λύκος !
-Ήρθανε επιτέλους ;
-Ναι, τα έφερνε σαν χελώνα ( μπα σε καλό μου. Που τα βρίσκω !)
-Ε φάτα μόνος σου σαν τον κούκο.
-Γιατί ;
-Αποφάσισα να βάλω το φορεματάκι μου το μαύρο και άμα φάω θα πρηστώ και δεν θα χωράω. Θα φάω, ίσως, αργά, ένα τοστάκι.
-( ναι, και μέσα θα βάλεις κανά αγριογούρουνο ) Καλά, σπουργιτάκι μου.
-Φάε στην κουζίνα. Δεν μπορώ να σε βλέπω να τρως μπροστά μου. Θα ζηλεύω. Πάω να δω τι έχει η τηλεόραση.
-Καλά...

Μάσα τρικούβερτη. Παίρνανε φωτιά οι μασέλες και τις έσβηναν οι σαλτσάρες. Του πήρε κανά μισάωρο. Το απόλαυσε και ακούμπησε πίσω στην καρέκλα να ανάψει τσιγαράκι. Ένοιωθε λίγο βάρος, αλλά κατά τα άλλα εντάξει. Όχι για πολύ.
Μετά από κανά μισάωρο :
-Ωχ...Αχχ..
-Τι βογγάς σαν το γαϊδούρι ;
-Αφού έφαγα σαν την αρκούδα...Ωχχχ..
-Πιες μια σόδα..
-Δεν είναι απλά βάρος. Κάτι με πείραξε...


Τηλεφώνημα από το εστιατόριο :
-Ναι..
-Γεια σας. Τηλεφωνώ από το εστιατόριο που παραγγείλατε. Ξέρετε, κάποιος είχε αφήσει εκτός ψυγείου τα γιουβαρλάκια και κάποιοι πελάτες διαμαρτυρήθηκαν για ...για δηλητηρίαση. Ίσως κάτι να έπεσε μέσα..δεν ξέρω..Ελπίζω μόνο να σας πρόλαβα..
-Εντάξει, ευχαριστούμε για την προειδοποίηση. Να προσέχετε άλλη φορά. Ταΐζουμε και μικρά παιδιά, καμιά φορά.
-Συγνώμη, την επόμενη φορά, ότι και να παραγγείλετε, είναι κερασμένα από εμάς.
-Καλά.
Κλείνει το τηλέφωνο και πάει στον άντρα της, στην κουζίνα. Ο άμοιρος έχει παρκάρει στο μπάνιο και χαιρετάει από πολύ κοντά την τουαλέτα του. Και τα φαγητά του...
Στο μεταξύ έφτασαν και οι κουμπάροι.
-Καλώς τους, καλώς τους.
-Τι έγινε βρε κουμπάρα. Καλά ; Ο άντρας σου που είναι ;
-Μωρέ, δεν ένοιωθε καλά και είπε να ξαπλώσει λίγο. Μου είπε να σας ζητήσω συγνώμη εκ μέρους του. Εμείς όμως μπορούμε να βγούμε. Για που λέτε ;
-Α, τον άνθρωπο. Περαστικά του. Μα που να τρέχουμε τώρα οι τρεις μας. Δεν παραγγέλνουμε κάτι να περάσουμε έτσι, χαλαρά ;
-Εντάξει, αλλά να σας πω. Για να μην τρώμε τις αηδίες από έξω, ανεβαίνω λίγο πάνω στην μάνα μου, να δω μήπως βρω κάτι.
Και έτσι έκανε. Ανέβηκε πάνω στον πέμπτο, καλησπέρισε την μάνα της, βρήκε κάτι και επέστρεψε στο σπίτι της.
Κάθησε με τους κουμπάρους στο σαλόνι, ανοίξανε την τηλεόραση γιατί είχε Ολυμπιακό και άνοιξαν και κόκκινα κρασιά.
Ο αρχηγός του σπιτιού, είχε αναμμένη την τηλεόραση στην κρεβατοκάμαρα για να δει την ομαδάρα του αλλά είχε χαλάσει ο ήχος της τηλεόρασης και λαγοκοιμόταν.
Ίσως όμως να άκουσε την τρισχαριτωμένη φωνή της γυναικούλας του που ρώταγε τους κουμπάρους :
- Πως σας φάνηκε η τυρόπιττα ;.....Και τα σαλιγκάρια όμως, ε..;!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

venividivici

Τιμώμενο Μέλος

Η venividivici αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 23,236 μηνύματα.
:P:Pσιχαίνομαι τα σαλιγκάρια και οτιδήποτε γλιτσω-ιδές έρπεται......
φανταστικός διάλογος ή μονόλογος...... 2009 έτη μ.Χ.:P:P
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

  • Τα παρακάτω 0 μέλη και 1 επισκέπτες διαβάζουν μαζί με εσάς αυτό το θέμα:
    Tα παρακάτω 1 μέλη διάβασαν αυτό το θέμα:
    • *
  • Φορτώνει...
Top