Το λάθος του φιλελευθερισμού

Νεογέννητος

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.


Το λάθος του φιλελευθερισμού
Αλαίν ντε Μπενουά, "Οι ιδέες στα ορθά".

Η αντίληψις της έννοιας του ανθρώπου ως "ζώου - όντος οικονομικού" (ο "Χόμο Εκονόμικους του Άνταμ Σμιθ και της σχολής του) είναι το σύμβολο, το σήμα κατατεθέν που χαρακτηρίζει συγχρόνως τον αστικό κεφαλαιοκρατισμό και τον μαρξιστικό σοσιαλισμό. Φιλελευθερισμός και Μαρξισμός γεννήθηκαν σαν δύο πόλοι αντίθετοι ενός ιδίου συστήματος οικονομικών αξιών. Ο ένας υπερασπίζει τον "εκμεταλλευτή", ο άλλος τον "εκμεταλλευόμενο", αλλά και στις δύο περιπτώσεις κανείς τους δεν βγαίνει από την οικονομική αλλοτρίωσι. Φιλελεύθεροι (ή νεοφιλελεύθεροι) και Μαρξισταί είναι σύμφωνοι σ' ένα βασικό σημείο: Γι' αυτούς η καθοριστική λειτουργία μιας κοινωνίας είναι η Οικονομία. Αυτή είναι που συνθέτει την πραγματική υποδομή οποιασδήποτε ομάδος ανθρώπων. Οι δικοί της νόμοι επιτρέπουν να εκτιμάται "επιστημονικά" η ανθρώπινη δραστηριότητα και να προβλέπωνται οι συμπεριφορές της. Στην οικονομική δραστηριότητα, οι Μαρξισταί δίνουν τον κυρίαρχο λόγο στον τρόπο παραγωγής. Οι φιλελεύθεροι τον δίνουν στην αγορά. Ο τρόπος παραγωγής ή ο τρόπος καταναλώσεως (ή "αρχική" ή "τελική" οικονομία) είναι ο μόνος σκοπός που δέχεται η πολιτική κοινωνία. Και το μέσον προσαρμογής στον σκοπό αυτό, είναι η ελεύθερη λειτουργία της οικονομικής δραστηριότητος. Κατά βάσι "καθορισμένοι" ως οικονομικοί παράγοντες, οι άνθρωποι θεωρούνται ικανοί να δρουν σύμφωνα με το μέγιστο συμφέρον τους (το οικονομικό). Δηλαδή, για τους Φιλελεύθερους, για περισσότερη υλική ευτυχία και για του Μαρξιστάς για ικανοποίησι των ταξικών συμφερόντων - η σειρά όντας καθορισμένη, τελικά, από την θέσι τους έναντι της διαδικασίας παραγωγής. Βρισκόμαστε έτσι μέσα σ' ένα σύστημα βασικά αισιόδοξο: Ο άνθρωπος είναι "φυσιολογικά" καλός και ορθολογιστής. Η "φυσική" του τάσις είναι να διακρίνη συνεχώς πού βρίσκεται το (οικονομικό) συμφέρον του και ποια είναι τα μέσα για να το επιτύχη, κατά τρόπον ώστε, κάθε φορά που του δίδεται η δυνατότητα, προτιμά την λύσι που του φέρνει περισσότερα "πλεονεκτήματα". Είναι και σύστημα "ορθολογιστικό", βασισμένο ολόκληρο επί του (αναποδείκτου ακόμη) αξιώματος του "φυσικού ορθολογισμού" των επιλογών του ατόμου και ειδικώτερα του καταναλωτού ή του επιχειρηματίου. Όσον αφορά στο "πλεονέκτημα" και το "συμφέρον" τα οποία το άτομο θεωρείται ότι αναζητεί, μένουν ακαθόριστα. Περί ποίου είδους "συμφέροντος" πρόκειται; Σε σχέσι με τι σύστημα αξιών πρέπει να εκτιμηθή το "πλεονέκτημα"; Μπροστά σ' αυτές τις ερωτήσεις, οι φιλελεύθεροι συγγραφείς έχουν τις ίδιες επιφυλάξεις με τους μαρξιστάς συγγραφείς, όταν αυτοί προσπαθούν να καθορίσουν την "αταξική κοινωνία". Ισχυρίζονται όμως, ομόφωνα, ότι το ατομικό συμφέρον ταυτίζεται με το γενικό - το οποίο δεν (θα έπρεπε να) είναι παρά η πρόσθεσις ενός ορισμένοι αριθμού ατομικών συμφερόντων αυθαιρέτως θεωρουμένων ως μη αντιτιθέμενων.
Αυτή η γενική θεωρία παρουσιάζεται συγχρόνως σαν εμπειρική και κανονιστική (χωρίς άλλοτε να μπορή κανείς πάντα να διακρίνη αυτό που προέρχεται από τα εμπειρικά δεδομένα και εκείνα του κανονισμού). Πράγματι, όχι μόνον ισχυρίζονται ότι ο άνθρωπος αναζητεί αυτόματα το "ατομικό πλεονέκτημά" του, αλλά και δηλώνουν - ανοικτά ή όχι - ότι μια τέτοια συμπεριφορά είναι "φυσική" και συνεπώς "προτιμητέα". Έτσι, η συμπεριφορά με οικονομική αιτία γίνεται η καλύτερη δυνατή συμπεριφορά.
Η εμφάνισις της θεωρίας του "Χόμο Εκονόμικους" συνεβάδισε με την εμφάνισι της Οικονομίας ως επιστήμης, μιας "επιστήμης" όμως που πάντοτε απέτυχε μπροστά στο απρόοπτο, δηλαδή μπροστά σ' έναν ανθρώπινο παράγοντα που δεν μπορεί να καθορισθή ορθολογιστικά, τον οποίο οι οπαδοί του "οικονομισμού" προσπαθούν να μειώσουν με μία διαδικασία που ισοδυναμεί με την αφαίρεσι του εαυτού του από τον άνθρωπο (δηλαδή την αφαίρεσι της ιστορικής συνειδήσεώς του). Πράγματι, δεν μπορεί να υπάρξη "οικονομική επιστήμη", παρά μόνον αν η οικονομία αποτελεί μια αυτόνομη σφαίρα, δηλαδή μια σφαίρα που δεν εξαρτάται από άλλους νόμους εκτός των δικών της και της οποίας οι επιταγές δεν μπορούν να υπόκεινται σε άλλες επιταγές, ανώτερες.
Αντίθετα, αν η οικονομία δεν είναι παρά μια υποδεέστερη σφαίρα, τότε η "οικονομική επιστήμη" δεν είναι παρά μια τεχνική ή μια μεθοδολογία εναλασσομένη. Σαν "αγωγή", δεν είναι παρά η ιστορική περιγραφή, ή η ταξινόμησις των καταλλήλων μέσων για την πραγματοποίησι αυτής ή της άλλης προθέσεως, μη οικονομικής αιτίας. Τέλος, αν η οικονομία είναι μια επιστήμη και επιπλέον καθοριστική λειτουργία της κοινωνικής δομής, τότε, ο άνθρωπος δεν πια κύριος του πεπρωμένου του, αλλά "αντικείμενο" των οικονομικών νόμων, των οποίων η γνώσις, ολοένα εμβαθυνομένη, επιτρέπει να καθορισθή η "ροπή της ιστορίας". Έτσι, η ιστορική εξέλιξις κατασκευάζεται από οικονομικά δεδομένα, ο άνθρωπος γίνεται ενεργούμενό τους και ο κόσμος πηγαίνει αναγκαστικά προς "πάντα μεγαλύτερη πρόοδο" (ή προς την "αταξική κοινωνία" ανάλογα με το σύστημα που επικρατεί).
Ο οικονομισμός εμφανίζεται έτσι σαν μία πρώτη "λαΐκοποίησις" της ιουδαιοχριστιανικής θεωρίας μιας "ροπής της ιστορίας". Εξ ου και η παρατήρησις του Ανρί Λεπάζ, σύμφωνα με την οποία, η φιλελεύθερη θεωρία στηρίχθηκε αρχικά, παράλληλα με την εμφάνισι της ιδέας της ιδιοκτησίας, επάνω στην βαθμιαία ωρίμανσι της φιλοσοφίας της προόδου, την οποία μετέφερε η ιουδαιοχριστιανική παράδοσις, όπως και η νέα άποψίς της για την ιστορίας ως "γραμμικής", κατ' αντίθεσι με την "κυκλική" άποψι της Αρχαιότητος. (βλ. αυτοδιαχείρισις και Καπιταλισμός, εκδ. Μασσόν, 1978 σελ. 209). "Οι καθαρά οικονομικοί παράγοντες, προσθέτει ο Λεπάζ, δεν θα είχαν επαρκέσει για να γεννήσουν έναν πολιτισμό τελείως αντίθετο με τον προηγούμενο, αν, συγχρόνως η διάδοσις του νοητικού κόσμου και του ιουδαιοχριστιανισμού δεν είχε συμβάλλει στο να μορφοποιήση ένα νέο πνεύμα". (βιβλ. το ίδιο).
Ο φιλελευθερισμός δεν είναι πάντως μόνον αυτό. Από ιστορικής απόψεως φέρει κυρίως - όπως το παρετήρησε ο Τιερρύ Μωνιέ - την νέα άποψι ενός "αιτήματος ελευθερίας για τις νέες μορφές δυνάμεως που γεννώνται έναντι του κράτους και για τους ανθρώπους που τις χειρίζονται" (βλ. "η εθνική κοινωνία και η πάλη των τάξεων", στα "Τετράδια της Μάχης" 1937). Ο φιλελευθερισμός, με άλλα λόγια, είναι το δόγμα, διά του οποίου η οικονομική λειτουργία ανεξαρτητοποιήθηκε από την κηδεμονία της πολιτικής και δικαιολόγησε αυτήν την ανεξαρτητοποίησι.
Έναντι του Κράτους, ο φιλελευθερισμός εκδηλώνεται με διπλό τρόπο. Αφ' ενός, κάνει μια βίαια κριτική, μιλώντας για την αναποτελεσματικότητά του (του κράτους) και καταγγέλοντας τους "κινδύνους της εξουσίας".
Αφ' ετέρου και κατόπιν, κάνει το Κράτος να κλίνη προς την οικονομική σφαίρα, ώστε να το απολιτικοποιήση και να ανατρέψη την παλαιά ιεραρχία των λειτουργιών. Όσο περισσότερο εξελίσσεται, η οικονομική κάστα προσελκύει και απορροφά την ουσία του κράτους, υποτάσσοντας βαθμιαία την πολιτικήαπόφασι στην οικονομική επιταγή (και δημιουργώντας συνεπώς την μεταφορά του πολιτικού παράγοντος σε άλλα επίπεδα). Από την στιγμή εκείνη, το Κράτος πρέπει να κάνη όσο το δυνατόν λιγότερη πολιτική. Δεν πρέπει ούτε καν να αντικαθιστά τα οικονομικά κέντρα λήψεως αποφάσεων. Η μόνη "αποστολή" του είναι η τήρησις της τάξεως, χωρίς την οποία δεν υπάρχει ελευθερία εμπορίου, η υπεράσπισις της (οικονομικής) ιδιοκτησίας κ.λπ. Σε "αντάλλαγμα", πρέπει επίσης να ζητή τα λιγώτερα δυνατά, να προστατεύη τους εμποροκράτες, αφήνοντάς τους κάθε ελευθερία δράσεως - με δύο λόγια, πρέπει να μην είναι πλέον ο κύριος, αλλά ο δούλος, αυτών που, καλύτερα πληροφορημένοι απ' αυτό για τους "νόμους της οικονομίας" (οι οποίοι είναι οι "καθοριστικοί" μέσα στην κοινωνία) είναι συνεπώς οι πιο "αρμόδιοι" για να οργανώσουν τον κόσμο σύμφωνα με το "καλύτερο συμφέρον τους". Ο Κουστάν και ο Σέυ περιγράφουν το κράτος σαν ένα "αναγκαίο κακό", μια θλιβερή ανάγκη, έναν αδέξιο παράγοντα, του οποίου τις αρμοδιότητες πρέπει κανείς να μειώνη συνεχώς (με το σύστημα των αντιεξουσιών και διαφοροποιημένων κέντρων λήψεως αποφάσεων), περιμένοντας την ευλογημένη μέρα που θα μπορέσουν να το ξεφορτωθούν. Η ιδέα αυτή δεν έπαψε να εμπνέη τους θεωρητικούς του Φιλελευθερισμού. Και είναι αξιοσημείωτο ότι, στο απώτατο σημείο, διασταυρώνεται με την θέσι της εξαφανίσερως του Κράτους, του Μαρξ!
Παράλληλα, η ιδέα της ισότητος, προερχόμενη από την θεολογική σφαίρα, εκλαΐκεύεται με την σειρά της και επιβάλλεται στο όνομα μιας μεταφυσικής, με κεντρική ιδέα μια αφηρημένη υπόστασι, την οποία η θεωρία του φυσικού δικαίου ανατρέπει εύκολα: την "φύσι του ανθρώπου" (την υποτιθεμένη!). Στην "Εγκυκλοπαίδεια", ο Φρανσουά ντε Ζωκούρ (1704 - 1779) γράφει: "Η φυσική ή η ηθική ισότητα βασίζονται στην υπόστασι της φύσεως του ανθρώπου, η οποία είναι κοινή για όλους τους ανθρώπους, που γεννώνται, μεγαλώνουν, υπάρχουν και πεθαίνουν με τον ίδιο τρόπο. Εφ' όσον η φύσις του ανθρώπου είναι ίδια σε όλους, είναι φανερό ότι, σύμφωνα με το φυσικό δίκαιο, ο καθένας πρέπει να εκτιμά και να μεταχειρίζεται τους άλλους σαν όντα που είναι φυσικά ίσα με αυτόν".
Αυτό το αξίωμα της "φυσικής ισότητος", βρίσκεται ριζομένο βαθειά στην βάσι της φιλελεύθερης θεωρίας. Πράγματι, αν οι άνθρωποι δεν ήσαν βασικά ίσοι, δεν θα ήσαν όλοι ικανοί να δρουν "ορθολογιστικά", σύμφωνα με το "καλύτερο συμφέρον" τους. (Δηλαδή θα ανατρεπόταν η βάσις της θεωρίας). Παρ' όλα αυτά - αξίζει τον κόπο να υπογραμμισθή - η εφαρμογή της θεωρίας της "φυσικής ισότητος", έχει σαν βασικό αποτέλεσμα να υποκαταστήση τις μη οικονομικές ανισότητες με τις οικονομικές. Σήμερα, είναι κανείς δυνατός γιατί είναι πλούσιος! Η οικονομική ανωτερότητα, αδικαιολόγητη αν δεν συμβαδίζη με πνευματική ανωτερότητα, γίνεται ο βασικός παράγων. Αυτό το άτομο κερδίζει πιο πολλά, άρα έχει πιο δίκιο. Η οικονομική επιτυχία συνυφαίνεται με την έννοια της επιτυχίας (καμμιά φορά δε, όπως στο σύστημα του Καλβίνου, με πιο πολύ ηθική!). Το πνεύμα του ανταγωνισμού, όταν δεν εξοντώνεται τελείως (όπως στις κομμουνιστικές κοινωνίες) περιορίζεται κι αυτό σ' ένα μόνο σημείο: η εκμάθησις της οικονομικής επιδόσεως επιλέγει τους "καλύτερους", δηλαδή εκείνους που θα αποδειχθούν οι πιο ικανοί για την "μάχη της ζωής", όπως την καθορίζουν οι νόμοι της εμποροκρατικής κοινωνίας (Κοινωνικός Δαρβινισμός). Καταργούνται τα "προνόμια" της γεννήσεως, οι κληρονομικοί αριστοκράτες, και τα φεουδαρχικά τάγματα. Αλλά συγχρόνως, εγκαθιδρύεται η οικονομική ζούγκλα, στο όνομα της οικονομικής ισότητος και της ελευθερίας της αλεπούς στο κοτέτσι. Οι εναπομένουσες ανισότητες επιρρίπτονται στην οκνηρία ή στην αβλεψία (πνευματικές, σωματικές κ.ά.) δημιουργώντας συνάμα - η διαστολή καλεί την συστολή - τους όρους της σοσιαλιστικής πλειοδοσίας. (όλοι είναι ίσιοι, αλλά μερικοί είναι "πιο ίσιοι" από τους άλλους).
Αυτή η αποπλάνησις της εννοίας της ελευθερίας και λανθασμένη ιδέα της ισότητος, καταλήγουν στο να αποστερήσουν το άτομο από τα σημεία αναφοράς του, από την έννοια τού ότι "ανήκει" κάπου και από όλα τα στοιχεία που τον κάνουν να συμμετέχη σε μια κοινή ταυτότηα. Μέσα στο φιλελεύθερο σύστημα, το μόνο που μετρά είναι η ατομική διάστασις, που συνοδεύεται από την αντίθεσί της, την "ανθρωπότητα". Όλες οι "ενδιάμεσες διαστάσεις", έθνη, λαοί, πολιτισμοί, εθνικότητες κ.λπ. τείνουν να είναι στόχοι αρνήσεως (ως προϊόντα πολιτικής και ιστορικής δράσεως, ως "εμπόδια" στην ελευθερία του εμπορίου) ή θεωρούνται αμελητέες ποσότητες. Το ατομικό συμφέρον υπερέχει του γενικού. Τα "δικαιώματα του ανθρώπου", αφορούν αποκλειστικά στο απομονωμένο άτομο, ή στην "ανθρωπότητα". Η πραγματικότητα των ατόμων γίνεται αντιληπτή σαν εικόνα καθρέπτου, σαν μια "ενσάρκωσις" αφηρημένης εννοίας του "οικουμενικού ατόμου". Η κοινωνία, την οποία η ευρωπαϊκή παράδοσις έβλεπε να ενσωματώνη το άτομο (όπως ο οργανισμός ενσωματώνη τα όργανα που το συνθέτουν σε μια ανώτερη τάξι), αποστερείται των ιδιαιτερων της γνωρισμάτων. Το έθνος δεν είναι πια παρά το πηλίκον των κατοίκων του, σε δεδομένη στιγμή (όταν δεν ταυτίζεται με το "εκλογικό σώμα"). Καθορίζεται πλέον σαν μια συλλογή υπηκόων, αυθαίρετα θεωρουμένων ως κυριάρχων, ίσων και ελευθέρων. Η ίδια η πολιτική κυριαρχία κατεβάζεται στο ατομικό επίπεδο. Εφ' όσον οποιαδήποτε "άνωθεν" έννοια εξουσίας είναι εξοστρακισμένη, η εξουσία δεν είναι άλλο παρά μια ανάθεσις, από άτομα των οποίων οι "φωνές" προστίθενται με την ευκαιρία ψηφοφοριών. Η "ανάθεσις" αυτή λήγει τακτικά και η εξουσία πρέπει να αποδώση λογαριασμό, όπως ακριβώς ένας πρόεδρος Δ.Σ. μπροστά στην συνέλευσι των μετόχων. Η "λαϊκή κυριαρχία" δεν είναι η κυριαρχία του Λαού, σαν Λαού, αλλά εκείνη, αναποφάσιστη, αντιφατική και "διαχειρισμένη" των ατόμων που συνθέτουν τον Λαό αυτό. Εφ' όσον τα άτομα είναι "ίσα" και ανώτερα από την κοινότητα, η εκρίζωσις γίνεται κανόνας. Η κοινωνική κινητικότητα, οικονομική ανάγκη, γίνεται νόμος. Η πρακτική αποσκοπεί στην πραγματοποίησι της θεωρίας. Η κατάργησις των "διαφορών" καλλιεργείται με τον χαρακτηρισμό τους ως "αδίκων", εφ' όσον προέρχονται από την γέννησι. Αυτό συμπεριλαμβάνει, όπως παρατηρεί ο Πιερ Φρανσουά Μορώ, την θραύσι των φυσικών κοινοτήτων, των οργανικών μετατροπών, των ιστορικών παραδόσεων, που μπορούν να συμπεριλάβουν το άτομο σ' ένα σύνολο, το οποίο δεν του επιτρέπουν να επιλέξη (βλ. "οι ρίζες του φιλελευθερισμού - Εκδ. Σέιγ, 1978, σελ. 11) την οργανική έννοια της κοινωνίας, που προέρχεται από την παρατήρησι του ζωντανού κόσμου, αντικαθιστά μια έννοια μηχανική, που εμπνέεται από μια κοινωνική φυσική. Αρνούνται ότι το Κράτος μπορεί να παρομοιασθή με μια οικογένεια (ο Λοκ), αρνούνται ότι η κοινωνία είναι σώμα κ.ο.κ.
Πράγματι, ένα από τα κυριώτερα χαρακτηριστικά της φιλελεύθερης οικονομίας είναι η αδιαφορία και η ανευθυνότητά της έναντι των πολιτιστικών κληρονομιών, των κοινών ταυτοτήτων των εθνικών παραδόσεων και συμφερόντων. Η πώλησις των εθνικών καλλιτεχνικών θησαυρών στο εξωτερικό, η ερμηνεία της "χρησιμότητος" με γνώμονα την άμεση εμπορική απόδοσι, ο διασκορπισμός των λαών και η συστηματική οργάνωσις των μεταναστεύσεων, η παραχώρησις σε "πολυεθνικές" εταιρείες της ιδιοκτησίας και της διαχειρίσεως ολόκληρων τομέων των οικονομιών ή εθνικών τεχνολογιών, η ελεύθερη εξάπλωσις ξένων πολιτιστικών συρμών και προτύπων, η υποταγή των μέσων ενημερώσεως σε τρόπους αντιλήψεως και διαφωτίσεως που συνδυάζονται με την εξάπλωσι των πολιτικών υπερδυνάμεων και των ιδεολογιών της στιγμής κ.ο.κ. - όλα αυτά τα χαρακτηριστικά των δυτικών κοινωνιών, απορρέουν λογικά από την εφαρμογή των βασικών αξιωμάτων του φιλελεύθερου δόγματος. Το ρίζωμα, που απαιτεί μια ορισμένη πολιτική συνέχεια, και μια σχετική σταθερότητα των όρων διαβιώσεως, δεν μπορεί παρά να έλθη σε αντίθεσι με το σύνθημα του νομαδισμού και του "επιτρεπτού των πάντων" που αποτελούν την περίληψι της "φιλελεύθερης αρχής: "Αφήστε να γίνουν - Αφήστε να περάσουν"...
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Νεογέννητος

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
Από το βιβλίο που είναι σύνθεση άρθρων διαφορετικών συγγραφέων με θέμα τον φιλελευθερισμό - Φιλελευθερισμός: εχθρός των λαών


Η φιλελεύθερη απάτη

«Ένα φάντασμα πλανάται πάνω από την Ευρώπη - το φάντασμα του κομμουνισμού» έλεγε ο Μαρξ στην αρχή του μανιφέστου. Ένα αιώνα αργότερα αυτό το φάντασμα μετετράπη σε φασματική εικόνα που δεν πρόκειται να ξαναεμφανιστεί. Πρέπει σήμερα να βγάλουμε κάποια διδάγματα. Για δεκαετίες ο φιλελευθερισμός χρησιμοποίησε τον κομμουνισμό ως μέσο για να πείσει για την δική του αναμφισβήτητη αξία. Σήμερα που το σοβιετικό σύστημα καταρρέει (το άρθρο γράφτηκε το 1988 ) , αυτός ο τρόπος νομιμοποιήσεως δεν είναι πια δυνατός. Ο φιλελευθερισμός θα μπορεί επιτέλους να κριθεί γι αυτό το οποίο είναι.
Βασικά ο φιλελευθερισμός είναι το δόγμα που κάνει το ακαθόριστο άτομο τον θεμέλιο λίθο ολόκληρου του συστήματός του. Στο πολιτικό επίπεδο ο φιλελευθερισμός είναι κατά βάθος αναρχικός: το ιδανικό καθεστώς είναι εκείνο στο οποίο υπάρχει η λιγότερη δυνατή εξουσία. Στο κοινωνικό επίπεδο πραγματοποιεί τη ρήξη με την ολιστική αρχή, είτε με το να αρνείται απλά και ξεκάθαρα την έννοια του συλλογικού συμφέροντος, είτε κάνοντάς την να γεννηθεί από την θαυματουργή διευθέτηση των ατομικών συμπεριφορών που μεταμορφώνονται από την ορθολογιστική αναζήτηση του περισσότερο συμφέροντος.
Κάτω από αυτήν την οπτική γωνία μόνο το παιχνίδι των ιδιαίτερων συμφερόντων συγκροτεί την κοινωνία: το όλον δεν είναι παρά το προϊόν της συμπεριφοράς των μερών. Η δημόσια τάξη γεννιέται κατ αυτόν τον τρόπο από τον γενικευμένο ανταγωνισμό, δηλαδή, από τον αγώνα όλων εναντίων όλων. Εικόνα εμφυλίου πολέμου: η αυθόρμητη τάξη είναι η συναίνεση που εγκαθιδρύθηκε πάνω στον αποκλεισμό των «χαμένων».
Ο φιλελευθερισμός επιβεβαιώνεται έτσι ως μια μηχανή που παράγει την απογοήτευση. Σε μια φιλελεύθερη κοινωνία, ο κοινωνικός δεσμός θα προέκυπτε από την ελεύθερη συνάντηση των ατομικών συμπεριφορών; Ποτέ η κοινωνική ανομία δεν υπήρξε τόσο μεγάλη, η κοινωνικότητα τόσο κοντά στο μηδέν όσο στο σύγχρονο δυτικό κόσμο. Η αγορά θα ήταν εκ φύσεως πλουραλιστική; Από το παιχνίδι του ανταγωνιστικού μιμητισμού ποτέ οι τρόποι της ζωής δεν υπήρξαν τόσο αδιάφοροι: παντού ο φιλελευθερισμός καταστρέφει τις συλλογικές ταυτότητες, τους ενριζωμένους πολιτισμούς και αποδεικνύεται γεννήτωρ της ομοιομορφίας. Θα ήταν αρχή της ελευθερίας η απελευθέρωση του υποκειμένου; Ποτέ οι άνθρωποι δεν υπήρξαν τόσο αποξενωμένοι παρά μέσα στη σχέση με το εμπόρευμα που χαρακτηρίζει το σύστημα των αντικειμένων.
Μπορούμε να πάρουμε απλά παραδείγματα. Στην Γαλλία η ιδιωτικοποίηση της τηλεόρασης που αποκτήθηκε κάτω από την φιλελεύθερη πίεση, μεταφράστηκε άμεσα σε μια πτώση της ποιότητας δίχως προηγούμενο. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια σχεδόν παραλυσία των δημόσιων καναλιών έναντι των ιδιωτικών, τα οποία, για να διατηρήσουν την κυρίαρχη θέση τους στη λογική της ακροαματικότητας και της αποδόσεως της διαφήμισης χρησιμοποιούν συστηματικά για να αποσταθεροποιήσουν τους ανταγωνιστές τους μια πραγματική πλειοδοσία στην βλακεία και τη χυδαιότητα.
Το ίδιο ισχύει και για τις γαλλικές εκδόσεις οι οποίες είναι έτοιμες να περάσουν υπό τον έλεγχο διεθνών οικονομικών ομάδων, οι οποίες δεν έχουν άλλο σκοπό παρά την μεγιστοποίηση των κερδών τους με κάθε μέσον. Με προβλέψιμο αποτέλεσμα μια κατάσταση όπως στην Αμερική, δηλαδή, έναν εκδοτικό τομέα που παράγει ουσιαστικά «μη βιβλία» και που αρνείται κάθε έργο που περιέχει έστω και ελάχιστη σκέψη που δεν εντάσσεται στο παιχνίδι των κυκλωμάτων μεγάλης κυκλοφορίας.
Εάν πίστευε κανείς τους φιλελεύθερους συγγραφείς, η ελευθερία θα επιβάλλονταν από μόνη της σε μια κοινωνία που θα κυβερνούνταν από την οικονομία της αγοράς. Η ελεύθερη ανταλλαγή θα γεννούσε την ελευθερία ως το προϊόν το πιο φυσικό από κάποιου είδους εσωτερική αναλογία. Μια τέτοια θεωρία που προέρχεται από μια δικαιολόγηση τελείως μαρξιστικού τύπου (είναι η οικονομική υποδομή που καθορίζει την πολιτική και την κοινωνική υπερδομή) δείχνει στην πραγματικότητα ότι σε μια κοινωνία που δουλικά μιμείται την αγορά, η ίδια η «ελευθερία» συλλαμβάνεται με βάση το πρότυπο της εμπορικής συναλλαγής. Αυτή η διαδικασία περιγράφηκε καλά από τον Werner Sombart: «Διεκδικούμε μια ελευθερία όσο το δυνατόν πιο ευρεία, απαιτούμε την καταστολή όλων όσων μπορούν να εμποδίσουν την πορεία προς το κέρδος. Πρόκειται κατ αρχήν για την τυπική ελευθερία, για την ελευθερία του να κάνεις ή να μην κάνεις, που θεωρούμε ως ένα ουσιαστικό παράγοντα της καλής διεξαγωγής του εμπορίου (...). Σε δεύτερο επίπεδο, η διεκδίκηση της ελευθερίας εμπλέκει την ιδέα ενός κέρδους μη λαμβάνοντας υπόψη καμία σκέψη που δεν βρίσκεται σε άμεση σχέση μαζί του. Ισοδυναμεί με την διακήρυξη της υπεροχής του κέρδους έναντι όλων των άλλων αξιών» (Le Bourgeois, ο Αστός), Payot, 1966, σ.σ. 173-174. Ο Henri Lepage περιγράφει χαρακτηριστικά την ελευθερία της καταναλώσεως ως «την πιο βασική από τις ατομικές ελευθερίες». Στην θεωρία του παραγωγού καταναλωτή του Gary Becker, το άτομο επιβεβαιώνεται αληθινά ως πολίτης από την επιτηδειότητά του στην κατανάλωση. Η ατομική ιδιοκτησία δεν είναι παρά ταύτα ένα απόλυτο: υπάρχει μια ποσότητα χρήσεων μιας ιδιοκτησίας που ισοδυναμούν με ενοχλήσεις αντιτιθέμενες στο κοινό καλό. Η ιδιωτική πρωτοβουλία, κι αυτή επίσης, μπορεί να δημιουργήσει το καλύτερο όπως και το χειρότερο. Το να την θεωρούμε καλύτερη επειδή είναι ιδιωτική δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση. Η αρχή της αποδοτικότητας (που πρέπει να διακρίνεται από τον υπολογισμό της αποδοτικότητας) δεν είναι παρά ένας τρόπος να εγκατασταθεί η βασιλεία της ποσότητας. Όσον αφορά στον ανταγωνισμό, πρακτικά δεν εφαρμόζεται ποτέ σύμφωνα με το ιδανικό πρότυπο του δρόμου των αθλητών στο στάδιο. Πιο συχνά είναι λοξός, ατελής , καταστροφικός. Η διαφήμιση, αυτή καθεαυτή είναι ήδη μια υποβολή που κατευθύνει λανθασμένα την επιλογή.
Το να πολεμήσουμε τον φιλελευθερισμό, εδώ και τώρα, σημαίνει να χτυπήσουμε το κακό στη ρίζα του.

Ρομπέρ ντε Χέρτ
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

  • Τα παρακάτω 0 μέλη και 1 επισκέπτες διαβάζουν μαζί με εσάς αυτό το θέμα:
    Tα παρακάτω 3 μέλη διάβασαν αυτό το θέμα:
  • Φορτώνει...
Top