Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Charles Bukowski (16 Αυγ. 1920 - 9 Μαρτ. 1994)
"Η ποίηση λειτουργώντας εν πλήρη ελευθερία μάς οδηγεί στην συνείδηση πως δεν είμαστε και τόσο ελεύθεροι. Η ποίηση υμνώντας τον πραγματικό έρωτα, μάς δείχνει πόσο λίγο έχουμε ερωτευθεί. Η ποίηση διακρίνοντας τον Θάνατο μάς θυμίζει πως εκείνος μάς περιμένει. Η ποίηση μπορεί να μας ξεχωρίσει, όταν εμείς γινόμαστε πολτός περιωπής. Τα πράγματα είναι απλά: η ποίηση κάνει όλη την βρώμικη δουλειά".
Ο Τσαρλς Μπουκόβσκι γεννήθηκε στις 16 Αυγούστου του 1920, στο Άντερναχ της Γερμανίας. Ο πατέρας του υπηρετούσε τότε σε βάσεις του Αμερικάνικου στρατού και η μητέρα του ήταν Γερμανίδα.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε και εγκαταστάθηκε οριστικά το 1923, στο Λος Άντζελες. Ο πατέρας του μικρού Τσαρλς τον έδερνε από πολύ μικρή ηλικία χρησιμοποιώντας το δερμάτινο λουρί με το οποίο ακόνιζε το ξυράφι του.
Μεγαλώνοντας, ο Τσαρλς συνήθισε τον πόνο, έπαψε να κλαίει και μετέτρεψε όλη του την οδύνη σε μίσος και απέχθεια προς τον πατέρα του - και ευρύτερα, ενάντια σε οτιδήποτε συμβόλιζε την εξουσία. Στα δεκάξι του, αποφάσισε να βάλει ένα τέλος σʼ αυτή την βάναυση συμπεριφορά: χτύπησε τον πατέρα του στο πρόσωπο με μία γροθιά και τον έριξε σχεδόν αναίσθητο στο πάτωμα. Έκτοτε ο πατέρας του δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά μαζί του. Ο ίδιος είχε δηλώσει σε μία συνέντευξή του στο περιοδικό High Times:
«Όταν σε δέρνουν τόσο πολύ βάναυσα και για τόσο μεγάλο διάστημα, αποκτάς την τάση να λες τα πράγματα με το όνομά τους – μ' άλλα λόγια, η κατάσταση αυτή εξαφανίζει κάθε προσχηματική διάθεση από μέσα σου. Αν επιζήσει κάτι μέσα σου, συνήθως αυτό θα είναι κάτι αυθεντικό. Οποιοσδήποτε δέχεται τόση βία και τιμωρία στην παιδική του ηλικία, μπορεί να γίνει δυνατός, σωστός άνθρωπος, ή να γίνει βιαστής, φονιάς, να καταλήξει σε κάποιο τρελάδικο, ή να χαθεί μέσα στους αμέτρητους δρόμους της ζωής. Καταλαβαίνετε λοιπόν, πως ο πατέρας μου αποδείχτηκε σπουδαίος λογοτεχνικός δάσκαλος: με δίδαξε το νόημα του πόνου, του πόνου δίχως αιτία».
Ο νεαρός Τσαρλς αντιμετώπιζε επίσης πολύ σοβαρό πρόβλημα με έναν τύπο εξανθήματος, το οποίο είχε σχεδόν παραμορφώσει την επιδερμίδα του προσώπου του. Η κατάσταση αυτή συνετέλεσε δραματικά στην απομόνωση και την άρνηση κοινωνικοποίησης που ήδη χαρακτήριζε τον ποιητή στην εφηβεία του.
Ο νεαρός Μπουκόβσκι παρόλα του τα προβλήματα, είχε κερδίσει το πλεονέκτημα να βρεθεί σε μία οπτική γωνία, απʼ όπου, με την βοήθεια του ταλέντου του, κατάφερε σε πρώτη φάση, να παρατηρεί με ειλικρίνεια τον κόσμο, και τέλος, να τον καταδικάσει οριστικά ως μάζα ζωντανών νεκρών.
Όλες αυτές οι συγκυρίες χάρισαν στον Τσαρλς Μπουκόβσκι ευθύτητα και τόλμη. Μία οξύμωρη πολυτέλεια. Ουδέποτε φοβήθηκε πως ξεστομίζοντας τις πεποιθήσεις του, θα χάσει τη δουλειά του ή θα εκτοπιστεί από κάποια πολιτική ή ιδεολογική κλίκα.
Ο Μπουκόβσκι δεν θα μπορούσε ποτέ να αντιληφθεί την κοινωνία σαν κάποιος κοινωνικά ενταγμένος. Το πρόβλημα - ή απλώς ζήτημα, (ό,τι προτιμάτε), αυτής της ιδιοσυγκρασίας δεν προσδιόρισε μόνο την αποξένωση του από τους λογοτεχνικούς κύκλους. Η παραμόρφωση του προσώπου του και η προσβλητική συμπεριφορά απέναντί του, βρήκαν αντίκρισμα και εκφράστηκαν μεταφορικά στον ποίηση του, μια ποίηση στα όρια της αισχύνης, της προσβολής - την ποίηση μιας χαμένης ζωής.
Ο Τσαρλς Μπουκόβσκι ξεκίνησε από πολύ νωρίς να ζει μια μοναχική και ανεξάρτητη ζωή. Έκανε αμέτρητες διαφορετικές δουλειές για να επιβιώσει, οι οποίες όμως δεν κρατούσαν παραπάνω από μερικές εβδομάδες ή μήνες.
Μόνη εξαίρεση αποτέλεσε η εντεκάχρονη θητεία του στην ταχυδρομική υπηρεσία του Λος Άντζελες. Το 1969 έχοντας γευθεί μια ελάχιστη επιτυχία σαν συγγραφέας σε μικρά περιοδικά και εκδόσεις πολύ περιορισμένου αριθμού αντιτύπων, πήρε την δύσκολη απόφαση να αφήσει την δουλειά του και να προσπαθήσει να ζήσει σαν συγγραφέας.
Ήταν πια 49 χρονών, και βρισκόταν στο χείλος της συναισθηματικής κατάρρευσης. Τα πρακτικά προβλήματα της ζωής του δεν ήταν λίγα. Σε κάποια αδημοσίευτη επιστολή του προς τον Καρλ Βάισνερ, με ημερομηνία «κάποια μέρα του Νοεμ. 1969», ο Μπουκόβσκι εξηγεί «έχω μία ή δύο επιλογές - να παραμείνω στο ταχυδρομείο και να τρελαθώ … ή να ζήσω σαν ποιητής και να πεθάνω της πείνας. Αποφάσισα το δεύτερο».
Ο Τσαρλς Μπουκόβσκι βρέθηκε αντιμέτωπος στη ζωή του με αμέτρητες προκλήσεις και κινδύνους: διαταραγμένους γονείς, βία, σοβαρό εξάνθημα στο πρόσωπο, νταήδες του δρόμου, αλκοολισμό, επικίνδυνο έλκος, κακοποιούς, παράνοια, παρανοϊκές συντρόφους, ηπατίτιδα, καρκίνο του δέρματος, ζωή στα πιο ξεπεσμένα ξενοδοχεία, αρουραίους, απόπειρες αυτοκτονίας, αστυνομικούς, ύπνο στα πάρκα, παράσιτα, αφόρητη πείνα, τρεμώδες παραλήρημα, και πολλά άλλα.
Σταδιακά, από τα τέλη της δεκαετίας του ʽ60, άρχισε να κερδίζει φήμη, να γράφει συστηματικά και να εκδίδει τα βιβλία του με περισσότερη ευκολία. Σε αντίθεση με τους περισσότερους λογοτέχνες της εποχής του, ο Μπουκόβσκι δεν ενδιαφέρθηκε να εξερευνήσει και να εκμεταλλευτεί την δυτική παράδοση της γραφής.
Κάποιες από τις πολλές αρετές του Μπουκόβσκι ήταν, η διάκριση της μουσικότητας της απλής, καθημερινής γλώσσας, η ικανότητά του να προσδίδει νόημα και σπουδαιότητα στις πιο απελπιστικές, και φρικτές στιγμές της ίδιας του της ζωής, ή της ζωής άλλων ανθρώπων, χωρίς μάλιστα να καταφεύγει σε συναισθηματισμούς ή να χάνει σε ύφος.
Η απίστευτη ευκολία του να αντιπαραθέτει λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής με αφηρημένες έννοιες, είτε για να δημιουργήσει ένα πεδίο δράσης, είτε για να δώσει ζωή σε κάποιο ασήμαντο φαινομενικά σκηνικό. Επίσης μία σπάνια συγγραφική αποστασιοποίηση από τα θέματα του, διατηρώντας ψύχραιμη και οικονομική γλώσσα - στοιχεία που του επέτρεψαν να αναδεικνύει σοφία και χιούμορ ακόμη και στις πιο ασήμαντες υποθέσεις.
Η αμεσότητα και η ευστοχία του άφησαν εποχή. Ο Μπουκόβσκι ήταν από τους λίγους ποιητές ανά τον κόσμο, που κατάφεραν να «μιλήσουν» και όχι να «δείξουν». Ο Μπουκόβσκι εμφανίστηκε στα γράμματα, ως ένας ποιητής απογοητευμένος με το status quo της γραφής - τα πρότυπα και τις συμβάσεις. Ολότελα μόνος στο νεότερο λογοτεχνικό στερέωμα συγκλόνισε το λογοτεχνικό κατεστημένο (και όχι μόνο), με το «μη-λογοτεχνικό» του ύφος, μα και με την δίψα του να δημιουργήσει κάτι νέο, την διάσταση του «make it new», όπως θα έλεγε και ο Έζρα Πάουντ.
Κατάφερε να εντάξει την, φαινομενικά αδέξια, καθημερινή ή και ελλιπή γλώσσα, στο σώμα της ποίησης. Επίτευγμα αποτελεί σαφώς, η δυνατότητα που δόθηκε στον απλό, μέσο αναγνώστη, να ευφρανθεί με την παραδειγματικά περιεκτική ποίηση. Μα και στον πιο ενήμερο και ικανό αναγνώστη να διαφύγει από το αντισηπτικό περιεχόμενο και την ηθικολογία.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο ποιητής άρχισε ξαφνικά να ζει με μία σχετική οικονομική άνεση, και ως εκ τούτου, να ασχολείται ακόμη πιο συστηματικά με την γραφή. Στο σύνολο, εξέδωσε σχεδόν εκατό βιβλία ποίησης και πεζογραφίας, και μεταφράστηκε στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, στα ινδικά, τα κινέζικα και τα ιαπωνικά.
Τα βιβλία του έφτασαν σε πωλήσεις στις Η.Π.Α. το 1.000.000 αντίτυπα. Το 1984 τρία από τα βιβλία του έγιναν best sellers στην Βραζιλία, και στην Γερμανία τα βιβλία του έχουν πουλήσει στο σύνολό τους, πάνω από τρία εκατομμύρια αντίτυπα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε μέσα σε ένα κλίμα τεράστιας φήμης και ευφορίας, συνεχίζοντας, ακόμη και τις τελευταίες μέρες της ζωής του, να γράφει με πρόγραμμα. Τελικά πέθανε στις 9 Μαρτίου του 1994, σε ηλικία 73 ετών, σε ένα νοσοκομείο του Σαν Πέδρο στην Καλιφόρνια - ύστερα από δωδεκάμηνη μάχη με την λευχαιμία.
Παρόλη την αδιαφορία και την αποστροφή που έδειξαν για το έργο του, οι καθιερωμένοι μελετητές και λόγιοι της λογοτεχνίας ως τα μέσα της δεκαετίας του ʽ80, ο Μπουκόβσκι κατάφερε εν τέλει «αναίμακτα» και από την μπροστινή μάλιστα πόρτα, να εισχωρήσει και να καταχωρηθεί στην αφρόκρεμα της Αμερικάνικης και της παγκόσμιας ποίησης, ενάντια στο πείσμα ουκ ολίγων κατηγόρων του.
Λογοτεχνικές επιθεωρήσεις έχουν αφιερώσει αμέτρητες σελίδες στην μελέτη του έργου του. Αποκορύφωμα στάθηκε η εμφάνιση του ποιητή στις σύγχρονες, διαβόητες και εγκυρότερες ανθολογίες αμερικάνικης ποίησης. Τα τελευταία χρόνια, το ποιητικό του κυρίως έργο, άρχισε να διδάσκεται σε ορισμένα πανεπιστήμια, στο μάθημα της δημιουργικής γραφής και της αγγλικής φιλολογίας.
Για τον ποιητή γράφτηκαν και ειπώθηκαν πολλά. Κατά καιρούς διάφοροι μπήκαν στον κόπο να μεταφράσουν ποιήματά του, να γράψουν σημειώματα και προλόγους για το έργο του. Ανά περίπτωση, κάποια πράγματα σώθηκαν και κάποια χάθηκαν. Ορισμένοι τον υπερασπίστηκαν, και άλλοι τον πολέμησαν. Όντας στην πραγματικότητα τραγικός, ο Μπουκόβσκι, έπεσε (όπως ήταν αναμενόμενο για τα ελληνικά δεδομένα), για πολλοστή φορά, «θύμα» φιλολογικών και ιδεολογικών παρεξηγήσεων.
Οι καλοπροαίρετοι μεν, μα ανυποψίαστοι, έσπευσαν να τον κατατάξουν και να τον ερμηνεύσουν, έχοντας πέσει οι ίδιοι στην προφανή παγίδα του συστήματος της λογοτεχνικής ταξινόμησης. Οι πολέμιοί του, τον κατέταξαν σιωπηλά και έμμεσα στα απολειφάδια της λογοτεχνίας.
Σαν κατάληξη έχουμε σήμερα, από τη μία πλευρά, την τεράστια εμπορικότητα του ποιητή, - κυρίως από ανθρώπους που δεν διαβάζουν ποίηση και ευφραίνονται απλώς με την ευθύτητα και την ωμότητά του. Κι από την άλλη, την σιωπή εκείνων που εκ θέσεως θα έπρεπε να φροντίσουν για την παρουσίαση και την όσο δυνατή, αντικειμενική εκτίμηση του. Μοιάζει λες και κονταροχτυπιούνται δύο γνώριμα σε όλους μας «κατεστημένα», το ένα, του γνωστού και μίζερου «περιθωρίου», και το άλλο, του διαβόητου και ευνουχισμένου «ακαδημαϊσμού».
Αμφότερα τα συστήματα αυτά φαίνεται πως δεν έχουν συνειδητοποιήσει την, προ πολλού, οριστική τους κατάρρευση. Και ο Μπουκόβσκι ήταν από τους πρώτους, παγκοσμίως, που κατέδειξαν αυτό το γεγονός.
Διαπιστώνουμε λοιπόν, για μία ακόμη φορά, το φαινόμενο της φιλολογικής αυθαιρεσίας στο ελληνικό τοπίο. Και η αυθαιρεσία ετούτη δεν έχει να κάνει μόνο με την εισαγόμενη λογοτεχνία. Τα ελληνικά γράμματα επίσης σκιάζονται από το καθεστώς της σκλήρυνσης και της μονοτονίας.
Ας επανέλθουμε όμως στην περίπτωση του Μπουκόβσκι. Μεταφράσεις των ποιημάτων του άρχισαν να κυκλοφορούν στην χώρα μας από το 1980. Οφείλουμε δυστυχώς να σχολιάσουμε, πως οι μεταφράσεις των έργων του ήταν μάλλον πρόχειρες, και πως κανένας μεταφραστής δεν συντονίστηκε ικανοποιητικά με το πνεύμα του: με την βαθύτατη σχέση της ποιητικής του με εκείνη της κλασικής Κινέζικης ποίησης (εννοώντας κυρίως τον Λι Πο), απʼ όπου μορφοποιήθηκε ο συνομιλητικός του τόνος και η γνωστή παθητική του ένταση. Την κάθετη επίδραση που είχε στο έργο του ο απομονωτισμός και η απλότητα του Ρόμπινσον Τζέφφερς. Κανείς δεν κόπιασε να τον αντιμετωπίσει στοιχισμένο στις πραγματικές του διαστάσεις. Άπαντες τον εκτίμησαν ισάκις σαν την «σκιά των χαμένων προσδοκιών» της Μούσας των τελευταίων δεκαετιών, ή σαν το ανεπιφύλακτο αντίβαρο της συστολής και της αδράνειας που οι ίδιοι προσυπογράφουν.
Εδώ λοιπόν ο Τσαρλς Μπουκόβσκι παρουσιάζεται, περισσότερο από ποτέ, στις πραγματικές του διαστάσεις: δηλαδή σαν ποιητής μιας απόλυτα ορισμένης Άλλης Θέσης και όχι μιας γραφικής αντίδρασης· ποιητής της Καθημερινής Μεταφυσικής και όχι απλά «καταραμένος ποιητής». Ως ένας από τους μείζονες δημιουργούς του περασμένου αιώνα, που επανέφερε τον άνθρωπο στο κέντρο του ποιητικού στόχου, επιβεβαιώνοντας τις τραγικές του μεταβολές αλλά και το στίγμα της αρχέγονης ωραιότητάς του, όταν οι στρατιές των «προοδευτικών λογοτεχνών» [αριστερών και δεξιών] αναζητούσαν τον «δικό τους άνθρωπο» στο μέγιστο της διανοητικής ακίδας ζυγίζοντας ανά προτιμητέο τεμάχιο την ανθρωπότητα.
Ουδέποτε προέκυψε επίσης μία ουσιαστική κριτική παρουσίαση του έργου του. Κι αν εξαιρέσουμε τις διατυπώσεις ορισμένων απόψεων που έγιναν από τον Α. Τραϊανό, -στην εισαγωγή που συνόδευε εκείνη την έκδοση ποιημάτων του Μπουκόβσκι από την «Μικρή Εγνατία»-, έχουμε μάλλον μία σειρά από φαιδρά σημειώματα, που δεν αναλογούν παρά στο φανταστικό επίπεδο ή στις μύχιες προσδοκίες του βίου των δημιουργών τους.
Με ή χωρίς την παρέμβαση της «υψηλής» φιλολογικής διερεύνησης, ο Μπουκόβσκι υπήρξε σκυταλοδρόμος μιας σειράς κορυφαίων ποιητών: Villon, Coleridge, Whitman, Cendrars, cummings, Berryman, κ.ά, που ώθησαν την ποίηση σε μία όσο το δυνατόν, άμεση, ενεργητική γλώσσα, εκφράζοντας ο καθένας με τη δική του ιδιαιτερότητά, τις αναλογίες και τις διατυπώσεις μιας παράλληλης οπτικής -συχνά οριακής- που διέφερε και εξακολουθεί να διαφέρει από την καθολική και συντονισμένη πρόσληψη.
«Αυτό που μετράει περισσότερο είναι πόσο καλά περπατάς μες στη φωτιά». Στην περίπτωση του Τσαρλς Μπουκόβσκι, αυτή είναι παραπάνω από μία απλή έκφραση. Πρόκειται για την διατύπωση-διακήρυξη της ζωής του ίδιου του ποιητή. Το έργο του διέπεται εξίσου απʼ αυτήν και δεν χρειάζεται τίποτε περισσότερο από μία ψύχραιμη και καλοπροαίρετη ανάγνωση.
Κλείνοντας θα θέλαμε μόνο να θέσουμε ένα ερώτημα, τόσο σʼ αυτούς που τούς εφαρμόζει, όσο και σʼ εκείνους που τούς πέφτει μεγάλο το κουστούμι της ποίησης: Πως θα είχε άραγε η κατάσταση, αν διαβάζοντας τον Μπουκόβσκι, προσλαμβάναμε την ύπαρξη ως απόλυτο ιστορικό μέγεθος, και αν θεωρούσαμε πως δεν υφίσταται τίποτα πιο μεταφυσικό από το απολύτως καθημερινό; Ας μην βιαστούμε να δώσουμε απαντήσεις…
Γιάννης Λειβαδάς:
Εισαγωγή στα «Ποιήματα» του Charles Bukowski
Ηριδανός 2007
Επιρροές
Σημαντική επιρροή στο έργο του άσκησαν οι Άντον Τσέχοφ (Anton Chekhov), Knut Hamsun, Έρνεστ Χέμινγουεϊ (Ernest Hemingway), Τζον Φέιντ (John Fante), Λουί-Φερντινάντ Σελίν (Louis-Ferdinand Céline), Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (Fyodor Dostoyevsky), D.H. Lawrence και άλλοι, στους οποίους και αναφερόταν συχνά. Πολύ μεγάλη επιροή είχε επίσης πάνω του και το Λος Άντζελες, και ήταν ένα από τα αγαπημένα του θέματα. Σε μια συνέντευξη που έδωσε το 1974, είχε πει χαρακτηριστικά: "Μένεις σε μια πόλη όλη σου τη ζωή, και καταλήγεις να ξέρεις κάθε δρόμο. Γνωρίζεις ολόκληρο το χωροταξικό σχέδιο της πόλης. Έχεις μια εικόνα του που βρίσκεσαι. ... Από τότε που μεγάλωσα στο Λ.Α., είχα πάντα τη γεωγραφική και πνευματική αίσθηση ότι ήμουν εδώ. Είχα αρκετό χρόνο να μάθω την πόλη. Δεν μπορώ να δω άλλο μέρος εκτός από το Λ.Α."
Κριτική
Από τη στιγμή του θανάτου του, ο Μπουκόφσκι έχει γίνει θέμα πάμπολλων άρθρων κριτικής απέναντι στη ζωή και το έργο του. Αν και αγαπήθηκε από πολλούς απλούς ανθρώπους και έγινε σύμβολο για ανθρώπους με ανικανότητες ή προβλήματα αλκοολισμού, οι ακαδημαϊκοί κριτικοί έχουν δώσει ελάχιστη σημασία στα γραπτά του. Θεωρείται όμως από πολλούς ως ένας πολύ σπουδαίος ποιητής, με μεγάλη επιρορή. Οι Ζαν Ζενέ (Jean Genet) και Ζαν-Πολ Σαρτρ (Jean-Paul Sartre) τον είχαν χαρακτηρίσει ως τoν "μεγαλύτερο ποιητή" της Άμερικής.
Wikipedia.
πσ. Πάνω στον τάφο του είναι γραμμένες οι λέξεις "Μην Προσπαθείς" (Don't Try). Σύμφωνα με τη γυναίκα του, το νόημα των παραπάνω λέξεων έχει να κάνει με τις παρακάτω φράσεις: "Εάν σπαταλάς όλη σου την ώρα προσπαθώντας, τότε το μόνο που πράττεις είναι να προσπαθείς. Γι' αυτό μην προσπαθείς. Πράξε" ("If you spend all your time trying, then all you're doing is trying. So don't try. Just do").
Βιβλιογραφία
Σε παρένθεση και με έντονη γραφή εμφανίζεται ο ελληνικός τίτλος του έργου, εφ' όσον έχει εκδοθεί:
- Flower, Fist and Bestial Wail (1960)
- Longshot Pomes for Broke Players (1962)
- Run with the Hunted (1962)
- It Catches My Heart in Its Hand (1963)
- Grip the walls (1964)
- Cold Dogs in the Courtyard (1965)
- Confessions of a Man Insane Enough to Live with Beasts (1965)
- Crucifix in a Deathhand (1965)
- All the Assholes in the World and Mine (1966)
- The Genius of the Crowd (1966)
- Night's work (1966)
- At Terror Street and Agony Way (1968)
- Poems Written Before Jumping out of an 8 Story Window (1968)
- A Bukowski Sampler (1969)
- Days Run Away Like Wild Horses Over the Hills (1969)
- If we take (1969)
- Notes of a Dirty Old Man (1969) --- (Σημειώσεις ενός Πορνόγερου Ι και ΙΙ)
- Another Academy (1970)
- Fire Station (1970)
- Post Office (1971) --- ( Το Ταχυδρομείο )
- Erections, Ejaculations, Exhibitions and General Tales of Ordinary Madness (1972) --- (Ερωτικές Ιστορίες Καθημερινής Τρέλας)
- Me and your sometimes love poems (1972)
- Mockingbird, Wish Me Luck (1972)
- South of No North (1973) --- (Ιστορίες μιας Θαμμένης Ζωής)
- Burning in Water Drowning in Flame: Selected Poems 1955-1973 (1974)
- 55 beds in the same direction (1974)
- Factotum (1975) --- (Άνθρωπος για Όλες τις Δουλειές)
- The Last Poem & Tough Company (1976)
- Scarlet (1976)
- Art (1977)
- Love is a Dog from Hell (1977)
- Legs, Hips and Behind (1978)
- Women (1978) --- (Γυναίκες)
- You Kissed Lilly (1978)
- A Love Poem (1979)
- Play the Piano Drunk Like a Percussion Instrument Until the Fingers Begin to Bleed a Bit (1979)
- Shakespeare Never Did This (1979)
- Dangling in the Tournefortia (1981)
- Ham on Rye (1982) --- (Τοστ Ζαμπόν)
- Horsemeat (1982)
- The Last Generation (1982)
- Bring Me Your Love (illustrated by Robert Crumb) (1983)
- The Bukowski/Purdy Letters (1983)
- Hot Water Music (1983) --- (Πόλη των Αγγέλων) και (Βρώμικος Κόσμος)
- Sparks (1983)
- Going Modern (1984)
- Horses Don't Bet on People and Neither Do I (1984)
- One For The Old Boy (1984)
- There's No Business (illustrated by Robert Crumb) (1984)
- War All the Time: Poems 1981-1984 (1984)
- Alone In A Time Of Armies (1985)
- The Day it Snowed in L.A. (1986)
- Gold In Your Eye (1986)
- Relentless As The Tarantula (1986)
- The Wedding (1986)
- You Get So Alone at Times It Just Makes Sense (1986)
- Luck (1987)
- The Movie "Barfly" (1987)
- Beauti-Ful (1988)
- The Movie Critics (1988)
- Roominghouse Madrigals: Early Selected Poems 1946-1966 (1988)
- Hollywood (1989) --- (Ηollywood)
- If You Let Them Kill You They Will (1989)
- Red (1989)
- We Ain't Got No Money Honey (1989)
- Darkness & Ice (1990)
- Not Quite Bernadette (1990)
- Septuagenarian Stew: Stories and Poems (1990)
- This (1990)
- In The Morning And At Night (1991)
- In The Shadow Of The Rose (1991)
- People Poems (1991)
- Last Night of the Earth Poems (1992)
- Now (1992)
- Three Poems (1992)
- Between The Earthquake (1993)
- Run with the Hunted: A Charles Bukowski Reader (1993)
- Screams from the Balcony: Selected Letters 1960-1970 (1993)
- Those Marvelous Lunches (1993)
- Pulp (1994) --- (Αστυνομικό)
- Confession Of A Coward (1995)
- Heat Wave (1995)
- Living on Luck: Selected Letters 1960s-1970s, Volume 2 (1995)
- Shakespeare Never Did This (augmented edition) (1995)
- Betting on the Muse: Poems & Stories (1996)
- The Laughing Heart (1996)
- Bone Palace Ballet (1997)
- A New War (1997)
- The Captain Is Out to Lunch and the Sailors Have Taken Over the Ship (1998)
- To Lean Back Into It (1998)
- Reach for the Sun: Selected Letters 1978-1994, Volume 3 (1999)
- The Singer (1999)
- What Matters Most Is How Well You Walk Through the Fire (1999)
- Open All Night (2000)
- Popcorn In The Dark (2000)
- Beerspit Night and Cursing: The Correspondence of Charles Bukowski and Sheri Martinelli 1960-1967 (2001)
- The night torn mad with footsteps (2001)
- Pink Silks (2001)
- The Simple Truth (2002)
- Sifting Through The Madness for the Word, The Line, The Way: New Poems (2003) --- (Να Περιφέρεσαι στην Τρέλα)
- as Buddha smiles (2004)
- The Flash of Lightning Behind the Mountain: New Poems (2004) --- (Η Λάμψη της Αστραπής Πίσω από το Βουνό)
- Slouching Toward Nirvana (2005)
- Come On In!: New Poems (2006)
Ελληνικές μεταφράσεις
- Ποιήματα καί πεζά, μετάφραση Ἀλίκη Γιατράκου-Fossi, Αθήνα: Πρόσπερος, 1979.
- Ἄνθρωπος γιά ὄλες τίς δουλειές, Ἀθήνα: Ὀδυσσέας, 1981.
- Γυναίκες, μετάφραση Χρύσα Τσαλικίδου, Αθήνα: Οδυσσέας, 1981.
- Ταχυδρομεῖο, μετάφραση Έφη Φρυδά, Ἀθήνα: Ὀδυσσέας, 1982.
- Ἱστορίες μιᾶς θαμμένης ζωῆς μετάφραση Έφη Φρυδά, Ἀθήνα: Ὀδυσσέας, 1982.
- Σημειώσεις ενός πορνόγερου μετάφραση Τέο Ρόμβος, Απόπειρα, 1984.
- Σημειώσεις ενός πορνόγερου, μετάφραση Ντίνα Σώτηρα, Απόπειρα, 1984.
- Η αγάπη είναι ένας σκύλος απ' τήν κόλαση: Ποίηση 1960-1980, επιλογή - μετάφραση Γιώργος Μπλάνας, Απόπειρα, 1986.
- Υπεραστικό μεθύσι, μετάφραση Γιώργος Μπλάνας, Αθήνα: Απόπειρα, 1987.
- Υπεραστικό μεθύσι, επιλογή - μετάφραση Γιώργος Μπλάνας, Απόπειρα, 1987.
- Βρώμικος κόσμος, μετάφραση Έφη Καλλιφατίδη και Γιώργος Μπλάνας, Αθήνα: Απόπειρα, 1988.
Ταινίες
- Μπουκόφσκι Bukowski (1973) - ένα ντοκιμαντέρ διάρκειας μιας ώρας με παραγωγό τον Taylor Hackford για την εκπαιδευτική τηλεόραση KCET στο Λος Άντζελες (κέρδισε το Silver Reel Award στο San Francisco Film Festival).
- Ιστορίες Καθημερινής Τρέλας (Tales of Ordinary Madness) (1981) - ο Ben Gazzara παίζει τον Charles Serking, ένα χαρακτήρα χαλαρά συνδεδεμένο με τον αυτοβιογραφικό χαρακτήρα του Μπουκόφσκι, Χένρι Τσινάσκι (Henry Chinaski). Η αργή και δύσκαμπτη ταινία δεν είχε ποτέ απήχηση, και ο Μπουκόφσκι - αν και ήταν φίλος με τον Gazzara - κακολόγησε την ερμηνεία του ηθοποιού.
- H ταινία Barfly (1987) με πρωταγωνιστή τον Μίκι Ρουρκ και γραμμένο από τον ίδιο τον Μπουκόφσκι, βασιζόταν στη ζωή του, με το βασικό χαρακτήρα να είναι το alter-ego του, Χένρι Τσινάσκι. Το μυθιστόρημα Hollywood βασίστηκε στις δοκιμασίες της κατασκευής της ταινίας.
- Τον ίδιο χρόνο όπου το Barfly έκανε ντεμπούτο (1987), βγήκε και η βελγική ταινία "Τρελή Αγάπη" (Crazy Love), σκηνοθετημένη από τον Dominique Deruddere. Βασισμένη στο διήγημα του Μπουκόφσκι, The Copulating Mermaid of Venice, California, και σε κομάτια του "Τοστ Ζαμπόν" (Ham on Rye), η ταινία εξιστορεί τη ζωή ενός άντρα, προβάλλοντας τρεις διαφορετικές βραδιές διασκορπισμένες μέσα σε 20 χρόνια. Η Τρελή Αγάπη μνημονεύτηκε από τον Μπουκόφσκι ως η αγαπημένη του κινηματογραφική διασκευή δουλειάς του.
- To 1988, ο Γάλλος σκηνοθέτης Patrick Bouchitey σκηνοθέτησε την ταινία μικρού μήκους Lune Froide (Ελληνικός τίτλος: Κρύο Φεγγάρι). Η ιστορία είναι μια ερμηνεία του διηγήματος The Copulating Mermaid of Venice, California. Προσαρμόστηκε έπειτα σε μια μεγαλύτερη έκδοση το 1991, με τον ίδιο τίτλο, αλλά και περιλαμβάνοντας αυτή τη φορά κομμάτια από το βιβλίο Ερωτικές Ιστορίες Καθημερινής Τρέλας.
- Ένα ντοκιμαντέρ με τον τίτλο Bukowski: Born Into This βγήκε στους αμερικανικούς κινηματογράφους στις 9 Ιουλίου, 2004, με γενικά καλές κριτικές. Ο ηθοποιός Σον Πεν όπως και οι μουσικοί Τομ Γουέιτς και Μπόνο, φίλοι και θαυμαστές του Μπουκόφσκι, εμφανίζονται στην ταινία.
- Μια διασκευή του μυθιστορήματος, "Άνθρωπος για Όλες τις Δουλειές" Factotum, γυρίστηκε στη Μινεσότα το 2004. Σκηνοθετήθηκε από τον Bent Hamer, και ο Matt Dillon παίζει το ρόλο του Χένρι Τσινάσκι.
- Μια διασκευή του διηγήματος του Μπουκόφσκι, Bring Me Your Love, γυρίστηκε στη Νέα Υόρκη το 2006. Σκηνοθετήθηκε από τον ανεξάρτητο φιλμοπαραγωγό Gui Teixeira.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Ρένος Αποστολίδης
(2 Μαρτίου 1924 - 10 Μαρτίου 2004)
Κ'εγώ, από την πλευρά μου, πιστεύω πως ό,τι λέω πάει στο βάθος των συνειδήσεων -κάποιων συνειδήσεων- και δημιουργεί κριτήρια, στα οποία δεν αντέχει η πολιτική ανουσιότητα και κενότητα των φορέων και των κομμάτων και των παρατάξεων και των σχημάτων του ΚΟΝΦΟΡΜ! Πιστεύω, εντέλει, πως λίγο ακόμα, όχι πολύ, θα χορεύουν στον Τόπο μας τις γελοίες πολιτικές τους οι κενοί, γιατί θα ξυπνήση, θα ξυπνήση φοβερά -μην πλανιέστε- ο Λαός αυτός... Eγώ πάντως και θα πεθάνω ακόμα, αλλά θα κάνω το παν για να τον ξυπνήσω, να τον ξεσηκώσω!
Ρένου Αποστολίδη, "Το Κατηγορώ", 1965
Ο Ρένος Αποστολίδης είχε κάνει με το μολύβι, το στυλό, τη γραφομηχανή, 10000 χιλιόμετρα, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, κι όμως είναι μετρημένα, το τέταρτο της περιμέτρου της γης. Σαράντα τόμοι λογοτεχνία, κριτική σκέψη, δοκίμια, μελέτες φιλολογικές πάνω στον Ηράκλειτο κι άλλα αρχαιοελληνικά κείμενα, μαζί με την εφτάτομη Ανθολογία νεοελληνικής Ποίησης και Διηγήματος(κάπου 4000 σελίδες της αυστηρότερης ως γνωστόν κριτικής επιλογής).
Απ' τους νεώτερους θεωρείται "μοντέρνος", "παράλληλος του Μπόρχες".
Για τους παλιότερους είν' ο κυριώτερος εκπρόσωπος της "Γενιάς του Μεταπολέμου", με την πιο καυτή προσωπική μαρτυρία του Εμφυλίου '47-'49, κι ο πιο οξύς κριτικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας, πνεύματος γενικώτερα και "πολιτικής" στον Τόπο μας. Υπήρξε και καθηγητής φιλόλογος, και δημοσιογράφος, και βραβευμένος μ' "έγκυρα" υποτίθεται βραβεία, που απαξιούσε ν' άναφέρει ποτέ.
Μεταφρασμένος ελάχιστα σε ξένες γλώσσες, έξω απ' όλα τα πολιτικά κυκλώματα, κ' ενάντιος κάθε πολιτικής παράταξης (εξίσου άθλιες τις θεωρούσε όλες), αντιμαζικός κ' εγωτικός. Από νέον τον προσδιώρισαν οι μεγάλοι ρώσοι μυθιστοριογράφοι, κυριώτατα ο Ντοστογιέβσκι, κι απ' τους βασικούς στοχαστές: ο Ηράκλειτος κι άλλοι προσωκρατικοί, οι Αγνωστικοί και νεώτεροι Αναρχικοί, ο Νίτσε φυσικά κι ο Στίρνερ, ο Μπέρξον, ο Κρισναμούρτι κ.α.
Με τους γιούς του Στάντη & Ήρκο, την εποχή που δουλεύουν για την έκδοση των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στο σπίτι τους στου Παπάγου. Εδώ θα δουν το φως οι αξιόλογες επιστημονικές μελέτες / εκδόσεις τους - προϊον μιάς σπάνιας, δημιουργικής και ζωντανής συνεργασίας που συνεχίζει τη λόγια παράδοση τριών γενεών που ξεκίνησε ο Ηρακλής Αποστολίδης.
Το ύφος του δεν προκύπτει απ' τη νεοελληνική λογοτεχνία, παρά την ειδική γνώση του των κειμένων της, κι ούτε από άλλον κανένα. Ο πολύς κόσμος, τον γνώρισε σαν κατεξοχήν ασυμβίβαστο κριτή, από τις φλογερές εκπομπές του στην τηλεόραση ("Ανθολογία", "Ο Εμφύλιος μέσα μας") και το ραδιόφωνο.
Γιός του γεννημένου στον Πύργο της Βουλγαρίας δημοσιογράφου και ανθολόγου Ηρακλή Ν. Αποστολίδη (1893-1970), γνωστού αναρχικού και λόγιου με στέρεη φιλοσοφική παιδεία.
Σκεπτικιστής κι αγνωστικιστής, ο Ηρακλής κατέληξε στην Αθήνα στις αρχές του αιώνα, τσακωμένος με τον πάμπλουτο πατέρα του, λόγω της επαναστατικής του δράσης. Τελειώνοντας το Γυμνάσιο μπήκε στη δημοσιογραφία, κʼ έφτασε πολύ σύντομα νʼ αρχισυντακτεύη στο «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» (1917-1919), πριν μετατραπή σε όργανο του Κ.Κ.Ε., να διευθύνη την αναρχική εφημερίδα «ΑΜΥΝΑ» (1920). Ιδρυτικό μέλος της Ε.Σ.Η.Ε.Α., ήταν η ψυχή του κορυφαίου επιστημονικού έργου της νεώτερης Ελλάδας, της «ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑΣ» (του «ΠΥΡΣΟΥ»).
Εντελώς διαφορετικός χαρακτήρας απʼ το μικρό του γιό, το Ρένο, τον έμπασε στο διάβασμα της κορυφαίας ξένης λογοτεχνίας, των Αρχαίων (Πλάτων, Θουκυδίδης, Δημοσθένης, Ευριπίδης), της νεώτερης ευρωπαϊκής φιλοσοφίας (Καντ, Σπινόζα, Σοπενάουερ, Νίτσε, Μπέρξον, Κρισναμούρτι κ.ά.), και γενικά των πρώτων ποιοτήτων (Ντοστογιέφσκι, Τολστόϊ, Ίψεν) μα κυριότερα των αμφισβητητικών, δείχνοντάς του ταυτόχρονα και τους δρόμους γιά την προσπέλαση των μεγάλων θεωρητικών αναρχικών και μηδενιστών του 19ου αιώνα, των Ρώσων (Κροπότκιν, Μπακούνιν), των Γερμανών (κυρίως Στίρνερ) και των Γάλλων.
Ο Ρένος Αποστολίδης με τον πατέρα του Ηρακλή, στο γραφείο της Μηθύμνης, 1968
Στα χρόνια της κατοχής, μαθητής του Βαρβακείου ο Ρένος, και φοιτητής της Φιλοσοφικής μετά, μένει στη «μπλε πολυκατοικία» των Εξαρχείων κʼ είναι το κέντρο παρεών με τους Κ. Αξελό, Ι. Καμπανέλλη, Α. Σχινά, Π. Σπηλιωτόπουλο, Λ. Κύρκο, Κ. Παπαϊωάννου και αρκετούς άλλους, όπως τις ιστορεί ο ίδιος στην «Αλλη Ιστορία» (Αθήνα 1972 και βʼ έκδ. 2004).
Ανένταχτο κʼ επαναστατικό, πάντα, πνεύμα, μετέχει σʼ αντιγερμανικές διαδηλώσεις, και μετά το τέλος της Κατοχής και του Δεκέβρη του '44 δημοσιεύει το πρωτόλειό του: «Τρεις σταθμοί μιάς πορείας» (1945), εκφράζοντας τη βασική θέση του «όλως τρίτου» - από την οποία δεν απομακρύνθηκε κατʼ ουσίαν ποτέ.
Έγραφα συνέχεια. Κάθε στιγμή που στεκόμουν και δεν περπάταγα, δεν έτρωγα ή δεν κοιμόμουν. Συνέχεια! Και πάνω σ' όλες τις μάχες, για όλες τις σφαίρες και τα βλήματα που σφύριζαν... Με μια μανία τρελλή: Να ζήσω γράφοντας! (Μπορεί αυτό καταβάθος νάταν.). ["Πυραμίδα 67", Πρόλογος Ρένου Αποστολίδη στην 3η Έκδοση, 16. 11. 1995]
Στρατεύεται υποχρεωτικά στο στρατό της Δεξιάς με το χαρακτηρισμό «επικίνδυνος αριστερός ιδεολόγος, ιδιαιτέρως εύγλωττος», κʼ ενώ τον έχουν γιά τη Μακρόνησο, μετά από βίαιη αντίδρασή του, παίρνει τη χειρότερη μετάθεση: «λιπός» οπλίτης, στην πρώτη γραμμή του πυρός στην 9η Μεραρχία, 524 Τ/Π. Ο πατέρας του, στενός φίλος μεταξύ άλλων του Π. Κανελλόπουλου, τότε Υπουργού Εθνικής Αμύνης, συνεπής στις ιδεολογικές του αρχές, δεν χρησιμοποιεί κανένα μέσο γιά μετάθεση του γιού του.
Εκεί συμμετέσχε σε 35 μάχες, καθώς περιγράφει στην «Πυραμίδα 67» και σʼ άλλα κείμενά του, αρνούμενος να ρίξει έστω και μιά σφαίρα, με τη βασική θέση ότι καμμιά ιδέα δεν δικαιολογεί τον ανθρώπινο θάνατο. Απʼ την αντιμιλιταριστική του ιδεολογία κινδυνεύει να βρεθεί στο στρατοδικείο, αλλά τον σώζει δυό-τρεις φορές ο Α2 του τάγματος, ο Κ. Κουκούλης, ο ήρωας της ομώνυμης νουβέλας (ο Α2), την οποία εκδίδει ο Ρένος το 1968 εν μέσω Δικτατορίας, μη στέλνοντάς την στην λογοκρισία, όπως και κανένα άλλωστε βιβλίο του.
Εμφύλιος. Αριστερά, Τρίκαλα, 1947, μπροστά από το στρατιωτικό νοσοκομείο 407. Δεξιά, Κιάτο, 1949.
Μοναδικό ενδιαφέρον του στα δυόμιση χρόνια της θητείας του: να κρατάει σημειώσεις απʼ ό,τι συνέβαινε γύρω του στα περίφημα «μπλόκ» του. Ακόμα και τις ώρες των μαχών έβρισκε κάποια σημεία νʼ ακουμπήσει, έβγαζε το στυλογράφο του κʼ έγραφε ασταμάτητα.
Με την απόλυσή του, τελειώνει με άριστα τη Φιλοσοφική Αθηνών κ' εκδίδει την «Πυραμίδα 67», ενώ ακόμα λειτουργούσαν τα στρατοδικεία (λόγος γιά τον οποίο δεν αναφέρει ρητά την άρνησή του να χρησιμοποιήσει όπλο). Η Πυραμίδα είναι το βιωματικώτερο βιβλίο του Ρένου και προέκυψε από υλικό 5.500 σελίδων γραμμάτων σταλμένων στους δικούς του. Υμνήθηκε από κριτικούς όλων των παρατάξεων και χτυπηθηκε αμείλικτα (και διά της σιωπής) από τα επίσημα κόμματα Δεξιάς κι Αριστεράς. Σήμερα, μετά από μισόν αιώνα απʼ την 1η του έκδοση, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε σαν το σημαντικώτερο βιβλίο γιά τον Εμφύλιο.
Με τον γάτο του, Κεραυνό. Θα του αφιερώσει το ομώνυμο βιβλίο...
Tο 1952, ξεκινάει, μαζί με τον πατέρα του, το λογοτεχνικό-κριτικό περιοδικό «Τα Νέα Ελληνικά» απʼ το οποίο καταφέρεται κατά της υπερεκτιμημένης Γενιάς του ʼ30. Παρά την τερατώδη κυκλοφοριακή επιτυχία του εντύπου ο Ηρακλής Αποστολίδης, μετά την προσφυγή του Καραγάτση και άλλων εκπροσώπων της «Γενιάς» στα δικαστήρια αποφασίζει νʼ αναστείλει την κυκλοφορία του στο 7ο τεύχος. «Τα Νέα Ελληνικά» αφʼ ενός νεκρανασταίνουν και συσπειρώνουν την προπολεμική Γενιά και αφʼ ετέρου αναδεικνύουν τη μεταπολεμική αμφισβήτηση, το "νέο λόγο". Το περιοδικό βγάζει άλλα δύο τεύχη το ʼ57, και στην τρίτη του περίοδο επανεκδίδεται το ʼ66, ώσπου κλείνει οριστικά (στο 17ο τεύχος) στις 21-4-67.
Στη συνέχεια, μετά την πρώτη φάση των «Νέων Ελληνικών» ο Ρένος εκδίδει τις «Ιστορίες από τις Νότιες Ακτές» (Κρατικό βραβείο Διηγήματος, 1959), και έπονται το ταυτοτικό του «Ο Γρασαδόρος και τα χειρόγραφα του Max Tod», όπου εκφράζει καιριότατα τη λατρεία του στη μηχανή, στο μέταλλο, στην «τίμια δούλη ύλη». Κεντρικό πρόσωπο είναι ο γρασαδόρος ενός ιδανικού υπεροχήματος, αφοσιωμένος απόλυτα στη «θεραπεία της ύλης». Στο πρόσωπο αυτό ο συγγραφέας δοξάζει τη μορφή του ίδιου του πατέρα του, που, αν και δεν είχε καμμιά σχέση με το μηχανικό κόσμο, υπήρξε υπόδειγμα ευσυνείδητου ανώνυμου πνευματικού εργάτη.
Αριστερά, με το Γιάννη Σκαρίμπα. Δεξιά, με τον Ιάκωβο Καμπανέλλη.
Ακολουθεί η «Κριτική του Μεταπολέμου» (1962), με σελίδες σκληρής κριτικής της νεοελληνικής πραγματικότητας. Επόμενη συλλογή διηγημάτων του είναι η «Βορά στο θηρίο» (1963), που βγαίνει σε 2η έκδοση το 1973, συμπληρωμένη με 7 ακόμα κομμάτια υπό τον τίτλο «Από τον κόσμο ΡΑ» (όπου ΡΑ, δεν είναι παρά τα αρχικά του ίδιου του συγγραφέα).
Μετά την πολυθρύλητη εισβολή στη Βουλή, το καλοκαίρι του 1964, βγάζει την επόμενη χρονιά «Το Κατηγορώ» (1965): ο ανυποχώρητος αναρχικός εξηγεί ότι όλη αυτή η πράξη έγινε απʼ τον ίδιο γιά να υπογραμμίσει στον εύπιστο κόσμο ότι δεν έφερε στην εξουσία παρά «το χασάπη Παπατζή του ʼ44, τον άνθρωπο των Αγγλοαμερικάνων που εγκατέστησε τη Δεξιά στην Ελλάδα». Το νόημα της κίνησής του αυτής βέβαια, όπως ήταν φυσικό, διαστρεβλώθηκε από τις κυβερνητικές εφημερίδες και κυρίως από γνωστό συγκρότημα Τύπου, δυσφημίζοντας σε μεγάλο μέρος του λαού την επαναστατική αυτή ενέργεια.
Η ιστορία που θα διαβάσετε είν' οι μάταιες προσπάθειες ενός απ' τους ήρωές της να γράψη - άλλη φράση δε βρήκα πιο αληθινή απ' αυτήν... ["Στη γέμιση του φεγγαριού", σελ. 160 ]
Στη διάρκεια της Δικτατορίας, αντίθετα με τη γραμμή της πλειονότητας των λογοτεχνών, ο Ρένος απέδειξε πως αντίσταση γίνεται γράφοντας κι όχι σιωπώντας. Ετσι, αγνοώντας τη λογοκρισία της Δικτατορίας και γράφοντάς το μάλιστα πάντα στα εσώφυλλα, εκδίδει σειρά νέων βιβλίων του: «Στη γέμιση του φεγγαριού», 1967 (διηγήματα), «Κλειδιά» 1968 (μονογραφίες), «Η άλλη ιστορία» 1972 (μυθιστορία), «Ανθύλη» 1973 (νουβέλα), επανεκδίδοντας ταυτόχρονα όλα τα εξαντλημένα του βιβλία με πρώτη-πρώτη την αντιπολεμική «Πυραμίδα 67».
Το 1974 στήνει το περιοδικό «Τετράμηνα» απʼ όπου, ως το τεύχος 18, δημοσιεύει όλα τα γραφτά του: κριτικές διηγήματα μα κυριώτατα, σε συνέχειες, την πρωτότυπη μελέτη του για τον Ηράκλειτο και τους Προσωκρατικούς -θέμα το οποίο τον απασχολέι επί χρόνια και μένει εν πολλοίς ανέκδοτο, εγκατεσπαρμένο στο περιβόητο, καθώς ορθά χαρακτηρίστηκε, προσωπικό Αρχείο του.
Με δημοσιογράφους στην Αίγυπτο, 1995. Διακρίνονται από αριστερά, ο Ρένος με τους γιούς του και δίπλα στην κάμερα ο Θοδωρής Ρουσσόπουλος.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ρένος, απ' το 1950 ως το 1968, γράφει μόνο διηγήματα και κριτικές, έχοντας απομακρυνθεί απʼ τη θεματολογία του Εμφυλίου. Αλλʼ απʼ το 1968 ως το τέλος της ζωής του ξαναγυρνάει ολοένα και συχνότερα πίσω. Ο Ρένος στην ουσία, αν συγκέντρωνε κανείς τα σχετικά γραφτά, θα μπορούσε νάμενε μεταξύ άλλων και σαν ο καθαυτό ι σ τ ο ρ η τ ή ς του Εμφυλίου.
Πολλά θα μπορούσαν να γραφτούν και θα γράφονται, και μάλιστα με αφορμή τις επερχόμενες τα προσεχή χρόνια δημοσιεύσεις του ογκώδους ανέκδοτου υλικού που έχει αφήσει στο πρωτοφανές γιά τα ελληνικά δεδομένα Αρχείο του, το οποίο περιλαμβάνει υλικό απ' τα νεανικά χρόνια του Ηρακλή (περί το 1910) έως έξι ημέρες προ του θανάτου του, σε σύνολο 40.022 σελίδων, γραμμένων είτε με το χέρι του, είτε με τη θρυλική γραφομηχανή του. Εκεί μέσα, βρίσκονται σχετικά καταταγμένες χιλιάδες επιστολές, απ' τον Τέλλο Αγρα, το Ρίτσο, τον Ελύτη, το Βρεττάκο, ως την Κική Δημουλά, ανέκδοτα διηγήματα, δοκίμια, κριτικές, σκέψεις, σχόλια γιά βασικές μονάδες της νεοελληνικής λογοτεχνίας (κυριότατα γιά Σολωμό), όπου όταν δημοσιευθούν θʼ ανατρέψουν πολλά από τα κρατούντα.
Πυραμίδες 1995. Στάντης, Ήρκος & Ρένος Αποστολίδης.
Με το αξέχαστο χρώμα της φωνής του, διαβάζει ατελείωτες ώρες: αποσπάσματα από το προσωπικό του αρχείο, δικά του ποίηματα και πεζά, σελίδες απ' την Ανθολογία... Στιγμές μοναδικές, ανεπανάληπτες για τους τυχερούς φιλους.
Έγραφα Και κάγχαζε ο ανατιναχτής, ο φορέας του Ανάποδου, του αντίστροφου όλων των καλοϋπολογισμένων βρομολογαριασμών...["Ουλάν Μπατόρ", σελ. 586 ]
Εξ άλλου έχει αφήσει 19 μεγάλα κλασέρ κατʼ αρχάς ανθολογουμένων ποιημάτων και άλλων κειμένων, καθώς και καμμιά τρακοσαριά κασσέτες. Ανάμεσά τους σώζονται κʼ οι παλιές μαγνητοταινίες της «Μάχης του Max Tod», καθώς την ονόμαζε ο ίδιος, σχετικές με την υπόθεση της δημοσίευσης διηγημάτων της Ανθολογίας στον ημερήσιο Τύπο (1969). Εκεί ακούγονται ακόμα οι χυδαίες ύβρεις του Λαδά, οι απειλές φανατικών αξιωματικών του στρατιωτικού καθεστώτος κατά της ζωής του Ρένου και της οικογενείας του κι, απʼ την άλλη, η φωνή λ.χ. του Κ. Βάρναλη και άλλων, που τον παροτρύνει να συνεχίσει υπερθεματίζοντας γιά την ανατινακτική της Χούντας κίνηση, με τʼ αξιώτατα κείμενα της Γραμματείας μας.
Στη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας ο Ρένος πραγματοποίησε ένα παλιό του όνειρο - από την εποχή που ήταν καθηγητής:
Μετέφρασε και σχολίασε ένα κορυφαίο έργο της νεώτερης ευρωπαϊκής Ιστοριογραφίας, την «Ιστορία του Ελληνισμού» του J.G.Droysen, σε 6 ογκώδεις τόμους (ο τελευταίος τόμος αναμένεται να εκδοθεί το 2009).
Το εγχείρημα πραγματοποιήθηκε σε διαρκή συνεργασία με τους δύο φιλολόγους-ιστορικούς γιούς του, Ηρκο και Στάντη, που ανέλαβαν το αυστηρά επιστημονικό μέρος. Στη μετάφρασή του ο Ρένος εισάγει ένα πρωτότυπο ιστοριογραφικό λόγο: η γλώσσα είναι Δημοτική αλλά μιά Δημοτική εμπλουτισμένη απʼ την ορολογία της όλης Ελληνικής σε μιά σύνταξη σφιχτή, χωρίς χαλαρότητες και παρατακτικές προτάσεις μʼ ευκρίνεια που μας πάει στον Αρχαίο Λόγo.
Επιστροφή στα μέρη του Εμφύλιου. Χαράδρα Ρεκά.
Αποκορύφωμα της δημιουργικής κριτικής του είν' ο σχολιασμένος τόμος των Απάντων του Καβάφη (2003), σε συνεργασία, πάλι, με τους γιούς του. Το έργο αποτελεί στην ουσία γέφυρα μεταξύ της Ανθολογίας και της πολυετούς εργασίας των τριών στην Ελληνιστική Ιστορία. Κανείς άλλος δεν ήταν τόσο αρμόδιος γιά την ερμηνεία του Καβαφικού ιστορικού υποβάθρου. Κʼ εδώ πρέπει να θυμίσουμε ότι τον μεγάλο Αλεξανδρινό, στη δεκαετία του ʼ30, τον επέβαλε, μέσω της Ανθολογίας του, ο Ηρακλής, ερχόμενος σε σύγκρουση τόσο με τον ίδιο τον Παλαμά, όσο και με τον σολωμιστή φίλο του, Γ. Αποστολάκη.
Τέλος, στα χρόνια τούτα, παρά την απορρόφησή του στην Ιστορία και τη Φιλολογία έβγαλε νέους τόμους πεζών, με αποκορύφωμα την αυτοβιογραφική «Ουλαν Μπατόρ» (1999), και το κύκνειο άσμα του «Το μαύρο καράβι» (2003), έτσι που τα βιβλία του να φτάνουν τους 26 τόμους, στα οποία προστίθενται 7 τόμοι της Ανθολογίας, 1 του Καβάφη, και 4 εκδεδομένοι τόμοι της Ιστορίας του Ελληνισμού, δηλαδή σύνολο 38, μαζί με 43 τεύχη περιοδικών, και επί πλέον τα προαναφερθέντα ανέκδοτα, κι όλο το Αρχείο του.
Ο λόγος του είναι κατʼ εξοχήν βιωματικός, συχνά μακροπερίοδος κʼ εκ των πραγμάτων «δύσκολος». Ωστόσο είναι άμεσος και προεχόντως προφορικός, φωνητικός θα λέγαμε, με ιδιαιτέρως προσεγμένη επεξηγηματική στίξη, που απʼ τη μιά υπηρετεί απόλυτα τον πυρακτωμένο λόγο του φλεγόμενου συγγραφέα κι απʼ την άλλη φωτίζει με απίστευτη ευκρίνεια και την παραμικρή λεπτομέρεια οποιουδήποτε νοήματος, φράσης, λέξης, υποψίας. Φυσικά κʼ είναι πυκνός, πυκνότατος.
Είναι χαρακτηριστικό του ότι τα βιβλία, ακόμα κʼ η Ανθολογία του, είναι κατεξοχήν πυκνοτυπωμένα, χωρίς διάστιχα, μʼ ελάχιστα περιθώρια. Δεν του άρεσαν, έλεγε συχνά, τα κενά, οι σιωπές, οι διαστάσεις. Αλλά κʼ οι επιστολές του προς διαφόρους, είτε χειρόγραφες, είτε με τη γραφομηχανή, δεν άφηναν περιθώριο, ούτε αμφισβήτησης και αλλοίωσης του ακριβούς λόγου του, ούτε και το ελάχιστο του χαρτιού επιτέλους! Εγραφε απʼ τη μιά ως την άλλη άκρη, κʼ είχε καταφέρει και τη γλώσσα και την περίφημη γραφομηχανή του να τον υπηρετούν. Είχε κάνει ακόμη και μετατροπές, προσθέτοντας και βαρεία στα πλήκτρα, γιά να μπορεί να οξυτονίζει, παρά τον κανόνα, ό,τι ήθελε, να υπογραμμίζει, και ποτέ δεν του έφταναν τα «μπολντ», τα «Λειψίας», τα εισαγωγικά, τα κόμματα, οι τελείες κ.λ.π.
Με τον Γιάννη Σταύρου, 2003-2004. Στο εργαστήριο του ζωγράφου, στο γραφείο του Ρένου.
Καθόταν πάντα στο γραφείο του. Ολες τις ώρες, είτε δουλειάς είτε σχόλης, που άλλωστε δεν υπήρχε ποτέ, αφού όλες οι ώρες της δουλειάς ήσαν ένα απερίγραπτο πανηγύρι, μιά άνευ προηγουμένου σχόλη κʼ οι ώρες της σχόλης μιά αδιάκοπη εργασία γέννησης ή αναστύλωσης συνειδήσεων. Δεν υπήρχε γιʼ αυτόν «σαλόνι», «καναπές». Ολοι όσοι έφθαναν σπίτι του γύρω απʼ το γραφείο του συγκεντρώνονταν και πολλές φορές στριμώχνονταν ή και, κρυφά του, εποφθαλμιούσαν ανταγωνιζόμενοι τις πιό κοντινές του θέσεις γιά να κάτσουν.
Εβλεπε τους πάντες. Ως μέσα τους βαθειά, ως το έσχατο κύτταρό τους, ως την τελευταία λεπτομέρεια. Δεν του ξέφευγε τίποτα ποτέ. Ηταν η συνείδηση, η κατʼ εξοχήν συνείδηση όλων και του καθενός χωριστά. Απʼ τον εαυτό του κανείς μπορούσε να ξεφύγει. Απʼ το Ρένο ποτέ! Έλεγε γελώντας: "Τα κρανία σας είναι κρυστάλλινα".
Ώρα που δε θα προκαλής.. - ώρα που δεν μπορούσες, θάρθουν!..Θα προλάβης τότε να δης και τα κίτρινα φώτα μπρος σου." ["Από τον κόσμο Ρα", σελ. 30 ]
Μπροστά του η γραφομηχανή ή κάποιο πρωτόγραφό του που διάβαζε και διόρθωνε ταυτόχρονα, διακόπτοντας και μη διακόπτοντας την ανάγνωση. Που δεν ήταν ανάγνωση, ήταν απαγγελία, παράσταση, εξαγγελία, θούριος, τραγούδι, φωτιά που σε συνέπαιρνε κʼ έφευγες στον κόσμο Ρ.Α...
Ατσάλινος και μαζί τρυφερός τρυφερώτατος, τόσο που ο γάτος του, ο Κεραυνός, σουλατσάριζε άνετα πλάϊ του, πάνω του, πάνω στο γραφείο του, στα γραφτά του και τις πιό κρίσιμες στιγμές. Θυμωμένος σαν παιδάκι μʼ όλους και μʼ όλα. Ακόμα και με τους πιό δικούς του. Αλλʼ εγκάρδια θυμωμένος πάντα, ανίκανος να «κρατήσει» όποιο θυμό του εναντίον όποιου και του εχθίστου του, αν τον έβλεπε σε κατάσταση αδυναμίας.
Αδυνατώντας να γράψει μυθιστόρημα λόγω του αψίκορου χαρακτήρα του, παρά που το επιποθούσε και το ζήλευε, και γενικά μεγάλο κείμενο που απαιτεί μακρά περίοδο υπομονής και δίοδο από δρόμους αναγκαστικής νηφαλιότητας, κατάφερε ωστόσο να «συρράψει» πολλά μικρότερα στην «Ουλάν Μπατόρ» κι άλλα του, αλλά κʼ επέβαλε στον εαυτό του τη συνέχιση της Ανθολογίας του πατέρα του και τη μετάφραση του Droysen, παρά ταύτα.
Ο Ρένος, όπως θέλουν να τον θυμούνται οι φίλοι του από τη νέα γενιά - κ' είναι πολλοί...
Πηγές:
- www.renosapostolidis.gr — Επίσημος ιστοχώρος και ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο των κληρονόμων του Ρένου Αποστολίδη.
- «Ο αιρετικός λόγος ενός μοναχικού» — Άρθρο του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου· στην εφημ. Ελευθεροτυπία, 19 Απριλίου 2004.
- «Δεν θα μπορούσα να ζήσω βάζοντάς το στα πόδια» — Συνέντευξη που παραχώρησε ο συγγραφέας στην Αργυρώ Κραββαρίτη το 2001· στην εφημ. Ελευθεροτυπία, 19 Απριλίου 2004.
- «Καλό είναι να εισπράττεται και το τίποτα» — Αποφθέγματα του αιρετικού Ρένου Αποστολίδη· στην Ελευθεροτυπία, 11 Μαρτίου 2004.
- «Για όσους γίνεται λόγος σήμερα, περίπου όλοι ανάξιοι είναι» — Συνέντευξη που παραχώρησε ο συγγραφέας στον Βασίλη Καλαμαρά επ' ευκαιρία της κυκλοφορίας του τελευταίου του βιβλίου· στην εφημ. Ελευθεροτυπία, 8 Δεκεμβρίου 2003.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Ε. Χ. ΓΟΝΑΤΑΣ
(Αθήνα, 1924 – Αθήνα, 2006)
Γόνος εκλεκτής οικογένειας από το Αϊβαλί, διακεκριμένος δικηγόρος.
Ιδιότυπος ποιητής και διηγηματογράφος.
Χαρακτηρίστηκε ως «λογοτέχνης του παράδοξου».
Ολιγογράφος και αδιάφορος για τη δημοσιότητα, έγινε ευρύτερα γνωστός χάρη στο Νίκο Εγγονόπουλο, που τον "ανακάλυψε" τη δεκαετία του Εβδομήντα.
Μολονότι αποκομμένος από το ευρύτερο λογοτεχνικό περιβάλλον των Αθηνών, υπήρξε στενός φίλος με τους ποιητές Μίλτο Σαχτούρη και Δημήτρη Παπαδίτσα και τους στιλίστες πεζογράφους Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλο και Νίκο Καχτίτση.
Εργογραφία:
1.Ποίηση
1959 : " Η κρύπτη"
2. Διηγήματα-Αφηγήματα
1963: "Το βάραθρο"
1963: "Οι αγελάδες"
1986: " Ο φιλόξενος καρδινάλιος"
1991: "Η προετοιμασία"
2006: "Τρεις δεκάρες"
Χαρακτηριστικό των κειμένων του Γονατά είναι η λακωνικότητα του λόγου και ο συνδυασμός στοιχείων που εκ πρώτης όψεως φαίνονται ασυμβίβαστα μεταξύ τους.
Αυτή όμως η "παραδοξότητα" δεν είναι τίποτε άλλο παρά η έκφραση της ίδιας της ζωής, που κατά τον ποιητή μπορεί να είναι ταυτόχρονα λογική και παράλογη .«Δεν κατασκευάζω όνειρα. Δεν είμαι "ονειροποιός". Ό,τι γράφω, είναι βιωμένο. Και το φανταστικό στοιχείο που βλέπουν στο έργο μου είναι στην ουσία το παράλογο, έχει σχέση με τον διχασμό της πραγματικότητας.», είπε ο χαρακτηριστικά σε μια συνέντευξή του στην εφημ. Τα Νέα ( 4 Ιουνίου 1994).
Ο Γονατάς , εκτός από δημιουργικός λογοτέχνης, υπήρξε και λαμπρός μεταφραστής. Μας έδωσε μιαν "Επιλογή από τις Voces του Αντόνιο Πόρτσια" (Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης για το 1994) καθώς και κείμενα των Γκέοργκ Kρίστοφ Λίχτενμπεργκ, Ιβάν Γκολ, Γκιστάβ Φλομπέρ, κ.ά.
~~~~~~~~~~~~~~ ~~~~~~~~~~~~~ ~~~~~~~~~~~~~~~
To δάσος
Ανεβαίνοντας το λόφο αντίκρισα στον ορίζοντα τις ατέλειωτες πλούσιες φυλλωσιές του δάσους, που τις λίκνιζε ο άνεμος. Δεν ένιωσα όμως καμιά δροσιά στην ψυχή μου. Φτάνοντας στην κορφή παρατήρησα πως ο λόφος κι από την άλλη μεριά ήταν ολότελα γυμνός.
Σ' όλη την έκταση γύρω ούτε ένας κορμός δέντρου. Μόνο στον ουρανό πλέανε αθόρυβα τα φύλλα, τα αμέτρητα πράσινα φύλλα πού είχα δει από μακριά, σα δίχτυα κρεμασμένα πάνω απ' τα κεφάλια μας. Τρέμανε όλα μαζί στον αέρα, μα δε σκόρπιζαν, όπως τ' αστέρια, μ' όλο πού κανένα κλαδί, κανένα κοτσάνι δεν τα βαστούσε.
Δεν κρατήθηκα. "Και πώς ξεκουράζονται εκεί τα πουλιά;", είπα.
"Σ' αυτά τα δέντρα έρχονται μόνο οι σκιές των πουλιών να καθίσουν", μου εξήγησαν ήσυχα με μια φωνή οι δύο άγνωστοι που με συντροφεύαν.
"Ναί. Βλέπω", φώναξα. "Κοπάδια πουλιά κουρνιάζουν στα φυλλώματα χωρίς τα κορμιά τους".
Οι σύντροφοι μου κοιτάχτηκαν μ' απορία.
"Εσύ ποιός είσαι που μπορείς και τα βλέπεις;", γυρίζει και μου λέει ανήσυχος ο ένας. Πριν προλάβω ν' απαντήσω, σκύβει στον διπλανό του και τους ακούω που ψιθυρίζουν:
"Πώς βρέθηκε αυτός μαζί μας; Για δώσ' μου τον κατάλογο να ρίξω μιά ματιά".
"Δεν τον έχω απάνω μου. Μα τι τον ρωτάς; Αφού είδε, δικός μας θα 'ναι κι αυτός. Σ' τό 'χω ξαναπεί, να κλείνεις καλά όταν βγαίνεις".
Για πρώτη φορά τους πρόσεξα καλύτερα, τυλιγμένους στο λεπτό μενεξεδί φως του δειλινού. Φορούσαν τα ίδια ρούχα, τα ίδια πουκάμισα, τις ίδιες άσπρες γραβάτες και τα χλωμά τους πρόσωπα με το μικρό μαύρο μουστάκι ήταν ολόιδια.
"Είσαστε δίδυμοι;", τους ρώτησα.
Δε μ' απάντησαν. Έστησαν μπρος μου έναν μεγάλο καθρέφτη. Κοιτάχτηκα κι είδα πως φορούσα κι εγώ τα ίδια ρούχα, την ίδια γραβάτα και πως το πρόσωπο μου, αγνώριστο, κατακίτρινο, ήταν ίδιο κι απαράλλαχτο με το δικό τους.
Η καμπάνα σήμανε μακριά. Με πήραν απ' το χέρι κι αρχίσαμε να κατεβαίνουμε αμίλητοι τη χωματένια σκάλα. Ψηλά από πάνω μας φαινότανε ο ουρανός σκούρος γαλάζιος, στολισμένος με τα πρώτα αστέρια. Άνοιξαν τη φαρδιά καγκελόπορτα και μ' έσπρωξαν σ' έναν απέραντο κήπο, γεμάτον άσπρους στρογγυλούς βράχους. Πουθενά δε φαίνονταν λουλούδια. Μονάχα πρασινάδες. Όμως μιά γνώριμη άχνα ανέβαινε μέσα απ' τη γη, μεθυστική σα λιβάνι.
Εκδόσεις "Στιγμή", Αθήνα 1992
Απρίλιος 1986.
Τυπογραφείο των εκδόσεων "Στιγμή".
Ο Ε. Γονατάς απαθανατίζεται φουμάροντας το τσιγάρο του
δίπλα στο Μ. Αναγνωστάκη.
Κοντά τους η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου και ο Σπύρος Τσακνιάς.
Η φωτογραφία από το περιοδ. Αντί, τ. 527-528, 1993
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Max Schreck (11/6/1879-1936)
Οι ειδικοί περί τον κινηματογράφο είναι ομόφωνοι:
κανείς ηθοποιός, από καταβολής 7ης Τέχνης, δεν έπαιξε καλύτερα
το ρόλο του αιμοδιψούς Δράκουλα από τον Γερμανό Max Schreck.
Ο άνθρωπος αυτός υπήρξε σπουδαίος θεατράνθρωπος,
πριν γίνει παγκοσμίως γνωστός από την ταινία του Μουρνάου Nosferatu (1922).
Η τύχη μάλιστα παίζει διασκεδαστικά παιχνίδια, αφού,
κατά σύμπτωση, το τέρας που γέννησε η φαντασία του Άγγλου
Μπραμ Στόκερ, το 1897, και επέπρωτο να γίνει συνώνυμο του τρόμου,
βρήκε την ιδανική του ενσάρκωση στο πρόσωπο ενός
καλλιτέχνη, το επώνυμο του οποίου σημαίνει...τρόμος!
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Tristan Tzara (1896-1963)
Διανοούμενος, ποιητής και θεωρητικός της τέχνης στον εικοστό αιώνα, ιδρυτής (μαζί με τους Χανς Αρπ και Ούγκο Μπαλ) του εικονοκλαστικού κινήματος του Ντανταϊσμού.
Οι ντανταϊστές, προκλητικοί και χλευαστικοί απέναντι στον αρρωστημένο καθωσπρεπισμό της αστικής τάξης, είχαν ως αρχικό στέκι το θρυλικό "Καφέ Βολταίρος" της Ζυρίχης , αλλά απλώθηκαν γρήγορα στη Δυτική Ευρώπη και κάλυψαν όλα τα πεδία της τέχνης.
Από τους κόλπους τους ξεπετάχτηκε ο υπερρεαλισμός, στον οποίο προσχώρησε και ο Τζαρά.
Ο Τζαρά, όπως ο Μπρετόν και πολλοί άλλοι σουρεαλιστές, ερωτοτρόπησε πολλές φορές με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας, από το οποίο αποχώρησε το 1956, διαμαρτυρόμενος για τη στάση του κατά την εξέγερση της Ουγγαρίας και το πνίξιμο της επανάστασης από τα Σοβιετικά στρατεύματα.
VI [.......]
το μεταξύ δύο αντίθετων ειδήσεων σφηνωμένο στόμα κολλά
απροσδόκητα όπως ο κόσμος ανάμεσα στις μασέλες του
και ο πενιχρός φθόγγος θρυμματίζεται στο τζάμι
διότι ποτέ μία λέξη δε δρασκέλισε το κατώφλι
του σώματος [......]
Τριστάν Τζαρά: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΤΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
(L'Homme approximatif), 1931.
Παρίσι 1930. Ιστορική φωτογραφία από μία σύναξη επιφανών σουρεαλιστών.
(Από αριστερά προς τα δεξιά)
Τριστάν Τζαρά, Πολ Ελυάρ, Αντρέ Μπρετόν, Χανς Αρπ,
Σαλβατόρ Νταλί, Υβ Τανγκί , Μαξ Ερνστ, Ρενέ Κρεβέ, Μαν Ρέι.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
ΜΑΡΓΚΑΡΕΤ ΜΙΝΤ
( 1901-15 Νοεμβρίου 1978 )
Ταξίδεψε στα νιάτα της σε περιοχές όπου ζούσαν πρωτόγονοι άνθρωποι και έζησε πολλά χρόνια ανάμεσά τους, μελετώντας τον πολιτισμό τους.
Τα βιβλία της Coming of Age in Samoa: A Psychological Study of Primitive Youth for Western Civilization ( 1928 ) και Sex and Temperament in Three Primitive Societies (1935) έκαναν πάταγο στο χώρο της κοινωνικής ανθρωπολογίας, τινάζοντας πολλά από τα στερεότυπα του "πολιτισμένου" δυτικού ανθρώπου.
Η αναλυτική σκέψη της, μέσω της σχολαστικής καταγραφής και ταξινόμησης της καθημερινότητας και των ηθών και εθίμων των πρωτογόνων του Τροπικού στα νησιά του Ειρηνικού και της Ασίας, αποκρυσταλλώθηκε σε ένα προκλητικό συμπέρασμα για την εποχή της.
Οι πρωτόγονες αυτές κοινωνίες, είπε η Μιντ, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουμε, είναι κοινωνίες της μη-βίας και αυτό τους επιτρέπει να ζουν μια ζωή πιο ευτυχισμένη από τη ζωή των Δυτικών.
Βεβαίως, σήμερα, η θεωρία αυτή έχει καταρριφθεί από τους νεότερους κοινωνικούς ανθρωπολόγους, που απέδειξαν ότι και αυτές οι κοινωνίες είναι εξίσου βίαιες με τις κοινωνίες των "πολιτισμένων" ανθρώπων.
Η ρηξικέλευθη όμως αμερικανίδα ανθρωπολόγος και ψυχολόγος θα μείνει στην ιστορία ως η πρωτοπόρα επιστήμων που δίδαξε γενεές ανθρώπων σχετικά με την αξία του να κοιτούν προσεκτικά και με ανοιχτό μυαλό τους άλλους πολιτισμούς, για να κατανοούν καλύτερα τον σύνθετο χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης.
Παράλληλα, οι αγώνες της για τα δικαιώματα της γυναίκας την κατατάσσουν ανάμεσα στις πιο σπουδαίες γυναίκες όλων των εποχών.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
ΧΕΝΡΙΚ ΙΨΕΝ. (20/3/1828-1906)
Πασίγνωστος Νορβηγός δραματουργός.
Θεωρείται "πατέρας" του σύγχρονου ρεαλιστικού θεάτρου.
Στηλίτευσε την αναλγησία και τις υποκριτικές σχέσεις των ανώτερων αστικών στρωμάτων, συμβάλλοντας στην απομυθοποίηση ενός τρόπου ζωής που στηρίζεται σε ηθικούς κανόνες άκαμπτους και ξένους προς τις βαθύτερες ανάγκες του ανθρώπου.
Η υποδειγματική τεχνική, η βαθιά ψυχολογική ανάλυση των χαρακτήρων,η διεισδυτική ματιά στην άβυσσο των αντικρουόμενων αισθημάτων, των λογικών αμφιβολιών και των παραισθήσεων των ηρώων του αλλά και η ποιητική ατμόσφαιρα που αναδύεταιμέσα από τα έργα του, του δίνουν περίοπτη θέση στο Πάνθεον της παγκόσμιας δραματουργίας.
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ HENRIK IBSEN
( πηγή : WIKIPEDIA)
- 1850 Catiline (Catilina)
- 1850 The Burial Mound (Kjæmpehøjen)
- 1851 Norma (Norma)
- 1852 St. John's Eve (Sancthansnatten)
- 1854 Lady Inger of Oestraat (Fru Inger til Østeraad)
- 1855 The Feast at Solhaug (Gildet paa Solhoug)
- 1856 Olaf Liljekrans (Olaf Liljekrans)
- 1857 The Vikings at Helgeland (Hærmændene paa Helgeland)
- 1862 Love's Comedy (Kjærlighedens Komedie)
- 1863 The Pretenders (Kongs-Emnerne)
- 1865 Brand (Brand)
- 1867 Peer Gynt (Peer Gynt)
- 1869 The League of Youth (De unges Forbund)
- 1873 Emperor and Galilean (Kejser og Galilæer)
- 1877 Pillars of Society (Samfundets Støtter)
- 1879 A Doll's House (Et Dukkehjem)
- 1881 Ghosts (Gengangere)
- 1882 An Enemy of the People (En Folkefiende)
- 1884 The Wild Duck (Vildanden)
- 1886 Rosmersholm (Rosmersholm)
- 1888 The Lady from the Sea (Fruen fra Havet)
- 1890 Hedda Gabler (Hedda Gabler)
- 1892 The Master Builder (Bygmester Solness)
- 1894 Little Eyolf (Lille Eyolf)
- 1896 John Gabriel Borkman (John Gabriel Borkman)
- 1899 When We Dead Awaken (Når vi døde vaagner)
"Peer Gynt" και είναι γραμμένο από το φίλο του συνθέτη Edvard Grieg (1843-1907).
Οι στίχοι του ανήκουν στον Ibsen. Αναγράφεται στον κατάλογο των έργων του Edvard Grieg ως Σουίτα Νο 2. (op. 23 Νο 19).
Ηχογραφήθηκε το 1982 με την Ορχήστρα της Ακαδημίας του Αγίου Μαρτίνου των Αγρών.
Διευθυντής Ορχήστρας ο Σερ Neville Marriner.
Τραγουδά η Lucia Popp.
ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ
( μετάφραση στα Αγγλικά)
The winter may pass
and the spring disappear, the spring disappear;
The summer too will vanish and then the year,
and then the year.
But this I know for certain: you'll come back again,
you'll come back again.
And even as I promised you'll find me waiting then,
you'll find me waiting then.
Oh-oh-oh ....
God help you when wand'ring your way all alone,
your way all alone.
God grant to you his strength as you'll kneel at his throne,
as you'll kneel at his throne.
If you are in heaven now waiting for me,
in heaven for me.
And we shall meet again love and never parted be,
and never parted be!
Oh-oh-oh ....
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Δε θα το ελεγα, διοτι αυτο οπως και τα προηγουμενα ειναι αυτουσια κειμενα απο συγκεκριμενα blogs.
Δλδ, περι Νταλι ειναι του μπλογκερ "Roadartist": https://roadartist.blogspot.com/2009/01/salvador-dal.html
Και τα 2 πρωτα που παρεθεσες, εαν θυμαμαι καλα, του "gerontakos"...
Απο οσο γνωριζω πρεπει να γινεται ακριβης αναφορα των πηγων, εκτος εαν εσυ εισαι ο gerontakos & ο roadartist...
Τι διαφορά έχει να αντιγράφεις μια βιογραφία από ένα απόκομμα εφημερίδας ή από ένα βιβλίο ή από ένα blog ή να κάνεις συρραφή τους;
Η αντιγραφή είναι αντιγραφή...
Για γεγονότα ζωής γράφουμε. Φυσικό κι επόμενο είναι να συμβαίνει αυτό.
Αν συλλέξω μισή γραμμή από 50 blogs για τον ίδιο καλλιτέχνη θα αναφέρω 50 πηγές;
Έτσι το τόπικ θα γίνει η αναφορά των πηγών.
Σκοπός του θέματος αυτού δεν είναι ούτε να μυστικοποιήσουμε καμιά πηγή (όλοι τις χρησιμοποιούμε κι όποιος θέλει τις δηλώνει) ούτε να αναφερθούμε κατ'ανάγκην σε αυτή.
Παραπάνω έχω δηλώσει τις πηγές (εκτός από το ποστ με τη Κλωντίν).
Αυτό που δε δήλωσα είναι τα blogs.
Δε βλέπω το λόγο να διαφημίζονται blogs όταν μάλιστα αυτό αντιβαίνει σε κανονισμό του παρόντος φόρουμ. (μπάϊδεγουέι μόλις έχεις παραβεί κανονισμό περί διαφήμισης άλλων ιστότοπων και μάλιστα παραθέτοντας και το όνομα των βλογκ. Infraction alarm και τα τοιαύτα.)
Σε κάθε περίπτωση, είσαι εκτός θέματος (κι εγώ που μαζί απαντώ)
2. Αν διάβασες παραπάνω, αναφερόμενος στη Καγίρα δήλωσα πως ο λόγος που δεν ανεφέρθη η πηγή είναι διότι και η πηγή έχει αντιγράψει από κάπου. Άρα θα γίνουμε τα φίδια που θα κυνηγούν την αρχή της ουράς τους;
Μπα...don't think so.
Έχεις όμως χάσει την ουσία.
Εδώ δε διεκδικούμε δάφνες για τη καλύτερη ευρεσιτεχνία ούτε την αρτιότερη βιογραφία.
Γράψε ό,τι θες από όπου θες.
Αν θες να ψάχνεις τις πηγές των άλλων, ψάξε. Αν θες εσύ η καγίρα κι άλλοι 300 να αναφέρετε τις πηγές, free to do so.
Απλώς είναι δώρον άδωρον και σου θυμίζω: οι βιογραφίες δεν είναι abstract ούτε πείραμα.
Είναι μια ζωή περασμένη.
Κάποιος την έγραψε πρώτος. Σωστά.
Άντε βρες τον και πες μου τον κι εμένα νωχελικά στ'αυτί.
Στο μεταξύ ας κάνω μια γυροβολιά ιντερνετική να ψαρέψω καμιά "μορφή" κι όταν με το καλό ποστάρω, σου'χω quiz.
Άντε και goodbye!!!!!! (αυτό τώρα από ποιο blog να'ναι, άραγε?)
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Σαλβαδόρ Νταλί.
Ο Σαλβαδόρ Νταλί (11 Μαΐου 1904 – 23 Ιανουαρίου 1989) αποτελεί έναν από τους πλέον γνωστούς ζωγράφους του 20ου αίωνα και μια από τις πιο εκκεντρικές φυσιογνωμίες της σύγχρονης τέχνης. Συνδέθηκε με το καλλιτεχνικό κίνημα του υπερρεαλισμού.
Ο Νταλί (πλήρες όνομα Salvador Felip Jacint Dalí Domènech)ασχολήθηκε εκτός από την ζωγραφική, με τον κινηματογράφο, τη γλυπτική, τη φωτογραφία και τη μόδα.
Καταγόταν από ευκατάστατη οικογένεια. Το 1921 έχασε την μητέρα του από καρκίνο, ενώ μετά από το θάνατό της, ο πατέρας του παντρεύτηκε την αδελφή της, κάτι που ο Νταλί δεν αποδέχτηκε ποτέ. Ένα χρόνο αργότερα εγκαταθίσταται στη Μαδρίτη, όπου και ξεκινά τις σπουδές του.
Αυτή την περιόδο, ο Νταλί πειραματίζεται με τον κυβισμό. Επίσης, έρχεται σε επαφή με το κίνημα του ντανταϊσμού το οποίο θα επηρεάσει σημαντικά το έργο του σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Συνδέεται παράλληλα φιλικά με τον ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και με τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ. Το 1926 αποβάλεται από την ακαδημία λίγο πριν τις τελικές του εξετάσεις, καθώς δηλώνει πως κανένας από τους καθηγητές του δεν είναι άξιος να τον κρίνει.
Την ίδια χρονιά, επισκέπτεται για πρώτη φορά το Παρίσι όπου συναντά τον Πικάσο, ο οποίος είχε ήδη κάποια γνώση γύρω από το έργο του Νταλί. Τα επόμενα χρόνια, στα έργα του Νταλί αποτυπώνονται ισχυρές επιδράσεις από το έργο του Πικάσο αλλά ταυτόχρονα αρχίζει να διαφαίνεται ένα προσωπικό στυλ.
Το 1929, ο Νταλί συνεργάζεται με τον Λουίς Μπουνιουέλ, για τη δημιουργία της ταινίας μικρού μήκους Ανδαλουσιανός Σκύλος .
Ο Νταλί βοηθά ουσιαστικά στο σενάριο της ταινίας, η οποία αποτελεί έως σήμερα την πιο καθαρή εφαρμογή του υπερρεαλισμού στον κινηματογράφο.
Παράλληλα, ο Νταλί γνωρίζει την μελλοντική σύζυγο του και μούσα του, γνωστή ως Γκαλά.
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ο Νταλί δεν έπαψε να τονίζει την ευεργετική επίδραση που άσκησε επάνω του η Γκαλά, την οποία συμπεριλάμβανε συχνά στα έργα του, είτε ως πρωταγωνίστρια, είτε ως παρατηρήτρια των διαδραματιζομένων. Μάλιστα, δεν απέφυγε την υπερβολή, θεωρώντας την -κυριολεκτικά- αγία, και την απεικόνισε πολλές φορές ως ενσάρκωση μυθολογικών προσώπων της αρχαιότητας, ή ακόμα και ως Παναγία.
Την ίδια περίοδο, γίνεται και επίσημα μέλος του υπερρεαλιστικού κινήματος. Στις αρχές της δεκατίας του 1930, ο Νταλί επινοεί επιπλέον την Παρανοϊκο-κριτική μέθοδο, όπως ο ίδιος την αποκαλεί, που αποτελεί ένα είδος υπερρεαλιστικής τεχνικής με σκοπό την πρόσβαση στο ασυνείδητο προς όφελος της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Ο Νταλί στηρίζει την μέθοδο αυτή στην ικανότητα του ανθρώπου να λειτουργεί συνειρμικά, συνδέοντας εικόνες ή αντικείμενα που δεν συνδέονται μεταξύ τους κατ' ανάγκη λογικά. Συνδέεται άμεσα με τον υπερρεαλιστικό αυτοματισμό και τις φροϋδικές θεωρίες γύρω από τα όνειρα.
Το ίδιο «δαιμόνιο» που τον οδήγησε στο κύκλο διανοουμένων του Υπερρεαλισμού το 1929, προκάλεσε συγκρούσεις λίγα χρόνια μετά, και την ρήξη των σχέσεών του με τους Υπερρεαλιστές το 1941.
Ο Υπερρεαλισμός ξεκίνησε κυρίως ως πολιτικο-ιδεολογικό κίνημα από τα συντρίμμια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Αίτημα των Υπερρεαλιστών ήταν η αλλαγή των παραδοσιακών κοινωνικών δομών μέσα από τη διανόηση και την τέχνη.
Και όμως ο Σαλβαντόρ Νταλί αδιαφορούσε προκλητικά για το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι σε μια χώρα που ταλανιζόταν από εμφύλιο πόλεμο και σε μια Ευρώπη που συντασσόταν ή ερχόταν αντιμέτωπη με το Ναζιστικό μηχανισμό.
Η προσήλωση στην προσωπική του πραγματικότητα τον οδήγησε στην «μέγιστη ύβρη», καθώς στην ερώτηση «Τι είναι υπερρεαλισμός;» απαντούσε «Ο Υπερρεαλισμός είμαι εγώ!».
Τότε ο Μπρετόν επινόησε τον περίφημο αναγραμματισμό του ονόματος του Νταλί, ως Avida Dollars (σε ελεύθερη μετάφραση άπληστος για δολάρια) ασκώντας κριτική στο εμπορικό πνεύμα που κατά τη άποψη των υπερρεαλιστών είχε ο Νταλί.
Έτσι ο Σαλβαντόρ Νταλί διεκδίκησε και κατέκτησε μαζί με την προσωπική επιτυχία του, την απόλυτη ανεξαρτησία από ομάδες και τάσεις, βασικό στοιχείο της δημιουργικής του μοναξιάς.
Ίσως ένα από τα πιο ιδιόμορφα στοιχεία για την προσωπικότητα του Νταλί ήταν οι πολιτικές του απόψεις και η προσωπική του ζωή. Αν και αναρχοκομμουνιστής στα νιάτα του, ο σουρεαλιστής δημιουργός έγινε ένας από τους λίγους ανθρώπους του πνεύματος που υποστήριξε το φασιστικό καθεστώς του Φράνκο. Ο ίδιος ο Νταλί ζωγράφισε και ένα πορτραίτο της κόρης του Ισπανού δικτάτορα, ενώ δεν σταμάτησε να ισχυρίζεται ότι παράλληλα παραμένει κομμουνιστής...
Το απόφθεγμα του Όρσον Γουέλς είναι χαρακτηριστικό για τον χαρακτήρα του Νταλί: «Κάποιος πρέπει να συγκρατεί στο μυαλό του δύο πράγματα, ότι ο Νταλί ήταν συγχρόνως ένας πολύ καλός καλλιτέχνης και ένας σιχαμερός άνθρωπος».
Με το ξέσπασμα του πολέμου στην Ευρώπη, ο Νταλί μαζί με την Γκαλά, εγκαθίσταται στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1940, όπου και θα ζήσει για τα επόμενα οκτώ χρόνια. To 1941 εργάζεται για την Walt Disney πάνω στη δημιουργία ενός κινούμενου σχεδίου (το Destino) αλλά μόνο ελάχιστα δευτερόλεπτα παρουσιάζονται ολοκληρωμένα πέντε χρόνια αργότερα. Το 1940 δημοσιεύεται και η αυτοβιογραφία του The Secret Life of Salvador Dali.
Destino (Disney/Dali)
Μετά την παραμονή του στην Αμερική, περνά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Ισπανία. Ενώ την περίοδο 1960-1974 εργάστηκε σχεδόν αποκλειστικά για την δημιουργία του Θεάτρου-Μουσείου Γκαλά-Σαλβαντόρ Νταλί στο Φιγέρας.
Το 1982 ο βασιλιάς Χουάν Κάρλος της Ισπανίας του απονέμει τον τίτλο του μαρκήσιου. Την ίδια χρονιά, πεθαίνει η Γκαλά, γεγονός που του προκαλεί θλίψη και αποπειράται να αυτοκτονήσει.
Πεθαίνει στις 23 Ιανουαρίου του 1989 στην πόλη που γεννήθηκε.
Πηγές: Ζωή του Σαλβαδόρ Νταλί
Μια διαδικτυακή βόλτα σε έργα του:
Ίδρυμα Gala - Salvador Dali
Salvador Dalí Art Gallery
Virtual Dali
alvadordalimuseum.org
εβριμποντι χάπι με τας ρεφερανς;
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Γιόζεφ Γκέμπελς.
Η "αγία" οικογένεια. Ο Γιόζεφ και η Μάγδα με τα έξι
παιδιά τους και το γιο της Μάγδας από τον πρώτο γάμο της.
Τα αθώα ανήλικα "φυγαδεύτηκαν" στον άλλο κόσμο
από τους φανατικούς γονείς τους , για να μην πέσουν στα χέρια των συμμάχων.
Γεννήθηκε το 1897.
Σπούδασε γερμανική λογοτεχνία στη Χαϊδελβέργη και αναγορεύτηκε διδάκτωρ σε νεαρή ηλικία. Φιλοδοξούσε να γίνει συγγραφέας , ώσπου γνώρισε το Χίτλερ, γοητεύθηκε από αυτόν και έγινε το δεξί του χέρι σε θέματα επικοινωνίας και προβολής των ναζιστικών ιδεών.
Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Ναζί δημιούργησε το Υπουργείο Προπαγάνδας και κατάφερε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να μετατρέψει έναν ολόκληρο λαό σε αγέλη άγριων θηρίων που διψούσαν για αίμα. Το απόσπασμα από τα γερμανικά επίκαιρα του 1945 δίνει μια εικόνα από την αδιαφιλονίκητη γοητεία που ασκούσε στις μάζες το νευρωτικό ανθρωπάκι με τον παραληρηματικό του λόγο.
Προσέξτε στα πρόσωπα του ακροατηρίου του την προσδοκία της νίκης που φεγγοβολά στα μάτια τους.
Ενώ το σύμπαν έχει καταρρεύσει γύρω τους και οι σύμμαχοι είναι σε απόσταση αναπνοής από το Βερολίνο, αυτοί επιδοκιμάζουν τα παραμύθια του ψυχοπαθούς ρήτορα περί τελικής νίκης της Γερμανίας.
Το τέρας αυτό λίγες βδομάδες αργότερα ( 1 Μαΐου) θα αυτοκτονήσει μαζί με τη γυναίκα του στο καταφύγιο της Καγκελαρίας, αφού δολοφονήσουν πρώτα εν ψυχρώ με δηλητήριο τα έξι παιδιά τους!
Ακούστε τι λέει ο "καλλιτέχνης":
Γιατί Μορφή τέχνης ο Γκέμπελς; (ακούω φωνές διαμαρτυρίας)
Μα θέλει καλλιτεχνικό ταλέντο να κάνεις την προπαγάνδα επιστήμη.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
Έζρα Πάουντ.
Σπουδαίος ποιητής, από τους σημαντικότερους του εικοστού αιώνα.
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1885, στο Αϊντάχο των ΗΠΑ, και υπήρξε παιδί -θαύμα,
αφού μπήκε στο πανεπιστήμιο στα δεκαπέντε του χρόνια και έγινε φροντιστής-καθηγητής πανεπιστημίου στα είκοσι.
Εγκατέλειψε εντούτοις την ακαδημαϊκή καριέρα, για να ταξιδέψει στην Ευρώπη, όπου έμεινε αρχικά στο Λονδίνο έως το 1920, έπειτα στο Παρίσι έως το 1924 , για να καταλήξει στην Ιταλία , όπου και εγκαταστάθηκε μέχρι τη λήξη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου.
Μολονότι συνδέθηκε με τις σημαντικότερες προσωπικότητες της πρωτοποριακής τέχνης και λογοτεχνίας της εποχής του (Τόμας Έλιοτ, Ο . Γέιτς, Μαρσέλ Ντισάν, Τριστάν Τζαρά, Φερνάντ Λεζέ κ.α.) , στο χώρο της πολιτικής ακολούθησε διαφορετικό δρόμο.
Απογοητευμένος από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, πίστεψε στο Μουσολίνι και έγινε φανατικός οπαδός του. Βοήθησε με όλες του τις δυνάμεις το φασιστικό καθεστώς και κατά τη διάρκεια του πολέμου έκανε προπαγανδιστικές εκπομπές από το ραδιόφωνο προς τους συμπατριώτες του που πολεμούσαν τον Άξονα, καλώντας τους να πετάξουν τα όπλα.
Μετά τη λήξη του πολέμου οι Αμερικανοί τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν αρχικά σε ένα δημόσιο κλουβί και στη συνέχεια σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Πϊζα.
Η περιπέτεια αυτή κλόνισε τα νεύρα του , αλλά ήταν και η πηγή έμπνευσης για μια σειρά ποιημάτων υπό τον τίτλο Τα Κάντος της Πίζας.
Ο Πάουντ θα μεταφερθεί από τους συμπατριώτες του στις ΗΠΑ, όπου θα φυλακιστεί ως προδότης και θα εγκλειστεί επί δώδεκα χρόνια σε ψυχιατρείο. Θα αποφυλακιστεί ύστερα από την ενεργή παρέμβαση μεγάλων προσωπικοτήτων και θα αναχωρήσει για την Ιταλία ,
όπου , ακολουθώντας το δρόμο της συνειδητής σιωπής από το 1961,θα πεθάνει το 1972.
Έργα του:
PERSONAE, ΤΟ ΚΑΝΤΟ ΤΗΣ ΠΙΖΑΣ, ΕΚΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΝΤΟ
Η ΑΛΦΑΒΗΤΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ
ΚΑΤΑΗ
ΚΑΤΑΗ (ΔΙΓΛΩΣΣΗ ΕΚΔΟΣΗ)
ΣΠΟΥΔΗ ΤΩΝ ΚΑΝΤΟ Ι-ΧΧΧ
ΣΧΕΔΙΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
ΤΑ ΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΙΖΑΣ
ΤΑ ΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΙΖΑΣ
ΤΑ ΛΟΥΣΤΡΑ
ΧΙΟΥ ΣΕΛΓΟΥΙΝ ΜΩΜΠΕΡΛΥ
Καγίρα,
Αν οι πηγές μου σε ξεδιψούν, ιδού 10.
Μήπως θα πρέπει να δηλώσω και τη πηγή της πηγής τώρα;
Λίγο έλεος για γαρνίρισμα.
Χαλάρωσε, δεν είναι ιδιοκτησίας η παράθεση της ζωής κάποιων "μορφών" της τέχνης.
Αν αρχίσω και γράφω κατεβατά από καμιά 50ριά βιβλία θα θες κι εκεί τις 50 διαφορετικές πηγές;
Τόπικ είναι. Δεν κάνεις πτυχιακή εδώ. Αν το βλέπεις έτσι δω πέρα, καλύτερα ας μη ποστάρεις μάτια μου.
edit: Ο Παζολίνι απαγγέλει Πάουντ στον ίδιο τον Πάουντ.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Δεσμώτης
Περιβόητο μέλος
* Γεννήθηκε στο Saint-Sauveur-en-Puisaye της Βουργουνδίας, στις 28 Ιανουαρίου 1873. Πέρασε ευτυχισμένα τα παιδικής και εφηβικής ηλικίας, γεγονός που τονίζεται συχνά στα έργα της.
* Εγκατέλειψε την πατρίδα της το 1893 και την ίδια χρονιά παντρεύτηκε το συγγραφέα και κριτικό της μουσικής Henri Gauthier-Villars, τον επονομαζόμενο Willy, δεκατέσσερα χρόνια μεγαλύτερό της, ο οποίος την έφερε στο Παρίσι και έγινε ο μέντοράς της.
*Ο σύζυγός της διέγνωσε το συγγραφικό ταλέντο της και την "ανάγκασε" να γράψει την πετυχημένη σειρά μυθιστορημάτων υπό τον τίτλο "Claudine". Όλα τα μυθιστορήματα κυκλοφόρησαν φέροντας την υπογραφή του και, όταν αποκαλύφθηκε η απάτη, το γεγονός θεωρήθηκε μεγάλο σκάνδαλο.
* Το 1906 η Colette χώρισε τον Willy και για ένα διάστημα έκανε καριέρα ως μίμος και ηθοποιός στο μουσικό θέατρο.
*Το 1912 παντρεύτηκε τον Henry de Jouvenel , διπλωμάτη καριέρας και δημοσιογράφο, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη. Από το 1913, εγκαταλείποντας το θέατρο , ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη δημοσιογραφία και τη συγγραφή μυθιστορημάτων σε φυλλάδια.
* Ο γάμος της Colette με τον Jouvenele θα διαλυθεί το 1925, αλλά δέκα χρόνια αργότερα η η δυναμική γυναίκα δε θα διστάσει να πάει κόντρα στις προκαταλήψεις και να παντρευτεί, για τρίτη φορά, τον Maurice Goudeket, κοντά στον οποίο βρήκε , επιτέλους την ευτυχία.
* Η ακαδημαϊκή αναγνώριση θα έρθει μετά τη λήξη του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου, όταν θα τιμηθεί με το μετάλλιο της " Λεγεώνος της Τιμής" (1945) και θα γίνει Πρόεδρος της Ακαδημίας Goncourt, με την ψήφο των περισσότερων μεγάλων συγγραφέων της εποχής της (1949).
* Η Colette "κοιμήθηκε" σαν σήμερα στο Παρίσι, το 1954, έχοντας αφήσει πίσω της 50 περίπου μυθιστορήματα, πολλά από τα οποία έγιναν μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες, ορισμένα μάλιστα από αυτά εξακολουθούν να διαβάζονται με ζωηρό ενδιαφέρον και στις μέρες μας.
δεν ντρέπομαι για ό,τι είχα και δε λυπάμαι που δεν το έχω πια.
Colette , " Cheri"
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
-
Το forum μας χρησιμοποιεί cookies για να βελτιστοποιήσει την εμπειρία σας.
Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, συναινείτε στη χρήση cookies στον περιηγητή σας.