Valder
Τιμώμενο Μέλος
Ο Αυτοκράτωρ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 40 ετών, επαγγέλεται Χρηματιστής και μας γράφει απο Αυστρία (Ευρώπη). Έχει γράψει 28,072 μηνύματα.
22-06-13
17:28
Θυμάμαι ήταν Ιούνιος του 2005 όταν το κοντέρ στο Στέκι έγραφε Valder - Ηλικία: 21 ετών
Ήταν η εποχή που θεωρούσα τα πάντα μόνιμα, ανέγγιχτα, χαλαρά κι αθάνατα και έκανα ότι κουταμάρα μπορούσατε να φανταστείτε.
Βέβαια και τώρα που είμαι 4 μήνες πριν τα 30, πάλι κάνω ότι κουταμάρα μπορείτε να φανταστείτε, απλά λίγο πιό συγκρατημένα. Ίσως γιατί προσπαθώ να κρατηθώ απ' το παιδί μέσα μου, ίσως γιατί αυτό είμαι κι αυτό πάντα θα είμαι. Μια παιχνιδιάρικη ψυχή. Μια ψυχή που ανακουφίστηκε που πλέον σ αυτή την ηλικία έχει ξεπεράσει το άγχος του να περάσει μαθήματα, να πάρει πτυχίο, να φλερτάρει τη Μήτση απ' τη διπλα σχολή κλπ.
Μια ψυχή όμως που ακόμα ζηλεύει τα νιάτα και λεει "Μακάρι να μπορούσα να μείνω πάντα κολλημένος στο 2005-6-7." Έρωτες, ρακόμελα, φάρσες με το Λαμπρο το Θοδωρή και την Ελένη, τα βρισίδια με τον Κώστα στις εξεταστικές που διαβάζαμε όλη νύχτα και οι κάφροι σκεφτόμασταν να χτίσουμε με τσιμέντο και σκατά μια πόρτα για να κάνουμε φάρσα στο γείτονα, οι φρεντοτσίνο δίπλα στις τουαλέτες της σχολής και ο κλασσικός διάλογος "Τι θες να σου φέρω απ' το κυλικείο; - Ε απο κεινα τα σκατολοίδια με τα κοτοπουλάκια και την αραβική". Το ρολόι που έγραφε 17:05 όταν έμπαινα στο μετρό για να παω να πάρω μια παλιά αγάπη από το σταθμό των τρένων, και το σύγκορμο κοκκάλωμα που υπέστην όταν άκουσα τη φωνή της από πίσω μου να λέει "Δε χρειάζεται (σσ. εννοούσε το τηλέφωνο για να την ειδοποιήσω ότι είμαι στα εκδοτήρια), εδώ είμαι!"
Παντα ανησυχούσα όταν ήμουν μικρός. Μήπως μεγαλώσω και δε ζήσω όλα αυτά που ζούσαν οι άλλοι άνθρωποι. Πάντα γκρίνιαζα και παραπονιόμουν πόσο δύσκολη είναι η ζωή μου. Και ήταν, αντικειμενικά αρκετά δύσκολη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ήμουν και καλότυχο μέσα στην ατυχία μου. Χωρίς να σημαίνει ότι άλλοι άνθρωποι δεν στερήθηκαν περισσότερα απ' όσα εγώ.
Γυρίζω πίσω και τα κοιτάζω και καμιά φορά παλιότερα έλεγα "ας ζούσα για μια ώρα εκεί πίσω τις στιγμές εκείνες". Πλεον ξερω ότι δεν ωφελεί. Δε θα ήταν το ίδιο. Δε θα ήταν κανενας θοδωρής στη σχολή να μας λέει για τα ντραμς του, κανένας κώστας που να ηθελε να χτίσει με τσιμεντόσκατο την πόρτα του γείτονα, καμία αγάπη που να με περίμενε στα τρένα.
Κι ακόμα κι αν υπήρχαν όλοι αυτοί, πιστεύω πως οι στιγμές θα έχαναν με την επανάληψη, αυτό που τις έκανε μοναδικές και ξεχωριστές, και μαζί μ' αυτό, σχημάτισε κι εμένα τον άνθρωπο που είμαι σήμερα. Οπότε λοιπόν θα έλεγα ότι καλώς υπήρξαν και πέρασαν αυτές οι στιγμές, κι ας μην ξανάρθουν ποτέ.
Καμιά φορά συζητάω με τον πατέρα μου, που ειναι 67 χρονών, έναν άνθρωπο που πάντα είχαμε μια σχέση αντιπαλότητας, που ούτε με ενδιέφερε αν θα σηκώσω το τηλέφωνο να ακούσω την κριτική του, και το μόνο που σκέφτομαι πια είναι ότι έχει μεγαλώσει και θα αναγκαστω σε Χ Ψ χρόνια να τον χάσω. Σκέφτομαι ότι έχει ζήσει τα 2/3 της ζωής του, τον βλέπω πια πιό γαλήνιο, τη μάνα μου το ίδιο. Όταν τους σκέφτομαι, βουρκώνω, γιατί σκέφτομαι "Τόσα μέχρι τα 100 τους, αρα έχω πόσα χρόνια ακόμα να τους χαρώ; Τόσα!", για να πάρω την αποστομωτική απάντηση από τον πατέρα μου:
"Παιδί μου δεν αλλάζουν αυτά. Είναι νομοτελειακό. Δεν είσαι των θετικών επιστημών κι έτσι το φιλοσοφείς πιο άδικα. Εϊναι νομοτελειακό, κάποτε θα πεθάνω κι εγώ, κι εσύ", και απλά δε θέλω να το ακούω. Ουτε καν να το ακούω. Θυμώνω γιατί έχει δίκιο και δε μπορώ να το δεχτώ.
Το μόνο που εύχομαι, είναι να ζήσω πολύ, για να δημιουργήσω καινούριες στιγμές και να συγκινηθώ ακόμα πιό πολύ. Ξέρω ότι μια μέρα θα πεθαίνω και θα βλέπω εξω απ' το παράθυρο τα τότε νεα παιδιά όλο αγωνία να κανουν όλα όσα έκανα εγώ στην ηλικία τους, ξέρω ότι δε θα δω πολλά.
Αλλά ελπίζω μέχρι τότε το ταξίδι να είναι πολύ μακρύ, πραγματικά πολύ μακρύ. Το να ζείς είναι δύσκολο, μα διάολε, είναι ωραίο.
Βαθύτατα γεράματα λοιπόν κι από μένα.
Ήταν η εποχή που θεωρούσα τα πάντα μόνιμα, ανέγγιχτα, χαλαρά κι αθάνατα και έκανα ότι κουταμάρα μπορούσατε να φανταστείτε.
Βέβαια και τώρα που είμαι 4 μήνες πριν τα 30, πάλι κάνω ότι κουταμάρα μπορείτε να φανταστείτε, απλά λίγο πιό συγκρατημένα. Ίσως γιατί προσπαθώ να κρατηθώ απ' το παιδί μέσα μου, ίσως γιατί αυτό είμαι κι αυτό πάντα θα είμαι. Μια παιχνιδιάρικη ψυχή. Μια ψυχή που ανακουφίστηκε που πλέον σ αυτή την ηλικία έχει ξεπεράσει το άγχος του να περάσει μαθήματα, να πάρει πτυχίο, να φλερτάρει τη Μήτση απ' τη διπλα σχολή κλπ.
Μια ψυχή όμως που ακόμα ζηλεύει τα νιάτα και λεει "Μακάρι να μπορούσα να μείνω πάντα κολλημένος στο 2005-6-7." Έρωτες, ρακόμελα, φάρσες με το Λαμπρο το Θοδωρή και την Ελένη, τα βρισίδια με τον Κώστα στις εξεταστικές που διαβάζαμε όλη νύχτα και οι κάφροι σκεφτόμασταν να χτίσουμε με τσιμέντο και σκατά μια πόρτα για να κάνουμε φάρσα στο γείτονα, οι φρεντοτσίνο δίπλα στις τουαλέτες της σχολής και ο κλασσικός διάλογος "Τι θες να σου φέρω απ' το κυλικείο; - Ε απο κεινα τα σκατολοίδια με τα κοτοπουλάκια και την αραβική". Το ρολόι που έγραφε 17:05 όταν έμπαινα στο μετρό για να παω να πάρω μια παλιά αγάπη από το σταθμό των τρένων, και το σύγκορμο κοκκάλωμα που υπέστην όταν άκουσα τη φωνή της από πίσω μου να λέει "Δε χρειάζεται (σσ. εννοούσε το τηλέφωνο για να την ειδοποιήσω ότι είμαι στα εκδοτήρια), εδώ είμαι!"
Παντα ανησυχούσα όταν ήμουν μικρός. Μήπως μεγαλώσω και δε ζήσω όλα αυτά που ζούσαν οι άλλοι άνθρωποι. Πάντα γκρίνιαζα και παραπονιόμουν πόσο δύσκολη είναι η ζωή μου. Και ήταν, αντικειμενικά αρκετά δύσκολη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ήμουν και καλότυχο μέσα στην ατυχία μου. Χωρίς να σημαίνει ότι άλλοι άνθρωποι δεν στερήθηκαν περισσότερα απ' όσα εγώ.
Γυρίζω πίσω και τα κοιτάζω και καμιά φορά παλιότερα έλεγα "ας ζούσα για μια ώρα εκεί πίσω τις στιγμές εκείνες". Πλεον ξερω ότι δεν ωφελεί. Δε θα ήταν το ίδιο. Δε θα ήταν κανενας θοδωρής στη σχολή να μας λέει για τα ντραμς του, κανένας κώστας που να ηθελε να χτίσει με τσιμεντόσκατο την πόρτα του γείτονα, καμία αγάπη που να με περίμενε στα τρένα.
Κι ακόμα κι αν υπήρχαν όλοι αυτοί, πιστεύω πως οι στιγμές θα έχαναν με την επανάληψη, αυτό που τις έκανε μοναδικές και ξεχωριστές, και μαζί μ' αυτό, σχημάτισε κι εμένα τον άνθρωπο που είμαι σήμερα. Οπότε λοιπόν θα έλεγα ότι καλώς υπήρξαν και πέρασαν αυτές οι στιγμές, κι ας μην ξανάρθουν ποτέ.
Καμιά φορά συζητάω με τον πατέρα μου, που ειναι 67 χρονών, έναν άνθρωπο που πάντα είχαμε μια σχέση αντιπαλότητας, που ούτε με ενδιέφερε αν θα σηκώσω το τηλέφωνο να ακούσω την κριτική του, και το μόνο που σκέφτομαι πια είναι ότι έχει μεγαλώσει και θα αναγκαστω σε Χ Ψ χρόνια να τον χάσω. Σκέφτομαι ότι έχει ζήσει τα 2/3 της ζωής του, τον βλέπω πια πιό γαλήνιο, τη μάνα μου το ίδιο. Όταν τους σκέφτομαι, βουρκώνω, γιατί σκέφτομαι "Τόσα μέχρι τα 100 τους, αρα έχω πόσα χρόνια ακόμα να τους χαρώ; Τόσα!", για να πάρω την αποστομωτική απάντηση από τον πατέρα μου:
"Παιδί μου δεν αλλάζουν αυτά. Είναι νομοτελειακό. Δεν είσαι των θετικών επιστημών κι έτσι το φιλοσοφείς πιο άδικα. Εϊναι νομοτελειακό, κάποτε θα πεθάνω κι εγώ, κι εσύ", και απλά δε θέλω να το ακούω. Ουτε καν να το ακούω. Θυμώνω γιατί έχει δίκιο και δε μπορώ να το δεχτώ.
Το μόνο που εύχομαι, είναι να ζήσω πολύ, για να δημιουργήσω καινούριες στιγμές και να συγκινηθώ ακόμα πιό πολύ. Ξέρω ότι μια μέρα θα πεθαίνω και θα βλέπω εξω απ' το παράθυρο τα τότε νεα παιδιά όλο αγωνία να κανουν όλα όσα έκανα εγώ στην ηλικία τους, ξέρω ότι δε θα δω πολλά.
Αλλά ελπίζω μέχρι τότε το ταξίδι να είναι πολύ μακρύ, πραγματικά πολύ μακρύ. Το να ζείς είναι δύσκολο, μα διάολε, είναι ωραίο.
Βαθύτατα γεράματα λοιπόν κι από μένα.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 10 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.