Βλα
Πολύ δραστήριο μέλος
Ο Βλαδίμηρος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 29 ετών και επαγγέλεται Μεταπτυχιακός Φοιτητής/τρια. Έχει γράψει 1,637 μηνύματα.
20-07-19
22:30
Από την "Πείνα" του Κνουτ Χάμσουν (1890)
«Ψάχνω ασυναίσθητα τις τσέπες μου για δύο κορόνες. Ο ερωτισμός που αναδίδει κάθε κίνηση των περαστικών, το χαμηλό φως από τα φανάρια του γκαζιού, η ήσυχη νύχτα που δείχνει να εγκυμονεί κάτι, όλα μαζί έχουν αρχίσει να με επηρεάζουν: η ατμόσφαιρα που είναι πλημμυρισμένη από ψιθυρίσματα, αγκαλιάσματα, φλογερές εξομολογήσεις, μισόλογα, σιγανά βογκητά. Κάποιες γάτες ζευγαρώνουν με δυνατά νιαουρίσματα στην είσοδο του κήπου Μπλούμκβιστ. Κι εγώ δεν είχα καν δύο κορόνες. Ήταν ένα μαρτύριο, δυστυχία που όμοιά της δεν υπάρχει, να είμαι τόσο εξαθλιωμένος. Τι ταπείνωση, τι ντροπή! Κι άρχισα ξανά να σκέφτομαι το τελευταίο ψίχουλο της φτωχής χήρας που θα είχα κλέψει, το πηλήκιο ή το μαντήλι κανενός μαθητή, το σακούλι κανενός ζητιάνου, και θα τα είχα πάει στον παλιατζή χωρίς καμία αναστολή και θα τα ξόδευα για ένα ξεφάντωμα. Προκειμένου να παρηγορούμαι και να δικαιολογώ τον εαυτό μου, άρχισα να βρίσκω όλα τα πιθανά ελλατώματα σε αυτούς τους χαρούμενους ανθρώπους που με τριγύριζαν. Σήκωνα τους ώμους θυμωμένα και κοίταζα περιφρονητικά όλα εκείνα τα ζευγάρια που περνούσαν πλάι μου. Εκείνα τα ολιγαρκή βουτυρόπαιδα, τους φοιτητές που νόμιζαν πως γίνονταν Ευρωπαίοι θωπεύοντας το στήθος καμιάς μοδιστρούλας! Εκείνους του νεαρούς κυρίους, τραπεζίτες, μεγαλομπακαλάκηδες, δανδήδες της καλής κοινωνίας που δεν απέκρουαν ούτε τις γυναίκες των ναυτικών, παχιές κότες από την αγορά σάρκας, που δεν δίσταζαν να τους παραδοθούν στην πρώτη σκοτεινή είσοδο για ένα κύπελλο μπίρα! Τι σειρήνες, Θεέ μου! Η θέση δίπλα τους ήταν ακόμη ζεστή από τον πυροσβέστη ή σταβλίτη της προηγούμενης βραδιάς• ο θρόνος ήταν πάντα διαθέσιμος, πάντα ορθάνοιχτος – παρακαλώ, ανεβείτε!... Έφτυσα στο πεζοδρόμιο, χωρίς να με νοιάζει αν θα πετύχαινα κάποιον, θυμωμένος και γεμάτος περιφρόνηση για όλους εκείνους που τρίβονταν ο ένας πάνω στον άλλο και ζευγάρωναν μπροστά στα μάτια μου. Όρθωσα το κεφάλι μου και ένιωσα βαθιά μέσα μου πόσο ευλογημένος που μπορούσα να ακολουθώ τον σωστό δρόμο.»