Νωεύς
Τιμώμενο Μέλος
Ο Ιάσων αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Μαθητής/τρια και μας γράφει απο Άγιο Πνεύμα (Σέρρες). Έχει γράψει 5,713 μηνύματα.
25-11-09
08:56
« Ούρλιαζα αλλά δεν με άκουγαν. ...
« ονειρευόταν μια καλύτερη ζωή ».
* * * * *
σχόλιο : ............... χωρίς σχόλια ..................
Ναι, ένα σχόλιο: "Φωνή βοώντος εν τη ερήμω"!
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Νωεύς
Τιμώμενο Μέλος
Ο Ιάσων αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Μαθητής/τρια και μας γράφει απο Άγιο Πνεύμα (Σέρρες). Έχει γράψει 5,713 μηνύματα.
31-10-07
16:53
Αντί "σχολίων": Τα «μυστικά της ζωντάνιας»
«Έν το Παν», αλλά και κάθε «έν», είναι «παν». Την επίγνωση αυτή απώλεσε ο άνθρωπος, αφʼ ης στιγμής γεννήθηκε μέσα του η ενοχή.
Η ενοχή προϋποθέτει διχασμό: ένθεν το «έν», κακείθεν το «παν». Το «καλό» και το «κακό», στη συνέχεια, δεν θα αφορά τα «ένθεν» και «κακείθεν», αλλά το «έν» και το «παν» ξεχωριστά. Η γνώση «του καλού και του κακού» έτσι κι αλλιώς, στην ιστορία των ανθρώπων, ξεκινάει πάντα, από του «κακού»: «εκ νηπιότητος…». μαρτυράει και η Βίβλος.
Η ενοχή είναι συνείδηση της ασυνειδησίας. Αυτό την κάνει θανατερή. Η συνείδηση της ασυνειδησίας από τη φύση της, είναι κενό προσώπου, είναι το «μη τε έν»(μηδέν).
Η αποκάλυψη του μηδενός στον άνθρωπο, μόνον εμπειρικά-ιστορικά μπορούσε να γίνει. Και τούτο, άπαξ. Η επανάληψη, έγινε θάνατος. Η ενοχή, ως συνείδηση της ασυνειδησίας, είναι μονοδιάστατη, επειδή στο βλέμμα της το φως είναι απλά και μόνον, μία υπόμνηση του σκότους. Εκεί, εξυφαίνεται μία πλάνη, που ακόμα κι αν δεν επιλεγεί «εν πνεύματι και αληθεία», αρκεί το ότι έγινε, «συν-γνωστή»!
Οι περισσότερες επαναλήψεις της ενοχής, οφείλονται σε παρακάμψεις της απλής λογικής. Χαράζεται έτσι η παράλληλη οδός: εκείνη της πίστης και της βεβαιότητας. Εκείνης, που το ένα όριό της είναι η βλακεία. Παρά ταύτα, η βλακεία αυτή καθεαυτή, δεν ενέχεται για τον θάνατο των ανθρώπων. Την προστατεύει, η ανάμνηση και μόνον της χαμένης αθωότητας που τη γέννησε. Γιʼ αυτό σε καιρούς, που φουντώνει στα ανθρώπινα ήθη η αναγκαιότητα της πονηρίας, η αθωότητα αποτελεί προνόμιο των «κατά τα άλλα ηλιθίων» ή «σαλών». Ο μακαρισμός των «πτωχών τω πνεύματι», καθώς φανέρωσε περίτρανα η ιστορία τόσων «χιλιάδων χρόνων», και ακρογωνιαίος ήταν και δίστομα κοφτερός.
Η σχεδόν ενστικτώδης ενοχή, για την ανθρώπινη ύπαρξη, αποτελεί το κλειδί όλων των δυνατών(πιθανών) «κωδικών ελέγχου», της ζωντάνιας της. Από τη φυσιολογία των κυττάρων, μέχρι τις πιο φωτεινές-σκοτεινές σκέψεις, η ενοχή είναι «κόμπος που φτάνει στο χτένι», και η ανθρώπινη ύπαρξη τότε, ανακτά πλήρη συναίσθηση της ζωντάνιας της: «μεταξύ ζωής και θανάτου» ή, αλλιώς, «Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου»!
Από την μονογενή αυτή συναίσθηση ζωντάνιας, η ανθρώπινη ύπαρξη δανείζεται πάντα την ποικιλία όλων των υπόλοιπων συναισθημάτων, που συνήθως αμβλύνουν, έτσι ή αλλιώς, την αλήθεια της ζωντάνιας. Αν δεν υπήρχαν όμως συναισθήματα, δεν θα υπήρχε και λήθη. Όλα τα «υπόλοιπα συναισθήματα», είναι σαν τα εφτά πέπλα της Σαλώμης, που έκρυβαν το λικνιζόμενο κορμί της, από τις επιθυμίες του Ηρώδη. Ώσπου εκείνος ξεπέρασε τον «κόμπο μέσα» του και ξέσπασε, στους «κωδικούς ελέγχου» του: στην κεφαλή του έγκλειστου Ιωάννη του Βαπτιστή.
Η κεφαλή, από καταβολής κόσμου, είναι το σύμβολο της Αρχής και κάθε αρχής. Είναι το κέντρο της ύπαρξης που το φέρνει επί γης, όσο είναι και ο θρόνος του Θεού στον ουρανό. Χάρη στο κεφάλι του και ο άνθρωπος, ψάχνει την αρχή του και δεν βρίσκει, παρά το τέλος του. Γιατί, ενώ όλες οι αλήθειες του κατοικούν εκεί, αυτός τις ψάχνει αλλού: «Η Βασιλεία των ουρανών εντός ημών εστί», όμως. Και έτσι, «τρώει το κεφάλι του», κατά τη λαϊκή ιστορική επίγνωση.
Η λαϊκή ιστορική επίγνωση υπονοείται, πίσω ή κάτω από τις κοινές παραδόσεις ενός γήινου είδους. Πόσο μάλλον, του ανθρώπινου. Η λαϊκή παράδοση των ανθρώπων είναι που τους καθιστά ανθρώπους. Κάθε άλλη, εξωτερική προς αυτούς, παράδοση, ανήκει στην πρόνοια, ίσως, κάποιου Θεού, αλλά έξω από τα δικά τους κεφάλια. Στο ανθρώπινο κεφάλι, υπάρχει η «λαϊκή παράδοση», ως Ego! Είναι η φωνή της υπόφυσης, σε κατάσταση υπόνοιας, το πρώτο κλάμα και το τελευταίο δάκρυ μαζί. Αν η πρόνοια είναι πράγματι θεϊκή, τότε και η υπόνοια είναι, πράγματι διαβολική. Στη φύση όμως των πραγμάτων που συνθέτουν τον όλο άνθρωπο, η υπόνοια συντελείται, με πολύ πιο συγκεκριμένη ιδιοτροπία: με «χημική»!
Όλα συγκλίνουν σήμερα για την ολιστική ιστορική ματιά, στην «υπόνοια»- έστω!- ότι το ζήτημα της ανθρώπινης υπόφυσης, αρά και του κεφαλιού του, απασχόλησε τη σοφία των ιστορικών και «προϊστορικών» αιώνων, ως κεντρικό σημείο αναφοράς. Ο μύθος και το μυστήριο, ακόμη και στις αρχές της φωτισμένης εποχής μας, της «Αναγέννησης», είναι η πραγματική αιτία, που κανένας δεν μπορεί αληθινά να βρει τα σύνορα, ιστορίας και προ-ιστορίας. Αλλά ακόμη και αυτά, τον μύθο και τα μυστήρια, η λαϊκή παραδοχή τα έχει καταχωρημένα στο απόφθεγμα, «όλα συμβαίνουν στο κεφάλι μας». Χωρίς το «κεφάλι» μας, ακόμη και η ιστορία δεν θα ήταν, πιο αληθινή από τους μύθους.
Πριν από την αρχή των χριστιανικών χρόνων, η ευρασιατική ανθρωπότητα σε γενικές γραμμές, ήταν διαποτισμένη από τη λαϊκή βεβαιότητα, για μία παρωχημένη εποχή ανθρώπινου γιγαντισμού. Πίσω από τον ενστικτώδη «μυστικισμό», που εξάπτει συνήθως ο φόβος του γονέα για το μπόι, π.χ., του νεογέννητου, η σύγχρονη επιστημονική έρευνα καλείται να αναζητήσει τους πρώτους ιούς της ιστορίας, μέσα στο κεφαλάκι του. Το κλάμα του, από μία τέτοια «μυστικιστική» εκδοχή της λαϊκής παράδοσης, είναι η φυσική κατάληξη του τρόμου, που συγκεντρώνει μονομιάς απʼ έξω, η υπόφυση του νεογέννητου «κεφαλιού».
Το ελληνικό «άλφα»( α), στη παραδοσιακή του πανανθρώπινη συμβολική, σημαίνει ακριβώς, «φωνή στο φως»: «εν αρχή ην ο λόγος και ο λόγος είναι φως». Και το πρώτο κλάμα ενός νεογέννητου ανθρώπου, δεν είναι παρά ένας αιφνίδιος χείμαρρος από ασύντακτα «ααα». Γιʼ αυτό, σχεδόν σε όλη την ευρασιατική ήπειρο, θεωρούνταν και θεωρείται «αφύσικο», αν ένας νεογέννητος άνθρωπος δεν πρωτοσυναντήσει τον κόσμο, με «τρόμο της υπόφυσής» του, με κλάμα. Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίος και ο ηθικός υμένας, όπου περικλείει ο άνθρωπος τις κρίσεις του, για το κλάμα. Το κλάμα είναι μαρτύριο περιορισμού: προηγούμενου, παρόντος και «μελλοντικού». Περιορισμένα, «α»: είναι μαρτυρία ηθικής. Αυτή με τη σειρά της, εξασφαλίζει τη βεβαιότητα, ότι το «ενοχικό» βρίσκεται σε εγρήγορση. Το σκοτάδι ποτέ δεν λαχταράει το φως, αλλά κάθε πρωινό, «βάζει την ουρά κάτω απʼ τα σκέλια του». Ξυπνούν, οι Άνθρωποι!
:
«Έν το Παν», αλλά και κάθε «έν», είναι «παν». Την επίγνωση αυτή απώλεσε ο άνθρωπος, αφʼ ης στιγμής γεννήθηκε μέσα του η ενοχή.
Η ενοχή προϋποθέτει διχασμό: ένθεν το «έν», κακείθεν το «παν». Το «καλό» και το «κακό», στη συνέχεια, δεν θα αφορά τα «ένθεν» και «κακείθεν», αλλά το «έν» και το «παν» ξεχωριστά. Η γνώση «του καλού και του κακού» έτσι κι αλλιώς, στην ιστορία των ανθρώπων, ξεκινάει πάντα, από του «κακού»: «εκ νηπιότητος…». μαρτυράει και η Βίβλος.
Η ενοχή είναι συνείδηση της ασυνειδησίας. Αυτό την κάνει θανατερή. Η συνείδηση της ασυνειδησίας από τη φύση της, είναι κενό προσώπου, είναι το «μη τε έν»(μηδέν).
Η αποκάλυψη του μηδενός στον άνθρωπο, μόνον εμπειρικά-ιστορικά μπορούσε να γίνει. Και τούτο, άπαξ. Η επανάληψη, έγινε θάνατος. Η ενοχή, ως συνείδηση της ασυνειδησίας, είναι μονοδιάστατη, επειδή στο βλέμμα της το φως είναι απλά και μόνον, μία υπόμνηση του σκότους. Εκεί, εξυφαίνεται μία πλάνη, που ακόμα κι αν δεν επιλεγεί «εν πνεύματι και αληθεία», αρκεί το ότι έγινε, «συν-γνωστή»!
Οι περισσότερες επαναλήψεις της ενοχής, οφείλονται σε παρακάμψεις της απλής λογικής. Χαράζεται έτσι η παράλληλη οδός: εκείνη της πίστης και της βεβαιότητας. Εκείνης, που το ένα όριό της είναι η βλακεία. Παρά ταύτα, η βλακεία αυτή καθεαυτή, δεν ενέχεται για τον θάνατο των ανθρώπων. Την προστατεύει, η ανάμνηση και μόνον της χαμένης αθωότητας που τη γέννησε. Γιʼ αυτό σε καιρούς, που φουντώνει στα ανθρώπινα ήθη η αναγκαιότητα της πονηρίας, η αθωότητα αποτελεί προνόμιο των «κατά τα άλλα ηλιθίων» ή «σαλών». Ο μακαρισμός των «πτωχών τω πνεύματι», καθώς φανέρωσε περίτρανα η ιστορία τόσων «χιλιάδων χρόνων», και ακρογωνιαίος ήταν και δίστομα κοφτερός.
Η σχεδόν ενστικτώδης ενοχή, για την ανθρώπινη ύπαρξη, αποτελεί το κλειδί όλων των δυνατών(πιθανών) «κωδικών ελέγχου», της ζωντάνιας της. Από τη φυσιολογία των κυττάρων, μέχρι τις πιο φωτεινές-σκοτεινές σκέψεις, η ενοχή είναι «κόμπος που φτάνει στο χτένι», και η ανθρώπινη ύπαρξη τότε, ανακτά πλήρη συναίσθηση της ζωντάνιας της: «μεταξύ ζωής και θανάτου» ή, αλλιώς, «Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου»!
Από την μονογενή αυτή συναίσθηση ζωντάνιας, η ανθρώπινη ύπαρξη δανείζεται πάντα την ποικιλία όλων των υπόλοιπων συναισθημάτων, που συνήθως αμβλύνουν, έτσι ή αλλιώς, την αλήθεια της ζωντάνιας. Αν δεν υπήρχαν όμως συναισθήματα, δεν θα υπήρχε και λήθη. Όλα τα «υπόλοιπα συναισθήματα», είναι σαν τα εφτά πέπλα της Σαλώμης, που έκρυβαν το λικνιζόμενο κορμί της, από τις επιθυμίες του Ηρώδη. Ώσπου εκείνος ξεπέρασε τον «κόμπο μέσα» του και ξέσπασε, στους «κωδικούς ελέγχου» του: στην κεφαλή του έγκλειστου Ιωάννη του Βαπτιστή.
Η κεφαλή, από καταβολής κόσμου, είναι το σύμβολο της Αρχής και κάθε αρχής. Είναι το κέντρο της ύπαρξης που το φέρνει επί γης, όσο είναι και ο θρόνος του Θεού στον ουρανό. Χάρη στο κεφάλι του και ο άνθρωπος, ψάχνει την αρχή του και δεν βρίσκει, παρά το τέλος του. Γιατί, ενώ όλες οι αλήθειες του κατοικούν εκεί, αυτός τις ψάχνει αλλού: «Η Βασιλεία των ουρανών εντός ημών εστί», όμως. Και έτσι, «τρώει το κεφάλι του», κατά τη λαϊκή ιστορική επίγνωση.
Η λαϊκή ιστορική επίγνωση υπονοείται, πίσω ή κάτω από τις κοινές παραδόσεις ενός γήινου είδους. Πόσο μάλλον, του ανθρώπινου. Η λαϊκή παράδοση των ανθρώπων είναι που τους καθιστά ανθρώπους. Κάθε άλλη, εξωτερική προς αυτούς, παράδοση, ανήκει στην πρόνοια, ίσως, κάποιου Θεού, αλλά έξω από τα δικά τους κεφάλια. Στο ανθρώπινο κεφάλι, υπάρχει η «λαϊκή παράδοση», ως Ego! Είναι η φωνή της υπόφυσης, σε κατάσταση υπόνοιας, το πρώτο κλάμα και το τελευταίο δάκρυ μαζί. Αν η πρόνοια είναι πράγματι θεϊκή, τότε και η υπόνοια είναι, πράγματι διαβολική. Στη φύση όμως των πραγμάτων που συνθέτουν τον όλο άνθρωπο, η υπόνοια συντελείται, με πολύ πιο συγκεκριμένη ιδιοτροπία: με «χημική»!
Όλα συγκλίνουν σήμερα για την ολιστική ιστορική ματιά, στην «υπόνοια»- έστω!- ότι το ζήτημα της ανθρώπινης υπόφυσης, αρά και του κεφαλιού του, απασχόλησε τη σοφία των ιστορικών και «προϊστορικών» αιώνων, ως κεντρικό σημείο αναφοράς. Ο μύθος και το μυστήριο, ακόμη και στις αρχές της φωτισμένης εποχής μας, της «Αναγέννησης», είναι η πραγματική αιτία, που κανένας δεν μπορεί αληθινά να βρει τα σύνορα, ιστορίας και προ-ιστορίας. Αλλά ακόμη και αυτά, τον μύθο και τα μυστήρια, η λαϊκή παραδοχή τα έχει καταχωρημένα στο απόφθεγμα, «όλα συμβαίνουν στο κεφάλι μας». Χωρίς το «κεφάλι» μας, ακόμη και η ιστορία δεν θα ήταν, πιο αληθινή από τους μύθους.
Πριν από την αρχή των χριστιανικών χρόνων, η ευρασιατική ανθρωπότητα σε γενικές γραμμές, ήταν διαποτισμένη από τη λαϊκή βεβαιότητα, για μία παρωχημένη εποχή ανθρώπινου γιγαντισμού. Πίσω από τον ενστικτώδη «μυστικισμό», που εξάπτει συνήθως ο φόβος του γονέα για το μπόι, π.χ., του νεογέννητου, η σύγχρονη επιστημονική έρευνα καλείται να αναζητήσει τους πρώτους ιούς της ιστορίας, μέσα στο κεφαλάκι του. Το κλάμα του, από μία τέτοια «μυστικιστική» εκδοχή της λαϊκής παράδοσης, είναι η φυσική κατάληξη του τρόμου, που συγκεντρώνει μονομιάς απʼ έξω, η υπόφυση του νεογέννητου «κεφαλιού».
Το ελληνικό «άλφα»( α), στη παραδοσιακή του πανανθρώπινη συμβολική, σημαίνει ακριβώς, «φωνή στο φως»: «εν αρχή ην ο λόγος και ο λόγος είναι φως». Και το πρώτο κλάμα ενός νεογέννητου ανθρώπου, δεν είναι παρά ένας αιφνίδιος χείμαρρος από ασύντακτα «ααα». Γιʼ αυτό, σχεδόν σε όλη την ευρασιατική ήπειρο, θεωρούνταν και θεωρείται «αφύσικο», αν ένας νεογέννητος άνθρωπος δεν πρωτοσυναντήσει τον κόσμο, με «τρόμο της υπόφυσής» του, με κλάμα. Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίος και ο ηθικός υμένας, όπου περικλείει ο άνθρωπος τις κρίσεις του, για το κλάμα. Το κλάμα είναι μαρτύριο περιορισμού: προηγούμενου, παρόντος και «μελλοντικού». Περιορισμένα, «α»: είναι μαρτυρία ηθικής. Αυτή με τη σειρά της, εξασφαλίζει τη βεβαιότητα, ότι το «ενοχικό» βρίσκεται σε εγρήγορση. Το σκοτάδι ποτέ δεν λαχταράει το φως, αλλά κάθε πρωινό, «βάζει την ουρά κάτω απʼ τα σκέλια του». Ξυπνούν, οι Άνθρωποι!
:
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 16 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.