Ανθολογία Παραμυθιών

xanp

Δραστήριο μέλος

Η Ξανθή αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 43 ετών και επαγγέλεται IT. Έχει γράψει 668 μηνύματα.
Ελένη στο συστήνω ανεπιφύλακτα....το διαβάζω από μικρή και ακόμα το έχω ανάγκη μερικές φορές όταν θέλω κάτι να διαβάσω για να διασκεδάσω...Όπως είπαμε βέβαια γούστα είναι αυτά αλλά πιστεύω ότι θα σου αρέσει.Περιμένω πως και πως την ώρα να μεγαλώσει λίγο ο μικρός να το διαβάζω και να γελάμε όλοι μαζί παρέα!:D
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Η Αναμελλα, Νεραιδα της ψυχης...:)

Το σπίτι της Αναμέλλας είναι σε ένα δάσος με αμέτρητα δέντρα, λουλούδια, θάμνους, ποτάμια, ρυάκια και λίμνες. Σε αυτό το δάσος ζουν και άλλες νεράιδες που η καθεμιά χρησιμοποιεί το μαγικό ραβδάκι της και για άλλο σκοπό. Ζουν πολλά πουλιά που κάθε μέρα, την ώρα που οι στάλες της πρωινής δροσιάς λαμπυρίζουν σαν διαμαντάκια όταν τις χτυπούν οι ακτίνες του ήλιου, το πλημμυρίζουν με το μελωδικό του τραγούδι. Ζουν ζωάκια που χαρούμενα παίζουν με τα κουκουνάρια που έχουν πέσει από τα πεύκα, πλατσουρίζουν στα ρυάκια, ψάχνουν το φαγητό τους. Ζουν όμως και κακιές μάγισσες και μάγοι που χρησιμοποιούν το δάσος για να κρύψουν τα υποχθόνια σχέδιά τους, που φτιάχνουν τα μαγικά τους φίλτρα. Ζουν και άγρια θηρία που είναι έτοιμα να κατασπαράξουν όποιο αθώο πλάσμα βρεθεί στο δρόμο τους μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν τη λαιμαργία τους.
Σε κάθε δάσος ζει και ένας ξυλοκόπος. Ο ξυλοκόπος αυτού του δάσους είχε δυο παιδάκια. Ένα αγοράκι κι ένα κοριτσάκι. Ζούσαν οι τρεις τους, αφού η γυναίκα του ξυλοκόπου είχε πεθάνει, σε μια ξύλινη καλύβα στην άκρη του δάσους. Τα παιδάκια ήταν μικρά ακόμη για να πάνε σχολείο έτσι περνούσαν τη μέρα τους παίζοντας ξέγνοιαστα στο ξέφωτο που ήταν κοντά στην καλύβα τους ενώ ο πατέρας τους λίγο πιο βαθιά στο δάσος δούλευε σκληρά.
Μια μέρα τα δυο αδελφάκια ενώ έπαιζαν είδαν ένα λαγό και αποφάσισαν να τον κυνηγήσουν. Ο άμοιρος ο λαγός όμως τρόμαξε και έτρεξε να κρυφτεί. Τα παιδιά δεν το έβαλαν κάτω και συνέχισαν να τον κυνηγούν. Όχι πως είχαν κάποιο σκοπό. Απλά για παιγνίδι. Το παιγνίδι όμως αυτό έμελλε να τα οδηγήσει βαθιά στο δάσος. Κάποια στιγμή αποκαμωμένα από το τρέξιμο και απογοητευμένα που έχασαν το λαγό σταμάτησαν. Τότε κατάλαβαν πως είχαν απομακρυνθεί πάρα πολύ από το σπίτι τους. Δεν άκουγαν το τσεκούρι του πατέρα τους. Γύρω τους ήταν θεόρατα δέντρα, το ένα δίπλα στο άλλο σα να σχημάτιζαν έναν πανύψηλο φράχτη. Δεν ήξεραν ποια κατεύθυνση να πάρουν για να γυρίσουν στο σπίτι τους. Η κούραση και ο φόβος για το τι θα γίνει έκαναν τα παιδικά ματάκια να πλημμυρίσουν από δάκρυα. Οι λυγμοί τους ήταν ένα μελαγχολικό τραγούδι που όμως ξένισε τα πουλιά και τα έκανε να σταματήσουν το δικό τους χαρούμενο σκοπό.
Εκεί κοντά ήταν μια λιμνούλα που η νεράιδα μας η Αναμέλλα συνήθιζε να λούζει τα χρυσαφένια της μαλλιά. Η Αναμέλλα, άκουσε το τραγούδι των λυγμών και η ψυχή της σκίρτησε από αγωνία. Έτρεξε γρήγορα και όταν έφτασε στα δυο αδέλφια τα είδε αγκαλιασμένα και τρομαγμένα. Πλησίαζε αργά και με την κρυστάλλινη φωνή της τα ρώτησε πως βρέθηκαν εκεί. Όταν τα παιδιά της εξήγησαν τα αγκάλιασε τρυφερά, κατόπιν τους έδωσε να φάνε λίγους βολβούς από γλυκοπατάτα και να πιούνε νέκταρ λουλουδιών. Για να ηρεμήσει την ψυχούλα τους τους είπε παραμύθια και τραγούδησε το πιο όμορφο νανούρισμα...
Ο ξυλοκόπος όταν πήγε στο ξέφωτο να δει αν είναι καλά τα παιδιά και αντιλήφθηκε πως τα παιδιά έλειπαν κόντεψε να τρελαθεί από την αγωνία του. Έψαξε έψαξε αλλά τίποτα. Συντετριμμένος, γύρισε στην καλύβα του όταν νύχτωσε και δε μπορούσε πια να δει και κάθησε στο τραπέζι. Στήριξε το κεφάλι με τα χέρια του και άρχισε να κλαίει ώσπου αποκοιμήθηκε.
Η καλή νεράιδα, μόλις άρχισε να χαράζει η νέα μέρα, πήρε τα δυο αδελφάκια, αποκοιμισμένα, στην αγκαλιά της και τα πήγε σε ένα μαλακό θάμνο λίγα μέτρα πιο πέρα από το σπίτι τους. Ήταν καλοκαίρι και δεν είχε κρύο έτσι δεν υπήρχε κίνδυνος να αρρωστήσουν. Όταν ο ήλιος άρχισε να ανεβαίνει το αγοράκι ξύπνησε. Είδε πως ήταν δίπλα από το σπίτι τους και γρήγορα γρήγορα φώναξε στην αδελφούλα του να ξυπνήσει. Τα δυο παιδιά δεν κατάλαβαν τι έγινε αλλά ήταν τόσο ευτυχισμένα που άρχισαν να τρέχουν, να χορεύουν και να τραγουδούν. Οι χαρούμενες φωνές ξύπνησαν τον αποκαμωμένο πατέρα τους. Πετάχτηκε ευθύς και έτρεξε να αγκαλιάσει τα παιδιά του...
Η Αναμέλλα πίσω από ένα δέντρο παρακολουθούσε την ευτυχισμένη οικογένεια και ικανοποιημένη επέστρεψε στη λιμνούλα της. Αυτή ήταν η πρώτη της επαφή με τους ανθρώπους και από τότε ανέλαβε να προστατεύει τα δυο αδελφάκια αλλά και όλα τα παιδιά που τύχαινε να βρεθούν στο δάσος. Άλλοτε εμφανιζόταν σαν χαρούμενο συννεφάκι, άλλοτε τα λόγια της γινόντουσαν τραγούδι των πουλιών όμως τα παιδιά πάντα την ένιωθαν κοντά τους και την αγαπούσαν παρόλο που δεν ήξεραν ούτε το όνομά της ούτε καν την ύπαρξή της....
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Μαιρούλα

Νεοφερμένος

Η Μαιρούλα αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Φοιτητής/τρια. Έχει γράψει 96 μηνύματα.
Δεν θυμάμαι να είχα κάποια "αδυναμία" σε συγκεκριμένα παραμύθια...
Θυμάμαι μονάχα πως λάτρευα να κοιμάμαι στο εξοχικό της γιαγιάς μου, όπου ενώ έτριβα ένα σατέν μαξιλάρι (που είχα πάντα μαζί μου την ώρα του ύπνου), μου χάιδευε απαλά την πλάτη μου και πάντα μου έλεγε ένα παραμύθι ή μία ιστορία!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

evagelia

Νεοφερμένος

Η evagelia αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 33 ετών, επαγγέλεται Φοιτητής/τρια και μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 41 μηνύματα.
Εμένα μου άρεζε πολύ ο εγωιστής γίγαντας και τα 7 κατσικάκια!
Στην αδερφούλα μου τώρα αρέσει πολύ η ωραία κοιμωμένη!!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Ενα ομορφο παραμυθι που διαβασα πριν λιγο....

Μετρώντας τ' άστρα

Ήταν κάποτε ένας νέος που κάθε βράδυ που ξάπλωνε, μετρούσε τ' αστέρια και αποκοιμιόταν μετρώντας. Κάθε βράδυ λοιπόν στον ύπνο του έβλεπε μια πολύ όμορφη κοπέλα. Και κάθε πρωί ο νέος την έψαχνε. Έψαχνε να τη βρει ...

Μέχρι που μια μέρα αποφάσισε ότι δεν του έφτανε η μέρα για να ψάχνει, αλλά χρειαζόταν και τη νύχτα. Άρχισε λοιπόν να ψάχνει όλη μέρα, όλη νύχτα, όλες τις μέρες. Οι μέρες έγιναν μήνες και οι μήνες χρόνια. Ο νέος όμως, αφού δεν ξάπλωνε μετρώντας τ' άστρα δεν τη θυμόταν και δεν ήξερε που να ρωτήσει. Ρωτούσε απλώς για την πιο όμορφη γυναίκα σε κάθε μέρος που πήγαινε και ο κόσμος του έδειχνε την όμορφη της περιοχής Καμιά όμως δεν του θύμιζε τη δικιά του.

Συνέχιζε ωστόσο να περπατάει και να ψάχνει ...Πέρασε χώρες και χωριά και πολιτείες και δάση, μέχρι που έφτασε σε μια χώρα όπου οι άνθρωποι έφτιαχναν τα σπίτια τους με γυάλινη στέγη κι έτσι ο νέος κοιμήθηκε μετρώντας τ' άστρα και την είδε ξανά στον ύπνο του. .Συνάμα συνειδητοποίησε πως τόσο καιρό Την έψαχνε χωρίς αποτέλεσμα. Πείστηκε πως ήταν καιρός να σταματήσει. Έτσι αποφάσισε να μη ξαναμετρήσει τ' άστρα.

Το άλλο πρωί ψάχνοντας για φαΐ και όχι για την Πεντάμορφη των ονείρων του ο νέος γνώρισε μια υπηρέτρια, όμορφη και πολύ ευγενική μαζί του. Σκέφτηκε ότι Της έμοιαζε. .Κι έτσι παντρεύτηκαν ...

Πέρασε ο καιρός και τα χρόνια. Ο νέος είχε κάνει οικογένεια κοντά στην αγαπημένη του και είχε ξεχάσει την όμορφη άγνωστη. Κάτι όμως είχε αρχίσει να τον βασανίζει τον τελευταίο καιρό. Σκέφτηκε να ξαναμετρήσει τ' άστρα και το έκανε. Όμως, επειδή ήταν με άλλη γυναίκα, δεν Την είδε. .Εγκατέλειψε λοιπόν την ίδια νύχτα γυναίκα και παιδιά και συνέχισε το ταξίδι που είχε αφήσει για χρόνια, αρχίζοντας το ψάξιμο για μια ακόμη φορά..

Εκείνη. .Τη Νεράιδά του..

Που ήταν όμορφη σαν γοργόνα και γλυκιά σαν άγγελος..

Έφτασε λοιπόν σε μιαν άλλη χώρα, όπου και γινόταν ένας διαγωνισμός .Επειδή η πριγκίπισσα ήταν εγωίστρια και κακιά, ο πολυχρονεμένος βασιλιάς πατέρας της, έψαχνε κάποιον που θα την έκανε καλή και πονόψυχη. Πολλά βασιλόπουλα είχαν πάει και πολλοί ευγενείς και άρχοντες είχαν προσπαθήσει να την αλλάξουν, χωρίς επιτυχία.

Ο νέος, όταν ήταν η σειρά του να προσπαθήσει, μην έχοντας τι να κάνει, της είπε την ιστορία του. Απ' το ότι κάθε βράδυ αποκοιμιόταν βλέποντας τ' αστέρια και μαζί τους μια κοπέλα και κάθε πρωί την έψαχνε, αλλά ποτέ δεν τη βρήκε, μέχρι που έφτασε στη χώρα της πριγκίπισσας. .Αυτή συγκινήθηκε και μαλάκωσε η ψυχή της. Είπε στο νέο λοιπόν να κοιμάται μαζί της για να μετρούν μαζί τ' άστρα. Ο νέος, σταμάτησε για άλλη μια φορά να βλέπει την αγγελική μορφή Της. Ξυπνώντας, είδε την πριγκιποπούλα να κοιμάται. Κι ήταν όμορφη, πανέμορφη. Για μια στιγμή του πέρασε απ' το μυαλό ότι ήταν Αυτή..

Την παντρεύτηκε λοιπόν. Οι γάμοι τους κράτησαν μέρες πολλές, βδομάδες. Ο νέος έγινε βασιλιάς της χώρας και η πριγκίπισσα στέφθηκε βασίλισσα. Πέρασαν έτσι πολλά χρόνια. Μέχρι που ο νέος, έφυγε για μια εκστρατεία της χώρας του. Κοιμισμένος ένα βράδυ, στο μέρος που είχαν κατασκηνώσει, κάτω απ τον έναστρο ουρανό, Την είδε. Και την είδε να τον φωνάζει, να τον ζητά απεγνωσμένα. Δεν άντεξε άλλο. Τράβηξε το σπαθί του και αυτοκτόνησε.

Κανείς δεν κατάλαβε πως πέθανε ο βασιλιάς εκείνο το βράδυ. Η τελετή της κηδείας έγινε γρήγορα και μετά από λίγο το θέμα έληξε. Η βασίλισσα παντρεύτηκε άλλον και ο παλιός βασιλιάς ξεχάστηκε.

Κι όμως στο κοιμητήριο, μια κοπέλα τριγύριζε για μέρες τον τάφο. .Και καθόταν εκεί το βράδυ. Ήταν όμορφη σαν γοργόνα και γλυκιά σαν άγγελος. Μέχρι που ένα πρωί τη βρήκαν νεκρή δίπλα στον τάφο του, μ' ένα μαχαίρι μπηγμένο στο στέρνο. Ήταν Εκείνη.. Είχε πάει να τον συναντήσει σε μια άλλη ζωή..

Οι θεοί όμως τους λυπήθηκαν και τους έκαναν δυο αστέρια. Δυο αστέρια που είναι πολύ κοντά το ένα στο άλλο, αλλά το ένα δε φτάνει ποτέ το άλλο.. Προσπαθούν και τα δύο, αλλά ποτέ δεν τα καταφέρνουν. Έτσι έμειναν αθάνατοι ,για να θυμάται ο κόσμος την ιστορία τους. Τα βράδια κοιτιούνται και δε χορταίνει ο ένας τον άλλο..

Έτσι ο επόμενος που θα μετρά τ' αστέρια κάθε βράδυ θα τους βλέπει και θα μετρά δυο αστέρια παραπάνω..
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΝΕΛΛΑΣ

Τραγούδι έχω για τη Μαρινέλλα κάμει
που εγλίστρησε κι επνίγη στο ποτάμι·
μα ο άνεμος την παίρνει από το χέρι,
πανέμορφη τη φέρνει σʼ ένʼ αστέρι.

Μόνη ζούσε· ποτέ δεν την βρήκαν πόνοι,
κι ούτε ποτέ στου έρωτα το αμόνι
χτυπήθη· μα ένας ρήγας δίχως στέμμα
της χτύπησε την πόρτα – δεν είνʼ ψέμα.

Καπέλλο είχε λευκό, όμοιο με τη σελήνη,
και μπέρτα πορφυρή ερωτική τον ντύνει.
Τον ακολούθησε χωρίς να ξέρει
λες και την έσπρωχνε να πάει ταʼ αγέρι.

Και σαν άνοιξαν του ήλιου οι χρυσοί δρόμοι,
σου φίλησε τα χείλη και την κόμη·
και σαν το φεγγαράκι εκεί είχε πέσει,
σʼ αγκάλιαζε γερά γύρω απʼ τη μέση·

φιλιά και χαμογέλια μετά από ʼκείνα
που γίνανε λιβάδια με αγριοκρίνα,
και τρέμανε σαν αστραχτίδες, όταν
το χέρι του στο δέρμα σου σερνόταν.

Λένε πως, σαν γύρναες σπίτι σου, ένα γνέμα
σʼ εγέλασε κι εγλίστρησες στο ρέμα,
κι αυτός που δεν πιστεύει το χαμό σου
βαράει εκατό χρονιές στο σπιτικό σου.

Το τραγούδι σου άκουσέ το, Μαρινέλλα,
στον ουρανό με μέλι και κανέλλα.
Σαν όλα τα ωραία πράγματα έχεις ζήσει
μια μέρα: ρόδο, που ʼχει πια μαδήσει...
Σαν όλα τα ωραία πράγματα έχεις ζήσει
μια μέρα: ρόδο, που ʼχει πια μαδήσει...

Τραγουδάει ο Fabrizio de Andre
(la canzone di marinella)
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Πατρεύς

Περιβόητο μέλος

Ο Πέτρος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 38 ετών, επαγγέλεται Μεταπτυχιακός Φοιτητής/τρια και μας γράφει απο Ρέθυμνο (Ρέθυμνο). Έχει γράψει 5,268 μηνύματα.
Εμένα μου αρέσει πολύ το "Η πεντάμορφη και το τέρας", το οποίο βέβαια το γνωρίζω πιο πολύ με τον τίτλο "Το κόκκινο λουλούδι". Εκτός αν μιλάμε για άλλο παραμύθι. Η ιστορία είναι με τον πατέρα ο οποίος φεύγει για δουλειές, ζητάει από τις κόρες του τί δώρο θέλουν να τους φέρει, η μικρότερη ζητά ένα κόκκινο λουλούδι, αυτός ψάχνει σε όλον τον κόσμο να το βρει, ώσπου μπαίνει σε έναν μεγάλο χορταριασμένο κήπο, πάει να κόψει το λουλούδι και τότε εμφανίζεται το τέρας κλπ. Αυτή είναι η υπόθεση ή είναι άλλο παραμύθι;
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Τελευταία επεξεργασία:

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
- Αλέξονται -

Ένα παραμύθι από τη Μιανμάρ (Βιρμανία), χαρισμένο από την Αλέκα
στην Αλέκα, στον Αλέκο και στον Αλέξη
στη μνήμη του Αλέξη που ενώ την αμαυρώνει ο Αλέξης
εκείνοι απλά … αλέξονται.


Στην αρχή το όρνιο ήταν ένα ταπεινό πουλί, και μάλλον ανόητο. Τα φτερά του δεν είχαν και κάτι αξιόλογο αλλά τέλος πάντων ήταν υποφερτό. Μια μέρα, όμως, πρόσεξε ότι άρχισαν να του πέφτουν. Όταν ζήτησε τη γνώμη των άλλων πουλιών του είπαν να μην ανησυχεί, ότι είναι κάτι πρόσκαιρο και θα ξαναβγούν. Αλίμονο όμως, το όρνιο ήταν πολύ απαισιόδοξο και με το πέρασμα των ημερών, αγωνιώντας για τα φτερά του, μαράζωσε και κάτσιασε. Τελικά τα άλλα πουλιά το λυπήθηκαν κι έτσι αποφάσισαν να του δώσουν από ένα φτερό το καθένα για να το βάλει στο κορμί του. Το αποτέλεσμα ήταν το όρνιο να μεταμορφωθεί σε ένα θαυμάσιο πουλί με πολύχρωμα φτερά.

Το όρνιο όμως τότε έγινε αλαζονικό. Κορδωνόταν με τα δανεικά φτερά και δήλωνε πως είναι το πιο όμορφο απ΄ όλα. Η μεγαλομανία του μάλιστα, έφτασε στο σημείο να θέλει να αναγνωριστεί ως βασιλιάς όλων των πουλιών! Μπροστά σε αυτή τη θρασύτητα τα άλλα πουλιά αντέδρασαν. Έπεσαν επάνω του και με το ράμφος τους του έβγαλαν όχι μόνο τα φτερά που του είχαν δώσει αλλά και τα δικά του. Κι όταν τέλειωσαν μαζί του, το όρνιο φαινόταν ακόμη πιο γέρικο, πιο άσχημο και πιο φαλακρό. Αυτός είναι ο λόγος που στις μέρες μας το όρνιο είναι μια ξινισμένη και άσχημη παλιοκαραβάνα.

Πηγή: Maung Htin Aung, Burmese Folk-Tales (Calcutta: Geoffrey Cumberlege, Oxford University Press, 1948), pp. 53-54

Σημείωση: Το ρήμα αλέξομαι στην αρχαία ελληνική σημαίνει αμύνομαι, αποκρούω.

υγ. Θ'αλλάξω όνομα. Θα το κάνω Αμάρανθος. :mad:
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Γλαύκη

Νεοφερμένος

Η Γλαύκη αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Φιλόλογος και μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 8 μηνύματα.
:)
Ενα ομορφο παραμυθι που διαβασα πριν λιγο....

Μετρώντας τ' άστρα

Ήταν κάποτε ένας νέος που κάθε βράδυ που ξάπλωνε, μετρούσε τ' αστέρια και αποκοιμιόταν μετρώντας. Κάθε βράδυ λοιπόν στον ύπνο του έβλεπε μια πολύ όμορφη κοπέλα. Και κάθε πρωί ο νέος την έψαχνε. Έψαχνε να τη βρει ...

Μέχρι που μια μέρα αποφάσισε ότι δεν του έφτανε η μέρα για να ψάχνει, αλλά χρειαζόταν και τη νύχτα. Άρχισε λοιπόν να ψάχνει όλη μέρα, όλη νύχτα, όλες τις μέρες. Οι μέρες έγιναν μήνες και οι μήνες χρόνια. Ο νέος όμως, αφού δεν ξάπλωνε μετρώντας τ' άστρα δεν τη θυμόταν και δεν ήξερε που να ρωτήσει. Ρωτούσε απλώς για την πιο όμορφη γυναίκα σε κάθε μέρος που πήγαινε και ο κόσμος του έδειχνε την όμορφη της περιοχής Καμιά όμως δεν του θύμιζε τη δικιά του.

Συνέχιζε ωστόσο να περπατάει και να ψάχνει ...Πέρασε χώρες και χωριά και πολιτείες και δάση, μέχρι που έφτασε σε μια χώρα όπου οι άνθρωποι έφτιαχναν τα σπίτια τους με γυάλινη στέγη κι έτσι ο νέος κοιμήθηκε μετρώντας τ' άστρα και την είδε ξανά στον ύπνο του. .Συνάμα συνειδητοποίησε πως τόσο καιρό Την έψαχνε χωρίς αποτέλεσμα. Πείστηκε πως ήταν καιρός να σταματήσει. Έτσι αποφάσισε να μη ξαναμετρήσει τ' άστρα.

Το άλλο πρωί ψάχνοντας για φαΐ και όχι για την Πεντάμορφη των ονείρων του ο νέος γνώρισε μια υπηρέτρια, όμορφη και πολύ ευγενική μαζί του. Σκέφτηκε ότι Της έμοιαζε. .Κι έτσι παντρεύτηκαν ...

Πέρασε ο καιρός και τα χρόνια. Ο νέος είχε κάνει οικογένεια κοντά στην αγαπημένη του και είχε ξεχάσει την όμορφη άγνωστη. Κάτι όμως είχε αρχίσει να τον βασανίζει τον τελευταίο καιρό. Σκέφτηκε να ξαναμετρήσει τ' άστρα και το έκανε. Όμως, επειδή ήταν με άλλη γυναίκα, δεν Την είδε. .Εγκατέλειψε λοιπόν την ίδια νύχτα γυναίκα και παιδιά και συνέχισε το ταξίδι που είχε αφήσει για χρόνια, αρχίζοντας το ψάξιμο για μια ακόμη φορά..

Εκείνη. .Τη Νεράιδά του..

Που ήταν όμορφη σαν γοργόνα και γλυκιά σαν άγγελος..

Έφτασε λοιπόν σε μιαν άλλη χώρα, όπου και γινόταν ένας διαγωνισμός .Επειδή η πριγκίπισσα ήταν εγωίστρια και κακιά, ο πολυχρονεμένος βασιλιάς πατέρας της, έψαχνε κάποιον που θα την έκανε καλή και πονόψυχη. Πολλά βασιλόπουλα είχαν πάει και πολλοί ευγενείς και άρχοντες είχαν προσπαθήσει να την αλλάξουν, χωρίς επιτυχία.

Ο νέος, όταν ήταν η σειρά του να προσπαθήσει, μην έχοντας τι να κάνει, της είπε την ιστορία του. Απ' το ότι κάθε βράδυ αποκοιμιόταν βλέποντας τ' αστέρια και μαζί τους μια κοπέλα και κάθε πρωί την έψαχνε, αλλά ποτέ δεν τη βρήκε, μέχρι που έφτασε στη χώρα της πριγκίπισσας. .Αυτή συγκινήθηκε και μαλάκωσε η ψυχή της. Είπε στο νέο λοιπόν να κοιμάται μαζί της για να μετρούν μαζί τ' άστρα. Ο νέος, σταμάτησε για άλλη μια φορά να βλέπει την αγγελική μορφή Της. Ξυπνώντας, είδε την πριγκιποπούλα να κοιμάται. Κι ήταν όμορφη, πανέμορφη. Για μια στιγμή του πέρασε απ' το μυαλό ότι ήταν Αυτή..

Την παντρεύτηκε λοιπόν. Οι γάμοι τους κράτησαν μέρες πολλές, βδομάδες. Ο νέος έγινε βασιλιάς της χώρας και η πριγκίπισσα στέφθηκε βασίλισσα. Πέρασαν έτσι πολλά χρόνια. Μέχρι που ο νέος, έφυγε για μια εκστρατεία της χώρας του. Κοιμισμένος ένα βράδυ, στο μέρος που είχαν κατασκηνώσει, κάτω απ τον έναστρο ουρανό, Την είδε. Και την είδε να τον φωνάζει, να τον ζητά απεγνωσμένα. Δεν άντεξε άλλο. Τράβηξε το σπαθί του και αυτοκτόνησε.

Κανείς δεν κατάλαβε πως πέθανε ο βασιλιάς εκείνο το βράδυ. Η τελετή της κηδείας έγινε γρήγορα και μετά από λίγο το θέμα έληξε. Η βασίλισσα παντρεύτηκε άλλον και ο παλιός βασιλιάς ξεχάστηκε.

Κι όμως στο κοιμητήριο, μια κοπέλα τριγύριζε για μέρες τον τάφο. .Και καθόταν εκεί το βράδυ. Ήταν όμορφη σαν γοργόνα και γλυκιά σαν άγγελος. Μέχρι που ένα πρωί τη βρήκαν νεκρή δίπλα στον τάφο του, μ' ένα μαχαίρι μπηγμένο στο στέρνο. Ήταν Εκείνη.. Είχε πάει να τον συναντήσει σε μια άλλη ζωή..

Οι θεοί όμως τους λυπήθηκαν και τους έκαναν δυο αστέρια. Δυο αστέρια που είναι πολύ κοντά το ένα στο άλλο, αλλά το ένα δε φτάνει ποτέ το άλλο.. Προσπαθούν και τα δύο, αλλά ποτέ δεν τα καταφέρνουν. Έτσι έμειναν αθάνατοι ,για να θυμάται ο κόσμος την ιστορία τους. Τα βράδια κοιτιούνται και δε χορταίνει ο ένας τον άλλο..

Έτσι ο επόμενος που θα μετρά τ' αστέρια κάθε βράδυ θα τους βλέπει και θα μετρά δυο αστέρια παραπάνω..
θα συμπληρώσω το παραμύθι σου με τα ονόματα Εκείνης και του νέου ... είναι η Πούλια και ο Αυγερινός!!! Και το παραμύθι σου είναι μια από τις άπειρες εκδοχές του μύθου. Επειδή γνωρίζω αρκετές από αυτές, νομίζω ότι είναι η πιο όμορφη, η πιο γλυκιά απ' όλες... Αξίζει τον κόπο όμως να το επιβεβαιώσεις κ η ίδια.:)
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

aequitas

Νεοφερμένος

Η aequitas αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 40 ετών. Έχει γράψει 84 μηνύματα.
Τα εκπληκτικά "Τρία Μικρά Λυκάκια" του Τριβιζά με την υπέροχη εικονογράφηση, που διάβασα κι αγάπησα μάλλον μεγαλούτσικη.

Πρόκειται για την αντιστροφή του γνωστού παραμυθιού "τα 3 γουρουνάκια", με τον Ρούνι Ρούνι το Ύπουλο Κακό Γουρούνι να έχει πάρει τη θέση του Κακού Λύκου.
Τα λυκάκια χτίζουν σπίτια από τούβλα κι από μπετόν αρμέ και βάζουν μάντρες, συναγερμούς και πόρτες ασφαλείας. Όμως τίποτα από αυτά δεν μπορεί να κρατήσει μακριά τον αδίστακτο και πολυμήχανο Ρούνι.

Οπότε τα λυκάκια το παίρνουν απόφαση: αφού δεν μπορούν να ζήσουν ασφαλή, τουλάχιστον θα ζήσουν για όσο μπορέσουν ευτυχισμένα μέσα σε ένα εύθραυστο αλλά πανέμορφο και ηλιόλουστο σπίτι φτιαγμένο από λουλούδια. Κι όταν το Γουρούνι εφορμά στο ανοιχτό από παντού πια λουλουδένιο σπίτι, κάτι σπάει μέσα του μπροστά στην τόση ομορφιά, κάτι αλλάζει
όταν μυρίζει το άρωμα των λουλουδιών. Μονομιάς μετατρέπεται σε Υπέροχο Καλό Γουρούνι και γίνεται ο καλύτερος φίλος των λυκόπουλων.

Πέρα από την τρομερή ευρηματικότητα και το χιούμορ που μου είναι δύσκολο να αναπαράγω σε 2 παραγράφους, θεωρώ πολύ διδακτικό το γεγονός ότι η αρχική ανάγκη για ασφάλεια υποχωρεί τελικά μπροστά στην ανάγκη για ελευθερία και για ποιότητα ζωής.

Εξίσου διδακτική και η ιδέα ότι ο τρόπος για να ζήσεις μια ζωή απαλλαγμένη από το φόβο δεν είναι ούτε να ταμπουρωθείς στο κάστρο σου, ούτε να εκδικηθείς και να εξοντώσεις τον εχθρό σου αλλά να δημιουργήσεις τις συνθήκες ώστε να μπορέσετε να συνυπάρξετε ειρηνικά.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Τελευταία επεξεργασία:

dimitral

Δραστήριο μέλος

Η dimitral αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 46 ετών. Έχει γράψει 413 μηνύματα.
χιλιοαγαπημενο μου "ο μικρος πριγκιπας".
και προσφατα το ανηψακι μου,μου μιλησε για την "φρανυ".
η φρανυ λεει ειναι ενα κοριτσακι που εχει παππου τσαγκαρη και της φτιαχνει παπουτσια που με αυτα ταξιδευει οπου θελει.τωρα δεν ξερω αν υπαρχει αυτο η το εβγαλε ο μικρος απο το μυαλο του......αλλα πολυ μου αρεσε η ιδεα!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

wagneriandandy

Εκκολαπτόμενο μέλος

Ο Λευτέρης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 36 ετών και επαγγέλεται Φοιτητής/τρια. Έχει γράψει 171 μηνύματα.
Προσφατα βλεποντας τη σειρα Monster ειδα σ' ενα επεισοδιο ενα απο τα ομορφοτερα και πιο σκοτεινα παραμυθια που εχω διαβασει. Το εχω βαλει δευτερο αγαπημενο μου μετα την αλικη. Δειτε:

The monster without a name
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Ajusshi

Διάσημο μέλος

Ο η σκέψη μου σκέφτηκε τον εαυτό της αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 2,810 μηνύματα.

Οι περιπέτειες του Νιλς Χόλγκερσον
:inlove:







:)
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.



Μια φορά κι έναν καιρό, στα πολύ παλιά τα χρόνια,ζούσε ένας φτωχός νέος που ήταν ερωτευμένος με μιαν αριστοκράτισσα.

Μα δεν τολμούσε να της ομολογήσει ευθέως τον έρωτά της.

Ήταν βλέπετε κι αυτό το κοινωνικό χάσμα που τους χώριζε και δεν του επέτρεπε την επικοινωνία.

Μόνο στις γιορτές οι φτωχοί μιλούσαν στους πλούσιους-αφού θα μπορούσαν έτσι να τους ευχηθούν...

Άδραξε λοιπόν την ευκαιρία αυτή ο νέος και παραμονή πρωτοχρονιάς γράφει για να της τραγουδήσει στη συνέχεια, στο κατώφλι του σπιτιού της, τους παρακάτω στίχους, που κρύβουν καλά για τους άλλους την εξομολόγηση του έρωτά του...

Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
ψηλή μου δεντρολιβανιά
Κι αρχή καλός μας χρόνος
εκκλησιά με τ' άγιο θόλος

Αγιος Βασίλης έρχεται
και δε μας καταδέχεται
από την Καισαρεία
συ σ' αρχόντισσα κυρία

Βαστάει πένα και χαρτί
Ζαχαροκάντυο ζυμωτή
Χαρτί χαρτί και καλαμάρι
δες και με το παλικάρι

Οι στίχοι που αφορούν στο εορταστικό κλίμα των ημερών εναλλάσσονται με εκείνους που ο νεαρός σκαρφίστηκε για να απευθύνει στην αγαπημένη του.

Οι στίχοι με τα κόκκινα στοιχεία είναι αποκαλυπτικοί:

ο φτωχός χαρακτηρίζει την αρχοντοπούλα ψηλή σαν δεντρολιβανιά, αναφέρεται στο ψηλό καπέλο που φορά και το παρομοιάζει με θόλο εκκλησίας, παραπονιέται που δεν τον καταδέχεται ως πλούσια που είναι, μιλά για τη ζαχαρένια της γλυκύτητα και την παρακαλεί να του δώσει λίγη σημασία...

Τι απέγινε με τη σχέση τους δεν ξέρω να σας πω...:/:

Το μόνο που ξέρω και ξέρετε είναι πως αυτούς τους ακαταλαβίστικους στίχους τους τραγουδάμε σήμερα σαν πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, ενώ ο έρωτας των δύο νέων, κι αν ακόμη δεν ευτύχησε, κατάφερε να περάσει στην αιωνιότητα με το πάντρεμα της παράδοσης με την ποίηση...

Κι όσοι αναρωτιούνται αν αυτό είναι αλήθεια ή παραμύθι, ας σκεφτούν πως η αλήθεια οφείλει την ομορφιά της στο παραμύθι και ότι το παραμύθι δεν οφείλει τίποτε στην αλήθεια.

Καλή χρονιά!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
Ο ΜΙΚΡΟΥΛΗΣ ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ
Anu Stohner – Henrike Wilson

Μετάφραση: Βούλα Αυγουστίνου



Πολύ πολύ μακριά στο βορρά, εκεί όπου τα πρώτα χιόνια πέφτουν, όταν εμείς εδώ έχουμε ακόμη καλοκαίρι, βρίσκεται καλά κρυμμένο το χωριό των Αϊ-Βασίληδων. Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε εκεί ένας μικρούλης Αϊ-Βασίλης που δεν έβλεπε την ώρα να έρθουν τα Χριστούγεννα.
Ήταν πάντα ο πρώτος που έπαιρνε το χριστουγεννιάτικο δέντρο του από το μεγάλο δάσος. Και ήταν πάντα ο πρώτος που γυάλιζε το έλκηθρό του, λούστραρε τις μπότες του και αέριζε το παλτό του.
Όταν οι άλλοι Αϊ-Βασίληδες δεν είχαν αποφασίσει ακόμη τι δώρα θα πήγαιναν στα παιδιά, ο μικρούλης Αϊ-Βασίλης είχε ήδη ετοιμάσει και τυλίξει τα δώρα.

Περισσότερο του άρεσε να δωρίζει πράγματα που είχε φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια. Ήξερε να φτιάχνει όλα τα παιχνίδια: πολύχρωμα αυτοκινητάκια και σκυλάκια με βούλες, ξύλινα αλογάκια, κουκλόσπιτα…
Κι έψηνε υπέροχα γλυκά. Ήξερε να φτιάχνει κουλουράκια με κανέλα σε σχήμα αστεριών, μελόπιτες, χρωματιστά μπαστουνάκια… Και τα μελομακάρονά του ήταν τα καλύτερα του κόσμου. Όταν τελείωνε το τύλιγμα των δώρων και το ψήσιμο των γλυκών, περίμενε με περισσότερη λαχτάρα το ταξίδι στα παιδιά από οποιονδήποτε άλλο Αϊ-Βασίλη. Και κάθε χρόνο τα ίδια…

«Όχι, δεν μπορείς να έρθεις μαζί μας» είπε ο αρχηγός Αϊ-Βασίλης, που αποφάσιζε για τα πάντα στο χωριό των Αϊ-Βασίληδων. «Είσαι πολύ μικρός». «Τα παιδιά θα σκάσουν στα γέλια» φώναξε ένας αγενέστατος νεαρός Αϊ-Βασίλης. «Ιδιαίτερα όταν τον δούνε» είπε, γελώντας ένας άλλος. «Πάνω στο μικροσκοπικό του έλκηθρο» φώναξε ένας τρίτος. Ήταν πολύ άσχημο αυτό που έκαναν, και λίγο έλειψε ο αρχηγός να τους αφήσει κι αυτούς στο σπίτι.
Όμως φέτος είχαν να δώσουν τόσο πολλά δώρα, που δεν μπορούσε να αφήσει πίσω κανέναν από τους νεαρούς Αϊ-Βασίληδες. Γιʼ αυτό τους κοίταξε μονάχα πολύ αυστηρά και είπε: «Να φέρεστε καλύτερα!». Και στο μικρούλη Αϊ-Βασίλη είπε:«Του χρόνου ίσως». Αλλά ο μικρούλης Αϊ-Βασίλης δεν μπορούσε να το πιστέψει τόσο εύκολα πια.

Όταν έφυγαν οι υπόλοιποι Αϊ-Βασίληδες, ο μικρούλης Αϊ-Βασίλης δεν ήθελε ούτε να βλέπει ούτε να ακούει τίποτα. Έκλεισε τα παντζούρια κι έκατσε ολομόναχος στο δωμάτιό του. Δεν τον πείραζε που ήταν μικρότερος από τους άλλους. Αλλά τον στεναχωρούσε πολύ που δεν μπορούσε να πάει μαζί τους στο ταξίδι τους για τα παιδιά.
Μόνο όταν έπεσε η νύχτα, και τα πάντα είχαν πια ησυχάσει και ερημώσει, βγήκε από το σπίτι. Αφού δεν μπορούσε να ταξιδέψει, ήθελε τουλάχιστο να ξεμουδιάσει λιγάκι. Τα αστέρια έλαμπαν, ο μικρούλης Αϊ-Βασίλης όμως δε σήκωνε το βλέμμα να τα κοιτάξει. Κάπου εκεί ψηλά βρίσκονταν τώρα οι άλλοι με τα έλκηθρά τους που τα έσερναν τάρανδοι… Και τότε ξαφνικά ακούστηκαν φωνές από το μεγάλο δάσος. Στο μεγάλο δάσος ζούσαν τα ζώα. Τι να συζητούσαν άραγε τόσο αργά το βράδυ;
Τι καλά που ήταν τόσο μικρός! Έτσι μπορούσε να πλησιάσει στα κλεφτά χωρίς να τον δουν τα ζώα. Ήταν όλα τους εκεί: ο σκίουρος και ο λαγός,
η αρκούδα, το ζαρκάδι, τα ποντίκια… κι ήταν όλα τους πολύ κακόκεφα. «Είναι τρομερό» μούγκρισε η αρκούδα. «Οι Αϊ-Βασίληδες επισκέπτονται τους ανθρώπους, αλλά όχι τα ζώα». «Αν και δε θα χρειαζόταν να πάνε και πολύ μακριά» παραπονέθηκε ο λαγός. «Έτσι γινόταν πάντα» είπε η γριά κουκουβάγια. «Φοβάμαι ότι αυτό δε θα αλλάξει ποτέ».

Κι όμως άλλαξε! Γιατί, αμέσως μόλις το άκουσε ο μικρούλης Αϊ-Βασίλης, έφυγε από εκεί πολύ πολύ αθόρυβα, πατώντας στα νύχια των ποδιών του, κι έτρεξε στο σπίτι. Έριξε μια γρήγορη ματιά στον καθρέφτη, στοίβαξε τα δώρα στο έλκηθρο, και αμέσως ξαναπήρε το δρόμο της επιστροφής. Μόνο που δεν του είχαν μείνει καθόλου τάρανδοι, αφού όλοι είχαν φύγει. Αλλά και μόνος του μπορούσε να σύρει το έλκηθρο μέχρι το μεγάλο δάσος.
Εκείνο το βράδυ τα ζώα έστησαν τέτοια γιορτή, που όμοιά της δεν είχε ξαναδεί το μεγάλο δάσος. Ο μικρούλης Αϊ-Βασίλης έδωσε σε όλα τα ζώα από ένα δώρο, περισσότερο από όλα, όμως, χάρηκε η κατσούφα αρκούδα – ποτέ στη ζωή της δεν είχε πάρει δώρο. Και πιο περήφανη από όλα ήταν
η κουκουβάγια – πήρε ένα ολοκαίνουριο πουλόβερ και ήταν σίγουρα το πιο κομψό πουλί του δάσους.

Αμέσως μόλις επέστρεψαν οι υπόλοιποι Αϊ-Βασίληδες, ο μικρούλης Αϊ-Βασίλης παρουσιάστηκε μπροστά στον αρχηγό και του διηγήθηκε τι είχε γίνει στο μεγάλο δάσος. Ο αρχηγός έμεινε έκπληκτος και τον ανακήρυξε
Αϊ-Βασίλη των ζώων. «Μπράβο!» φώναξαν οι άλλοι Αϊ-Βασίληδες και τον ζητωκραύγασαν. Τρεις φορές μάλιστα! Από τότε ο μικρούλης Αϊ-Βασίλης είναι το ίδιο σημαντικός με τους μεγάλους…
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
ΜΙΑ ΠΕΤΡΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΤΙΠΟΤΕ ΝΑ ΧΑΣΕΙ,
ΜΕΧΡΙ ΠΟΥ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕ
ΕΝΑΝ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΧΑΣΕ

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ, στη μέση ενός χωματόδρομου, τότε πού υπήρχανε ακόμα χωματόδρομοι, ζούσε μια πέτρα. Μάνα, πατέρα δεν γνώρισε κι ούτε ήξερε πότε γεννήθηκε. Οι πέτρες, όπως ξέρετε, ζούνε τόσα πολλά χρόνια, που ξεχνούν την ηλικία τους. Πολλές απʼ αυτές μάλιστα είναι τόσο αρχαίες όσο κι η πέτρινη εποχή, αν έχετε ακουστά. Μια πέτρα όμως, ακόμα κι αν είναι τόσο αρχαία, μπορεί να είναι ασήμαντη. Ή, για να το πω καλύτερα, όλες οι πέτρες είναι ασήμαντες, έκτος από εκείνες που γινήκανε αγάλματα ή ναοί ή άπο εκείνες που τις λεν λίθους, πολύτιμους και που τις κρύβουν μέσα σε κουτιά από σίδερο.

H δική μας πέτρα ήταν εντελώς ασήμαντη-δεν άξιζε ούτε για να την κλοτσήσει κανείς. Μικρή κι ασουλούπωτη, δεν ήταν ούτε στρογγυλή ούτε τετράγωνη ούτε μακρόστενη. Το χρώμα της, ξέθωρο γκρίζο, την έκανε ακόμα πιο ασήμαντη, γιατί κι ο δρόμος είχε το ίδιο χρώμα και με δυσκολία την ξεχώριζες. Η ασημαντότητα της αυτή είχε βέβαια και τα καλά της. Ένα απʼ αυτά το ʽπαμε κιόλας: κανείς δεν σκέφτηκε ποτέ να την κλοτσήσει. Ενʼ άλλο ήταν ότι κανείς ποτέ δεν σκέφτηκε με τη βαριά του να την κομματιάσει ή να τη μεταφέρει έξω απʼ το δρόμο, γιατί, έτσι μικρή που ήτανε, τόπο δεν έπιανε κι ο δρόμος έμενε ελεύθερος.

Ζούσε, λοιπόν, ειρηνικά την πέτρινη ζωή της, που ήταν βέβαια λίγο μονότονη, αλλά αυτό κα θόλου δεν την ενοχλούσε, γιατί, αφού δεν ήξερε τί δεν είναι μονοτονία, δεν ήξερε ούτε τί είναι. Μια μέρα όμως έμαθε.
Εκείνη τη σημαδιακή, για τη ζωή της πέτρας, μέρα, ενʼ αγόρι, που ήθελε να σκοτώσει ένα σπουργίτι ή να σπάσει κάποιο γλόμπο και δεν έβρισκε άλλη πέτρα, πιο κατάλληλη, τη μάζεψε απʼ το δρόμο, την έβαλε στη σφεντόνα του και την τίναξε στον αέρα, ψηλά και μακριά. Ευτυχώς, επειδή ήταν ατζαμής, δεν πέτυχε τον στόχο του, πέτυχε όμως, δίχως να το ξέρει, νʼ αλλάξει τη ζωή της πέτρας. Δίχως να το ξέρει, της έδειξε πως δεν ήταν πλασμένη μόνο για να σέρνεται στον δρόμο, μα πώς μπορούσε και να πετάξει, κι ακόμη πώς ο δρόμος δεν ήτανε ο κόσμος όλος αλλά μονάχα ένα μέρος του, και μάλιστα όχι το πιο ωραίο, γιατί η πέτρα, όταν τέλειωσε το πέταγμα της, βρέθηκε μέσα σʼ έναν κήπο.

Ο κήπος αυτός, τώρα, αν και δεν ήτανε καθόλου μαγεμένος, όπως συμβαίνει συνήθως με τους κήπους των παραμυθιών, ήταν χαρά των ματιών να τον βλέπεις. Και τί δεν ήταν φυτεμένο εκεί!
Κρεμμύδια και ντομάτες και φασολάκια πράσινα κι αγγούρια, αλλά και λουλούδια, πολλά λουλούδια και διάφορα, γαρίφαλα και τριαντάφυλλα (τριαντάφυλλα και εκατόφυλλα) και κρίνα και βιολέτες και ντάλιες και γεράνια, πολλά γεράνια. Άσε πια τα μυριστικά, βασιλικούς και δυόσμους κι αρμπαρόριζες και δεντρολιβανιές και μαντζουράνες. Μʼ άλλα λόγια, ό κήπος ήταν κήπος κι όχι ποδοσφαιρικό γήπεδο, όπως εκείνοι οι κήποι με το κουρεμένο σύρριζα γρασίδι.

Φανταστείτε τώρα το ξάφνιασμα της πετρούλας, πρώτα απʼ το ταξίδι της στον αέρα κι ύστερα απʼ τον καινούργιο αυτόν κόσμο, πού τόσο ξαφνικά ανακάλυψε. Όσο για το πέσιμο της, αυτό δεν είχε διόλου άσχημες συνέπειες, γιατί, όπως οι πέτρες δεν έχουν ούτε χέρια ούτε πόδια ούτε κεφάλι, δεν κινδυνεύουνε να σπάσουν τίποτε πέφτοντας στο χώμα, όταν μάλιστα αυτό είναι το αφράτο χώμα ενός κήπου.

Το μεγάλο ξάφνιασμα της κράτησε βέβαια πολύ λίγο, όσο βρισκότανε ακόμη στον αέρα, πάνω απʼ τον κήπο, γιατί μόνο από κει μπόρεσε να δει όλο το θαύμα πού απλωνόταν από κάτω της. Απʼ τη στιγμή πού βρέθηκε στο χώμα και μετά, μπορούσε να βλέπει μόνο ό,τι βρισκότανε πολύ κοντά της, δηλαδή μια ντοματιά, μια γαριφαλιά και δυο ρίζες βασιλικό. Σιγά σιγά όμως γνώρισε κι άλλα πράματα, σπουδαία, πού ποτέ πριν δεν είχε φανταστεί την ύπαρξη τους. Γνώρισε τις μέλισσες και το ατέλειωτο παιχνίδι τους μέ τον ήλιο και τα λουλούδια, τα μακριά κοκκινοσκούληκα, πού βγάζαν πότε πότε το κεφάλι έξω απʼ τις τρύπες τους για να δουν πώς παν τα πράγματα στο φώς, τα μερμήγκια, πού σκαρφάλωναν πάνω της αγκομαχώντας, κουβαλώνταςτεράστια ψίχουλα, κάτι περίεργα μυγιάγγιχτα ζουζούνια, πού, στο παραμικρό άγγιγμα, μαζεύονταν και γίνονταν μικρά σκληρά μπαλάκια…

Η πετρούλα πέρασʼ εκεί μιαν άνοιξη κι ένα καλοκαίρι, και στις αρχές του φθινοπώρου, με τα πρωτοβρόχια, ανακάλυψε με χαρμόσυνη ανατριχίλα, πού έφτανε ως τα βάθη της πέτρινης καρδίας της, ότι είχε αρχίσει νʼ αλλάζει χρώμα και, από γκρίζα κι αναιμική πού ήτανε, νʼ αποκτά μια πρασινωπή, όλο υγεία όψη. Ή χαρά της όμως αυτή δεν κράτησε πολύ. Ένα φθινοπωριάτικο απογευματάκι, από κείνα πού ή γλύκα τους μεθάει τα χρυσάνθεμα και τα κάνει να θέλουν νʼ αποχωριστούν τις ρίζες τους και να πετάξουνε στον ουρανό σαν χρυσορρόδινα συννεφάκια, ένα τέτοιο λοιπόν απογευματάκι, ενώ ήταν απορροφημένη απʼ τον αγώνα ενός μερμηγκιού πού προσπαθούσε να σηκώσει ένα σποράκι, ένιωσε μια δύναμη να τη σηκώνει σαν πούπουλο στον αέρα. Πριν καταλάβει καλά καλά τί της γινότανε, πριν ακούσει καν τον κηπουρό να μουρμουρίζει «μπα, μια πέτρα!)), βρέθηκε να κάνει τη δεύτερη πτήση στη ζωή της και, περνώντας πάνω απʼ τη μάντρα του κήπου, να προσγειώνεται στο σκληρό γκρίζο δρόμο, απʼ τον όποιο νόμιζε πώς είχε φύγει πια για πάντα.

Καταλαβαίνετε τώρα την απελπισία της” μετά από τόση ομορφιά πού είχε ζήσει, να ξαναβρεθεί στη μέση της ίδιας της παλιάς, μονότονης ασκήμιας…
Στην αρχή ήθελε να πεθάνει και προσευχόταν να περάσει από πάνω της ό τροχός κανενός οδοστρωτήρα και να την κάνει σκόνη. Αργότερα, όταν της πέρασε ή πρώτη, μεγάλη πίκρα, άρχισε να ονειρεύεται ότι θα ξαναπερνούσε από κει ό μικρός πρίγκιπας, ό πιτσιρίκος με τη σφεντόνα, κι ότι θα την ξαναπέταγε μες στον παράδεισο της.

Τα χρόνια όμως περνούσαν κι ό μικρός πρίγκιπας, πού στο μεταξύ έγινε ένας μεγάλος μπακάλης, ποτέ δεν ξαναπέρασε από κει.

Η πέτρα, βέβαια, πού δεν ξέρει (κι ούτε θέλει να μάθει) από χρόνια, ηλικίες κι άλλα τέτοια, ποτέ δεν έπαψε, κι ούτε θα πάψει, να ονειρεύεται τον κήπο της, ακόμη και τώρα πού βρίσκεται θαμμένη κάτω από ένα παχύ στρώμα ασφάλτου κι ο παράδεισος της δόθηκε αντιπαροχή για πολυκατοικία.

Επιμύθιο I: Καλύτερα νʼ αποχτήσεις κάτι κι ας το χάσεις, παρά να μην αποχτήσεις ποτέ τίποτε.

Επιμύθιο II: Πατάτε με σεβασμό την άσφαλτο. Από κάτω της υπάρχουν πέτρες πού ονειρεύονται κήπους.

Αργύρης Χιόνης, το οριζόντιο Ύψος, Κίχλη 2009.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Lorien

Περιβόητο μέλος

Ο Lorien αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 5,880 μηνύματα.
Ενα απο τα αγαπημενα μου :

"Εχουμε δημοκρατια, εχουμε ελευθερια"
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Rempeskes

Επιφανές μέλος

Ο Rempeskes αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Hair stylist. Έχει γράψει 8,045 μηνύματα.
Εχεις όμως και φαγητό στο τραπέζι κάθε μέρα, οπότε σταμάτα να γκρινιάζεις από το ίντερνετ. :P
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Ερωφίλη

Πολύ δραστήριο μέλος

Η Κομπάρσα βου αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Νότιος Αμερική (Αμερική). Έχει γράψει 1,648 μηνύματα.
Όλα τα παραμύθια έιναι αληθινά, αν υπάρχει έστω και κάποιος που τα πιστεύει...

Ευγένιος Τριβιζάς :)
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

  • Τα παρακάτω 0 μέλη και 1 επισκέπτες διαβάζουν μαζί με εσάς αυτό το θέμα:
    Tα παρακάτω 1 μέλη διάβασαν αυτό το θέμα:
    • *
  • Φορτώνει...
Top