Περί χλευασμού και ειρωνείας ο λόγος

Great Chaos

Περιβόητο μέλος

Ο Όττο αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 56 ετών, επαγγέλεται Συγγραφέας και μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 4,911 μηνύματα.
Επανέρχομαι στο θέμα μετά από αρκετό καιρό, για να παραθέσω ένα ενδιαφέρον κείμενο, το οποίο φωτίζει με τους προβολείς της φιλοσοφικής σκέψης, πολλά από τα σημεία στα οποία έχουμε ήδη αναφερθεί στο ιδιαίτερα δύσκολο θέμα το οποίο συζητάμε:

Αντιφραστικός λόγος

Ο στυλίστας, ο αισθαντικός μελομανής, ο αριστερός διανοούμενος Βλαντιμίρ Γιανκελεβίτς μιλάει για την ειρωνεία, αυτό το αμυντικό όπλο που έχουν στα χέρια τους οι χειριστές της γλώσσας για να χειραφετηθούν από τους πειθαναγκασμούς.


Ο Βλαντιμίρ Γιανκελεβίτς (1903-1985) κατέχει μια ιδιόμορφη θέση στον πίνακα της σύγχρονης γαλλικής φιλοσοφίας. Εξω από κάθε σύστημα (μολονότι υποστήριξε μια διδακτορική διατριβή για τον Schelling, 1933), έξω από κάθε συντεχνιακό κλίμα (μολονότι δίδαξε επί μακρόν στη Σορβόννη: 1951-1975), αφοσιώθηκε στα βασικά προβλήματα της ηθικής και της αισθητικής· από αυτή την άποψη, μπορεί κανείς να τον «κατατάξει» στους μεγάλους μοραλίστες, που έχουν παλαιόθεν συγκροτήσει λαμπρή και μακρά παράδοση στη Γαλλία, ή να τον χρίσει συνεχιστή της μπερξονικής σκέψης, την οποία ομολογουμένως θαύμαζε.

Παρά τη διόγκωση της σημερινής βιβλιογραφίας γύρω από το φαινόμενο της ειρωνείας, λόγω κυρίως της εντυπωσιακής αναβίωσης (σχεδόν νεκρανάστασης) της ρητορικής, που από τη δεκαετία του '60 περίπου και εφεξής αναπροσανατόλισε την πορεία της κριτικής και της θεωρίας της λογοτεχνίας και αναπροσδιόρισε τον τρόπο της φιλοσοφικής γραφής, «Η ειρωνεία» του Γιανκελεβίτς εξακολουθεί να παρατίθεται ως βασικό κείμενο σε κάθε αξιόλογη καταγραφή των σχετικών μελετών.

Ο συνήθης και απλούστερος ορισμός της ειρωνείας ως αντίφρασης (λέω το αντίθετο εκείνου που πράγματι εννοώ) θα μπορούσε κανείς να πει ότι την εντάσσει στον ευρύ χώρο της αλληγορίας ή, καλύτερα, της ψευδολογίας, της ψευδηγορίας: το «διπλό παιχνίδι», η ακροβατική άσκηση μεταξύ ταυτηγορίας και αλληγορίας, το διπλό επίπεδο του ειρωνικού λόγου, βυθίζει τον αποδέκτη του σε νοηματική αβεβαιότητα και σύγχυση, έτσι ώστε, αν λόγω υπερβολικής «σοβαρότητας» δεν ανέχεται το καθεστώς της αμφισημίας, βρίσκεται αναγκασμένος να επιλέξει ο ίδιος να διακινδυνεύσει μια εντελώς «προσωπική» ερμηνεία, δηλαδή να εκτιμήσει τα λεγόμενα δίχως να μπορεί διόλου να βασιστεί, να αγκυροβολήσει στα διακριτικά σημεία της συγκεκριμένης διατύπωσης. Ο αντιφραστικός, ειρωνικός λόγος συγγενεύει με το παράδοξο, το οξύμωρο ή το αντιφατικό και δημιουργεί μια επικοινωνία υψηλού κινδύνου, είναι σιβυλλικός: καταλαβαίνουμε ότι κάτι θέλει να πει αλλά δεν επιτρέπει να μάθουμε τι ακριβώς είναι αυτό. Η συλλογιστική βάσει της οποίας αποφασίζουμε απολύτως υπέρ μιας από τις αντικρουόμενες τιμές του λόγου μπορεί προφανώς να καταλήξει σε λάθος αποτελέσματα, σε ατυχή «κατά γράμμα» ανάγνωση ενός πολυκωδικού μηνύματος.

Προς τι όμως αυτή η προσποίηση, η υποκρισία, η dissimulatio μιας κρυπτοφιλοσοφίας, μιας philosophia arcana; Μια πρόχειρη απάντηση θεωρεί ότι η ειρωνεία είναι ύποπτη κακολογίας, σκώμματος, χλεύης, βλασφημίας· αποκαλείται συχνά «δηκτική», «αιχμηρή», μεταφέρει δηλαδή μια διάσταση πολεμικής, όπου η ίδια λειτουργεί ως αποτελεσματικό όπλο, ως καλό εγχειρίδιον (στιλέτο). Με τους κατάλληλους αντιφραστικούς χειρισμούς καταφέρουμε πλήγματα, απευθύνουμε μομφές υπό το πρόσχημα ότι πλέκουμε εγκώμια, κατ' ευφημισμόν· ισχύει όμως και το αντίστροφο: η πανηγυρική χρήση της ειρωνείας, η υποκοριστική λειτουργία της, όπου εγκωμιάζουμε υπό το πρόσχημα ότι ψέγουμε. Ο,τι παραμένει σταθερό είναι η ανατροπή της αναμενόμενης ιεράρχησης, η εναντίωση στο πάγιο σχήμα, η δημιουργία ισότοπων, συναρμόδιων επιχειρημάτων «πέραν του καλού και του κακού», σε οιονεί ηθική ουδετερότητα ή ισοσθένεια, στην αφιλοκέρδεια και στην αμφισημία του παιγνίου. «Η ειρωνεία τιμά και ταυτόχρονα πιστώνει τη μαντική οξυδέρκεια του συνομιλητή της. Ακόμη περισσότερο, τον μεταχειρίζεται σαν πραγματικό εταίρο ενός διαλόγου. Στο επιδέξιο παιχνίδι της αντιστοιχεί το εκλεπτυσμένο αφτί. (...) Ετσι υφαίνει ανάμεσα στους εταίρους μια μορφή συνενοχής ή σιωπηρής συναίνεσης, καμωμένης από αμοιβαία εκτίμηση» * έχει σαφώς αντιδεσποτικό χαρακτήρα. Το άλας της ειρωνείας ανοσοποιεί την απόγνωση και δρα ως αντίδοτο στις ψευδοτραγωδίες της καθημερινότητας, ως μεγάλη παραμυθία και αρχή μέτρου και ισορροπίας· σέβεται τις αποχρώσεις, ξέρει να περιμένει τον καιρόν, να θίγει το άθικτο, να εγγίζει το απρόσιτο· «εκείνος που κωφεύει στον ψίθυρό της καταδικάζεται σε εδραίο δογματισμό και σε μακάρια αμβλύνοια».

Από την ασφυκτικά συνοπτική έκθεση της επιχειρηματολογίας της «Ειρωνείας» του προκύπτει ότι ο Γιανκελεβίτς και εδώ, όπως στο σύνολο του έργου του, προτάσσει το αίτημα της ηθικής τελείωσης, της αυθεντικής ύπαρξης, εγγεγραμμένης στο perpetuum mobile της φαντασμαγορίας του στιγμιαίου. Κύριοι συνομιλητές του είναι οι μεγάλοι «είρωνες» της παράδοσης του «στοχαστικού ψεύδους»: Σωκράτης και Γκραθιάν, Κίρκεγκαρντ και Νίτσε, γερμανοί ρομαντικοί και δεξιοτέχνες της λογοτεχνικής ειρωνείας, όπως π.χ. Στερν, Χόφμαν, Μποντλέρ και Χάινε. Μακράν του να εντοπίζει στην ειρωνική στρατηγική ένα ακόμη ρητορικό σχήμα μεταξύ πολλών άλλων, ένα ανέξοδο παιχνίδι σημασιολογικών αντιθέτων ή την ανάπτυξη ενός περίτεχνου επιδεικτικού λόγου, αξιολογεί κριτικά τον μετασχηματισμό της προς τα τέλη του 18ου αιώνα, στο πλαίσιο του ρομαντισμού (που πρωτίστως είναι στάση ζωής), του οποίου αποτελεί σχεδόν συνώνυμο, του οποίου γίνεται διακριτό έμβλημα.
Από την εποχή της πρώτης εμφάνισης του βιβλίου (1936) ως σήμερα πλήθυναν οι προσεγγίσεις του φαινομένου της ειρωνείας, γλωσσολογικές, ρητορικές, ψυχαναλυτικές, κοινωνιολογικές, φιλοσοφικές και πλείστοι αξιόλογοι μελετητές έγιναν προσεκτικοί ανατόμοι της κλασικής, της νεωτερικής, ακόμη και της μετα-νεωτερικής φάσης της. Από αυτή την άποψη, κατά τόπους, η μικρή μελέτη του μόλις 33χρονου Γιανκελεβίτς επιδέχεται συμπληρώσεις και ενδεχομένως χρειάζεται αναθεωρητικές επεμβάσεις. Αναντίλεκτα όμως παραμένει μια γοητευτική και πειστική πρόταση για την ωφέλιμη χρεία της ειρωνείας στον ανθρώπινο βίο. Αμυντικό μάλλον παρά επιθετικό όπλο, η ειρωνεία αποτελεί ένα μέσον, ίσως το μοναδικό που έχει στη διάθεσή του ο χειριστής του λόγου για να χειραφετηθεί από κανονιστικούς πειθαναγκασμούς, χωρίς τον κίνδυνο να υποστεί κυρώσεις, αναπόδραστες σε περίπτωση ευθείας παραβίασης των εσκαμμένων. Εναντίον του «φασισμού» της γλωσσικής νόρμας, που ο Μπαρτ κατήγγελλε άλλοτε με μια ρητορική υπερβολή διόλου απαλλαγμένη από ειρωνικά ψήγματα, η ειρωνεία παρουσιάζεται ως «αντιφασιστική» απάντηση, ως το τελευταίο καταφύγιο της ατομικής ελευθερίας στο επίπεδο του ιδιόλεκτου.

Για περισσότερες πληροφορίες περί του Γιανκελεβίτς, αλλά και της συγγραφέως του άρθρου, Λίζης Τσιριμώκου, μπορείτε να βρείτε εδώ.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Guest 772419

Επισκέπτης

αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμέν. Δεν έχει γράψει κανένα μήνυμα.
Η Ειρωνεία είναι μια μορφη πνευματικής οξυδέρκειας που την χρησιμποιεί ένας Ανθρωπος πάντοτε στο μέτρο.Είναι οπως γίνεται και στην περίπτωση της πολιτικής σάτιρας όπου περιγραφόντας με Ειρωνια αλλα και με ένα ύφος απαξίωσης τους εκπροσώπους των πολιτικων κομματων αποτελει ενα απαραίτητο και αναγκαίο στοιχειο της καθημερινότητας στην παρακμιακή κοινωνια που ζούμε.Βεβαια θα πρεπει να ξέρουμε οτι η Ειρωνία δεν θα πρεπει να γίνεται στα πλαίσια της Υβρις.

Το να νομίζει καποιος ότι επειδη θα βρίσει θα κανει επίδειξη ειρωνείας μαλλον αποδεικνύει ότι είναι Ανθρωπος που δεν ξερει πως να αξιοποιήσει με σωστο και συνετό τρόπο αυτο το σπουδαίο πνευματικο στοιχείο.

Γεγονός είναι οτι υπάρχουν αρκετοί κομπλεξικοί Ανθρωποι που και ακομα και αν στα πλαίσια της καλής πρoαίρεσης του Χιούμορ και της καλής ας το πούμε ειρωνείας καποιος τους κάνει μια ωραια πλακα κοιταζουν με όλους τους τρόπους να προακαλέσουν τσακωμους και αναστατώσεις.

Εξαρτάται πάντοτε αυτός που μιλάει με ποιο σκοπο εκφραζει διαφορες αποψεις με αποτέλεσμα να κάνει απλα μια πλακα και μια ελαφρά ειρωνεία στα πλαίσια μιας καλής προαίρεσης και ποτε ειρωνεύεται με σκοπο να προσβάλλει.

Ο Χλευασμός,η προσβολη και η ειρωνεία στα πλαισια της Ασεβειας και της απαξίωσης προς το πρόσωπο του άλλου είναι με βεβαιότητα προσβολή και ειδικότατα όταν γίνεται και χωρίς λόγο.

Οταν ωστόσο η Ειρωνεία γίνεται στα πλαίσια μιας ωραίας πλάκας και με ελαφρα πειραγματα τοτε η καλη αισθηση του χιουμορ και η ειρωνεία αποτελει μια καλη και εξαιρετική επικοινωνία.

Οποιος πάντοτε στα πλαισία του Σεβασμου και της καλής προαίρεσης κάνει καλή χρηση του Χιουμορ και κανει ελαφρά χρηση της ειρωνείας τοτε γίνεται αποδεκτός εχοντας δημιουργησει εξαιρετικές εντυπώσεις στους Ανθρώπους και αποτελεί ΑνΘρωπος που πραγματικά εκτιμάει,σεβεται και διασκεδάζει τον κόσμο.

Εμενα μου αρεσουν οι Ανθρωποι που κάνουν καλη χρηση του χιουμορ και σωστη χρηση της ειρωνείας παντοτε στο μετρο και επιπλέον στα πλαίσια της καλής προαίρεσης.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Επεξεργάστηκε από συντονιστή:

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

  • Τα παρακάτω 0 μέλη και 1 επισκέπτες διαβάζουν μαζί με εσάς αυτό το θέμα:
    Tα παρακάτω 3 μέλη διάβασαν αυτό το θέμα:
  • Φορτώνει...
Top